text
stringlengths
17
932k
label
int64
0
388
21. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ.Π.8145/293 της 20 Αυγ./19 Σεπτ.1970 (ΦΕΚ Β΄657) Περί εισαγωγής επί προσωρινή ατελεία συνθετικών υφαντικών ινών μη συνεχών και ερίων τόπς, δια την παραγωγήν νημάτων εξαγομένων εις αλλοδαπήν. Έχοντες υπ’ όψιν: 1)Τας διατάξεις του Νόμ.4607/1930. 2)Την από 30.6.1970 γνωμοδότησιν της Επιτροπής του άρθρ.6 του Νόμ.2861/54, αποφασίζομεν: Άρθρ.1.-Επιτρέπεται η εισαγωγή συνθετικών υφαντικών ινών μη συνεχών και ερίων τόπς, επί προσωρινή ατελεία και επί τη καταθέσει δια τους δασμούς και λοιπούς φόρους, χρηματικής, Τραπεζικής ή αξιοχρέου προσωπικής εγγυήσεως τρίτου, προς επεξεργασίαν και παραγωγήν νημάτων συνθετικών, νημάτων μαλλίνων και συμμείκτων νημάτων εξαγομένων εις αλλοδαπήν εντός έτους από της εισαγωγής των πρώτων υλών. Άρθρ.2.-1.Οι εργοστασιάρχαι οι βουλόμενοι να τύχωσι του υπό της παρούσης αποφάσεως παρεχομένου αυτοίς πλεονεκτήματος δέον όπως υποβάλωσιν εις την Τελωνειακήν Αρχήν εις την περιφέρειαν της οποίας κείται το εργοστάσιόν των αίτησιν εις την οποίαν δέον να ορίζωσι: α)Το ονοματεπώνυμον αυτών και του αντιπροσώπου των. β)Την πόλιν και την θέσιν εις ην ευρίσκεται το εργοστάσιόν των καθώς και αι αποθήκαι αποθηκεύσεως των πρώτων υλών και των ετοίμων προϊόντων. γ)Τας ποσότητας πρώτων υλών αι οποίαι αναγκαιούσιν αυτοίς δια τας ανάγκας ενός έτους. 2.Ο αρμόδιος Τελώνης, επί τη υποβολή της κατά τα ανωτέρω αιτήσεως συγκαλεί την υπό του άρθρ.2 του Νόμ.ΒΡΝΗ/1893 προβλεπομένην επιτροπήν προς έλεγχον της αιτήσεως και καθορισμόν της ετησίας δυναμικότητος των εγκαταστάσεων του εργοστασίου εν συνδυασμώ προς τας εξαγωγικάς δυνατότητας τούτου. 3.Επί τη βάσει του πορίσματος της κατά τα ανωτέρω επιτροπής ο αρμόδιος Τελώνης προβαίνει εκάστοτε εις την παράδοσιν τω Εργοστασιάρχη των αναγκαιουσών αυτώ ποσοτήτων πρώτων υλών δια τας ανάγκας ενός έτους. Σελ.536,12(γ) Τεύχος 404-Σελ.134 Άρθρ.3.-1.Κατά την εισαγωγήν των πρώτων υλών και την εξαγωγήν των ετοίμων προϊόντων θα λαμβάνωνται δείγματα εις διπλούν, κατά τα κεκανονισμένα εκ των οποίων το μεν εν, θα αποστέλληται εις το αρμόδιον παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους προς χημικήν ανάλυσιν και καθορισμόν του είδους και των στοιχείων των εισαγομένων πρώτων υλών και εξαγομένων ετοίμων προϊόντων, το δε έτερον θα παραμένη εις την Τελωνειακήν Αρχήν δια την περίπτωσιν εγέρσεως αμφισβητήσεως, ήτις δέον να πραγματοποιήται εντός δεκαημέρου από της γνωστοποιήσεως των αποτελεσμάτων της χημικής αναλύσεως εις τον εξαγωγέα. 2.Επί περιπτώσεων εξαγωγής συμμείκτων νημάτων θα διαπιστούται κατά την χημικήν ανάλυσιν και το ποσοστόν των συνθετικων ινών και μαλλίνων νημάτων. Άρθρ.4.-Η πίστωσις των μεταποιήσεων θα πραγματοποιήται δυνάμει αντιγράφων των παραστατικών εξαγωγής των ετοίμων ειδών βάσει του καθαρού βάρους τούτων προσαυξανομένου, λόγω φύρας επεξεργασίας κατά τα κάτωθι ποσοστά: 1)Νήματα εκ συνθετικών υφαντικών ινών (ακριλικά) 4%. 2)Νήματα εξ ερίου, ποσοστόν 5%. 3)Νήματα σύμμεικτα, ποσοστόν 6%. Άρθρ.5.-Την επομένην της λήξεως της προθεσμίας εξαγωγής χρεούνται οι δασμοί και οι λοιποί φόροι οι αναλογούντες επί των μη επανεξαχθεισών πρώτων υλών και εισπράττονται ούτοι κατά τα κεκανονισμένα. Άρθρ.6.-Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 30.Η.μ.21 Πρώτες ύλες Κλωστοϋφαντουργίας
242
76. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡ.. Αριθ.3670/188 της 15 Ιαν./2 Απρ.1986 (ΦΕΚ Β΄ 141) Ανανέωση απόφασης για την έγκριση αποζημίωσης υπερωριακής εργασίας, καθώς και εργασίας κατά τις νυκτερινές ώρες, τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες στο Αστυνομικό και Πυροσβεστικό Προσωπικό του Υ.Ε.-Δ.Τ.(Γ.Γ.Δ.Τ.) και στο Λιμενικό Προσωπικό του Υ.Ε.Ν.
195
6. ΝΟΜΟΣ ΥΝΔ΄ της 6/18 Ιουλ.1872 Περί δημοτικής φορολογίας ως προς τους δήμους των νήσων Κεφαλληνίας και Ζακύνθου. Επεξετάθη υπό των νόμων: α)Νόμ.Υ4΄ της 16/31 Αυγ.1873 περί δημοτικής φορολογίας εις τους δήμους της Ιθάκης, β)Νόμ.π4Ζ΄ της 5/10 Ιουν.1882 περί εκμισθώσεως δια δημοπρασίας των κατά τον ΥΝΔ΄ νόμου δασμών και προσθέτων τελών εν ταις νήσοις Κεφαλληνίας, Ζακύνθου και Ιθάκης, και γ)Νόμ.ΓΥΗ΄ της 3/19 Νοεμ.1909 περί επεκτάσεως της ισχύος των διατάξεων του νόμ.ΥΝΔ΄/1872 περί δημοτικής φορολογίας και εις τους δήμους της νήσου Λευκάδος, και κατηργήθη υπό του άρθρ.2 Νόμ.2125/1910 όστις περιελήφθη εις τον προϊσχύσαντα Κώδικα της Δημοτικής και Κοινοτικής Νομοθεσίας. Σελ.290
334
27. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.3945 της 21/23 Μαρτ.1959 Περί της προθεσμίας δηλώσεως των συνδυασμών κατά τας προσεχείς δημοτικάς και κοινοτικάς εκλογάς.
283
2. ΝΟΜΟΣ ΡΚ΄ της 5/7 Φεβρ. 1849 Περί του υπολιμεναρχείου Πειραιώς.
268
4. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 9/14 Αυγ. 1932 Περί συγχωνεύσεως των δύο διοικητικών συμβουλίων φυλακών και τροποποιήσεως της συνθέσεως ετέρων παρά τω υπουργείω Δικαιοσύνης συμβουλίων κ.λ.π.
145
9. ΝΟΜΟΣ 2203 της 1/24 Ιουν. 1920 Περί κατωτέρων Πρακτικών Γεωργικών Σχολείων. Α΄.Γενικά πρακτικά γεωργικά σχολεία Άρθρ.1.-1.Δια Β.Δ/των, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Γεωργίας, δύνανται να συσταθώσιν αλληλοδιαδόχως κατώτερα πρακτικά γεωργικά σχολεία ή να προσαρτηθώσι τοιαύτα εις υπάρχοντα ιδρύματα ή και να μετατραπώσιν υπάρχοντα γεωργικά ιδρύματα εις σχολεία. 2.Τοιούτων σχολείων δεν επιτρέπεται η σύστασις περισσοτέρων του ενός κατά Νόμον, σκοπός δε αυτών είναι η πρακτική επαγγελματική μόρφωσις τέκνων γονέων απασχολουμένων αποκλειστικώς ή εν μέρει με την γεωργίαν, ούτως ώστε να καθίστανται ικανά να γίνωσι καλοί γεωργοί τεχνίται δια τα ίδια των κτήματα ή δια επιστασίαν ή υπηρεσίαν αρχιεργάτου εις ιδιωτικάς γεωργικάς επιχειρήσεις. Άρθρ.10.-1. Οι μαθηταί εισάγονται κατ’ έτος αλλ’ ο ολικός αριθμός αυτών δεν δύναται να υπερβαίνη τους πεντήκονται εις έκαστον πρακτικόν γεωργικόν σχολείον γενικόν και τους τριάκοντα εις έκαστον ειδικόν τοιούτον. 2.Αι εν τω κτήματι και τοις εργαστηρίοις εκάστου σχολείου (γενικού ή ειδικού) εργασίαι και ασκήσεις εκτελούνται αποκλειστικώς ιδιοχείρως υπό των μαθητών, οίτινες διδάσκονται θεωρητικώς επί τοσούτον μόνον, ώστε να επεξηγήται ο λόγος, ο σκοπός και η μέθοδος πάσης εργασίας. Άρθρ.11.-Κατόπιν διαταγής του Υπουργού της Γεωργίας δύνανται να γίνωνται καθ’ ωρισμένας εποχάς του έτους σειραί πρακτικών μαθημάτων επί ωρισμένων σχετικών με την ειδικότητα εκάστου σχολείου θεμάτων καθ’ ας γίνονται δεκτοί εξωτερικοί ακροαταί, ων ο αριθμός ορίζεται εν τη αυτή διαταγή. 32.Ε.δ.9 Γεωργικές Σχολές Άρθρ.12.-1.Η λογιστική και διαχειριστική υπηρεσία των γεωργικών σχολείων (γενικών και ειδικών) και τα της υποβολής προϋπολογισμού και απολογισμού, των ετησίων αυτών εξόδων και εσόδων διέπονται υπό των σχετικών διατάξεων, των ισχυουσών και δια τα λοιπά γεωργικά ιδρύματα του Κράτους. 2.Την λογιστικήν υπηρεσίαν εις μεν τα γενικά εκτελεί υπ’ ευθύνην του Διευθυντού εις των επιμελητών οριζόμενος υπ’ αυτού, εις δε τα ειδικά ο διευθυντής. 3.Δια τας δαπάνας ιδρύσεως, λειτουργίας, συντηρήσεως των σχολείων (γενικών και ειδικών), τροφοδοσίας και ιματισμού των εσωτερικών μαθητών και δια πάσαν άλλην δαπάνην προκύπτουσαν εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου εγγράφονται οι αναγκαιούσαι πιστώσεις εις τον προϋπολογισμόν των εξόδων του Υπουργείου Γεωργίας. Εκτελεστικαί διατάξεις Άρθρ.13.-Δια Β.Δ/των, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του γνωμοδοτικού συμβουλίου της γεωργίας, δύνανται να καταργώνται υπάρχοντα γεωργικά σχολεία (γενικά ή ειδικά), οι δε παρ’ αυτοίς υπάλληλοι τοποθετούνται εις κενάς θέσεις της υπηρεσίας αναλόγως των προσόντων των, ή εν περιπτώσει μη υπάρξεως κενών θέσεων προσκολλώνται δι’ υπηρεσίαν εις γεωργικά ιδρύματα ή γραφεία. Δι’ ομοίων Β.Δ/των, μετά την αυτήν γνωμοδότησιν, δύνανται να μεταφέρωνται τοιαύτα σχολεία εις καταλληλότερα κέντρα οριζόμενα εν αυτοίς. Άρθρ.14.-Δια Β.Δ/των εκδιδομένων μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του γνωμοδοτικού συμβουλίου της γεωργίας κανονίζονται αι διατάξεις περί της διακρίσεως των γενικών σχολείων εις ωρισμένας κατηγορίας αναλόγως των κατά τόπους επικρατεστέρων καλλιεργειών κατά το νόημα του άρθρ. 2 του παρόντος νόμου, περί του τρόπου της εισαγωγής των μαθητών και των προσόντων αυτών εν γένει δια τα γενικά και δια τα ειδικά σχολεία, απαιτουμένου δια τα γενικά τοιαύτα απολυτηρίου δημοτικού σχολείου, περί της ηλικίας των μαθητών, ήτις δια τα γενικά δεν δύναται να ορισθή ελάσσων των 14 και μείζων των 18 ετών συμπεπληρωμένων μέχρι της ενάρξεως του σχολικού έτους, περί ιματισμού και της τροφοδοσίας των εσωτερικών μαθητών των γενικών σχολείων, περί της ενάρξεως και λήξεως του σχολικού έτους, περί των διδακτέων μαθημάτων και της εξ εκάστου τούτων ύλης δι’ εκάστης κατηγορίας και ειδικότητος σχολείον, περί των θερινών διακοπών, περί των καθηκόντων των διδασκόντων και διδασκομένων, περί των πειθαρχικών ποινών των μαθητών εις τε τα γενικά και ειδικά σχολεία, περί των απονεμομένων εις τους ευδοκίμως αποφοιτώντας μαθητάς απολυτηρίων και τέλος πάσα άλλη διάταξις αναγκαία δια την λειτουργίαν των σχολείων τούτων. Καταργούμεναι διατάξεις Άρθρ.15.-Καταργείται ο Νόμ. 301 του 1914 «περί κατωτέρων πρακτικών γεωργικών σχολείων» μέχρι δε της δημοσιεύσεως των υπό του παρόντος νόμου προβλεπομένων Β.Δ/των διατηρούνται εν ισχύϊ τα επί τη βάσει του ως άνω νόμου εκδοθέντα τοιαύτα, εφ’ όσον δεν αντιβαίνουν εις τον παρόντα νόμον. Το παρά τοις υφισταμένοις γεωργικοίς σχολείοις προσωπικόν διατηρείται εις τας θέσεις του εφ’ όσον αύται προβλέπονται υπό του παρόντος νόμου. Άρθρ.2.-1.Η διάρκεια των σπουδών εις τα σχολεία ταύτα είναι διετής, μη επιτρεπομένης της παραμονής και τρίτου εν τω σχολείω έτους ειμή εις τους λόγω υγείας αποσχόντας επί τρίμηνον τουλάχιστων των μαθημάτων. 2.Η εν αυτοίς διδασκαλία είναι πρακτική επεκτεινομένη εφ’ όλων των γεωργικών κλάδων κατά τας απαιτούμενας στοιχειώδεις γνώσεις και ευρύτερον επί των κλάδων, οίτινες εν τω Νόμω κρίνονται ως επικρατέστεροι. Άρθρ.3.-«1.Το προσωπικόν εκάστου κατωτέρου πρακτικού Γεωργικού Σχολείου αποτελείται εξ ενός γεωπόνου Πτυχιούχου Ανωτέρας Γεωργικής Σχολής ως Διευθυντού, ενός ή δύο ειδικών περί τους κλάδους τους χαρακτηρίζοντας το σχολείον εξ ενός δημοδιδασκάλου ή πτυχιούχου της Φιλολογίας ή Θεολογίας, εκ δύο επιμελητών γεωπόνων, μέχρι τριών τακτικών εργατών και δύο το πολύ φυλάκων». Το έδαφ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 5995/1934. 2.Ο διευθυντής, οι ειδικοί και οι επιμεληταί διορίζονται ή τοποθετούνται και διέπονται συμφώνως προς τας διατάξεις τας ισχυούσας δια το προσωπικόν της εξωτερικής γεωργικής υπηρεσίας, οι δε τακτικοί εργάται και φύλακες κατά τας περί τακτικών εργατών των γεωργικών ιδρυμάτων ισχυούσας διαστάσεις. 3.«Ο δημοδιδάσκαλος ή πτυχιούχος της Φιλολογίας ή Θεολογίας διορίζεται με αντίστοιχον προς τον βαθμόν του μισθόν, δικαιούμενος των αυτών ως και οι ομοιόβαθμοί του, πραγωγών και προαυξήσεων μισθοδοσίας». Το εδάφ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια του Νόμ. 5995/1934. 4.Δι’ υπουργικής αποφάσεως ανατίθενται τα χρέη ιατρού του προσωπικού και των μαθητών εκάστου γεωργικού σχολείου εις έμπειρον ιατρόν προτεινόμενον υπό του Διευθυντού επί μηνιαία αντιμισθία μέχρι δρχ. 150. Ο ιατρός ούτος υποχρεούται να διδάσκη εις τους μαθητάς στοιχεία υγιεινής. 5.Η κτηνιατρική υπηρεσία εκάστου γεωργικού σχολείου ως και η διδασκαλία στοιχειωδών κτηνιατρικών γνώσεων και της υγιεινής των αγροτικών ζώων δύναται δι’ υπουργικής πράξεως ν’ ανατίθηται επί επιμισθίω δραχμών εξήκοντα μηνιαίως εις τον οικείον νομοκτηνίατρον εφόσον έχει την αυτήν με το σχολείον έδραν. 5.Δι’ ομοίας αποφάσεως διορίζεται εις έκαστον με εσωτερικούς μαθητάς λειτουργούν γεωργικόν σχολείον οικονόμος εκτελούσα και χρέη νοσοκόμου ηλικίας 40-55 ετών, έχουσα αποδείξεις περί της περί τα έργα ταύτα εμπειρίας και προτεινομένη παρά του Διευθυντού επί μισθώ δραχμών εκατό μηνιαίως. 6.Απαγορεύεται η εν τω Σχολείω κατοικία οικογενειών του προσωπικού, εκτός εάν τα σχολεία, ευρίσκωνται μακράν των συνοικισμών και εφ’ όσον υπάρχει ιδιαίτερον προς κατοικίαν αυτών κτίριον. Άρθρ.4.-1.Οι μαθηταί κατοικούσιν εν τοις σχολείοις, διατρέφονται και διδάσκονται δωρεάν. Παρέχοναι δ’ αυτοίς πηλήκιο, υποδήματα εργασίας, χιτώνες εργασίας, ιατρική περίθαλψις και φάρμακα δωρεάν. 2.Ελλείψει επαρκών κτιρίων των σχολείων, δύναται να επιτραπή η κατοικία μαθητών εκτός των σχολείων, παρεχομένης εν τοιαύτη περιπτώσει αυτοίς ωρισμένης αποζημιώσεως κατόπιν διαταγής του Υπουργείου Γεωργίας, μετά σύμφωνον γνωμοδότησιν του γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Γεωργίας, δι’ έξοδα συντηρήσεως. Άρθρ.5.-1.Εις πρακτικά κατώτερα γεωργικά σχολεία ιδρυόμενα και λειτουργούντα δαπάναις Δήμων, Κοινοτήτων, Θρησκευτικών ιδρυμάτων, καταλειφθεισών περιουσιών, επιμελητηΣελ. 485 Γεωργικές Σχολές 32.Ε.δ.8-9 ρίων ή συνεταιρισμών ή εξ άλλων πόρων δύναται το Υπουργείον της Γεωργίας εφ’ όσον βεβαιούται, μετ’ επιθεώρησιν αυτών ότι ευδοκίμως λειουργούσι και μετά σύμφωνων γνωμοδότησιν του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου της Γεωργίας: α)Να χορηγή προς ενθάρρυνσιν επίδομα ετήσιον εγγραφόμενον εις τον προϋπολογισμόν του Κράτους. β)Να αποσπά εκ του εν τη δημοσία υπηρεσία προσωπικού τους καταλλήλους προς διδασκαλίαν εφ’ ωρισμένον χρόνον. γ)Να διορίζη το διδακτικόν προσωπικόν και μισθοδοτή τούτο. δ)Να προκαλή Β.Δ/μα, δι’ ου θα δικαιούνται οι υπό των τοιούτων σχολείων διοριζόμενοι και υπ’ αυτών μισθοδοτούμενοι να καθιστώσι την υπηρεσίαν αυτών συντάξιμον εφ’ όσον έχουσι μεν τα κατά τους ισχύοντας νόμους περί γεωργικής υπηρεσίας προσόντα και υπέστησαν την απαιτουμένην δοκιμασίαν, καταβάλλωσι δε τακτικώς εις το Δημόσιον Ταμείον τας υπό των περί συντάξεων νόμων οριζομένας κρατήσεις, επί τη βάσει του μισθού, ον οι ομοιόβαθμοι αυτών εν τη δημοσία υπηρεσία λαμβάνουσι. 2.Οι κατά την β΄ περίπτωσιν αποσπώμενοι επί χρόνον πέραν των έξ μηνών δεν δικαιούνται εις ημερησίαν αποζημίωσιν. Οι δε κατά την γ΄ περίπτωσιν διοριζόμενοι θεωρούνται κατά πάντα διατελούντες εν δημοσία υπηρεσία. Άρθρ.6.-1.Τα υπάρχοντα κατώτερα πρακτικά γεωργικά σχολεία Κασσαβετείας, Τριπόλεως και τυροκομικόν Ιωαννίνων διατηρούνται και θα λειτουργούσιν εφεξής κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου με ειδικότητας γεωργίας και κτηνοτροφίας δια το α΄ δενδροκομίας και αμπελουργίας δια το β΄ και κτηνοτροφίας και γαλακτοκομίας δια το γ΄ δυναμένου να συγχωνευθή εν τοιαύτη περιπτώσει του κτηνοτροφικού σταθμού Ιωαννίνων μετά του εκεί σχολείου. 2.Εν τω γεωργικώ σχολείω Κασσαβετείας διατηρούνται αι προϋπαρχούσαι θέσεις του ιερέως, ψάλτου και νεωκόρου της εκκλησίας του κτήματος της Κασσαβετείας, προσλαμβανομένων υπό της Διευθύνσεως αυτού επί αντιμισθία δραχ. 720 ετησίως δια τον ιερέα και δραχ. 250 ετησίως δια τον ψάλτην και νεωκόρον. Β΄.Ειδικά πρακτικά γεωργικά σχολεία Άρθρ.7.-1.Δια Β.Δ/των δύνανται να προσαρτηθώσιν εις υπάρχοντα γεωργικά ιδρύματα (σχολάς, σταθμούς, αγροκήπια) κατώτερα πρακτικά γεωργικά σχολεία αποκλειστικώς ειδικά περί τινα ή περί τινας γεωργικούς κλάδους. 2.Σκοπός των ειδικών τούτων σχολείων είναι η πρακτική μόρφωσις ως τεχνιτών τέκνων γεωργών απασχολουμένων με κλάδον ή κλάδους τινάς της γεωργίας. Σελ. 486 Άρθρ.8.-1.Αι σπουδαί εις τα σχολεία τούτα διαρκούν το πολύ επί έν σχολικόν έτος. 2.Οι εν αυτοίς μαθητευόμενοι διδάσκονται δωρεάν, είναι δε εξωτερικοί, διατρεφόμενοι και συντηρούμενοι ιδίαις δαπάναις. Άρθρ.9.-1.Το προσωπικόν εκάστου ειδικού σχολείου αποτελείται εξ ενός γεωπόνου εκ των επί βαθμώ ειδικού περί τον κλάδον τον χαρακτηρίζοντα το σχολείον και εκ δύο τακτικών εργατών, διοριζομένων ή τοποθετουμένων κατά τας περί τούτων ισχυούσας διατάξεις. 2.Την διεύθυνσιν δι’ εκάστου τούτων και την εποπτείαν έχει ο διευθυντής του ιδρύματος εν τω οποίω πρασαρτάται το σχολείον, πλην προκειμένου περί αγροκηπίων, ότε την μεν διεύθυνσιν έχει ο ειδικός, την δ’ εποπτείαν ο οικείος νομογεωπόνος. 3.Εις τα σχολεία ταύτα δύναται ν’ ανατεθή δι’ υπουργικής διαταγής η διδασκαλία και η πρακτική εξάσκησις των μαθητευομένων και εις το προσωπικόν του ιδρύματος παρ’ ω έχουσι προσαρτηθή. Γενικαί διατάξεις
173
13. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝ. ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ.Γ3/64 της 23 Ιαν./7 Φεβρ.1984 (ΦΕΚ Β΄ 57) Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας Σ.Ε.Λ.Μ.Ε. (Αντί για τη σελ.424,109(γ) Σελ.424,109(δ) Τεύχος Ι-31 Σελ.127 Επιμόρφωση Λειτουργών Μ.Ε. 32.Δ.ν.11-13
41
11. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 793 της 23/28 Δεκ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 238) (Ο αριθμός του παρόντος Β.Δ/τος διωρθώθη από 795 εις 793 δια Διορθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄ 28 της 31 Ιαν. 1973). Περί αυξήσεως των πόρων του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων. Άρθρ.1.-1.(Τροποποιείται το άρθρ. 2 Β.Δ. 428/1961, ανωτ. αριθ. 1). (Αντί της σελ. 166,39(ζ) Σελ. 166,39(η) Τεύχος 524-Σελ. 69 Κλάδος Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων (Κ.Ε.Α.Δ.) 39.Γ.ζ.8-11 2.(Καθορίζεται το ποσόν προς εξαγοράν του χρόνου προϋπηρεσίας, το προβλεπόμενον υπό του πρώτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρ. 3 Β.Δ. 428/1961). 3.(Τροποποιείται η παρ. 2 του άρθρ. 4 Β.Δ. 428/1961). Άρθρ.2.-Οφειλαί ησφαλισμένων του Κλάδου Επικουρικής Ασφαλίσεως Δικηγόρων εξ εισφορών διορισμού και προαγωγής, εξ αναγνωρίσεως, γάμου και εξαγοράς προϋπηρεσίας υφιστάμεναι μέχρι της ισχύος του παρόντος, ρυθμίζονται βάσει των προ της ισχύος του παρόντος διατάξεων εφ’ όσον θέλουσι εξοφληθή μέχρι την 30ήν Ιουν. 1973. Η ανωτέρω προθεσμία της 30 Ιουν. 1973 παρετάθη μέχρι 31 Δεκ. 1973 δια του Π.Δ. 178 της 11/20 Αυγ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 188) Η ισχύς του παρόντος Διατάγματος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον Ημέτερον επί των Κοινωνικών Υπηρεσιών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Διατάγματος.
319
1. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ' αριθ. 45 της 29/31 Αυγ. 1936 Περί συστάσεως Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού. Ο Νόμος ούτος ως και ο τροποποιήσας αυτόν Α.Ν. 760 της 27 Ιουν./2 Ιουλ. 1937 περί προσθηκών εις τον Α.Ν.45/1936 δεν ισχύουν πλέον, του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού καταργηθέντος δια της Νομ. Πράξεως 1 της 1/1 Μαΐου 1941, (κατωτ. αριθ. 3).
170
50. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 26406/4263/78 της 27 Ιουλ./17 Αυγ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 683) Περί κατανομής των οργανικών θέσεων προσωπικού του καταργηθέντος ΟΕΑΣ. « Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων » 21.Α.α.46-52
240
3. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1566 της 14/14 Ιαν. 1939 (ΦΕΚ Α΄ 19) Περί καθορισμού των προθεσμιών προς πλήρωσιν των κενών εδρών του Πανεπιστημίου Αθηνών κλπ. (Αντικαθίσταται η παρ. 3 του άρθρ. 21 Νόμ. 5343, ως ετροποποιήθη δια του Α.Ν. 1430/38. Αι λοιπαί διατάξεις είναι προσωρινής ισχύος).
161
22. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 31014/1908/85 της 19 Αυγ./19 Σεπτ. 1985 (ΦΕΚ Β΄557) Αύξηση κατά 16% των εφάπαξ παροχών του ΤΠΚΠΕΝ. 1.Εγκρίνουμε μερικά την απόφαση που πήρε το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Προνοίας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) στη συνεδρίασή του της 21.12.84 για αύξηση των εφάπαξ παροχών στους μετόχους του. 2.Το ποσοστό της αύξησης ορίζεται, σύμφωνα με το πιο πάνω έγγραφο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, σε 16%. 3.Η αύξηση αυτή χορηγείται σε όσους έλαβαν ή θα λάβουν σύνταξη ή εφάπαξ παροχή από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο με απόφαση που φέρει ημερομηνία μεταγενέστερη της 31ης Δεκ. 1984. (Αντί για τη σελ. 730,05(γ) Σελ. 730,05(δ) Τεύχος Θ111-Σελ. 125
17
66. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ.Α3β/13421 δις της 18 Νοεμ./10 Δεκ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 713) Μετατροπή θέσεων κλάδου γιατρών Ε.Σ.Υ.
165
8. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ 395 της 23/28 Δεκ. 1936 Περί ρυθμίσεως των ζητημάτων αλεύρων και άρτου. Άρθρ.1.-1.Προς τον σκοπόν της παροχής λαϊκού ευθηνού άρτου εις την κατανάλωσιν ο υφυπουργός της Αγορανομίας δικαιούται δι' αποφάσεώς του να υποβιβάζη την τιμήν του πιτυρούχου αλεύρου κάτω του κόστους αυτού και να επιβάλη την προκύπτουσαν διαφοράν ως ειδικήν επιβάρυνσιν επί των άλλων ποιοτήτων. 2.Ο τρόπος της επιβολής της επιβαρύνσεως ταύτης, της επιπτώσεως της τυχόν διαφοράς επί των άλλων παραγομένων ποιοτήτων, της βεβαιώσεως καταβολής και της εισπράξεως των διαφορών και ο εν γένει συμψηφισμός, τα σήματα ή άλλα χαρακτηριστικά μέσα (Αντί της σελ. 121) Σελ.121(α) 314-019 Άλευρα-Άρτος 5.Γ.β.7-8 ή μέτρα, άτινα θέλουσι χρησιμεύσει προς βεβαίωσιν του τύπου των αλεύρων, ο τρόπος του εν γένει ελέγχου, η εξακρίβωσις των αποθεμάτων και πάσα λεπτομέρεια της εφαρμογής του μέτρου τούτου κανονισθήσονται δι' αποφάσεων του υφυπουργού Αγορανομίας, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.10.-Δι' αποφάσεων του συμβουλίου της χημικής υπηρεσίας προκαλουμένου υπό του υφυπουργού της Αγορανομίας, δύναται να καθορίζηται ελάχιστον όριον πιτύρων, όπερ δέον να περιέχη έκαστος των καθωρισμένων τύπων αλεύρων. Άρθρ.11.-1.Προς αντιμετώπισιν των εν γένει δαπανών ας θα απαιτήση η εφαρμογή του παρόντος νόμου και δια την εν γένει οργάνωσιν του υφυπουργείου Αγορανομίας, επιβάλλεται εισφορά εκ δύο λεπτών εις έκαστον χιλιόγρ. εισαγομένου αλλοδαπού σίτου, του εγχωρίου σίτου του συγκεντρωμένου υπό της κεντρικής επιτροπής προστασίας εγχωρίου σιτοπαραγωγής Κ.Ε.Π.Ε.Σ. και του εγχωρίου σίτου του προερχομένου εκ της ελευθέρας αγοράς και αλεθομένου υπό των κυλινδρομύλων. 2.Δια την καταβολήν της επί του αλλοδαπού σίτου εισφοράς υποχρεούνται οι εισαγωγείς σίτου όπως κατά τον εκτελωνισμόν της εισαγομένης ποσότητας σίτου προσάγωσιν εις το τελωνείον γραμμάτιον καταβολής εις την δι' αποφάσεως του υφυπουργού Αγορανομίας ορισθησομένην Τράπεζαν, εις πίστωσιν του ταμείου άρτου, της αντιστοιχούσης εις την εκτελωνιζομένην ποσότητα εισφοράς. Η δε εισφορά επί του εγχωρίου σίτου της Κ.Ε.Π.Ε.Σ. θα εισπράττηται κατά το πρώτον 5θήμερον εκάστου μηνός δια τον προηγούμενον μήνα εις την ως άνω ορισθησομένην Τράπεζαν εις πίστωσιν του ταμείου άρτου. Επίσης οι κυλινδρόμυλοι οι υπαγόμενοι εις τον παρόντα νόμον και αλέθοντες εγχώριον σίτον εκ της ελευθέρας αγοράς υποχρεούνται κατά το πρώτον 5θήμερον εκάστου μηνός να καταθέτουν εις την ως άνω ορισθείσαν Τράπεζαν, εις πίστωσιν του Ταμείου Άρτου, την αναλογούσαν επί της κατά τον προηγούμενον μήνα αλεσθείσης ποσότητας τοιούτου σίτου εισφοράν. Μη καταβάλλοντος του κυλινδρομύλου των ως άνω εισφοράν εμπροθέσμως εισπράττεται αύτη κατά τας περί εισπράξεως περί δημοσί(Αντί της σελ. 123) Σελ. 123(α) 92-11 Άλευρα-Άρτος 5.Γ.β.8 ων εσόδων διατάξεις βεβαιουμένη υπό της υπηρεσίας του Ταμείου Άρτου, υφ' ης εγκρίνονται και πάσαι αι προς είσπραξιν αυτής απαιτούμεναι πράξεις. 3.Αι ως άνω εισφοραί αποτελούν ειδικόν πόρον του κατά το Ν.Δ. της 12/16 Αυγ. 1926, κυρωθέντος δια του ν.3860 (5.Γζ.1), Ταμείου Άρτου, θα κατατίθενται δε εντός του πρώτου 10ημέρου εκάστου μηνός έν τινι Τραπέζη οριζομένη δι' αποφάσεως του υπουργού Αγορανομίας καθ' ον τρόπον Β.Δ/μα θέλει ορίσει. Βάσει του άνω άρθρου εξεδόθησαν αι κάτωθι αποφάσεις του υφυπουργού της Αγορανομίας: α)υπ' αριθ.1649 της 18/24 Ιαν. 1938 περί καθορισμού του τύπου των αλεύρων, β)υπ' αριθ. 7751 της 15 Μαρτ./25 Μαΐου 1938 περί ρυθμίσεως ζητημάτων αλεύρου και άρτου. Άρθρ.12.-1.Το από 28 Μαΐου 1930 Δ/μα περί υποχρεωτικής προσλήψεως χημικών εις τους κυλινδρομύλους (ανώτ. αρ.3) ισχύει καθ' όλας αυτού τας διατάξεις. 2.Εντός τριών μηνών από της ισχύος του παρόντος νόμου έκαστος κυλινδρόμυλος υποχρεούται να ιδρύση χημικόν εργαστήριον, εις ο θα είναι δυνατή τουλάχιστον η εκτέλεσις των εν τη σχετική αποφάσει του συμβουλίου χημικής υπηρεσίας περί ποιότητος των αλεύρων καθοριζομένων ορίων, ήτοι της υγρασίας, γλουτίνης, πιτύρου, οξύτητος, τέφρας ως και του ειδικού βάρους του σίτου. 3.Ως κατώτατον όριον μηνιαίων αποδοχών ορίζεται δια τους χημικούς των αλευρομύλων δια μεν τους ημερησίως αλεστικής ικανότητος 25-50 τόννων τουλάχιστον δραχμών 4.000 μηνιαίως, δια δε τους άνω των 50 τόννων αλεστικής ικανότητος, τουλάχιστον 6.000 μηνιαίως. Ο αυτός χημικός δεν δύναται να υπηρετή εις πλείονας του ενός κυλινδρομύλου εκτός εάν εν τη αυτή πόλει ή περιφερεία υπάρχουν αλευρόμυλοι μικράς αλεστικότητος κάτω των 25 τόνων οπότε ούτοι δύνανται ανά δύο ή τρεις να προσλάβωσι ένα χημικόν με το ως άνω κατώτατον όριον μισθού. 4.Πας προσλαμβανόμενος υπό κυλινδρομύλου χημικός δέον να κέκτηται δίπλωμα του εν Αθήναις Πανεπιστημίου ή αντιστοίχου ισοτίμου αλλοδαπής σχολής, οι κατά το πρώτον προσλαμβανόμενοι χημικοί υπό κυλινδρομύλων θεωρούνται δόκιμοι δια χρονικόν διάστημα 6 μηνών καθ' ο είναι απολυτέοι άνευ των υπό της παρ.5 του παρόντος άρθρου προϋποθέσεων 5.«Οι χημικοί των Κυλινδρομύλων εν τη ασκήσει των καθηκόντων των υπέχουσι πάσας τας ευθύνας του δημοσίου υπαλλήλου. Σελ. 124(α) Η μη ακριβής εκτέλεσις των καθηκόντων του χημικού δια την παρασκευήν προϊόντων καλής ποιότητος και την αποφυγήν πάσης νοθείας ως και των εν γένει υπό των κειμένων Νόμων οριζομένων καθηκόντων αυτού συνεπάγεται την πειθαρχικήν δίωξιν αυτού μετά σχετικήν απόφασιν του Διοικητικού Συμβουλίου του Υπουργείου μετά γνώμην του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου». Η παρ.5 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ.3 Νομ.3195/1955. 6.Ο Υφυπουργός της Αγορανομίας δύναται να διατάσση την τιμωρίαν ή απόλυσιν Χημικού Κυλινδρομύλου και άνευ της προτάσεως του οικείου αλευροβιομηχάνου, εφ' όσον κατά του Χημικού τούτου έχει απαγγελθή κατηγορία δι' αξιόποινον πράξιν, διαπραχθείσαν υπ' αυτού κατά την εξάσκησιν της υπηρεσίας του, ή έχει υποβληθή έκθεσις δια παράβασιν του υπηρεσιακού του καθήκοντος. Η κατά τον άνω τρόπον απόλυσις δύναται να καταγνωσθή και εναντίον Χημικού κεκτημένου την ιδιότητα του παλαιού πολεμιστού, μη εφαρμοζομένης εν προκειμένω της διαδικασίας ην απαιτούσι προς απόλυσιν αι κειμέναι διατάξεις «περί προστασίας παλαιών πολεμιστών». Η παρ.6 προσετέθη υπό του Α.Ν.2348/1940, ούτινος βλ. και μεταβατικήν διάταξιν. Άρθρ.13.-Ο υφυπουργός της Αγορανομίας εφ' όσον ήθελε κρίνει σκόπιμον, δύναται να ζητή την γνώμην ειδικού πενταμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου επί των εκ της εφαρμογής του παρόντος νόμου προκυπτόντων ζητημάτων. Η σύνθεσις τούτου κανονισθήσεται δια Β.Δ/τος. Άρθρ.14.-1.Ο διαθέτων ή κατέχων άλευρα δι' α δεν κατεβλήθη η επιβάρυνσις η δια των εκάστοτε αποφάσεων του υφυπουργού Αγορανομίας των δυνάμει του άρθρ.1 παρ.2 του παρόντος νόμου επιβαλλομένη και ο καθ' οιονδήποτε τρόπον μετατρέπων το πιτυρούχον εις λευκόν άλευρον δια να αποφύγη την ως άνω επιβάρυνσιν με σκοπόν εμπορίας διώκεται κατά τας περί λαθρεμπορίας διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικος. 2.Υπεύθυνοι δια τας παραβάσεις του παρόντος θεωρούνται οι ιδιοκτήται κυλινδρομύλων, προκειμένου περί ανωνύμων εταιρειών ο διευθύνων σύμβουλος, επί δε των άλλων εταιρειών τα ομόρρυθμα μέλη. Επίσης συνυπεύθυνοι μετά των ως άνω προσώπων είναι οι διευθυνταί των κυλινδρομύλων, αρχιμυλωθροί ή άλλοι προϊστάμενοι των εργασιών της αλέσεως και οι αποθηκάριοι. 5.Γ.β.8 Άλευρα-Άρτος 3.Τιμωρούνται δια προστίμου (10.000-100.000 δραχμών) ή φυλακίσεως μέχρις έξ μηνών ή και δι' αμφοτέρων των ποινών οι μη συμμορφούμενοι προς τας δια Β.Δ/των ή υπουργικών αποφάσεων κοινοποιουμένων αυτοίς επιβαλλομένας υποχρεώσεις και κανονισμούς όσον αφορά τον έλεγχον και εποπτείαν κυλινδρομύλων και των παραγομένων αλεύρων, την τήρησιν των βιβλίων και την υποβολήν δηλώσεων και δελτίων κινήσεως. Υπεύθυνοι της τοιαύτης παραβάσεως θεωρούνται τα εν τη παρ.2 του παρόντος πρόσωπα εφ' όσον αποδειχθή ότι εν γνώσει των ενηργήθησαν αι ως άνω παραβάσεις άλλως μόνον οι εντεταλμένοι υπάλληλοι των κυλινδρομύλων. "Εάν εις τον χημικόν του Κυλινδρομύλου έχη ανατεθή και η τεχνική διεύθυνσις αυτού, τότε, εν περιπτώσει Αγορανομικής ή άλλης παραβάσεως προβλεπομένης υπό του ως Α. Νόμου, θεωρείται ούτος συνυπεύθυνος του ιδιοκτήτου και υπέχει όλας τας ευθύνας τας προβλεπομένας υπό του άρθρ.14 Α.Ν.395/36". Τα εντός « » εδάφιον αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ.4 Νομ. 3195/1955. Άρθρ.15.-Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Άρθρ.2.-1.Ο υφυπουργός Αγορανομίας δύναται δι' αποφάσεώς του μετά σύμφωνον γνώμην επιτροπής συγκροτουμένης κατά τα δια Β.Δ/τος κανονισθησόμενα να καθορίζη εκάστοτε τα αλεστικά έξοδα των κυλινδρομύλων. 2.Τα αλεστικά έξοδα καθορισθήσονται είτε ενιαίως δι' άπαντας τους κυλινδρομύλους, είτε κατά κατηγορίας, είτε κατά πόλεις, είτε κατά κυλινδρόμυλον. 3.Εν η περιπτώσει ήθελεν εξακριβωθή ότι τα αλεστικά έξοδα είναι διάφορα δύναται δι' αποφάσεως του υφυπουργού Αγορανομίας ή να ορισθή μέσος όρος αυτών ή η επί πλέον τυχόν διαφορά να αποτελέση ειδικόν πόρον (του ταμείου άρτου).Εν τη πρώτη περιπτώσει ο τρόπος του διακανονισμού των προκυπτουσών διαφορών μεταξύ των κυλινδρομύλων κανονίζονται δι' αποφάσεως του υφυπουργού Αγορανομίας. Άρθρ.3.-Δια Β.Δ/τος εκδιδομένου προτάσει του υφυπουργού Αγορανομίας καθορίζονται οι κυλινδρόμυλοι εφ' ων θα έχη εφαρμογήν ο παρών νόμος. Εις εκτέλεσιν του ανωτέρω άρθρου εξεδόθη το Β.Δ. της 25 Απρ./15 Μαΐου 1937, κατωτ. αρ. 9. Άρθρ.4.-1.Δι' αποφάσεως του υπουργικού συμβουλίου εκδιδομένης προτάσει του υφυπουργού Αγορανομίας δύναται α)να καθορισθή η υφ' εκάστου κυλινδρομύλου αλεσθησομένη ποσότης σίτου και το είδος των εξ αυτών παραχθησομένων αλεύρων και β)προς οικονομίαν μεταφορικών εξόδων να καθορισθώσιν αι γεωγραφικαί περιφέρειαι, τας οποίας εφοδιάζει έκαστος ή περισσότεροι κυλινδρόμυλοι. Εν τοιαύτη περιπτώσει ο υφυπουργός της Αγορανομίας δύναται δι' αποφάσεως του α)να επιβάλλη εις βάρος των κυλινδρομύλων (υπέρ του ταμείου του άρτου) εφ' εκάστου χιλιογρ. αλεθομένου σίτου και κατά κυλινδρόμυλον επιβάρυνσιν, μέχρι του ποσού 25 λεπτών, μη υπολογιζομένην εις την διατίμησιν ουδέ εις τα αλεστικά έξοδα. β)Να ρυθμίση τας σχέσεις των κυλινδρομύλων μετά των υφισταμένων αλευρεμπόρων και την παρεχομένην εις αυτούς παρά των κυλινδρομύλων προμήθειαν μη υπολογιζομένην εις την διατίμησιν ουδέ εις τα αλεστικά Σελ.122(α) 314-020 έξοδα. γ)Να ακυρώση τας μέχρι της ημέρας της εκδόσεως των ως άνω αποφάσεων του άρθρου τούτου συνωμολογημένας συμβάσεις επί αλεστικών. 2.Εάν εκ της εφαρμογής των ειδικών τούτων αποφάσεων του παρόντος άρθρου προκύψουν ζητήματα ανεργίας, ταύτα ρυθμίζονται δια κοινής αποφάσεως των υφυπουργών Αγορανομίας και Εργασίας. Άρθρ.5.-(Αντικατεστάθη δια του άρθρ.1 Α.Ν.1810/1951, όστις κατηργήθη δια του άρθρ.11 Α.Ν.80/1967). 5.Γ.β.8 Άλευρα-Άρτος 'Αρθρ.6.-1.Η εν γένει εποπτεία και έλεγχος της ακριβούς εφαρμογής του παρόντος νόμου υπάγεται εις την αρμοδιότητα του υφυπουργείου της Αγορανομίας. 2.Το Γενικόν Χημείον του Κράτους αναλαμβάνει υπευθύνως την παρακολούθησιν της παραγωγής παρά των κυλινδρομύλων αλεύρων και υποπροϊόντων τούτων κατά ποσότητα και ποιότητα εποπτεύον επί των υπό του υφυπουργού της Αγορανομίας διοριζομένων ελεγκτών οι οποίοι δεν δύνανται να υπερβούν τους ενενήκοντα. Το Γενικόν Χημείον του Κράτους δια την υπηρεσίαν του ταύτην υπάγεται εις την αρμοδιότητα του υφυπουργείου Αγορανομίας. Ο υφυπουργός της Αγορανομίας δύναται να προσλάβη μέχρι δέκα πέντε επιθεωρητάς προς άσκησιν της εποπτείας εκ μέρους του υφυπουργείου Αγορανομίας. Τα προσόντα και η αποζημίωσις του ως άνω προσωπικού μη υπαγομένου εις την μονιμότητα ως και τα καθήκοντα τούτων κανονισθήσονται δι' αποφάσεων του υφυπουργού της Αγορανομίας. Εν η περιπτώσει οι ως άνω διοριζόμενοι ελεγκταί και επιθεωρηταί τυγχάνουσι συνταξιούχοι, λαμβάνουσι μετά της αποζημιώσεώς των και την σύνταξιν. 3.Επίσης δύναται να προσλάβη επί συμβάσει και δια χρόνον μη δυνάμενον να υπερβή την 5ετίαν επί αντιμισθία, οδοιπορικοίς εξόδοις και αποζημιώσει εκτός έδρας, καθοριζομένοις εν αυτή ως γενικόν τεχνικόν επιθεωρητήν χημικόν διπλωματούχον του Πανεπιστημίου ή άλλης ομοταγούς σχολής και έχοντα υπερδεκαετή εξάσκησιν του επαγγέλματος του χημικού. Τα καθήκοντα τούτου καθορισθήσονται δι' αποφάσεως του υφυπουργού Αγορανομίας. 4.Ένθα δεν υπάρχουν παραρτήματα του Γενικού Χημείου του Κράτους η κατά το εδάφ.2 του παρόντος άρθρου υποχρέωσις των χημικών του Γ.Χ.Κ. ανατίθεται εις έτερον δημόσιον υπάλληλον οριζόμενον υπό του υφυπουργού Αγορανομίας. Εις τους χημικούς του Γ.Χ.Κ. και τους άλλους δημοσίους υπαλλήλους χορηγείται επιμίσθιον καθοριζόμενον παρά του υφυπουργού Αγορανομίας. Άρθρ.7.-Ο υφυπουργός της Αγορανομίας δύναται να επιβάλλη δι' αποφάσεώς του εις τους κυλινδρομύλους την τοποθέτησιν αυτομάτων πλαστίγγων δια την ζύγισιν του αλεθομένου σίτου και των παραγομένων αλεύρων. Ο αρνούμενος να εκπληρώση την υποχρέωσιν ταύτην τιμωρείται δια χρηματικής ποινής (50.000-500.000 δραχμών) ή φυλακίσεως μέχρις 6 μηνών. Δια το μέτρον των χρηματικών ποινών βλ. άρθρ.2 Νόμου 110/1945 και άρθρ.57 Ποιν. Κώδικος (τομ.8 σελ. 6 και 28). Άρθρ.8.-Δι' ητιολογημένης αποφάσεως του υφυπουργού Αγορανομίας δύναται να στερηθή κυλινδρόμυλος του δικαιώματος να προμηθευθή συνάλλαγμα παρά της Τραπέζης της Ελλάδος εφ' όσον οι κατά το άρθρ.14 παρ.2 υπεύθυνοι δεν ήθελον εκ προθέσεως εκτελέσει τας αποφάσεις του υφυπουργού της Αγορανομίας ή οπωσδήποτε ήθελον επίσης εκ προθέσεως φέρει εμπόδια και αντιδράσεις δια την εφαρμογήν του παρόντος νόμου ή ήθελον προκαλέσει ανωμαλίαν ή διαταραχήν των μέχρι τούδε κρατουσών εμπορικών συνηθειών εις την εν γένει διάθεσιν των αλεύρων. Άρθρ.9.(Κατηργήθη υπό του άρθρ.2 του Α.Ν.903 του 1937 τ.16).
97
1. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.339 της 5/11 Μαρτ.1974(ΦΕΚ Α΄61) Περί ιδρύσεως και λειτουργίας Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων μετά Μαθητικής Εστίας. ΄Ιδρυσις-Σκοπός-Εποπτεία ΄Αρθρ.1.-1. Ιδρύεται εν Αθήναις ημερήσιον εξατάξιον Γυμνάσιον Αρρένων υπό την ονομασίαν «Γυμνάσιον Αρρένων Αποδήμων Ελληνοπαίδων» σκοπόν έχον την επί τη βάσει των αξιών του Ελληνικού και Χριστιανικού πολιτισμού διαπαιδαγώγησιν και μόρφωσιν Ελληνοπαίδων εξωτερικού. 2.Η οργάνωσις, διοίκησις και η εποπτεία του ιδρυομένου Γυμνασίου ανήκει εις τον Υπουργόν Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ασκείται δε δια της Διευθύνσεως Εκπαιδεύσεως Ελληνοπαίδων Εξωτερικού και Ξένων Σχολείων της ημεδαπής. 3.Το κατά την παρ.1 του παρόντος άρθρου Γυμνάσιον στεγάζεται εις διδακτήριον διατιθέμενον δωρεάν υπό του Εθνικού Ιδρύματος «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ» εις τας ειδικάς κτηριακάς εγκαταστάσεις αυτού εις θέσιν Πύργος Βασιλίσσης. Δικαιούμενοι εγγραφής-διαδικασία ΄Αρθρ.9.-1.Η έναρξις λειτουργίας του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων ορίζεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2.Δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων επιτρέπεται η εγγραφή και Ελληνοπαίδων του εσωτερικού μέχρι του ενός τετάρτου του αριθμού εισακτέων. ΄Αρθρ.10.-1. Δια Π.Δ/τος, εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δύναται να ιδρυθή Γυμνάσιον Θηλέων Αποδήμων Ελληνοπαίδων, διεπόμενον υπό των διατάξεων του παρόντος Ν.Δ/τος. 2.Δι’ ομοίων Π.Δ/των εκδιδομένων προτάσει του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δύναται να ιδρύωνται Δημοτικά Σχολεία Αποδήμων Ελληνοπαίδων, μετά ή άνευ Μαθητικής Εστίας, εν τη ημεδαπή και να ρυθμίζονται τα της οργανώσεως και λειτουργίας αυτών ως και τα της συστάσεως των απαραιτήτων θέσεων εκπαιδευτικού και λοιπού προσωπικού αυτών. ΄Αρθρ.11.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. ΄Αρθρ.2.-1.Εις το Γυμνάσιον Αποδήμων Ελληνοπαίδων εγγράφονται άνευ εξετάσεων, ως μαθηταί Ελληνόπαιδες του εξωτερικού απόφοιτοι ανεγνωρισμένων Ελληνικών ή ξένων δημοτικών σχολείων της Αλλοδαπής ή ημεδαπής ισοτίμων προς τα εν Ελλάδι λειτουργούντα δημοτικά σχολεία, ως και απόφοιτοι των σχολείων τούτων διακρινόμενοι δια το ήθος και την αφοσίωσιν εις τας αξίας του Ελληνικού και Χριστιανικού πολιτισμού, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 2.Ελληνόπαιδες του εξωτερικού ή απόδημοι Ελληνόπαιδες κατά την έννοιαν του παρόντος νοούνται τα τέκνα γονέων ελληνικής ιθαγενείας, διαβιούντων εν τη αλλοδαπή τουλάχιστον επί τριετίαν κατά τον χρόνον της εγγραφής αυτών εις το Γυμνάσιον, ως και τα τέκνα Ελλήνων το γένος εχόντων ξένην ιθαγένειαν γονέων, αμφοτέρων ή του ετέρου τούτων, και διαβιούντων εν τη αλλοδαπή ή εν τη ημεδαπή ασχέτως της ιθαγενείας των τέκνων αυτών. 3.Περί της εγγραφής των κατά την παρ.1 του παρόντος άρθρου δικαιουμένων εις ταύτην μαθητών εισηγείται η Εκκλησιαστική ή Κοινοτική Αρχή του τόπου της εν τω εξωτερικώ διαμονής αυτών ή των γονέων των δια της αρμοδίας Ελληνικής Προξενικής Αρχής, ήτις και γνωματεύει επί της εισηγήσεως. Αι εισηγήσεις αύται διαβιβάζονται εις το Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων μέχρι τέλους Μαΐου εκάστου έτους. 4.Περί της εγγραφής Ελληνοπαίδων κατά την έννοιαν της παρ.2 του παρόντος, αποφοίτων δημοτικών σχολείων λειτουργούντων εις την ημεδαπήν, εισηγείται η παρά τω Υπουργείω Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, αρμοδία Διεύθυνσις Εκπαιδεύσεως Ελληνοπαίδων Εξωτερικού και Ξένων Σχολείων ημεδαπής, επί τη βάσει αιτήσεως των ενδιαφερομένων. 5.Η επιλογή των εγγραφησομένων ενεργείται επί τη βάσει των κατά τας παρ.3-4 εισηγήσεων δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, εκδιδομένης μετά γνώμην πενταμελούς Επιτροπής, ης ορίζονται τα μέλη και οι αναπληρωταί αυτών δια πράξεως αυτού εξ ανωτάτων ή ανωτέρων υπαλλήλων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και της Υπηρεσίας Αποδήμου Ελληνισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, κατά μήνα Ιούνιον εκάστου έτους. Της Επιτροπής ταύτης μετέχει απαραιτήτως ως Πρόεδρος αυτής ο Διευθυντής Διευθύνσεως Εκπαιδεύσεως Ελληνοπαίδων Εξωτερικού και Ξένων Σχολείων της ημεδαπής ή ο αναπληρωτής αυτού. 6.Αι δαπάναι μετακινήσεως των επιλεγομένων εκ του εξωτερικού εις την ημεδαπήν και αντιστρόφως καταβάλλονται υπό των ιδίων ή υπό των προτεινουσών τούτους Εκκλησιαστικών ή Κοινοτικών Αρχών. Φοίτησις-Προγράμματα Διδασκαλίας ΄Αρθρ.3.-1.Δι’ αποφάσεων του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, εκδιδομένων μετά γνώμην του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου (ΑΕΣ) εν περιωρισμένη συνθέσει και δημοσι(Μετά την σελ.420,128(β) Σελ.421 Τεύχος 532-Σελ.89 Γυμνάσιο Απόδημων Ελληνοπαίδων 32.Δ.μ.1 ευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως ρυθμίζονται τα του ωρολογίου και αναλυτικού προγράμματος, εγγραφών, μετεγγραφών, φοιτήσεως και εξετάσεων, τα της διδασκαλίας των μαθημάτων, εις την ελληνικήν ή ξένην γλώσσαν, τα των χρησιμοποιουμένων διδακτικών βιβλίων και εποπτικών μέσων διδασκαλίας ως και τα του αριθμού των εγγραφομένων κατά τάξιν. 2.Μαθηταί του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων μη προσαρμοζόμενοι ή απειθαρχούντες προς τους κανονισμούς αυτού ή υποπίπτοντες εις σοβαρά παραπτώματα αποβάλλονται του Γυμνασίου κατά την διάρκειαν του σχολικού έτους, δι ητιολογημένης αποφάσεως του Συλλόγου των διδασκόντων, εγκρινομένης υπό του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και κοινοποιουμένης εις το Εθνικόν ΄Ιδρυμα «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ». Εποπτικόν Προσωπικόν ΄Αρθρ.4.-1.Δια Π.Δ/των, εκδιδομένων προτάσει των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών ρυθμίζονται τα της συνθέσεως του εκπαιδευτικού προσωπικού του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων κατ’ ειδικότητα και της συστάσεως των αναγκαίων θέσεων, αίτινες προστίθενται εις τας αντιστοίχους θέσεις, τας προβλεπομένας υπό του Ν.Δ.651/1970 «περί οργανώσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως και διοικήσεως του προσωπικού αυτής». 2.Αι κατά την προηγουμένην παράγραφον συνιστώμεναι θέσεις πληρούνται δια μεταθέσεως εκπαιδευτικών της Δημοσίας Γενικής Εκπαιδεύσεως, προτιμωμένων των εχόντων ευδόκιμον υπηρεσίαν εις Ελληνικά Σχολεία του εξωτερικού, μετεκπαίδευσιν εις το εξωτερικόν και γνώσιν ξένης γλώσσης. 3.Το εκπαιδευτικόν προσωπικόν του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων εκτός των καθηκόντων αυτού ως προσωπικόν Δημοσίου Γυμνασίου έχει επιπροσθέτως την υποχρέωσιν της εφημερίδας, εκ περιτροπής, δια την άσκησιν εποπτείας επί των μελετητηρίων και λοιπών εγκαταστάσεων της εν άρθρ.6 του παρόντος προβλεπομένης Μαθητικής Εστίας. Δια την άσκησιν της εφημερίας ταύτης καταβάλλεται αποζημίωσις καθοριζομένη δι’ αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών. 4.Αι υπηρεσιακαί εκθέσεις του εκπαιδευτικού προσωπικού του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων συντάσσονται κατά τας διατάξεις του άρθρ.36 του Ν.Δ.651/1970. Δια το διδακτικόν, τούτο προσωπικόν αξιολογών είναι ο Γυμνασιάρχης, γνωματεύοντες δε οι Διοικητικοί Επιθεωρηταί και οι Επιθεωρηταί Ειδικοτήτων Γενικής Εκπαιδεύσεως, οριζόμενοι δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παι Σελ.422 Τεύχος 532-Σελ.90 δείας και Θρησκευμάτων δια την άσκησιν των εποπτικών καθηκόντων της αρμοδιότητός των επί του Γυμνασίου. Ούτοι είναι προσέτι αξιολογούντες κατ’ ειδικότητα δια τον Γυμνασιάρχην ενώ γνωματεύων δι’ αυτόν είναι ο Διευθυντής της Διευθύνσεως Εκπαιδεύσεως Ελληνοπαίδων Εξωτερικού και Ξένων Σχολείων ημεδαπής. Σχολικόν Ταμείον ΄Αρθρ.5.-1.Παρά τω Γυμνασίω Αποδήμων Ελληνοπαίδων συνιστάται Σχολικόν Ταμέιον, διεπόμενον υπό των διατάξεων του Ν.5019/1931 «περί ιδρύσεως Σχολικών Ταμείων και Σχολικών Εφορειών». 2.Η Σχολική Εφορεία του κατά την προηγουμένην παράγραφον Ταμείου είναι επταμελής, αποτελουμένη εκ του Διευθυντού της Διευθύνσεως Εκπαιδεύσεως Ελληνοπαίδων Εξωτερικού και Ξένων Σχολείων ημεδαπής, του Γενικού Διευθυντού της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών, του Γενικού Διευθυντού του Εθνικού Ιδρύματος «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ», του Γυμνασιάρχου του Γυμνασίου Αποδήμων Ελληνοπαίδων και τριών ιδιωτών εγνωσμένου κύρους. Τα μέλη της Σχολικής Εφορείας μετά των αναπληρωτών αυτών ορίζονται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. 3.Δια της αυτής αποφάσεως ορίζεται ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, ο Ταμίας και Γραμματεύς της Σχολικής Εφορείας, τηρουμένης της ιεραρχικής τάξεως εν τη κατανομή των αξιωμάτων. 32.Δ.μ.1 Γυμνάσιο Απόδημων Ελληνοπαίδων Μαθητική Εστία ΄Αρθρ.6.-1.Παρά τω Γυμνασίω Αποδήμων Ελληνοπαίδων, λειτουργεί Μαθητική Εστία υπαγομένη εις το Εθνικόν ΄Ίδρυμα «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ», περιλαμβάνει δε μελετητήρια, κοιτώνας, αιθούσας εστιάσεως και ψυχαγωγίας, μαγειρείον και πάντας τους απαραιτήτους βοηθητικούς χώρους, ως και τον αναγκαίον εξοπλισμόν εις έπιπλα και σκεύη. 2.Τα της λειτουργίας της Μαθητικής Εστίας διέπονται υπό ειδικού κανονισμού καταρτιζομένου υπό του Εθνικού Ιδρύματος «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥΛΟΣ» και εγκρινομένου υπό του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων δημοσιευομένου δε δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Δαπάναι λειτουργίας του Γυμνασίου Τρόφιμοι-Υπότροφοι ΄Αρθρ.7.-1.Αι δαπάναι λειτουργίας του Γυμνασίου βαρύνουν τον προϋπολογισμόν εξόδων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, εις ον εγγράφονται κατ’ έτος αι αναγκαίαι προς τούτο πιστώσεις συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος. 2.Άπαντες οι μαθηταί του Γυμνασίου είναι τρόφιμοι της Μαθητικής Εστίας, υποχρεούμενοι εις την καταβολήν του ημίσεος, τουλάχιστον των δαπανών της διαμονής και διατροφής των κατά τα ειδικώτερον δι’ αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Ιδρύματος «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ» οριζόμενα, εγκρινομένης της αποφάσεως ταύτης υπό του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το υπόλοιπον της δαπάνης καλύπτεται δι’ ειδικής επιχορηγήσεως προς το Εθνικόν ΄Ιδρυμα οριζομένης δι’ αποφάσεως των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών. 3.Οι τρεις πρώτοι κατά την επίδοσιν εις τα μαθήματα εκάστης τάξεως, διακρινόμενοι δια το ήθος και την διαγωγήν των ανακηρύσσονται υπότροφοι υπό του Συλλόγου των διδασκόντων, απαλλάσσονται δε υπό του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος των υποχρεώσεων της παρ.2. Προσωπικόν Μαθητικής Εστίας ΄Αρθρ.8.-Δια την λειτουργίαν της Μαθητικής Εστίας προσλαμβάνεται υπό του Εθνικού Ιδρύματος «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΠΑΥ ΛΟΣ» το ανάλογον προσωπικόν επί σχέσει συμβάσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
41
21. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 3788 της 11/12 Οκτ. 1957 Περί επεκτάσεως των απαλλαγών και διευκολύνσεων Ν.Δ. 2672/1953 και επί άλλων τινών περιπτώσεων. Άρθρον μόνον.-1.Αι διατάξεις α)του υπ’ αριθ. 2672/1953 Ν.Δ/τος «περί κυρώσεως της δια της ανταλλαγής ρηματικών διακοινώσεων καταρτισθείσης Συμφωνίας μεταξύ της Ελληνικής και Αμερικανικής Κυβερνήσεως, περί των προνομίων, ασυλιών και απαλλαγών, αίτινες θα παρέχωνται υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως δια την εκτέλεσιν του Κοινού Αμυντικού προγράμματος ως και παντός άλλου προγράμματος εξωτερικής βοηθείας των Ηνωμένων Πολιτειών» ως τούτο ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του υπ’ αριθ. 3403/1955 Ν.Δ/τος και β)της παρ. 5 του άρθρ. 11 του υπ’ αριθ. 3300/1955 Νόμου «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων φορολογικών νόμων» εφαρμόζονται και επί παραγγελιών αναλαμβανομένων υπό Ελληνικής Βιομηχανίας εις εκτέλεσιν ετέρων μετά χωρών του ΝΑΤΟ «ή άλλων χωρών» συμβάσεων κατασκευής πολεμικών εφοδίων ή και μερών τούτων, εξαγομένων εις την αλλοδαπήν. Η εντός « » φράσις προσετέθη δια του άρθρ. 9 Νόμ. 4055/1960 (Τόμ. 30Α σελ. 427). 2.Μηχανικός εξοπλισμός, εργαλεία και εξαρτήματα εισαχθέντα ατελώς δια την εκτέλεσιν συμβάσεων κατασκευής εφοδίων του Κοινού Αμυντικού Προγράμματος, επιτρέπεται να χρησιμοποιώνται προς κατασκευήν πολεμικών εφοδίων της προηγουμένης παραγράφου. 3.Αι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και επί των ήδη γενομένων παραγγελιών κατασκευής τοιούτων εφοδίων.
309
Αναπροσαρμογή του ανωτάτου ορίου του εφάπαξ βοηθήματος που παρέχεται από το Ταμείο Συντάξεων Εφημεριδοπωλών και Υπαλλήλων Πρακτορείων στους ασφαλισμένους υπαλλήλους του. Το ανώτατο όριο του εφάπαξ βοηθήματος, που καταβάλλεται από το Ταμείο Συντάξεων Εφημεριδοπωλών και υπαλλήλων Πρακτορείων (Κλάδος Πρόνοιας) στους ασφαλισμένους υπαλλήλους του, αναπροσαρμόζεται στο ποσό των επτά εκατομμυρίων εκατόν σαράντα μιας χιλιάδων πεντακοσίων (7.141.500) δραχμών. Στον Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναθέτουμε τη δημοσίευση και εκτέλεση του παρόντος διατάγματος.
65
43. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 307 της 15/28 Σεπτ. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 251) Περί οργανώσεως, διοικήσεως και λειτουργίας των Κέντρων Επιμορφώσεως Στελεχών εμπορικού Ναυτικού (ΚΕΣΕΝ). Τροποποιήθηκε από το Π.Δ. 416/19 Νοεμ.-2 Δεκ. 1986 (ΦΕΚ Α΄ 193). Εκδόθηκε το Π.Δ. 591/14-20 Δεκ. 1988 (ΦΕΚ Α΄ 286) περί Μετατροπής του Κέντρου Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού (ΚΕΣΕΝ) Ρ-Τα σε αντίστοιχο Ραδιοηλεκτρονικών – Ραδιοεπικοινωνιών. Τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε από το Π.Δ. 232/25 Μαΐου/ 7 Ιουν. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 86).
128
6. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1033 της 28 Φεβρ./2 Μαρτ. 1946 Περί τρόπου διαθέσεως τυπογραφικών εγκαταστάσεων. Κατηργήθη δια του άρθρ. 100 αριθ. 14 Ν.Δ. 346/1969 (ανωτ. σελ. 303).
228
13. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ 1018 της 10 Ιαν./18 Φεβρ. 1942 Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων των ΒΚΗ΄ και 5026 νόμων, «περί δικαστηρίων κακουργιοδικών». Εκυρώθη και διετηρήθη εν ισχύϊ υπό του άρθρ. 4 § 3 Ν.Δ. 624/1948 (τόμ. 1) Άρθρον 1 Επιτρέπεται η εισαγωγή υποθέσεώς τινος ενώπιον κακουργιοδικείου συνεδριάζοντος εν τη επαρχία εν τη περιφερεία της οποίας εγεννήθη ή ασκεί τα πολιτικά του δικαιώματα ο κατηγορούμενος, τροποποιουμένης ως προς το σημείον τούτο της διατάξεως της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του νόμου ΒΚΗ΄ «περί δικαστηρίου κακουργιοδικών». Άρθρον 2 (Αντ’ αυτού ήδη ισχύει το άρθρ. 2 του Α.Ν. 614/1945, κατωτ. αρ. 17). Άρθρον 3 (Προστίθεται εδάφιον εις το άρθρ. 5 του νόμου 5026/1931, ανωτ. αρ. 8). Άρθρον 4 Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
311
34. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ της 21 Ιουλ/17 Αυγ. 1992 (ΦΕΚ Α΄ 140) (Συνεδρίαση 502/23.6.92, θέμα 4) Υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων που απορρέουν από αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου τους που δεν αποτελεί τροποποίηση καταστατικού τους.
248
4. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Αριθ. Διβ/οικ. 1074 της 26/29 Ιαν. 1973 (ΦΕΚ Β΄ 114) Περί καθορισμού των απαιτουμένων δικαιολογητικών δια την έκδοσιν αδείας λειτουργίας επιχειρήσεων περιθάλψεως ηλικιωμένων ή εκ κινητικής αναπηρίας ανιάτως (χρονίων παθήσεων) πασχόντων ατόμων. Έχοντες υπ’ όψιν: α)Το Ν.Δ. 1118/1-72 «περί ιδιωτικών επιχειρήσεων περιθάλψεως ηλικιωμένων ή εκ κινητικής αναπηρίας ανιάτως πασχόντων ατόμων». β)Το Β.Δ. 770/1972 «περί προϋποθέσεων ιδρύσεως και λειτουργίας ιδιωτικών επιχειρήσεων περιθάλψεως ηλικιωμένων ή εκ κινητικής αναπηρίας ανιάτως (χρονίων παθήσεων) πασχόντων ατόμων» αποφασίζομεν: Καθορίζομεν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά δια την έκδοσιν της αδείας λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων περιθάλψεως ηλικιωμένων ή εκ κινητικής αναπηρίας ανιάτως (χρονίων παθήσεων) πασχόντων ατόμων, ως κάτωθι: 1)Πλήρες τοπογραφικόν διάγραμμα υπό κλίμακα 1:500 εις ο θα καθορίζωνται. α)Η σχετική θέσις της οικοδομής εις το οικόπεδον. β)Η σχετική θέσις του οικοπέδου εις το οικοδομικόν τετράγωνον μετά κατονομασίας των περιβαλλουσών τούτο οδών, του πλάτους τούτων, ως και τας αποστάσεις του οικοπέδου από τας καθέτους προς την πρόσοψιν οδούς. γ)Διάγραμμα 1:1000 ή 1:2000 καθορίζον σαφώς την σχετικήν εν τη περιοχή θέσιν του οικοπέδου (μετά τοπωνυμίας). δ)Τους διέποντας το οικόπεδον όρους και λοιπάς δυνατότητας δομήσεως. ε)Εις περίπτωσιν οικοπέδου κειμένου εκτός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου οικισμού, αι περιβάλλουσαι τούτο οδοί δέον όπως εις το οικείον διάγραμμα επεκταθούν μέχρι της πλησιεστέρας εγκεκριμένης δημοσίας (ή κοινοτικής) οδού. 2.Άπασαι αι προσόψεις ως και άπασαι αι κατόψεις του κτιρίου από υπογείου μέχρι δώματος εις κλίμακα 1:50 με αναγεγραμμένας απάσας τας διαστάσεις των χώρων, αρίθμησιν τούτων και επεξήγησιν του προορισμού εκάστου τούτων και με σχεδιασμένα εις την οικείαν δι’ έκαστον θέσιν, τα έπιπλα και τον εξοπλισμόν. 3)Δύο τουλάχιστον τομαί καθ’ ύψος του κτιρίου κάθετοι μεταξύ των, εμφαίνουσαι, τον αριθμόν των ορόφων, τα ύψη αυτών κλπ. (Αντί για τη σελ. 256,105) Σελ. 256,105(α) Τεύχος 710-Σελ. 75 Επιχειρήσεις Περιθάλψεως Ηλικιωμένων ή Αναπήρων 34.Β.ξ.2-4 4)Ετέρα σειρά αντιτύπων των σχεδίων εις α θα έχωσι σχεδιασθή λεπτομερώς και με διακριτικά δι’ εκάστην χρώματα μελάνης, άπασαι αι εγκαταστάσιες θερμάνσεως, αερισμού, ηλεκτρισμού, υδρεύσεως, αποχετεύσεως, πυροσβεστικαί και τηλεφωνικαί ως και άπαντα τα εξαρτήματα τούτων. Εκ των ως άνω σχεδιαγραμμάτων μία πλήρης σειρά δεόντως κεκυρωμένη επιστρέφεται εις την επιχείρησιν προς διαφύλαξιν εις το αρχείον της και επίδειξιν εις πάσα επιθεώρησιν. 5)Τα ανωτέρω στοιχεία μετά σχετικής τεχνικής περιγραφής εις ην θα περιγράφεται ο τρόπος λειτουργίας και κατασκευής του κτιρίου και τα υλικά αυτού, τρόπος μονώσεως κλπ. θα ώσι συντεταγμένα παρά διπλ/χου Μηχ/κου και θεωρημένα υπό του οικείου Νομομηχανικού, ή του Προϊσταμένου του Γραφείου Σχεδίου Πόλεως, όσον αφορά τους περιορισμούς του Γ.Ο.Κ. ως επίσης και του Προϊσταμένου της πλησιεστέρας πυροσβεστικής υπηρεσίας, εις αν πόλεις υπάρχει οργανωμένη τοιαύτη, δια την τήρησιν των, ενδεδειγμένων μέτρων πυρασφαλείας. 6)Δια την ίδρυσιν νέας επιχειρήσεως περιθάλψεως εκ κινητικής αναπηρίας ανιάτως πασχόντων ατόμων, απαιτείται και βεβαίωσις του Ε.Ο.Τ. βεβαιούσης ότι το κτίριον της επιχειρήσεως δεν ευρίσκεται εντός η πλησίον τουριστικής περιοχής. 7)Αίτησις αναφέρουσα την επωνυμίαν της επιχειρήσεως. 8)Πιστοποιητικόν Δήμου ή Κοινότητος του αιτούντος την άδειαν προσώπου, προκειμένου δε περί Νομ. Προσώπου του ορισθέντος ως υπευθύνου. 9)Πιστοποιητικόν Ποινικού Μητρώου του αιτούντος. 10)Δικαιολογητικά υπευθύνου ιατρού: α)Άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. β)Πιστοποιητικόν εγγραφής εις τον ιατρικόν Σύλλογον της Περιφερείας της Επιχειρήσεως. γ)Υπεύθυνον δηλωσιν επί σφραγιστού ειδικού χάρτου 10 δραχμών, συμφώνως προς το υπ’ αριθ. 105/1969 Ν.Δ/μα ότι αναλαμβάνει την επιστημονικήν ευθύνην της επιχειρήσεως. 11)Εσωτερικόν κανονισμόν λειτουργίας της επιχειρήσεως εν σχεδίω εις διπλούν. 12)Κατάστασιν εις διπλούν του πάσης φύσεως υλικού της επιχειρήσεως. 13)Ονομαστικήν κατάστασιν του πάσης φύσεως προσωπικού της επιχειρήσεως. Τα ανωτέρω δικαιολογητικά θα υποβάλλωνται εις την αρμοδίαν Διεύθυνσιν ή Τμήμα Κοιν. Υπηρεσιών της Νομαρχίας της έδρας της επιχειρήσεως δια τα περαιτέρω. Η παρούσα δημοσιευθήτω δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 256,106(α) Τεύχος 710-Σελ. 76 34.Β.ξ.4 Επιχειρήσεις Περιθάλψεως Ηλικιωμένων ή Αναπήρων
265
3. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 168 της 11/18 Μαρτ. 1976 (ΦΕΚ Α΄ 61) Περί Πειθαρχικών Συμβουλίων Εμπορικού Ναυτικού και της ενώπιον αυτών Διαδικασίας. Καταργήθηκε από το άρθρ. 26 Π.Δ. 861/1979 (ΦΕΚ Α΄ 246), (κατωτ. αριθ. 4).
220
47. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 847 της 26/27 Φεβρ. 1971 (ΦΕΚ Α' 44) Περί προσθήκης εις το άρθρ. 73 του Καταστατικού της Τραπέζης της Ελλάδος. Άρθρον μόνον.-(Εις το άρθρ. 73 του Καταστατικού της Τραπέζης της Ελλάδος, ως ισχύει νυν, προστίθεται παρ. 2). Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
248
2. ΑΠΟΦΑΣΗ Δ.Σ.Ο.Τ.Ε. Αριθ. 301/272332 της 14 Φεβρ./7 Μαρτ. 1985 (ΦΕΚ Β΄ 122) Δημοσίευση του τροποποιημένου και μεταγλωττισμένου στη νέα ελληνική γλώσσα Κανονισμού της Υπηρεσίας ΤΕΛΕΧ Εσωτερικού (ΚΥΤΕ). Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανώνυμης Εταιρείας «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», που εδρεύει στην Αθήνα κατά τη 1870/23.1.85 συνεδρίασή του, έχοντας υπόψη τη διάταξη του άρθρου 24 του Ν.Δ. 165/1973 «περί Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών της Ελλάδος» ενέκρινε το μεταγλωττισμένο κανονισμό της Υπηρεσίας TELEX Εσωτερικού, και τις τροποποιήσεις μερικών άρθρων του. Μετά απ’ αυτό, το νέο κείμενο του Κανονισμού έχει ως ακολούθως: Για την ισχύ πάσης φύσεως κανονισμών του ΟΤΕ βλέπε παρ. 4 άρθρ. δεύτερο Νόμ. 2257/21-23 Νοεμ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 1970, κατωτ. σελ. 554,09. Επίσης βλέπε και παρ. 18 άρθρο δεύτερο ιδίου Νόμ. 2257/94, σχετικά με το ύψος της εφάπαξ εισφοράς κυρίας τηλεφωνικής σύνδεσης. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ TELEX ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1. Προνόμιο. 1.Ο ΟΤΕ, με το Ν.Δ. 165/1973 έχει «το αποκλειστικόν και αναπαλλοτρίωτον προνόμιον της διοικήσεως, εκμεταλλεύσεως και επεξεργασίας στοιχείων των πάσης φύσεως τηλεπικοινωνιών εν Ελλάδι και μετά του εξωτερικού». 2.Οι εξαιρέσεις από τον προνόμιο αυτό περιλαμβάνονται στο άρθρο 6 παράγρ. 3 του Ν.Δ. 165/1973. 3.Η άσκηση από το ΟΤΕ της τηλετυπικής ανταπόκρισης με βάση το παραπάνω προνόμιο και τις διατάξεις των Νόμων που αφορούν την τηλεγραφική ανταπόκριση (άρθρο 52 του Ν.Δ. 165/1973), γίνεται σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα Κανονισμό. Άρθρο 10. Τηλετυπικές συνδέσεις. 1.Κάθε τηλετυπική σύνδεση αποτελείται από: α)Τις τεχνικές διατάξεις που βρίσκονται στο τηλετυπικό Κέντρο. β)Το τηλέτυπο που είναι εγκατεστημένο στο χώρο του συνδρομητή. γ)Τη γραμμή ζεύξεως του τηλετύπου με το τηλετυπικό Κέντρο. 2.Κάθε τηλετυπική σύνδεση έχει: α)Αριθμό κλήσεως, που καθορίζεται από τον ΟΤΕ. β)Ενδεικτικό για την αναγνώρισή της, που υποδεικνύεται από το συνδρομητή και εγκρίνεται από τον ΟΤΕ. 3.Ο ΟΤΕ μπορεί να αλλάξει τον αριθμό κλήσεως και το ενδεικτικό τηλετυπικής συνδέσεως για τεχνικούς λόγους. Από την αλλαγή αυτή δεν δημιουργείται κανένα δικαίωμα στο συνδρομητή για να ζητήσει αποζημίωση από τον ΟΤΕ, για οποιαδήποτε ζημιά που τυχόν θα προκύψει σε βάρος του. 4.Ο συνδρομητής μπορεί να ζητήσει την αλλαγή του αριθμού κλήσεως και του ενδεικτικού της τηλετυπικής σύνδεσής του, η οποία πραγματοποιείται, εφόσον είναι εφικτή, με την καταβολή του τέλους που ορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. Άρθρο 11. Συνδρομητές TELEX. Σύμβαση ΟΤΕ - Συνδρομητών 1.Συνδρομητής TELEX μπορεί να είναι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο και οποιασδήποτε φύσεως κοινοπραξία που δεν αποτελεί νομικό πρόσωπο. Βασική προϋπόθεση για να γίνει κάποιος συνδρομητής TELEX είναι να έχει κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου όπου θα εγκατασταθεί η τηλετυπική σύνδεση. Κατ’ εξαίρεση και κατά την κρίση του ΟΤΕ είναι δυνατή η προσωρινή τοποθέτηση τηλετυπικών συνδέσεων Τραπεζών, Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας και Κρατικών Επιχειρήσεων στα σπίτια ανώτατων στελεχών τους. Στις περιπτώσεις αυτές ο χρήσης δεν αποκτά κανένα δικαίωμα πάνω στη σύνδεση αυτή. Αυτός με έγγραφη δήλωσή του αναλαμβάνει την υποχρέωση της εξ ολοκλήρου εξοφλήσεως των υποχρεώσεων που δημιουργούνται από την τηλετυπική σύνδεση κατά το χρονικό διάστημα που η σύνδεση λειτουργεί στο χώρο του και παρέχει στον ΟΤΕ το δικαίωμα διακοπής όλων των συνδέσεων (τηλεφωνικών, TELEX κλπ.) που λειτουργούν στο όνομά του, σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξοφλήσεως των τελών της υπόψη σύνδεσης, εκτός αν ο συνδρομητής δηλώσει ότι αναλαμβάνει την εξόφληση. 2.Η σχέση μεταξύ του ΟΤΕ και του συνδρομητή καταρτίζεται και αποδεικνύεται με έγγραφη σύμβαση και διέπεται από τις διατάξεις των νόμων που ισχύουν κάθε φορά, τις σχετικές με την εκμετάλλευση των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα, τον παρόντα Κανονισμό και τα τιμολόγια. Οι διατάξεις αυτές αποτελούν όρους της υπόψη σύμβασης. 3.Η σύμβαση, που είναι αόριστης διάρκειας, ισχύει και στην περίπτωση που θα γίνουν από τον ΟΤΕ αλλαγές αριθμών κλήσεως ή ενδεικτικών αναγνωρίσεως ή μετατροπές στις εγκαταστάσεις ή στις γραμμές του συνδρομητή, με προσθήκη, αφαίρεση ή τροποποίησή τους. 4.Το έγγραφο της σύμβασης υπογράφεται από τον ΟΤΕ και από το συνδρομητή ή από εξουσιοδοτημένο απ’ αυτόν πρόσωπο. Προϋπόθεση για την υπογραφή της σύμβασης είναι η εκπλήρωση από το συνδρομητή των υποχρεώσεών του που καθορίζονται στο άρθρο 14 του παρόντος Κανονισμού. Αν πρόκειται για κοινοπραξία από όλα τα μέλη της και το καθένα απ’ αυτά ευθύνεται εις ολόκληρον έναντι του ΟΤΕ. 5.Η σχέση με το Δημόσιο δημιουργείται με την υπογραφή της σύμβασης απ’ αυτόν που το εκπροσωπεί και με την προϋπόθεση ότι έχει δοθεί προηγουμένως από τις αρμόδιες κρατικές Αρχές η έγκριση, σύμφωνα με το νόμο, της εγκατάστασης του τηλετύπου στο χώρο που θα υποδειχθεί. 6.Κάθε έγγραφο οποιασδήποτε φύσεως (ανακοίνωση, ειδοποίηση, πρόσκληση, δήλωση, καταγγελία, λογαριασμός κλπ. ) του ΟΤΕ προς το συνδρομητή, που αναφέρεται οπωσδήποτε στη μεταξύ τους σχέση και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που πηγάζουν απ’ αυτή, έχει νομική ενέργεια, όταν στέλνεται ταχυδρομικώς ή μ’ οποιοδήποτε άλλο τρόπο (Μετά τη σελ. 434,12) Σελ. 434,13 Τεύχος Η62 - Σελ. 39 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 στη διεύθυνση, όπου είναι εγκαταστημένο το τηλέτυπο, εκτός αν υπάρχει αντίθετη έγγραφη δήλωση του συνδρομητή. Άρθρο 12. Διάθεση τηλετυπικών συνδέσεων. 1.Όποιος επιθυμεί να γίνει συνδρομητής TELEX υποβάλλει αίτηση που ικανοποιείται σύμφωνα με τις δυνατότητες του ΟΤΕ. 2.Οι αιτήσεις εγκρίνονται από τον ΟΤΕ κατά τηλετυπικό Κέντρο και κατά τη χρονολογική σειρά της υποβολής τους. 3.Το τηλέτυπο τοποθετείται σε χώρο που υποδεικνύεται από το συνδρομητή, ο οποίος πρέπει να έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση αυτού και που κρίνεται κατάλληλος από τον ΟΤΕ. 4.Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ ορίζεται η διαδικασία διαθέσεως τηλετυπικών συνδέσεων κατά παρέκκλιση από τη σειρά προτεραιότητας. Άρθρο 13 Δικαίωμα χρήσεως τηλετυπικής συνδέσεως. 1.Δικαίωμα χρήσεως της τηλετυπικής σύνδεσης έχει ο συνδρομητής ή με την έγκρισή του κάθε τρίτος, με τον όρο όμως ότι η εξυπηρέτηση του τρίτου δεν γίνεται κατά σύστημα ή με αυξημένο τιμολόγιο. 2.Η χρησιμοποίηση της τηλετυπικής σύνδεσης από τρίτον δεν δημιουργεί για αυτόν κανένα δικαίωμα πάνω στη σύνδεση. Άρθρο 14. Δαπάνες νέων τηλετυπικών συνδέσεων. 1.Ο συνδρομητής της Υπηρεσίας TELEX κατά την υπογραφή της σύμβασης είναι υποχρεωμένος: α)Να καταβάλει, σε κάθε περίπτωση, ως συμβολή στις δαπάνες εγκαταστάσεως της τηλετυπικής σύνδεσης εφάπαξ εισφορά που καθορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. β)Να προκαταβάλει, με βάση προϋπολογισμό που καταρτίζεται από τον ΟΤΕ, όλες τις πραγματικές δαπάνες των ειδικών κατασκευών, που ενδεχομένως απαιτούνται λόγω εδαφικών δυσχερειών ή ειδικών τοπικών συνθηκών ή ιδιαίτερων επιθυμιών του συνδρομητή. γ)Να προκαταβάλει, εκτός από τις δαπάνες που ορίζονται στα πιο πάνω εδάφια (α) και (β), με βάση προϋπολογισμό που καταρτίζεται από τον ΟΤΕ, το σύνολο των πραγματικών δαπανών, για το πέρας από τα 200 μέτρα τμήμα της ατομικής γραμμής της σύνδεσής του από τον ακραίο διακλαδωτή, από τον οποίο πραγματοποιείται η σύνδεση μέχρι τη θέση στην οποία τοποθετείται το τηλέτυπο ή μέχρι το σημείο που αρχίζει το εσωτερικό τηλεφωνικό δίκτυο της οικοδομής ή μέχρι τον εσωτερικό κατανεμητή, όταν πρόκειται για δίκτυο μεγάλων οικοδομών. Σελ 434,14 Τεύχος Η62-Σελ.40 Σε περίπτωση που το δίκτυο δεν είναι οργανωμένο οι πάρα πάνω πραγματικές δαπάνες υπολογίζονται για το πέρα από τα 500 μέτρα τμήμα της ατομικής γραμμής από το τερματικό τηλεφωνικό Κέντρο, μέσω του οποίου πραγματοποιείται η σύνδεση. Εφόσον η σύνδεση πραγματοποιείται μέσω άλλου τερματικού τηλεφωνικού Κέντρου, σύμφωνα μ’ αυτά που ορίζονται στην παράγρ. 2 του άρθρ. 9, ο συνδρομητής καταβάλλει τις πραγματικές δαπάνες που απαιτούνται για τη σύνδεση αυτή, εκτός αν αυτές είναι μεγαλύτερες από τις απαιτούμενες δαπάνες για την κανονική σύνδεσή του, οπότε καταβάλλει αυτές τις τελευταίες. 2.Σε περίπτωση που τοποθετείται τηλεγραφικό φερέσυχνο σύστημα, μεταξύ της εγκατάστασης του συνδρομητή και του Τερματικού Τηλεφωνικού Κέντρου μέσω του οποίου αυτός θα συνδέεται στο Τηλετυπικό Κέντρο της περιοχής του ή διατίθεται τηλεγραφική διόδευση από φερέσυχνο σύστημα που υπάρχει, ο συνδρομητής θα καταβάλει την αξία της διόδευσης που χρησιμοποιείται, η οποία υπολογίζεται πάνω στη τιμή που έχει το φερέσυχνο ως καινούργιο, κατά το χρόνο που δεσμεύεται η διόδευση. Σε περίπτωση που τοποθετείται απλό τηλεγραφικό φερέσυχνο σύστημα ο συνδρομητής καταβάλλει ολόκληρη την αξίαν του. 3.Πραγματικές δαπάνες είναι: α)Η αξία των υλικών (συμπεριλαμβάνονται και οι διάφορες επιβαρύνσεις), η οποία προσαυξάνεται κατά ποσοστό που ορίζεται στο τιμολόγιο του ΟΤΕ για γενικά έξοδα. β)Η αμοιβή της παρεχόμενης εργασίας, με βάση το ωρομίσθιο που καθορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΤΕ. 4.Αν ο συνδρομητής ζητήσει την ακύρωση της σύμβασης μετά την καταβολή της εφάπαξ εισφοράς που ισχύει για τις νέες συνδέσεις και των δαπανών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και πριν αρχίσει η κατασκευή της τηλετυπικής σύνδεσης, επιστρέφονται σ’ αυτόν τα ποσά που κατέβαλε. 5.Οι υποχρεώσεις των συνδρομητών που αναφέρονται στο παρόν άρθρο διέπονται από τα τιμολόγια που ισχύουν κατά την ημέρα που υπογράφεται η σύμβαση. Άρθρο 15. Απολογισμός δαπανών. 1.Όταν ο συνδρομητής, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, προκαταβάλλει τις πραγματικές δαπάνες, με βάση προϋπολογισμό που καταρτίζεται από τον ΟΤΕ, μετά την εκτέλεση του έργου γίνεται απολογισμός των δαπανών και ανάλογα με την περίπτωση είτε καλείται ο συνδρομητής να καταβάλει την τυχόν διαφορά που προκύπτει σε βάρος του, είτε επιστρέφονται σ’ αυτόν οι δαπάνες που καταβλήθηκαν επιπλέον. 2.Η απόκλιση μεταξύ της δαπάνης που προϋπολογίστηκε και αυτής που απολογίστηκε δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από 15%. Τυχόν υπέρβαση του ποσοστού αυτού κατά τον απολογισμό της δαπάνης επιβαρύνει τον ΟΤΕ. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX Άρθρο 16 Διάθεση τηλετύπων. 1.Η διάθεση (πώληση) των τηλετύπων καινούργιων ή μεταχειρισμένων, πραγματοποιείται από τον ΟΤΕ, αφού οι συνδρομητές και οι μισθωτές των τηλεγραφικών κυκλωμάτων, καταβάλουν το τίμημα αυτών, το οποίο καθορίζει ο ΟΤΕ. Εντούτοις, επιτρέπεται να προμηθεύονται οι συνδρομητές από το ελεύθερο εμπόριο καινούργια τηλέτυπα, μετά από έγκριση του ΟΤΕ, με την προϋπόθεση ότι οι συνδρομητές αναλαμβάνουν την υποχρέωση εφοδιασμού τους με τα απαραίτητα ανταλλακτικά. Κατεξαίρεση επιτρέπεται: α)Να προμηθεύονται οι συνδρομητές τηλέτυπα που είχαν διατεθεί (πουληθεί) αρχικά από τον ΟΤΕ σε άλλους συνδρομητές και β)Να χρησιμοποιούνται ιδιόκτητα τηλέτυπα όταν πρόκειται για εταιρείες που εγκαθίστανται από το εξωτερικό. Οι παραπάνω (α) και (β) περιπτώσεις επιτρέπονται με την προϋπόθεση ότι τα τηλέτυπα αυτά θεωρούνται κατάλληλα από τον ΟΤΕ για παραπέρα χρήση. Επίσης στις περιπτώσεις αυτές ο συνδρομητής καταβάλλει στον ΟΤΕ για έξοδα ελέγχου ποσοστό που ορίζεται από το οικείο τιμολόγιο του ΟΤΕ. 2.Ο ΟΤΕ μπορεί να διαθέτει σε συνδρομητές TELEX και σε μισθωτές τηλεγραφικών κυκλωμάτων μεταχειρισμένα τηλέτυπα με μίσθωση. Σε περίπτωση αδυναμίας διαθέσεως μεταχειρισμένων τηλετύπων με μίσθωση, μπορεί ο ΟΤΕ με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, να αποδεσμεύει αριθμό καινούργιων τηλετύπων και να τα διαθέτει με μίσθωση. Άρθρο 17. Κυριότητα τηλετυπικών εγκαταστάσεων. 1.Οι εγκαταστάσεις, από το τηλετυπικό Κέντρο μέχρι το σημείο σύνδεσης της γραμμής στο εσωτερικό δίκτυο της οικοδομής ή μέχρι το τηλέτυπο, στην περίπτωση που δεν υπάρχει τέτοιο δίκτυο, ανήκουν στην κυριότητα του ΟΤΕ. 2.Το εσωτερικό δίκτυο της οικοδομής, το οποίο κατασκευάζει και συντηρεί ο συνδρομητής, ανήκει στην κυριότητά του. Ο ΟΤΕ έχει το δικαίωμα ελέγχου, σύμφωνα μ’ όσα ορίζονται στο άρθρο 17 του Τηλεφωνικού Κανονισμού. 3.Τα σχετικά με την κυριότητα του τηλετύπου, ρυθμίζονται στο άρθρο 16. Άρθρο 18. Προσωρινές τηλετυπικές συνδέσεις. 1.Ο ΟΤΕ μπορεί, ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων, να χορηγεί με τη διαδικασία του άρθρου 12 παράγρ. 4, προσωρινές τηλετυπικές συνδέσεις για εκθέσεις, εργοτάξια, συνέδρια ή για εξυπηρέτηση έκτακτων αναγκών ή ειδικών περιπτώσεων, για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το έτος αν πρόκειται για εργοτάξια και το εξάμηνο για τις υπόλοιπες περιπτώσεις. Εντούτοις ο ΟΤΕ μπορεί, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, να παρατείνει σε πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις τη λειτουργία προσωρινής τηλετυπικής συνδέσεως, πέρα από τα χρονικά όρια που καθορίζονται παραπάνω και μέχρι να εκπληρωθή ο σκοπός για τον οποίο χορηγήθηκε η προσωρινή σύνδεση. 2.Τα τηλέτυπα που διατίθενται από τον ΟΤΕ στις παραπάνω περιπτώσεις χορηγούνται με μίσθωση. 3.Η ισχύς της σύμβασης αρχίζει από την ημέρα της λειτουργίας της σύνδεσης και λήγει την ημέρα που ο συνδρομητής δήλωσε ότι επιθυμεί την κατάργησή της ή όταν περάσει το χρονικό διάστημα για το οποίο εγκρίθηκε η σύνδεση και, εφόσον δε συντρέχει μια από τις περιπτώσεις αυτές, όταν περάσουν τα χρονικά όρια που καθορίζονται στην παράγραφο 1. 4.Για τις υπόψη συνδέσεις δεν καταβάλλεται η εφάπαξ εισφορά που ισχύει για τις νέες συνδέσεις. Ο συνδρομητής προκαταβάλλει μόνο τις πραγματικές δαπάνες κατασκευής της σύνδεσης οι οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερες από το τέλος εξωτερικής μεταφοράς μιας τηλετυπικής συνδέσεως. 5.Εκτός από τις παραπάνω δαπάνες εγκαταστάσεως ο συνδρομητής είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει τα τέλη των τηλετυπικών επικοινωνιών που πραγματοποιούνται από τη σύνδεση, καθώς και τα αντίστοιχα μηνιαία βασικά τέλη και τα μισθώματα, τα οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερα από αυτά που αντιστοιχούν σ’ ένα μήνα. 6.Ο συνδρομητής προσωρινής τηλετυπικής συνδέσεως πέρα από τις πιο πάνω υποχρεώσεις και εκείνες των λοιπών συνδρομητών, είναι υποχρεωμένος να καταθέσει εγγύηση σε μετρητά, για κάθε σύνδεση. Η εγγύηση ορίζεται, κατά την κρίση του ΟΤΕ, στο ποσό της εφάπαξ εισφοράς που ισχύει για τις νέες συνδέσεις κατ’ ελάχιστο όριο και μέχρι του διπλασίου αυτής ποσού κατ’ ανώτατο. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις (εθνικές εκδηλώσεις, αθλητικοί αγώνες, διεθνή συνέδρια, εκθέσεις και άλλες ανάλογης σημασίας εκδηλώσεις) και κατά την κρίση του ΟΤΕ είναι δυνατό να μη καταβάλλεται από τους ενδιαφερομένους χρηματική εγγύηση, αν αυτό ζητηθεί με αίτησή τους. Για κρατικές γενικά Υπηρεσίες και ΝΠΔΔ δεν απαιτείται καταβολή εγγυήσεως. Η εγγύηση επιστρέφεται χωρίς τόκο μετά την κατάργηση της σύνδεσης και την εκκαθάριση του σχετικού λογαριασμού. Στην περίπτωση αυτή ο ΟΤΕ έχει το δικαίωμα να καλύψει από την εγγύηση, με συμψηφισμό, κάθε απίτησή του από το συνδρομητή. 7.Προτού να λυθεί η συμβατική σχέση, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγρ. 3 ο συνδρομητής μπορεί να ζητήσει τη μετατροπή της προσωρινής σύνδεσής του σε οριστική. Για την έγκριση από τον ΟΤΕ τέτοιας αιτήσεως εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 12 και 14 παράγρ. 1α και ως ημέρα υποβολής της αίτησης θεωρείται η ημερομηνία εγκαταστάσεως της προσωρινής σύνδεσης. 8.Μεταφορά ή μεταβίβαση προσωρινών συνδέσεων απαγορεύεται.Κατεξαίρεση επιτρέπεται η μεταφορά μέσα στο ίδιο ακίνητο ή γήπεδο ή εργοτάξιο, εφόσον εξακολουθεί να εξυπηρετείται στη νέα θέση ο ίδιος συνδρομητής και ο ίδιος σκοπός. Άρθρο 19. Τέλη και μισθώματα τηλετυπικών συνδέσεων 1.Ο συνδρομητής είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει, σύμφωνα με το τιμολόγιο του ΟΤΕ που ισχύει κάθε φορά, τα ακόλουθα τέλη και μισθώματα: α)Το μηνιαίο βασικό τέλος. β)Το μηνιαίο τέλος λειτουργίας των προσθέτων εγκαταστάσεων. γ)Το μηνιαίο πρόσθετο τέλος συντηρήσεως της γραμμής, όπως ορίζεται από τον Τηλεφωνικό Κανονισμό. δ)Το μηνιαίο τέλος της ευθείας γραμμής, στην περίπτωση που χρησιμοποιείται τέτοια γραμμή για τη σύνδεση πρόσθετου τηλετύπου. ε)Τα τέλη των τηλετυπικών επικοινωνιών που πραγματοποιούνται από την τηλετυπική σύνδεση. στ)Το μηνιαίο μίσθωμα του τηλετύπου, εφόσον αυτό έχει διατεθεί με μίσθωση. 2.Οι συνδρομητές που συνδέονται κατά τη διάρκεια του μήνα καταβάλλουν, ανάλογα με την περίπτωση, τα οριζόμενα στην παράγρ. 1 του παρόντος άρθρου τέλη και μισθώματα που αναλογούν στις ημέρες λειτουργίας της τηλετυπικής σύνδεσής του. Ως χρόνος ενάρξεως της χρέωσης των τελών και των μισθωμάτων αυτών θεωρείται η ημέρα λειτουργίας της τηλετυπικής σύνδεσης. 3.Όλες οι οφειλές του συνδρομητή προς τον ΟΤΕ από τηλεπικοινωνιακά τέλη κάθε φύσεως και μισθώματα, από δαπάνες κατασκευών και εκτελέσεως εργασιών στις τηλεπικοινωνιακές εγκαταστάσεις τους, από ραδιοτέλη καθώς και οποιαδήποτε άλλη αιτία είναι δυνατό να καταχωρί(Μετά τη σελ. 434,14) Σελ. 434,15 Τεύχος Η62-Σελ. 41 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 ζονται στον ατομικό λογαριασμό του συνδρομητή. Επίσης, στον ατομικό λογαριασμό του συνδρομητή, είναι δυνατό να καταχωρίζονται οφειλές από τηλεπικοινωνιακά τέλη τηλετυπικών συνδέσεων άλλων συνδρομητών, οι οποίες χρησιμοποιούνται απ’ αυτόν, οφειλές από ραδιοεπικοινωνίες πλοίων τρίτων που ο συνδρομητής ανέλαβε την υποχρέωση να εξοφλεί καθώς και οφειλές, γενικά, τηλετυπικών συνδέσεων συνδρομητή που πέθανε, ο οποίος κληρονομείται απ’ αυτόν, ή νομικού προσώπου που διαλύθηκε ή κοινοπραξίας, η τηλετυπική σύνδεση των οποίων μεταβιβάστηκε σ’ αυτόν. Άρθρο 2. Δικαίωμα χρήσεως των μέσων τηλετυπικής επικοινωνίας. Κάθε πρόσωπο μπορεί να χρησιμοποιεί τα μέσα της Υπηρεσίας ΤΕΛΕΧ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, για να πραγματοποιεί τηλετυπικές επικοινωνίες. Άρθρο 20. Καταβολή οφειλών προς τον ΟΤΕ. 1.Ο συνδρομητής έχει υποχρέωση να εξοφλεί τις οφειλές του προς τον ΟΤΕ στα ταμεία που ορίζονται από τον ΟΤΕ και μέσα στην προθεσμία που τάσσεται στο σχετικό λογαριασμό. 2.Τα μηνιαία τέλη και μισθώματα είναι δυνατό να προπληρώνονται για ένα μήνα ή για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα, εφόσον κατά την κρίση του ΟΤΕ συντρέχουν ειδικοί λόγοι. 3.Σε περίπτωση που ο λογαριαμός δεν εξοφληθεί εμπρόθεσμα, ο ΟΤΕ: α)Μπορεί να διακόψει χωρίς προειδοποίηση, προσωρινά, την τηλετυπική σύνδεση, καθώς και τις άλλες τηλετυπικές και τηλεφωνικές συνδέσεις του συνδρομητή, που λειτουργούν στο ίδιο ή σε άλλα τηλετυπικά και τηλεφωνικά Κέντρα της χώρας. Όταν πρόκειται για επιχειρήσεις που διαθέτουν περισσότερες από μία τηλετυπικές συνδέσεις, σε περίπτωση διακοπής, όλων των τηλετυπικών συνδέσεων, είναι δυνατό, ύστερα από αίτηση του συνδρομητή, που υποβάλλεται μέσα σε δέκα ημέρες από τη διακοπή, να επανασυνδέεται η μία απ’ αυτές για δέκα ημέρες. β)Έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση όπως ορίζεται στο άρθρο 34 παραγρ. 1 εδάφιο (α) του παρόντος Κανονισμού. 4.Η σύμβαση τηλετυπικής συνδέσεως, της οποίας έχει ανασταλεί η λειτουργία σύμφωνα μ’ όσα ορίζονται στο άρθρο 4, δεν καταγγέλεται για λόγους οφειλής. Άρθρο 21. Επιστροφή τελών και μισθωμάτων. 1.Τα τέλη και μισθώματα που έχουν καταβληθεί στον ΟΤΕ χωρίς να οφείλονται επιστρέφονται στους δικαιούχους άτοκα είτε με αίτησή τους, είτε με πρωτοβουλία του ΟΤΕ. 2.Με πρωτοβουλία του ΟΤΕ επιστρέφονται τα τέλη και μισθώματα στους δικαιούχους: α)Αν η τηλετυπική σύνδεση έχει διακοπεί περισσότερο από δεκαπέντε ημέρες, λόγω τεχνικής αδυναμίας εκτελέσεως της μεταφοράς της που ζητήθηκε, για το πέρα των δεκαπέντε ημερών χρονικό διάστημα από την ημερομηνία διακοπής που αναγράφεται στην αίτηση. Σελ. 434,16 Τεύχος Η62-Σελ. 42 β)Αν η τηλετυπική σύνδεση έπαψε να λειτουργεί λόγω τεχνικής ανωμαλίας, για το πέρα των πέντε ημερών χρονικό διάστημα από τότε που ειδοποιήθηκε ο ΟΤΕ για την ανωμαλία ή από τότε που τη διαπίστωσε ο ΟΤΕ. γ)Αν η λειτουργία της τηλετυπικής σύνδεσης έχει ανασταλεί, από την ημερομηνία της αναστολής. Άρθρο 22. Ειδικές υποχρεώσεις του συνδρομητη. 1.Ο συνδρομητής έχει υποχρέωση: α)Να διατηρεί σε καλή κατάσταση τα τηλέτυπα και τις εγκαταστάσεις της τηλετυπικής σύνδεσής του. β)Να επιτρέπει στους εντεταλμένους υπαλλήλους του ΟΤΕ ελεύθερα την είσοδο, σε ώρες κατάλληλες, στους χώρους, όπου βρίσκονται οι τηλετυπικές εγκαταστάσεις του και να δείχνει την ακριβή θέση των καλλυμένων τμημάτων των εγκαταστάσεων του ακινήτου του (ηλεκτρικού, φωταερίου, νερού κ.λ.π.). γ)Να αναγγέλει αμέσως στην Υπηρεσία βλαβών κάθε βλάβη ή ανωμαλία της τηλετυπικής σύνδεσής του. δ)Να κατασκευάζει με τη δική του φροντίδα και με δαπάνες του το σημείο λήψεως της ηλεκτρικής ενέργειας σε θέση και με τον τρόπο που υποδείχνεται από τα όργανα του ΟΤΕ. Η δαπάνη της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνεται για τη λειτουργία των τηλετύπων και των εγκαταστάσεων της τηλετυπικής σύνδεσης επιβαρύνει το συνδρομητή. Η παρεχόμενη ηλεκτρική ενέργεια πρέπει να έχει την κατάλληλη τάση. ε)Να μη διακόπτει την ηλεκτρική τροφοδότηση των τηλετύπων της σύνδεσής του, χωρίς προηγούμενη έγκριση του ΟΤΕ, ούτε να απασχολεί επιλογικά όργανα του Κέντρου με άσκοπη χρησιμοποίηση του τηλετύπου του. στ)Να χρησιμοποιεί χαρτί, μελανοταινία, και ταινία διατρητικής μηχανής κατάλληλα για την ομαλή λειτουργία του τηλετύπου. Η δαπάνη προμηθείας των παραπάνω, καθώς και της λυχνίας αναγνώσεως επιβαρύνει το συνδρομητή. Η αντικατάστασή τους γίνεται επίσης από το συνδρομητή, εκτός από τη λυχνία αναγνώσεως που αντικαθίσταται από τον ΟΤΕ. ζ)Να έχει εφοδιασμένο το τηλέτυπό του με επαρκή ποσότητα χαρτιού. η)Να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις που αφορούν την πραγματοποίηση των τηλετυπικών επικοινωνιών, οι οποίες ανακοινώνονται από την Υπηρεσία TELEX ή περιέχονται στον Κατάλογο των συνδρομητών TELEX. Άρθρο 23. Συντήρηση των εγκαταστάσεων του συνδρομητή. 1.Η συντήρηση των εγκαταστάσεων γίνεται από τον ΟΤΕ χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση του συνδρομητή. 2.Η συντήρηση περιλαμβάνει: α)Την περιοδική επιθεώρηση και ρύθμιση τηλετύπων. β)Την άρση των βλαβών των τηλετύπων. γ)Την αντικατάσταση φθαρμένων από τη συνήθη χρήση εξαρτημάτων των τηλετύπων που έχουν διατεθεί. 3.Η αξία των εξαρτημάτων και η δαπάνη αντικαταστάσεώς τους λόγω φθοράς ή καταστροφής, από υπαιτιότητα του συνδρομητή ή από τυχαίο γεγονός, επιβαρύνουν σε κάθε περίπτωση το συνδρομητή. 4.Η αντικατάσταση του χαρτιού, της μελανοταινίας του τηλετύπου, και της ταινίας διατρητικής μηχανής πραγματοποιείται από το συνδρομητή, ενώ η αντικατάσταση της λυχνίας αναγνώσεως γίνεται από τον ΟΤΕ. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX Άρθρο 24. Μεταφορά τηλετυπικών συνδέσεων. 1.Ο συνδρομητής έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη μεταφορά της τηλετυπικής σύνδεσής του στην περιοχή του ίδιου Κέντρου ή από Κέντρο σε Κέντρο, σε χώρο που έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση. Στην περίπτωση που το Κέντρο στην περιοχή του οποίου μεταφέρεται η τηλετυπική σύνδεση δεν είναι ενήμερο, η αίτηση της μεταφοράς ακολουθεί τη σειρά των αιτήσεων νέων συνδέσεων. Για την κατάταξη της αίτησης μεταφοράς λαμβάνεται υπόψη η χρονολογία υποβολής της αρχικής αίτησης για τη χορήγηση της σύνδεσης. 2.Κατ’ εξαίρεση των παραπάνω διατάξεων και κατά την κρίση του ΟΤΕ είναι δυνατή η προσωρινή μεταφορά τηλετυπικών συνδέσεων Τραπεζών, Οργανισμών Κοινής Ωφέλειας και Κρατικών Επιχειρήσεων στα σπίτια ανώτατων στελεχών τους. Στις περιπτώσεις αυτές ο χρήστης δεν αποκτά κανένα δικαίωμα πάνω στη σύνδεση αυτή. Αυτός όμως με έγγραφη δήλωσή του αναλαμβάνει αλληλέγγυα και στο ολόκληρο την εξόφληση των υποχρεώσεων που δημιουργούνται από την τηλετυπική σύνδεση κατά το χρονικό διάστημα που η σύνδεση λειτουργεί στο δικό του χώρο και παρέχει στον ΟΤΕ το δικαίωμα διακοπής όλων των συνδέσεων (τηλετυπικών, τηλεφωνικών κ.λ.π.) που λειτουργούν στο όνομά του σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξοφλήσεως των τελών της υπόψη σύνδεσης εκτός αν ο συνδρομητής δηλώσει ότι αναλαμβάνει την εξόφληση. 3.Για την εκτέλεση της μεταφοράς ο συνδρομητής υποβάλλει αίτηση και προπληρώνει τις δαπάνες μεταφοράς. Αίτηση μεταφοράς τηλετυπικής συνδέσεως μπορεί να γίνει και τηλεφωνικώς. Στην περίπτωση αυτή η δαπάνη μεταφοράς, αν δεν υπάρχει αντίθετη επιθυμία του συνδρομητή περιλαμβάνεται στο λογαριασμό του. Τυχόν πραγματικές δαπάνες και διαφορά εφάπαξ εισφοράς προκαταβάλλονται. 4.Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγρ. 1 του παρόντος άρθρου, οι μεταφορές πραγματοποιούνται από τον ΟΤΕ σύμφωνα με τη χρονολογική σειρά υποβολής των αιτήσεων και κατά προτεραιότητα σε σχέση με τις νέες συνδέσεις. 5.Σε περίπτωση μεταφοράς τηλετυπικής συνδέσεως, ο συνδρομητής είναι υποχρεωμένος να προσκομίσει το τηλέτυπο στη νέα θέση, κατά την ημέρα πραγματοποιήσεως της μεταφοράς. Σε περίπτωση που μισθωμένο τηλέτυπο χαθεί ή καταστραφεί, ο συνδρομητής καταβάλλει την αξία του που υπολογίζεται σύμφωνα με το τιμολόγιο του ΟΤΕ. 6.Σε περίπτωση μεταφοράς τηλετυπικής συνδέσεως σε περιοχή όπου δε συντηρείται ο τύπος του μεταφερόμενου τηλετύπου, ο συνδρομητής μπορεί να προμηθευτεί άλλο τηλέτυπο από τον ΟΤΕ ή από το ελεύθερο εμπόριο και να ζητήσει την εξαγορά από τον ΟΤΕ του τηλετύπου που πρόκειται να μεταφερθεί. Η εξαγορά του τηλετύπου γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τιμολόγιο του ΟΤΕ και πραγματοποιείται, εφόσον το τηλέτυπο βρίσκεται σε καλή κατάσταση λειτουργίας και η σύνδεση του συνδρομητή θα λειτουργήσει στη θέση όπου ζητήθηκε η μεταφορά. 7.Οι αιτήσεις για παροχή νέων συνδέσεων είναι δυνατό να μεταφέρονται από Κέντρο σε Κέντρο ή από πόλη σε πόλη. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις διατηρείται η σειρά προτεραιότητας, με βάση την αρχική ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Άρθρο 25. Δαπάνες μεταφοράς τηλετυπικής συνδέσεως. 1.Οι δαπάνες μεταφοράς της τηλετυπικής σύνδεσης επιβαρύνουν το συνδρομητή και ορίζονται κατ’ αποκοπή από το σχετικό τιμολόγιο του ΟΤΕ. Όταν πρόκειται για μεταφορά τηλετυπικής συνδέσεως από πόλη σε πόλη, ο συνδρομητής καταβάλλει και τη διαφορά της εφάπαξ εισφοράς για τις νέες συνδέσεις που ισχύει κάθε φορά, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη στην περιοχή του τηλετυπικού Κέντρου στην οποία ζητιέται η μεταφορά. Αν αυτή είναι μικρότερη δεν επιστρέφεται κανένα ποσό στο συνδρομητή. 2.Ο συνδρομητής, επιπλέον από τα οριζόμενα στην παράγρ. 1, έχει υποχρέωση να καταβάλει τυχόν πρόσθετες δαπάνες, με βάση προϋπολογισμό που καταρτίζεται από τον ΟΤΕ, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 14, που οι διατάξεις του εφαρμόζονται ανάλογα. 3.Αν ο συνδρομητής ζητήσει την ακύρωση της μεταφοράς της τηλετυπικής σύνδεσής του πριν από την πραγματοποίηση της μεταφοράς δεν επιβαρύνεται με τις κατ’ αποκοπή δαπάνες μεταφοράς. Αν όμως έχουν γίνει πρόσθετες δαπάνες απ’ αυτές που προβλέπονται στην παράγρ. 2 του παρόντος άρθρου, οι δαπάνες αυτές βαρύνουν τον συνδρομητή. 4.Οι υποχρεώσεις των συνδρομητών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο διέπονται από τα τιμολόγια που ισχύουν την ημέρα πραγματοποιήσεως της μεταφοράς. Άρθρο 26. Εγκατάσταση και αντικατάσταση τηλετύπων. 1.Η σύνδεση των τηλετύπων στο δίκτυο του ΟΤΕ σε κάθε περίπτωση πραγματοποιείται από τον ΟΤΕ. 2.Η αντικατάσταση τηλετύπων, που έχουν διατεθεί από τον ΟΤΕ με μίσθωμα, γίνεται με πρωτοβουλία του ΟΤΕ, εφόσον κατά την κρίση του το τηλέτυπο παρουσιάζει ανωμαλίες που δυσκολεύουν την ανταπόκριση, χωρίς επιβάρυνση του συνδρομητή. Με αίτηση του συνδρομητή ο ΟΤΕ μπορεί να εγκρίνει την αντικατάσταση του τηλετύπου που έχει διατεθεί με μίσθωμα με την καταβολή από το συνδρομητή των κατ’ αποκοπή δαπανών που ορίζονται από το σχετικό τιμολόγιο του ΟΤΕ. Σε όλες τις περιπτώσεις ο συνδρομητής, μετά την αντικατάσταση του τηλετύπου καταβάλλει το μίσθωμα του νέου τηλετύπου. 3.Αν τηλέτυπο ιδιοκτησίας του συνδρομητή προερχόμενο από το ελεύθερο εμπόριο παρουσιάζει συνεχείς ανωμαλίες που δυσκολεύουν την ανταπόκριση, ο συνδρομητής υποχρεούται να το αντικαταστήση αλλιώς ο ΟΤΕ δικαιούται να καταργήσει τη σύνδεση. 4.Σε κάθε περίπτωση η αντικατάσταση των ιδιόκτητων τηλετύπων των συνδρομητών γίνεται με την καταβολή από το συνδρομητή των κατ’ αποκοπήν δαπανών που ορίζονται από το σχετικό τιμολόγιο του ΟΤΕ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ Διαδοχή - Καταγγελία - Επανασύνδεση Άρθρο 27. Ειδικη διαδοχή. 1.Ο συνδρομητής μπορεί να εκχωρήσει τα δικαιώματα που έχει από τη σύμβαση της τηλετυπικής σύνδεσής του σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κοινοπραξία. Η εκχώρηση αυτή εγκρίνεται από τον ΟΤΕ, εφόσον ο εκδοχέας έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου όπου είναι εγκατεστημένη η τηλετυπική σύνδεση. Ο ΟΤΕ μπορεί να εγκρίνει την εκχώρηση και χωρίς να υπάρχει η προϋπόθεση αυτή για το χώρο, μόνο αν η εκχώρηση συνοδεύεται με αίτηση μεταφοράς της τηλετυπικής σύνδεσης σε χώρο όπου ο εκδοχέας έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση. 2.Για την εκχώρηση απαιτείται: α)Έγγραφη δήλωση του εκχωρητή και του εκδοχέα. β)Εξόφληση των κάθε είδους οφειλών που προέρχονται από την τηλετυπική σύνδεση του εκχωρητή, με βάση τον ατομικό λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 20. γ)Καταβολή τέλους εκχωρήσεως ή, όταν πρόκειται για εκχώρηση σε σύζυγο, γονιό, τέκνο ή αδελφό του εκχωρητή, τέλους μεταβολής. Τα τέλη αυτά ορίζονται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. δ)Υπογραφή από τον εκδοχέα συμβάσεως συνδρομητή. (Μετά τη σελ. 434,16) Σελ. 434,17 Τεύχος Η62-Σελ. 43 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 3.Ο εκχωρητής και ο εκδοχέας ευθύνονται στο ολόκληρο για όλες τις οφειλές της τηλετυπικής σύνδεσης, οι οποίες για οποιοδήποτε λόγο δεν εξοφλήθηκαν κατά την εκχώρηση, σύμφωνα με την παράγραφο 2β. Άρθρο 28. Καθολική διαδοχή. 1.Αμέσως με το θάνατο του συνδρομητή, η σχέση που πηγάζει από την τηλετυπική σύνδεση μεταβιβάζεται στον κληρονόμο ή κληροδόχο, στον οποίο με διάταξη τελευταίας βουλήσεώς του αφήνει το τηλέτυπο ή τα κινητά πράγματα ή το ακίνητο όπου είναι εγκατεστημένη η τηλετυπική σύνδεση είτε με πλήρες, πάνω σ’ αυτό δικαίωμα κυριότητας, είτε μόνο ως προς την επικαρπία. Αν ο κληρονόμος ή κληροδόχος δεν έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου, όπου είναι εγκατεστημένη η τηλετυπική σύνδεση, υποχρεούται να ζητήσει την μεταφορά της σύνδεσης σε χώρο που έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση. 2.Αν δεν υπάρχει τέτοια διάταξη, η σχέση που πηγάζει από την τηλετυπική σύνδεση μεταβιβάζεται σε έναν από εκείνους τους κληρονόμους του, οι οποίοι έχουν από κοινού την κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου, όπου είναι εγκατεστημένη η σύνδεση. Ο κληρονόμος αυτός έχει υποχρέωση να υποβάλει στον ΟΤΕ μέσα σ’ ένα χρόνο από το θάνατο του κληρονομουμένου την προβλεπόμενη από το Ν.Δ. 105/1969 υπεύθυνη δήλωση ότι πήρε τη συγκατάθεση από τους υπόλοιπους κληρονόμους για τη μεταβίβαση της σύνδεσης στο όνομά του. Σε περίπτωση: α)που υποβληθεί αναληθής υπεύθυνη δήλωση σχετική με τη συγκατάθεση, β)διαφωνίας των εξ αδιαθέτου κληρονόμων ως προς τη μεταβίβαση της σύνδεσης, εφόσον δεν υπάρχει διαθήκη, γ)ελλείψεως κληρονόμων που να έχουν κυριότητα νομή ή χρήση του χώρου, όπου είναι εγκαταστημένη η σύνδεση, ο ΟΤΕ έχει δικαίωμα να αναγνωρίσει ως συνδρομητή κατά σειρά το σύζυγο ή τη σύζυγο, το τέκνο, τον πλησιέστερο ως προς το βαθμό συγγενείας και αν υπάρχουν περισσότεροι συγγενείς του ίδιου βαθμού προτιμιέται ο μεγαλύτερος στην ηλικία. Αν συντρέχει η περίπτωση της παραγράφου (γ), ο συνδρομητής υποχρεούται να ζητήσει τη μεταφορά της σύνδεσης σε χώρο όπου έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση. 3.Ο κληρονόμος, στον οποίο μεταβιβάζεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2, η σχέση που πηγάζει από την τηλετυπική σύνδεση, έχει υποχρέωση: α)να εξοφλήσει τόσο τις οφειλές που υπήρχαν μέχρι το θάνατο του κληρονομουμένου, όσο και εκείνες που με οποιοδήποτε τρόπο δημιουργήθηκαν μετέπειτα, οι οποίες περιλαμβάνονται στο λογαριασμό της σύνδεσης. β)να υποβάλει στον ΟΤΕ αίτηση για τη μεταβολή της σύνδεσης στο όνομά του. γ)να καταβάλει το τέλος μεταβολής που ορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. δ)να υπογράψει έγγραφη σύμβαση συνδρομητή. 4.Ο ΟΤΕ, εφόσον πληροφορηθεί ότι η τηλετυπική σύνδεση ενός συνδρομητή που πέθανε χρησιμοποιείται από πρόσωπο στο οποίο μπορεί αυτή να μεταβιβαστεί, έχει το δικαίωμα να το καλέσει να υποβάλει, μέσα σ’ ένα τρίμηνο από τότε που θα του σταλεί η πρόσκληση, τα στοιχεία νομιμοποιήσεώς του για τη μεταβολή της σύνδεσης στο όνομά του. Σελ. 434,18 Τεύχος Η62-Σελ. 44 5.Αν ο κληρονόμος δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, ο ΟΤΕ έχει το δικαίωμα να καταργήσει τη σύνδεση, αφού προηγηθεί δεκαήμερη προσωρινή διακοπή της. Για τις οφειλές προς τον ΟΤΕ μέχρι το χρόνο καταργήσεως της σύνδεσης είναι υπόχρεοι οι κληρονόμοι του συνδρομητή που πέθανε, ο καθένας ανάλογα με τη μερίδα που κληρονόμησε. 6.Η σύμβαση συνδρομητή που έχει καταρτισθεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο ακυρώνεται, αν η μεταβολή που έγινε στηρίχτηκε σε αναληθείς ή ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις και στοιχεία του συνδρομητή προς τον ΟΤΕ. Στην περίπτωση αυτή, εκείνος που έγινε, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αντικανονικά συνδρομητής ευθύνεται για όλες τις οφειλές της σύνδεσης που δημιουργήθηκαν μέχρι την ακύρωση της σύμβασης. Άρθρο 3. Απαγορεύσεις. Απαγορεύεται: 1.Η τηλετυπική ανταπόκριση εφόσον θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια του Κράτους ή τη δημόσια τάξη ή είναι αντίθετη με τους νόμους που ισχύουν ή με τα χρηστά ήθη. 2.Η ανοίκεια συμπεριφορά προς τους υπαλλήλους του ΟΤΕ κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Κάθε προσβολή ή αντίσταση κατά των υπαλλήλων της Υπηρεσίας TELEX κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τιμωρείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 167 του Ποινικού Κώδικα (άρθρο 46 του Ν. 4277/1929). 3.Κάθε επέμβαση ή ενέργεια στην τηλετυπική σύνδεση που μπορούν να προκαλέσουν ανωμαλίες στην ανταπόκριση. 4.Η χρησιμοποίηση των μέσων της τηλετυπικής ανταπόκρισης κατά τρόπο όχι σύμφωνο με τον προορισμό τους. Άρθρο 29. Αλλαγή επωνυμίας, μετατροπή νομικής μορφής, διάλυση νομικού προσώπου ή κοινοπραξίας. 1.Αν αλλάξει το όνομα φυσικού ή η επωνυμία νομικού προσώπου, αυτό είναι υποχρεωμένο να υποβάλει στον ΟΤΕ αίτηση για τη μεταβολή της τηλετυπικής σύνδεσης στη νέα επωνυμία ή στο νέο όνομα και να καταβάλει το τέλος μεταβολής που ορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. Η αίτηση του υπόχρεου πρέπει να συνοδεύεται με τα στοιχεία της νομιμοποίησής του. 2.Την υποχρέωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 έχει το νομικό πρόσωπο και σε περίπτωση μετατροπής της νομικής μορφής του. Εξάλλου, όταν πρόκειται για συγχώνευση νομικών προσώπων, την υποχρέωση αυτή έχει το νομικό πρόσωπο που δημιουργείται ή το νομικό πρόσωπο που διατηρείται μετά τη συγχώνευση. 3.Στις περιπτώσεις των προηγουμένων παραγράφων το πρόσωπο που ζητάει τη μεταβολή είναι υποχρεωμένο να υπογράψει και σύμβαση συνδρομητή. 4.Σε περίπτωση διαλύσεως νομικού προσώπου, η σύμβασή του με τον ΟΤΕ λύεται αυτοδικαίως μετά το πέρας της εκκαθάρισης. Αν το καταστατικό ή το διαλυτικό Εταιρίας περιέχει συμφωνία με την οποία μετά τη διάλυσή της η περιουσίας της ή τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από τη σύμβαση με τον ΟΤΕ περιέρχονται σε ένα ή περισσότερους εταίρους ή σε περίπτωση που ένας εταίρος ή εταίροι, με μορφή κάποιας κοινοπραξίας ή με νομική προσωπικότητα συνεχίζουν, έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν εγγράφως από τον ΟΤΕ τη μεταβολή της σύνδεσης στο όνομά τους. Για να γίνει η μεταβολή αυτή πρέπει να υποβάλλουν τα στοιχεία της νομιμοποίησής τους και να καταβάλλουν το τέλος μεταβολής που ορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. Στην περίπτωση που κανένας από τους εταίρους δε συνεχίζει το έργο της Εταιρίας που διαλύθηκε ή το συνεχίζουν ο καθένας σε διαφορετικό χώρο, έχουν το δικαίωμα με δήλωσή τους στον ΟΤΕ και με την καταβολή του τέλους μεταβολής, να ορίσουν ένα από αυτούς, στον οποίο επιθυμούν να περιέλθουν τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση με τον ΟΤΕ. Σε περίπτωση διαφωνίας τους η σύνδεση καταργείται. 5.Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4 εφαρμόζονται ανάλογα και σε περίπτωση διαλύσεως κοινοπραξίας. 6.Ο ΟΤΕ έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση, αν ο συνδρομητής, που προσκαλείται εγγράφως, δεν προσέλθει μέσα στην προθεσμία που του ορίζει ο ΟΤΕ για να εκπληρώσει τις, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, υποχρεώσεις του. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX Άρθρο 30. Πτώχευση. 1.Σε περίπτωση πτωχεύσεως του συνδρομητή, η σύμβασή του με τον ΟΤΕ λύεται αυτοδικαίως, εκτός αν ο συνδρομητής καταβάλει όλες τις, μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης, οφειλές προς τον ΟΤΕ του συνδρομητή που πτώχευσε, οπότε η σύμβαση ισχύει μέχρι το τέλος της πτωχευτικής διαδικασίας. Αν ανακληθεί η απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση, η σύμβαση θεωρείται ότι δε λύθηκε ποτέ. 2.Σε περίπτωση που γίνει ολική ή μερική εκποίηση της επιχείρησης από το σύνδικο, αυτός μπορεί να εκχωρήσει, σύμφωνα με το άρθρο 27, τα δικαιώματα που πηγάζουν από τη σύμβαση της τηλετυπικής σύνδεσης. Άρθρο 31. Προσωρινή διακοπή τηλετυπικής συνδέσεως κατόπιν αιτήσεως του συνδρομητή. 1.Ο συνδρομητής μπορεί να ζητήσει εγγράφως την προσωρινή διακοπή της τηλετυπικής σύνδεσής του για χρονικό διάστημα μέχρι έξι μήνες. Η αίτηση εγκρίνεται με την προϋπόθεση ότι έχει περάσει τουλάχιστον ένα εξάμηνο από τη λήξη τυχόν προηγούμενης διακοπής με αίτηση του συνδρομητή. Κατά τη διάρκεια της διακοπής ο αριθμός κλήσεως και το δίκτυο της σύνδεσης διατηρούνται, ο δε συνδρομητής έχει την υποχρέωση να καταβάλλει όλα τα προβλεπόμενα στο άρθρο 19 μηνιαία τέλη και μισθώματα, εκτός από το βασικό τέλος που υπολογίζεται στο ένα τέταρτο. Όλα τα τέλη και μισθώματα μπορούν να προκαταβληθούν από το συνδρομητή. 2.Για την επανασύνδεση απαιτείται έγγραφη αίτηση του συνδρομητή και καταβολή τέλους επανασυνδέσεως. Αν κατά το χρόνο της επανασύνδεσης ο συνδρομητής έπαψε να έχει κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου όπου ήταν εγκατεστημένη η σύνδεση, η αίτησή του γίνεται δεκτή, εφόσο ενώνεται με αίτηση μεταφοράς της σύνδεσης σε χώρο του οποίου έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση επανασυνδέσεως ακολουθεί τη διαδικασία των αιτήσεων μεταφοράς τηλετυπικών συνδέσεων, ο δε συνδρομητής απαλλάσσεται από το τέλος επανασυνδέσεως και επιβαρύνεται με τις προβλεπόμενες από το άρθρο 25 δαπάνες μεταφοράς. 3.Μετά τη λήξη του χρόνου της προσωρινής διακοπής της σύνδεσης και εφόσον ο συνδρομητής δεν ενδιαφερθεί για την επανασύνδεσή της, στέλνεται σ’ αυτόν συστημένη επιστολή στην οποία τάσσεται προθεσμία ενός μήνα για την τακτοποίηση της σύνδεσης. Σε περίπτωση που η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη από μέρους του συνδρομητή, η σύμβαση της σύνδεσης καταγγέλεται την επομένη από τη λήξη της τασσόμενης προθεσμίας. Άρθρο 32. Καταγγελία της σύμβασης από το συνδρομητή. 1.Ο συνδρομητής έχει το δικαίωμα να καταγγείλει εγγράφως τη σύμβαση με τον ΟΤΕ όποτε θέλει. Στην καταγγελία πρέπει ν’ αναφέρεται η ημερομηνία που ο συνδρομητής επιθυμεί να διακοπεί η σύνδεσή του. Η ημερομηνία αυτή πρέπει να απέχει τουλάχιστον πέντε ημέρες από την ημερομηνία που ο ΟΤΕ θα λάβει την καταγγελία. Ο συνδρομητής βαρύνεται με όλα τα μηνιαία τέλη και μισθώματα, με τα οποιαδήποτε τηλεπικοινωνιακά τέλη ως και τις δαπάνες από εκτέλεση εργασιών μέχρι την ημέρα καταργήσεως της σύνδεσης. Σχετικά με το τηλέτυπο της καταργούμενης τηλετυπικής σύνδεσης εφαρμόζονται αναλογικά τα οριζόμενα στις παραγρ. 8 και 9 του άρθρου 34. 2.Στο συνδρομητή που καταγγέλει τη σύμβαση επιστρέφεται από τον ΟΤΕ ποσό ίσο προς τα 3/4 της εφάπαξ εισφοράς, που ισχύει στο Κέντρο που υπάγεται η σύνδεση κατά την ημέρα της καταγγελίας, απλή ή αυξημένη ανάλογα με το τι έχει καταβάλει ο συνδρομητής για την καταργούμενη σύνδεση. Από το ποσό αυτό αφαιρείται κάθε οφειλή του συνδρομητή προς τον ΟΤΕ από οποιαδήποτε αιτία. Το πιστωτικό υπόλοιπο, που τυχόν θα προκύψει μετά το συμψηφισμό αυτό, επιστρέφεται στο συνδρομητή μέσα σε αποσβεστική προθεσμία δύο ετών από την ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης. Άρθρο 33. Προσωρινή διακοπή τηλετυπικής συνδέσεως από τον ΟΤΕ. 1.Ο ΟΤΕ με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 παράγρ. 3 μπορεί να διακόψει προσωρινά για χρονικό διάστημα μέχρι δέκα ημέρες την τηλετυπική σύνδεση συνδρομητή, σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων των άρθρων 3, 22, 24 παραγρ. 2, 26 παράγρ. 3 και 35 παραγρ. 5. Της προσωρινής διακοπής προηγείται έγγραφη προειδοποίηση του συνδρομητή που γίνεται τουλάχιστον 10 ημέρες πριν. Η διακοπή αυτή της τηλετυπικής σύνδεσης πραγματοποιείται τις πρωϊνές ώρες εργάσιμης ημέρας, εφόσον και η επόμενη ημέρα είναι εργάσιμη, διαφορετικά αναβάλλεται για την μεθεπομένη της αργίας ημέρα. Κατεξαίρεση στις περιπτώσεις παραβάσεως των διατάξεων του άρθρου 3 παράγρ. 3, εξαιτίας της οποίας δημιουργούνται κίνδυνοι ατυχημάτων ή καταστροφής των εγκαταστάσεων και των δικτύων του ΟΤΕ, η σύνδεση διακόπτεται αμέσως και χωρ΄ςι καμιά προειδοποίηση του συνδρομητή. 2.Κατά τη διάρκεια της διακοπής τα προβλεπόμενα τέλη και μισθώματα καταβάλλονται στο ακέραιο. 3.Για να επανασυνδεθεί η τηλετυπική σύνδεση που διακόπηκε προσωρινά καταβάλλεται το τέλος που καθορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. 4.Στην περίπτωση του άρθρου 3 παράγρ. 3 ο συνδρομητής έχει την υποχρέωση να καταβάλει και όλες τις πραγματικές δαπάνες για την αποκατάσταση τυχόν ζημιών και την επαναφορά των εγκαταστάσεων στην προηγούμενη θέση τους, καθώς και τα τέλη της πρόσθετης εγκατάστασης που τοποθετήθηκε χωρίς την έγκριση του ΟΤΕ για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αυτή βρισκόταν σε λειτουργία ή ενός έτους τουλάχιστον, εφόσον δε μπορεί να διαπιστωθεί η ημερομηνία τοποθετήσεώς της. Επίσης στην περίπτωση αυθαίρετης μεταφοράς ο συνδρομητής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον ΟΤΕ τις προβλεπόμενες κατ’ αποκοπή δαπάνες (τέλος μεταφοράς) από τις διατάξεις του άρθρου 25 παράγρ. 1 προσαυξημένες κατά 100% ανεξάρτητα αν η σύνδεση παραμείνει στη θέση που μεταφέρθηκε ή επαναφερθεί στην αρχική θέση της. Άρθρο 34. Καταγγελία της σύμβαση από τον ΟΤΕ. 1.Ο ΟΤΕ έχει το δικαίωμα να καταγγείλει εγγράφως τη σύμβαση σε περίπτωση παραβάσεως από το συνδρομητή των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού ή των όρων της σύμβασης ή αδιαφορίας του για τακτοποίηση οποιασδήποτε εκκρεμότητας της σύνδεσής του. 2.Ο ΟΤΕ έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση με το συνδρομητή στις ακόλουθες ιδίως περιπτώσεις: α)Αν ο συνδρομητής καθυστερεί την εξόφληση των οφειλών του προς τον ΟΤΕ, από οποιαδήποτε αιτία, πέρα του τριμήνου από τότε που έγινε διακοπή της σύνδεσης. Στην περίπτωση αυτή η καταγγελία γίνεται την επόμενη της λήξεως της τρίμηνης προσωρινής διακοπής και εφόσον στο μεταξύ δεν έχουν εξοφληθεί οι οφειλές του συνδρομητή. β)Αν ο συνδρομητής διαπράξει δύο φορές σ’ ένα χρόνο παράβαση για την οποία έγινε προσωρινή διακοπή της σύνδεσής του κατά τις διατάξεις του άρθρου 33. γ)Αν ο συνδρομητής δεν ανταποκριθεί σε πρόσκληση του ΟΤΕ προς αυτόν, η οποία γίνεται σε εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού. δ)Αν η τηλετυπική σύνδεση χρησιμοποιείται κατά παράβαση του άρθρου 13. (Μετά τη σελ. 434,18) Σελ. 434,19 Τεύχος Η62-Σελ. 45 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 ε)Αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι ο συνδρομητής υπέβαλε ανακριβείς ή αναληθείς δηλώσεις ή δικαιολογητικά ή επικαλέστηκε ανακριβή ή αναληθή περιστατικά ή απέκρυψε τα πραγματικά περιστατικά. 3.Με την καταγγελία της σύμβασης λύεται η σχέση με το συνδρομητή. 4.Ο συνδρομητής με την καταγγελία της σύμβασης έχει υποχρέωση να παραδώσει στον ΟΤΕ, το τηλέτυπο με όλα τα όργανα και μηχανήματά του που είναι συνδεδεμένα στη σύνδεση και ανήκουν στον ΟΤΕ. Αντιρρήσεις του συνδρομητή κατά της κατά τ’ ανωτέρω παράδοσης στον ΟΤΕ του τηλετύπου με όλα τ’ όργανα και μηχανήματα μπορεί να προβληθούν ενώπιον δικαστηρίου μόνο μετά την παράδοσή τους. 5.Σε περίπτωση παραβάσεως των διατάξεων του παρόντος Κανονισμού που συνεπάγεται καταγγελάι της μεταξύ του ΟΤΕ και του συνδρομητή σύμβασης προηγείται 10ήμερη προσωρινή διακοπή. 6.Σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης συνδρομητή που γίνεται από τον ΟΤΕ επιστρέφεται, μέσα σε αποσβεστική προθεσμία δύο ετών, στο συνδρομητή ποσό ίσο με τα 3/4 της εφάπαξ εισφοράς που ισχύει στο Κέντρο που υπάγεται η σύνδεση κατά την ημέρα της καταγγελίας, απλή ή αυξημένη ανάλογα με το τι έχσει καταβάλει ο συνδρομητής για την καταργημένη σύνδεση. Από το ποσό αυτό αφαιρείται κάθε οφειλή του συνδρομητή προς τον ΟΤΕ από οποιαδήποτε αιτία. 7.Αν καταγγελθεί η σύμβαση συνδρομητή λόγο οφειλής, μπορεί με αίτησή του να ανακληθεί η καταγγελία της σύμβασης εφόσον δεν έχει περάσει τρίμηνο από την ημέρα που έγινε η καταγγελία. Για την αναβίωση της σύμβασης καταβάλλονται από το συνδρομητή: α)Το ποσό της εφάπαξ εισφοράς που έχει επιστραφεί ή συμψηφιστεί. β)Το τέλος επανασυνδέσεως που προβλέπεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. γ)Όλα τα μηνιαία τέλη μέχρι την ημερομηνία επαναλειτουργίας της σύνδεσης. Αν η επαναλειτουργία της σύνδεσης δεν πραγματοποιηθεί για λόγους που αφορούν τον ΟΤΕ μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την ημέρα που έγινε η ανάκληση της καταγγελίας, ο συνδρομητής δεν επιβαρύνεται με τα μηνιαία τέλη για το πέρα από τις δεκαπέντε ημέρες χρονικό διάστημα από την ημερομηνία ανακλήσεως της καταγγελίας της σύμβασης. δ)Τα μηνιαία μισθώματα, όταν πρόκειται για μισθωμένο τηλέτυπο, μέχρι την ημέρα λήξεως των συμβατικών υποχρεώσεων, αν το τηλέτυπο παραδοθεί στον ΟΤΕ μέχρι την ημερομηνία αυτή. ε)Το διπλάσιο μηνιαίο μίσθωμα για το χρονικό διάστημα από την ημέρα λήξεως των συμβατικών υποχρεώσεων μέχρι την ημέρα παραδόσεως του τηλετύπου ή μέχρι την ημέρα επαναλειτουργίας της σύνδεσης. στ)Όλες οι ληξιπρόθεσμες οφειλές που προέρχονται από τη σύνδεση αυτή ή από τυχόν άλλες τηλε Σελ. 434,20 Τεύχος Η62-Σελ. 46 τυπικές ή τηλεφωνικές συνδέσεις του. ζ)Όλες οι οφειλόμενες ληξιπρόθεσμες δόσεις μέχρι την επαναλειτουργία της σύνδεσης αν το τηλέτυπο είχε διατεθεί με πώληση (εξόφληση σε δόσεις). η)Οι τόκοι που οφείλονται λόγω της μη έγκαιρης καταβολής των δόσεων εξαγοράς του τηλετύπου που υπολογίζονται σύμφωνα με το ισχύον επιτόκιο για τον καθορισμό των εντόκων δόσεων πωλήσεως τηλετύπων από τον ΟΤΕ. 8.Ο συνδρομητής, που οφείλει στον ΟΤΕ δόσεις εξαγοράς του τηλετύπου και του οποίου έγινε καταγγελία της σύμβασης για οποιοδήποτε λόγο, μπορεί μέσα σε ένα τρίμηνο από την καταγγελία να καταβάλει όλες μαζί τις δόσεις και τις οποιεσδήποτε οφειλές του προς τον ΟΤΕ για να αποκτήσει την κυριότητα του τηλετύπου. 9.Σε περίπτωση που το μισθωμένο τηλέτυπο δεν παραδοθεί στον ΟΤΕ μέχρι την ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης ο συνδρομητής επιβαρύνεται με το διπλάσιο μηνιαίο μίσθωμα μέχρι την ημερομηνία παραδόσεως του τηλετύπου. Το χρονικό διάστημα χρεώσεως δε μπορεί να παραταθεί πέρα από τα έντεκα χρόνια (διάρκεια αποσβέσεως του τηλετύπου) από την ημερομηνία που για πρώτη φορά λειτούργησε το τηλέτυπο στον ίδιο ή σε άλλο συνδρομητή. 10.Ο συνδρομητής, του οποίου η σύμβαση καταγγέλθηκε, έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη σύναψη νέας συμβάσεως, εφόσον έχει εξοφλήσει όλες τις οφειλές που εκκρεμούσαν στον ΟΤΕ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Άρθρο 35. Πρόσθετες Εγκαταστάσεις. 1.Πρόσθετη εγκατάσταση αποτελεί κάθε προσάρτημα που τοποθετείται στην τηλετυπική σύνδεση, με σκοπό τη χρησιμοποιήση της γραμμής της τηλετυπικής σύνδεσης από περισσότερα σημεία ή την παροχή στο συνδρομητή πρόσθετων εξυπηρετήσεων. 2.Οι πρόσθετες εγκαταστάσεις τοποθετούνται από τον ΟΤΕ μετά από αίτηση των συνδρομητών σε χώρους που βρίσκονται μέσα στο ίδιο κτίριο ή σε άλλο κτίριο που βρίσκεται μέσα στην περιοχή του τερματικού τηλεφωνικού κέντρου, στην οποία είναι εγκαταστημένη η τηλετυπική σύνδεση. Κατεξαίρεση είναι δυνατή η τοποθέτηση πρόσθετης εγκαταστάσεως και στην περιοχή άλλου τερματικού τηλεφωνικού Κέντρου, με την προϋπόθεση ότι αυτή θα εξυπηρετεί τον ίδιο συνδρομητή. 3.Οι τύποι των πρόσθετων εγκαταστάσεων, ο τρόπος και το σύστημα της σύνδεσής τους στις γραμμές των τηλετυπικών συνδέσεων, χωρίς να αποκλείεται και η παράλληλη σύνδεσή τους, καθορίζονται από τον ΟΤΕ. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 4.Τις πρόσθετες εγκαταστάσεις τις διαθέτουν είτε ο ΟΤΕ είτε οι συνδρομητές, εφόσον ο τύπος τους είναι εγκεκριμένος από τον ΟΤΕ. Η διάθεση πρόσθετης εγκαταστάσεως από τον ΟΤΕ στους συνδρομητές μετά από αίτησή τους, γίνεται με την καταβολή του τιμήματός της (πώληση), όπως ορίζεται στο τιμολόγιο του ΟΤΕ. Ο ΟΤΕ μπορεί να διαθέτει πρόσθετα τηλέτυπα με μίσθωση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 16 παράγρ. 2. Ο συνδρομητής προσκομίζοντας πρόσθετη εγκατάσταση για έλεγχο και ρύθμιση καταβάλλει στον ΟΤΕ για έξοδα ελέγχου, ποσοστό που ορίζεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. 5.Κάθε τοποθέτηση ή μεταβολή πρόσθετης εγκαταστάσεως γίνεται από τον ΟΤΕ, με την καταβολή των τελών και δαπανών που ορίζονται από το τιμολόγιό του. 6.Η συντήρηση των πρόσθετων εγκαταστάσεων γίνεται από τον ΟΤΕ. 7.Για τη λειτουργά των πρόσθετων εγκαταστάσεων καταβάλλονται τέλη που ορίζονται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. Άρθρο 36. Εκχώρηση, μεταφορά, κατάργηση πρόσθετων εγκαταστάσεων. 1.Κατά την εκχώρηση των τηλετυπικών συνδέσεων, οι πρόσθετες εγκαταστάσεις που συνδέονται σ’ αυτές, είναι δυνατόν, σύμφωνα με την επιθυμία του συνδρομητή, είτε να εκχωρηθούν ατελώς και με απλή δήλωσή του στο νέο συνδρομητή, είτε να καταργηθούν. 2.Οι πρόσθετες εγκαταστάσεις είναι δυνατό να μεταφερθούν μαζί ή χωρίς τις τηλετυπικές συνθέσεις, στις οποίες συνδέονται. Η μεταφορά εκτελείται από τον ΟΤΕ με την καταβολή των δαπανών που ορίζονται από το τιμολόγιό του. Άρθρο 37. Ευθείες τηλετυπικές γραμμές που εκμισθώνει ο ΟΤΕ. Ο ΟΤΕ μπορεί να εκμισθώνει ευθείες γραμμές σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 50 και 51 του Τηλεφωνικού Κανονισμού, για την απευθείας σύνδεση, χωρίς την μεσολάβηση των συνδετικών οργάνων του Κέντρου, τηλετυπικών μηχανημάτων οποιουδήποτε τύπου, τα οποία εγκαθίστανται σε διάφορα γήπεδα ή για τη σύνδεση πρόσθετης εγκαταστάσεως, σύμφωνα με το άρθρο 35 του παρόντος Κανονισμού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΙΚΑ ΤΗΛΕΤΥΠΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ Άρθρο 4. Αναστολή τηλετυπικής ανταποκρίσεως και λειτουργίας τηλετυπικών δικτύων και συνδέσεων. 1.Η λειτουργία ορισμένων τμημάτων των δικτύων ή ορισμένων μόνο τηλετυπικών συνδέσεων και η ιδιωτική τηλετυπική ανταπόκριση σε όλες ή σε μερικές γραμμές μπορεί να αναστέλλεται για λόγους ασφαλείας σε περίπτωση πολέμου, επιστρατεύσεως ή άλλης δημόσιας ανάγκης για το χρονικό διάστημα που ισχύει η κατάσταση ανάγκης και εφόσον η επικοινωνία μέσω των τηλετυπικών δικτύων μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του Κράτους ή τη δημόσια τάξη (άρθρο 51 Ν.Δ. 165/1973). 2.Οι συνδρομητές των τηλετυπικών συνδέσεων, των οποίων έχει ανασταλεί η λειτουργία, απαλλάσσονται από την καταβολή τελών κατά το χρονικό διάστημα της ανα(Αντί για τη σελ. 434,11) Σελ. 434,11(α) Τεύχος 1289-Σελ.73 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.1-2 στολής, χωρίς ο ΟΤΕ να είναι υποχρεωμένος να καταβάλει καμία αποζημίωση. 3.Σε περίπτωση που συνεχίζεται περισσότερο από ένα εξάμηνο η αναστολή της λειτουργίας τηλετυπικής συνδέσεως για οποιοδήποτε λόγο, έχει το δικαίωμα ο ΟΤΕ να διαθέτει ελεύθερα την τηλετυπική σύνδεση. Μετά όμως την άρση της αναστολής και εφόσον η τηλετυπική σύνδεση έχει διαθέσει στον παλιό συνδρομητή άλλη σύνδεση, εφόσον υπάρχουν ή αμέσως μόλις δημιουργηθούν οι τεχνικές δυνατότητες. Για να γίνει αυτό πρέπει ο παλιός συνδρομητής να υποβάλει αίτηση μέσα σε ένα τρίμηνο, το αργότερο, από τότε που θα ειδοποιηθεί για την άρση της αναστολής λειτουργίας της τηλετυπικής σύνδεσής του. Η εγκατάσταση της σύνδεσης γίνεται στην προηγουμένη θέση ή σε άλλο χώρο του ίδιου ή άλλου Κέντρου. Σε όλες τις περιπτώσεις ο συνδρομητής πρέπει να έχει την κυριότητα, νομή ή χρήση του χώρου. Στην περίπτωση που η σύνδεση εγκαθίσταται σε άλλο χώρο, ο συνδρομητής επιβαρύνεται με τις δαπάνες μεταφοράς που προβλέπονται από το άρθρο 25. 4.Ο συνδρομητής, του οποίου ο ΟΤΕ έχει δικαίωμα, σύμφωνα με τα παραπάνω, να διαθέσει την τηλετυπική σύνδεση, της οποίας συνεχίζεται η αναστολή λειτουργίας, μπορεί να καταγγέλει τη σύμβαση και να ζητήσει την επιστροφή της εφάπαξ εισφοράς που ισχύει για τις νέες συνδέσεις στο Κέντρο που υπάγεται η σύνδεση κατά το χρόνο της καταγγελίας. Κατά την επιστροφή της εφάπαξ εισφοράς συμψηφίζεται κάθε οφειλή του συνδρομητή προς τον ΟΤΕ που προέρχεται από τηλεπικοινωνιακά γενικώς τέλη ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία. Εφ’ όσον ο συνδρομητής έχει αγοράσει το τηλέτυπο από τον ΟΤΕ, ο ΟΤΕ είναι υποχρεωμένος να το εξαγοράσει σύμφωνα με όσα ορίζονται στο τιμολόγιο και με την προϋπηρεσία ότι αυτό βρίσκεται σε καλή κατάσταση. Άρθρο 38. Συνδρομητικά Τηλετυπικά Κέντρα. 1.Συνδρομητικό Τηλετυπικό Κέντρο είναι το Τηλετυπικό Κέντρο ενός συνδρομητή που εξασφαλίζει την επικοινωνία των τηλετύπων που συνδέονται σ’ αυτό τόσο μεταξύ τους χωρίς τη μεσολάβηση του τηλετυπικού Κέντρου του ΟΤΕ, όσο και με τηλέτυπα άλλων συνδρομητών με τη μεσολάβηση του Κέντρου του ΟΤΕ. Τα Τηλέτυπα του Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου ονομάζονται εσωτερικά. 2.Αρχή του Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου είναι το πρώτο σημείο συνδέσεώς του με το τηλετυπικό δίκτυο το οποίο βρίσκεται πάντοτε μέσα στο ακίνητο του συνδρομητή, αρχή δε της ρευματοδότησής του είναι οι ηλεκτρικοί ρευματολήπτες του. 3.Το Συνδρομητικό Τηλετυπικό Κέντρο, τα τηλέτυπα και οι τυχόν σχετικές διατάξεις τοποθετούνται σε χώρους που ο συνδρομητής έχει την κυριότητα , νομή ή χρήση και για αποκλειστική εξυπηρέτησή του, ευρισκομένους πάντοτε μέσα στην ίδια κομβική τηλεφωνική περιοχή. Οι χώροι αυτοί πρέπει να πληρούν σ’ όλες τις περιπτώσεις τις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων. 4.Το Συνδρομητικό Τηλετυπικό Κέντρο έχει ενδεικτικό κλήσεως το ενδεικτικό της πρώτης από τις γραμμές Κέντρου Πόλεως (συνοπτική σύνδεση με τις οποίες το Συνδρομητικό Κέντρο συνδέεται με το Κέντρο του ΟΤΕ. Τα εσωτερικά τηλέτυπα έχουν ως ενδεικτικό κλήσεως το ενδεικτικό του τηλετυπικού Κέντρου τους. Άρθρο 39. Διάθεση Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Η διάθεση των Συνδρομητών Τηλετυπικών Κέντρων καινούργιων ή μεταχειρισμένων γίνεται από τον ΟΤΕ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του παρόντος για τη διάθεση τηλετύπων. Για τα τηλέτυπα που τοποθετούνται στα συνδρομητικά τηλετυπικά Κέντρα εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα από το άρθρο 16. 2.Επιτρέπεται η σύνδεση και μεταχειρισμένων Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων εφόσον αυτά είχαν διατεθεί παλαιότερα από τον ΟΤΕ και θεωρούνται κατά την κρίση του κατάλληλα για παραπέρα χρήση. Στην περίπτωση αυτή ο συνδρομητής καταβάλλει στον ΟΤΕ για έξοδα ελέγχου ποσοστό που ορίζεται από το σχετικό τιμολόγιο. Αν όμως πρόκειται για επαναχρησιμοποίηση Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου από τον ίδιο συνδρομητή καταβάλλονται οι πραγματικές δαπάνες που θα γίνουν για τον έλεγχο του Κέντρου του. 3.Για να εγκριθεί αίτημα για τοποθέτηση και σύνδεση Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου πρέπει ο συνδρομητής να έχει τουλάχιστον 2 γραμμές Κέντρου Πόλεως με τις οποίες θα συνδέεται το τηλετυπικό Κέντρο και σε κάθε γραμμή να μην αντιστοιχούν περισσότερα από 10 εσωτερικά τηλέτυπα. Η σχέση αυτή ισχύει και σε περίπτωση που οι γραμμές Κέντρου Πόλεως με τις οποίες συνδέεται το Συνδρομητικό Κέντρο είναι περισσότερες από 2. Άρθρο 40. Εγκατάσταση Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Η εγκατάσταση των Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων γίνεται, σε κάθε περίπτωση, από τον ΟΤΕ. Ο συνδρομητής υποχρεούται να προκαταβάλει τις πραγματικές δαπάνες για την εγκατάσταση δηλαδή υλικά, εργατικά με βάση το ισχύον τιμολόγιο του ΟΤΕ καθώς και τυχόν πρόσθετες δαπάνες για νυκτερινή ή υπερωριακή εργασία, εκτός έδρας και οδοιπορικά. Οι δαπάνες αυτές προσαυξάνονται κατά ποσοστό που ορίζεται στο τιμολόγιο για γενικά έξοδα του ΟΤΕ. 2.Η αυθαίρετη σύνδεση Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου με το δίκτυο του ΟΤΕ ως και κάθε μεταβολή, επέκταση ή ανακαίνισή του αποτελεί παράβαση του άρθρου 3 του παρόντος Κανονισμού. Για τις αυθαίρετες αυτές ενέργειες ο συνδρομητής επιβαρύνεται με τις εφάπαξ δαπάνες που αναφέρονται στην 1 ως και μετά τα προβλεπόμενα μηνιαία τέλη από την ημερομηνία της αυθαίρετης επέμβασης ή τουλάχιστον με τα τέλη ενός έτους αν δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί η ημερομηνία αυτή. Άρθρο 41. Συντήρηση Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 42 ο ΟΤΕ υποχρεούται να συντηρεί το Συνδρομητικό Κέντρο, τις τυχόν διατάξεις και τα τηλέτυπά του, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 23 του παρόντος για τη συντήρηση των τηλετύπων. Άρθρο 42. Δίκτυο Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Το δίκτυο που συνδέει τα τηλέτυπα του Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου και βρίσκεται μέσα στο χώρο του συνδρομητή κατασκευάζεται απ’ αυτόν με δαπάνες του και σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις των Κανονισμών Τοποθετήσεως και Συντηρήσεως τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων. (Μετά τη σελ. 434,20) Σελ. 434,21 Τεύχος Η62-Σελ. 47 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 2.Το δίκτυο του Συνδρομητικού Τηλετυπικού Κέντρου που βρίσκεται στο χώρο του συνδρομητή συντηρείται απ’ αυτόν, ο δε συνδρομητής υποχρεούται να διατηρεί το δίκτυο σε κατάσταση καλής λειτουργίας, να αίρει με δικά του μέσα και δαπάνες τις βλάβες που διαπιστώνονται από τον ΟΤΕ και γενικότερα να συμμορφώνεται με τις υποδείξεις του ΟΤΕ. Άρθρο 43. Τέλη Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Για τα Συνδρομητικά Τηλετυπικά Κέντρα καταβάλλονται από τους συνδρομητές μηνιαία τέλη που ορίζονται από το οικείο τιμολόγιο του ΟΤΕ που καταχωρίζονται στο λογ/σμό του συνδρομητή. 2.Για τον προσδιορισμό των τελών κάθε Συνδρομητικό Τηλετυπικό Κέντρο θεωρείται σαν ενιαίο και αυτοτελές σύνολο και τιμολογείται σύμφωνα με τα τιμολογητέα στοιχεία που το αποτελούν. Άρθρο 44. Μεταφορές Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Οι μεταφορές των Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων γίνονται σε κάθε περίπτωση από τον ΟΤΕ με την καταβολή από το συνδρομητή των πραγματικών δαπανών. Ο συνδρομητής, κατά την κρίση του ΟΤΕ, είτε προκαταβάλλει τις πραγματικές δαπάνες με βάση σχετικό προϋπολογισμό, είτε τις καταβάλλει απολογιστικά. 2.Για την εκτέλεση της μεταφοράς ο συνδρομητής υποβάλλει γραπτή αίτηση στον ΟΤΕ στην οποία αναφέρει και τον τρόπο καταβολής των πραγματικών δαπανών της μεταφοράς (προϋπολογιστικά ή απολογιστικά). 3.Ο συνδρομητής υποχρεούται να έχει προσκομίσει το Συνδρομητικό Κέντρο στη νέα θέση την ημέρα που θα πραγματοποιηθεί η μεταφορά και να έχει εξασφαλίσει στο νέο χώρο τις προϋποθέσεις εγκαταστάσεως που προβλέπονται από το άρθρο 38 παράγρ. του παρόντος. Άρθρο 45. Σύμβαση ΟΤΕ - Συνδρομητών Συνδρομητικών Τηλετυπικών Κέντρων. 1.Η μεταξύ του ΟΤΕ και του συνδρομητή Τηλετυπικού Κέντρου σχέση καταρτίζεται και αποδεικνύεται με έγγραφη σύμβαση. Η σχέση αυτή διέπεται από τις διατάξεις των Νόμων που ισχύουν κάθε φορά για την εκμετάλλευση των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα, του παρόντος Κανονισμού και των τιμολογίων. 2.Η σύμβαση είναι αόριστης διάρκειας. Ο συνδρομητής μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση οποτεδήποτε, ο δε ΟΤΕ έχει δικαίωμα να την καταγγείλει αν ο συνδρομητής Σελ. 434,22 Τεύχος Η62-Σελ. 48 παραβεί τους όρους της ή τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, όπως ορίζεται στο άρθρο 34. 3.Σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης ο συνδρομητής βαρύνεται με τα μηνιαία τέλη μέχρι τέλους του μήνα μέσα στον οποίο γίνεται η καταγγελία. Επίσης σε περίπτωση που η καταγγελία γίνεται από συνδρομητή καταβάλλονται απ’ αυτόν και οι πραγματικές δαπάνες αποτοποθετήσεως του Συνδρομητικού Κέντρου. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ Τηλετυπικοί θάλαμοι - Ειδικές υπηρεσίες Κατάλογοι Άρθρο 46. Τηλετυπικοί θάλαμοι κοινής χρήσεως. 1.Ο ΟΤΕ μπορεί να εγκαθιστά στα Γραφεία του τηλετυπικούς θαλάμους κοινής χρήσεως. 2.Από τους θαλάμους αυτούς πραγματοποιούνται, με το αυτόματο ή χειροκίνητο σύστημα κατά την κρίση του ΟΤΕ και τις υφιστάμενες κάθε φορά συνθήκες, μόνο εξερχόμενες επικοινωνίες με την καταβολή των τελών που προβλέπονται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. Οι επικοινωνίες αυτές τιμολογούνται για διάρκεια ίση ή μικρότερη από τρίτα πρώτα λεπτά σαν τρίλεπτες και για διάρκεια μεγαλύτερη από τρία πρώτα λεπτά ανά πρώτο λεπτό (το κλάσμα του λεπτού λογίζεται σαν ακέραιο λεπτό). 3.Ο χειρισμός των τηλετύπων των θαλάμων κοινής χρήσεως γίνεται από τον πελάτη ή, κατόπιν αιτήσεώς του, από υπάλληλο του ΟΤΕ, εφόσον το επιτρέπουν οι υφιστάμενες συνθήκες από πλευράς ανταποκρίσεως. Στη δεύτερη περίπτωση η επικοινωνία γίνεται με βάση γραπτό κείμενο και όχι με υπαγόρευση, ο δε πελάτης υποχρεούται να παραμείνει μέχρι το πέρας της τηλετυπικής επικοινωνίας. 4.Ο ΟΤΕ, με τις προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 3, μπορεί να εγκαθιστά θαλάμους κοινής χρήσεως με την ευκαιρία εκθέσεων, συνεδρίων, εκλογών, αθλητικών εκδηλώσεων κλπ. Από τους θαλάμου αυτούς είναι δυνατό να διεξάγονται και εισερχόμενες επικοινωνίες. Άρθρο 47. Ειδικές υπηρεσίες για εξυπηρέτηση του Κοινού. 1.Ο ΟΤΕ παρέχει τηλετυπικώς τις ακόλουθες εξυπηρετήσεις με σύστημα που αυτός καθορίζει, χωρίς να καταβάλλονται τέλη για την αντίστοιχη επικοινωνία: α)Αναγγελία βλάβης τηλετύπων και πληροφορίες για τη λειτουργία της τηλετυπικής σύνδεσης άλλου συνδρομητή. β)Αναγγελία επικοινωνιών TELEX στο Διεθνές Τηλετυπικό Κέντρο Αθηνών. γ)Πληροφορίες για τις αιτήσεις επικοινωνιών TELEX ή τον αριθμό κλήσεως της τηλετυπικής σύνδεσης ή το ενδεικτικό συνδρομητή που δεν περιλαμβάνεται στους καταλόγους της Υπηρεσίας TELEX που κυκλοφορούν. δ)Κατάθεση τηλεγραφημάτων από την τηλετυπική σύνδεση του συνδρομητή σε οποιοδήποτε Τηλεγραφείο της Χώρας, εφόσον λειτουργεί σ’ αυτό θέση για την κατάθεση τηλεγραφημάτων. ε)Αναγγελία κάθε ανωμαλίας κατά την εξυπηρέτηση του συνδρομητή από τις Υπηρεσίες του ΟΤΕ. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 2. O OTE δεν ευθύνεται για την παροχή εσφαλμένης πληροφορίας από τις υπόψη ειδικές Υπηρεσίες. 3.Ο ΟΤΕ μπορεί να παρέχει στους συνδρομητές της Υπηρεσίας TELEX ειδικές υπηρεσίες που αποβλέπουν σε πρόσθετες διευκολύνσεις στη διεξαγωγή των τηλετυπικών επικοινωνιών τους, κατά σύστημα που καθορίζει ο ΟΤΕ και με την καταβολή των τελών και δαπανών που προβλέπονται από τα τιμολόγια. Οι ειδικές αυτές υπηρεσίες είναι ενδεικτικά οι ακόλουθες: α)Ταυτόχρονη μεταβίβαση τηλετυπικής επικοινωνίας σε περισσότερους από ένα συνδρομητές. β)Ενταμίευση στο Τηλετυπικό Κέντρο και προώθηση στον καλούμενο συνδρομητή τηλετυπικής επικοινωνίας, όταν το τηλέτυπο που καλείται είναι κατειλημμένο. γ)Επιλογή ενός διψήφιου αριθμού για την κλήση συνδρομητή, αντί να επιλεγεί ο κανονικός αριθμός κλήσεώς του (συντμημένη επιλογή). δ)Σύνδεση του συνδρομητή που καλεί με το πρώτο ελεύθερο τηλέτυπο, αν ο καλούμενος συνδρομητής έχει περισσότερα από ένα τηλέτυπα που επιλέγονται με ένα ενιαίο αριθμό κλήσεως (συνοπτική σύνδεση). ε)Προτεραιότητα για την προσπέλαση του συνδρομητή που καλεί στο Τηλετυπικό Κέντρο, όταν αυτό είναι υπερφορτισμένο. στ)Φραγή τηλετυπικών συνδέσεων Κρατικών Υπηρεσιών για να μην έχουν προσπέλαση στο Διεθνές Τηλετυπικό Δίκτυο. ζ)Αποκλεισμός εισερχόμενων εθνικών κλήσεων για ορισμένες Κρατικές τηλετυπικές συνδέσεις. Άρθρο 5. Απόρρητο τηλετυπικών επικοινωνιών Επαγγελματική εχεμύθεια. 1.Οι υπάλληλοι του ΟΤΕ έχουν υποχρέωση να τηρούν το απόρρητο του περιεχομένου των τηλετυπικών επικοινωνιών και γενικά την εχεμύθεια που επιβάλλεται από την Υπηρεσία κατά τη διαχείρισή τους. Οι παραβάτες, ανεξάρτητα από την ποινική ευθύνη που έχουν, διώκονται και τιμωρούνται πειθαρχικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του Γενικού Κανονισμού Προσωπικού του ΟΤΕ. 2.Παραβίαση του συνταγματικού απορρήτου αποτελεί η ολική ή μερική γνωστοποίηση του περιεχομένου μιας τηλετυπικής επικοινωνίας σε κάθε τρίτο πρόσωπο, καθώς και η χρησιμοποίησή του με σκοπό την ωφέλεια του υπαλλήλου ή κάποιου τρίτου ή τη βλάβη των συμφερόντων του Κράτους ή τη ζημιά των ανταποκρινομένων ή τρίτων προσώπων. 3.Επίσης παραβίαση του συνταγματικού απορρήτου αποτελεί και η διευκόλυνση από τον υπάλληλο τρίτου προσώπου να λάβει γνώση του περιεχομένου πραγματοποιούμενης τηλετυπικής επικοινωνίας. 4.Παραβίαση της επιβαλλόμενης επαγγελματικής εχεμύθειας αποτελεί οποιαδήποτε ανακοίνωση σε τρίτους των Σελ. 434,12(α) Τεύχος 1289-Σελ.74 στοιχείων που έχουν σχέση με την τάθεση, αναγγελία, διεξαγωγή ή ματαίωση τηλετυπικής επικοινωνίας και γενικά με τη διαχείρισή της, καθώς και η παροχή πληροφοριών σε τρίτους εκτός απ’ αυτές που προβλέπονται στο άρθρο 47 του παρόντος Κανονισμού.κα 5.Δεν αποτελεί παραβίαση του απορρήτου και της εχεμύθειας που επιβάλλεται από την Υπηρεσία: α)Η παρέμβαση των οργάνων της Υπηρεσίας TELEX κατά τη διεξαγωγή της τηλετυπικής επικοινωνίας, όταν αυτή επιβάλλεται από υπηρεσιακούς λόγους, είτε για την αποκατάσταση ομαλής επικοινωνίας μεταξύ των ανταποκρινομένων, είτε για την εξακρίβωση της ποιότητας του τηλετυπικού κυκλώματος και της καλής λειτουργίας του, είτε για τη διαπίστωση του πέρατος της τηλετυπικής επικοινωνίας, όταν αυτό δεν είναι δυνατό τεχνικώς να αναγγελθεί με κατάλληλα όργανα. β)Η εποπτεία γενικά και η παρακολούθηση των μέσων της τηλετυπικής ανταπόκρισης για την ομαλή, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά οδηγίες της Υπηρεσίας, διεξαγωγή των επικοινωνιών, από τους ειδικά για το σκοπό αυτό εντεταλμένους υπαλλήλους του ΟΤΕ. γ)Η ανακοίνωση από το προσωπικό του ΟΤΕ που εξυπηρετεί την τηλετυπική ανταπόκριση στην προϊσταμένη του Υπηρεσία οποιασδήποτε πληροφορίας, που έχει σχέση με το περιεχόμενο, τον τρόπο διαχειρίσεως και με τα άλλα στοιχεία μιας επικοινωνίας. δ)Η παροχή πληροφοριών σχετικών με τη διαχείριση των τηλετυπικών επικοινωνιών, καθώς και στοιχείων σχετικών, με τις τηλετυπικές συνδέσεις στις Εισαγγελικές και Ανακριτικές Αρχές, που αναφέρονται στο άρθρο 2 του Ν.Δ. 792/1971, ύστερα από έγγραφη αίτησή τους. ε)Η ανακοίνωση των αριθμών κλήσεως και των στοιχείων των συνδρομητών των τηλετυπικών συνδέσεων, από τις οποίες έγιναν οι κλήσεις, στους συνδρομητές που ζήτησαν με αίτησή τους την τοποθέτηση στις συνδέσεις τους συσκευή αναγνωρίσεως του καλούντος αριθμού. 6.Παρέκκλιση από τη δέσμευση για το απόρρητο της τηλετυπικής ανταπόκρισης και του περιεχομένου των τηλετυπημάτων γίνεται μόνο αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις και οι όροι που ορίζονται από τις διατάξεις του Ν.Δ. 792/1971. Άρθρο 48 Κατάλογοι Συνδρομητών TELEX 1.Η έκδοση και η διάθεση των καταλόγων των συνδρομητών TELEX και των τυχόν παραρτημάτων τους γίνεται αποκλειστικά από τον ΟΤΕ. Σ’ αυτούς καταχωρίζονται ατελώς οι συνδρομητές μετά από αίτησή τους, με σύστημα που καθορίζει ο ΟΤΕ. 2.Στους Καταλόγους TELEX καταχωρίζονται με αλφαβητική σειρά το ονοματεπώνυμο, συνοδευόμενο ή όχι με το πατρώνυμο, ή η επωνυμία ή ο τίτλος του συνδρομητή η απλή διεύθυνση όπου είναι εγκαταστημένη η σύνδεση (όνομα οδού και αριθμός) και ο αριθμός της τηλετυπικής σύνδεσης. Η καταχώριση των στοιχείων αυτών γίνεται χωρίς την καταβολή τέλους ανεξάρτητα από τους καταλαμβανόμενους τυπογραφικούς στίχους. Με αίτηση του συνδρομητή είναι δυνατό να καταχωριστεί πέρα από τα παραπάνω στοιχεία, το επάγγελμά του όπως και κάθε άλλη ανάλογη ένδειξη μετά από έγκριση του ΟΤΕ, με την καταβολή του τέλους που προβλέπεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. 3.Ο συνδρομητής μπορεί να ζητήσει να μην καταχωριστεί η σύνδεσή του στον Κατάλογο. Οι συνδέσεις που δεν καταχωρίζονται διακρίνονται σε απόρρητες και σε μη ανακοινώσιμες. Οι συνδρομητές που δικαιούνται απόρρητη τηλετυπική σύνδεση καθορίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ. Και για τις δύο κατηγορίες των συνδέσεων αυτών δεν παρέχεται καμιά πληροφορία από τις Υπηρεσίες του ΟΤΕ, εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 του παρόντος Κανονισμού. Για τη μη καταχώριση των μη ανακοινώσιμων και απόρρητων τηλετυπικών συνδέσεων ο συνδρομητής επιβαρύνεται με το τέλος που προβλέπεται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ. 4.Ο συνδρομητής δικαιούται να ζητήσει και άλλες καταχωρίσεις στον Κατάλογο συνδρομητών TELEX για την τηλετυπική σύνδεσή του. Οι καταχωρίσεις αυτές πρέπει να αναφέρονται στον ίδιο συνδρομητή με άλλη ιδιότητά του (επαγγελματική, εμπορική κλπ.) ή σε άλλα πρόσωπα που βρίσκονται στο χώρο όπου είναι τοποθετημένη η τηλετυπική σύνδεση ή συνεργάζονται με το συνδρομητή ή χρησιμοποιούν τη σύνδεση όπως ορίζεται στο άρθρο. 13, με την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά συμφωνούν σ’ αυτό. Οι καταχωρίσεις αυτές θεωρούνται σα δεύτερες εγγραφές και υπόκεινται στα τέλη που ορίζονται από το τιμολόγιο του ΟΤΕ για όλους ανεξαίρετα τους στίχους. Τα καταχωριζόμενα πρόσωπα είναι στο ολόκληρο υπεύθυνα απέναντι του ΟΤΕ για τις οφειλές της τηλετυπικής συνδέσεως. 5.Οι επιπλέον καταχωρίσεις στον Κατάλογο των συνδρομητών TELEX γίνονται με βάση τα στοιχεία που δίνουν οι συνδρομητές. Μπορεί όμως ο ΟΤΕ να αρνείται καταχωρίσεις αν υπάρχει εύλογη αιτία, καθώς και αν το περιεχόμενο των αιτούμενων καταχωρίσεων είναι αντίθετο με το νόμο και τα χρηστά ήθη. 6.Οι καταχωρίσεις μεταβάλλονται ή διαγράφονται ύστερα από έγγραφη αίτηση του συνδρομητή. Οι καταχωρίσεις των τρίτων μεταβάλλονται ύστερα από έγγραφη αίτηση των συνδρομητών και των τρίτων. Οι διαγραφές καταχωρίσεων τρίτων γίνονται ύστερα από έγγραφη αίτηση είτε των συνδρομητών είτε των τρίτων. Όλες οι παραπάνω μεταβολές και διαγραφές ισχύουν από την επόμενη έκδοση του Καταλόγου. 7.Ο ΟΤΕ απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για την ορθότητα και τη νομιμότητα των στοιχείων που παρέχουν οι συνδρομητές. 8.Για κάθε τηλετυπική σύνδεση ο ΟΤΕ παρέχει δωρεάν στο συνδρομητή έναν κατάλογο καθώς και τα τυχόν παραρτήματά του. 9.Η τιμή πωλήσεως των Καταλόγων των συνδρομητών ΤELEX ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ, η οποία εγκρίνεται σύμφωνα με το Νόμο (άρθρο 47 Ν. Δ. 165/1973). 10.Για την από οποιαδήποτε αιτία παράλειψη καταχωρίσεως, ανεπαρκή ή εσφαλμένη καταχώριση ή τυπογραφικά γενικώς λάθη στους Καταλόγους TELEX, ο ΟΤΕ δεν έχει καμιά ευθύνη έναντι του συνδρομητή εκτός από την επιστροφή των τελών που τυχόν καταβλήθηκαν για την εσφαλμένη καταχώριση. 11.Για τις διαφημίσεις στον Κατάλογο TELEX γίνεται ιδιαίτερη συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων και του ΟΤΕ με την οποία ορίζεται ο τρόπος καταχωρίσεως, το ποσό και ο τρόπος καταβολής του. ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Λοιπές διατάξεις Άρθρο 49. Ειδικές περιπτώσεις τηλετυπικής εξυπηρετήσεως. 1.Ειδικές περιπτώσεις που αφορούν την τηλετυπική εξυπηρέτηση των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας, των Ξένων Στρατιωτικών και Διπλωματικών Αποστολών, μπορούν να ρυθμίζονται κατά την κρίση του ΟΤΕ, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού. 2.Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΤΕ που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα, και που αφορούν τις παραπάνω περιπτώσεις, εξακολουθούν να ισχύουν. Άρθρο 50. Υπολογισμός της χρονικής διάρκειας του μήνα. Για τον υπολογισμό των τελών και των συναφών υποχρεώσεων του συνδρομητή, ο μήνας υπολογίζεται όπως ορίζεται στο άρθρο 243 του Αστικού Κώδικα. (Μετά τη σελ. 434,22) Σελ. 434,23 Τεύχος Η62 Σελ. 49 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX 22.Ε.δ.2 Άρθρο 51. Ισχύς του Κανονισμού. 1.Περιπτώσεις που αφορούν την Υπηρεσία TELEX και δεν προβλέπονται από τον παρόντα Κανονισμό, ρυθμίζονται από τις διατάξεις του Τηλεφωνικού και του Τηλεγραφικού Κανονισμού Εσωτερικού. 2.Ο παρών Κανονισμός διέπει τις σχέσεις και εκείνων που ήταν συνδρομητές πριν από την έναρξη της ισχύος του. 3.Ο παρών Κανονισμός μπορεί να τροποποιείται κάθε φορά με την ίδια διαδικασία που τηρήθηκε για την έγκριση και τη δημοσίευσή του. 4.Η ισχύς του παρόντος Κανονισμού αρχίζει από την 1η Ιουλίου 1974. Σελ. 434,24 Τεύχος Η62 Σελ. 50 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX Άρθρο 6. Μέτρα προστασίας του απορρήτου. 1.Για τη διασφάλιση του απορρήτου των τηλετυπικών επικοινωνιών, ο ΟΤΕ είναι υποχρεωμένος να παίρνει κάθε μέτρο ώστε να αποκλείεται, όσο είναι δυνατό, σε τρίτα πρόσωπα να λαβαίνουν γνώση του περιεχομένου των τηλετυπικών επικοινωνιών ή των στοιχείων που αφορούν τις επικοινωνίες αυτές. 2.Απαγορεύεται απόλυτα η παρουσία ξένων προς την Υπηρεσία του ΟΤΕ προσώπων, καθώς και υπαλλήλων του ΟΤΕ που δεν έχουν εντεταλμένη υπηρεσία στις αίθουσες, όπου είναι εγκαταστημένα όργανα και μηχανήματα της Υπηρεσίας TELEX. Η απαγόρευση δεν ισχύει για τους χώρους όπου είναι εγκαταστημένοι τηλετυπικοί θάλαμοι για την εξυπηρέτηση του Κοινού. 22.Ε.δ.2 Κανονισμοί TELEX και TELEFAX Άρθρο 7. Ευθύνες που απορρέουν από την διαχείριση των τηλετυπικών επικοινωνιών. 1.Ευθύνη του ΟΤΕ. Ο ΟΤΕ, κατά την παροχή των τηλετυπικών υπηρεσιών του, παίρνει όλα τα κατάλληλα μέτρα για τη γρήγορη, με ακρίβεια και με ικανοποιητική ποιότητα διαχείριση των τηλετυπικών επικοινωνιών, χωρίς όμως ποτέ να ευθύνεται έναντι των ανταποκρινομένων ή έναντι οποιουδήποτε τρίτου για τυχόν ζημιές που είναι δυνατό να προξενηθούν από οποιαδήποτε αιτία, όπως από αλλοίωση, απώλεια, καθυστέρηση ή ματαίωση των τηλετυπικών επικοινωνιών και γενικά από υπηρεσιακές παραλείψεις και πράξεις. Στις παραπάνω περιπτώσεις επιστρέφονται από τον ΟΤΕ στους δικαιούχους μόνο τα τέλη που τυχόν έχουν εισπραχθεί. 2.Ευθύνη των υπαλλήλων. α)Οι υπάλληλοι του ΟΤΕ που διαχειρίζονται τις τηλετυπικές επικοινωνίες υπόκεινται σε υπηρεσιακό και πειθαρχικό έλεγχο για τις συνέπειες που προκύπτουν από την πλημμελή εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων τους, δεν έχουν όμως καμιά αστική ή ποινική ευθύνη για ζημιές που τυχόν προξενήθηκαν από την αιτία αυτή στους τηλετυπικώς ανταποκρινομένους ή σε τρίτους. β)Εφόσον αποδειχθή ότι κάποιος υπάλληλος από πρόθεση προξένησε ζημιά στους ανταποκρινομένους, διώκεται και σύμφωνα με το Νόμο. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΧΕΣΕΙΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΩΝ ΜΕ ΤΟΝ ΟΤΕ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄. Συνδρομητές Τηλετυπικών Συνδέσεων και σχέσεις αυτών με τον ΟΤΕ Άρθρο 8. Τηλετυπικές επικοινωνίες - Τηλετυπικές περιοχές. Τηλετυπική επικοινωνία είναι η προσωρινή σύνδεση δύο τηλετύπων για την ανταλλαγή έγγραφης ανταποκρίσεως μέσω του τηλετυπικού δικτύου. 1.Ολόκληρη η χώρα διαιρείται σε τηλετυπικές περιοχές, που καθορίζονται από το Βασικό Σχέδιο του τηλετυπικού δικτύου. 2.Κάθε συνδρομητής TELEX συνδέεται στο τηλετυπικό Κέντρο που εξυπηρετεί την τηλετυπική περιοχή στην οποία ανήκει. 3.Οι επικοινωνίες TELEX πραγματοποιούνται αυτομάτως ή χειροκινήτως κατά την κρίση του ΟΤΕ και ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά. Άρθρο 9. Οργανωμένα τηλετυπικά δίκτυα Σύνδεση συνδρομητών σε τηλετυπικά Κέντρα. 1.Το τηλετυπικό δίκτυο θεωρείται οργανωμένο μέχρι τα όρια στα οποία εκτείνεται το οργανωμένο τοπικό δίκτυο των τερματικών τηλεφωνικών Κέντρων της περιοχής αυτής. Σε περίπτωση τερματικού τηλεφωνικού Κέντρου, στην περιοχή του οποίου δεν υπάρχει οργανωμένο τοπικό τηλεφωνικό δίκτυο, το τηλετυπικό δίκτυο θεωρείται οργανωμένο μέχρι την έδρα του Κέντρου αυτού. 2.Καταρχήν κάθε συνδρομητής TELEX συνδέεται στο τηλετυπικό Κέντρο της περιοχής του μέσω του τερματικού τηλεφωνικού Κέντρου στην περιοχή του οποίου αυτός είναι εγκατεστημένος. Εν τούτοις είναι δυνατή, κατά την κρίση του ΟΤΕ, η σύνδεση του συνδρομητή στο τηλετυπικό Κέντρο της περιοχής του, μέσω άλλου τερματικού τηλεφωνικού Κέντρου.
272
1. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 24 Δεκ. 1927/26 Ιαν. 1928 Περί διεξαγωγής δοκιμασίας προς χορήγησιν αδειών εξασκήσεως επαγγέλματος οινολόγου. Βλέπε ήδη Β.Δ. 374/1970 (κατωτ. αριθ. 3).
280
11. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Τ.2543/91/Β.0019 της 8/20 Απρ.1992 (ΦΕΚ Β΄ 276) Διαδικασία προσωρινής εξόδου και επανεισαγωγής των ταξινομημένων στη χώρα μας αυτοκινήτων οχημάτων. Καταργήθηκε, όπως είχε τροποποιηθεί από το άρθρο μόνο της με αριθ. Τ.7229/255.π.ε./14-30 Ιουλ.1997 (ΦΕΚ Β΄642), απόφ. Υφυπ. Οικονομικών, από την με αριθ.Τ.3661/73/Β0019/11-27 Αυγ.2003 (ΦΕΚ Β΄1220), απόφ. Υπ. Οικονομίας και Οικονομικών. (Αντί για τις σελ. 262,03(γ)-262,06(α) Σελ. 262,03(δ) Τεύχος -Σελ. Διεθνείς Συμβάσεις για τα αυτοκίνητα 21.Ε.ζ.7-11
301
56. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 692 της 15/26 Σεπτ. 1978 (ΦΕΚ Α' 159) Περί του τρόπου διαθέσεως, εκποιήσεως και διαχειρίσεως των εκτυπουμένων τόμων αποφάσεων και ευρετηρίων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Έχοντες υπόψη: το άρθρον 63 παρ. 2 του Ν.Δ. 170 του 1973 "περί του Συμβουλίου της Επικρατείας" και την υπ' αριθ. 649/1978 γνώμην του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του επί της Δικαιοσύνης Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον 1. Η μέριμνα δια την διάθεσιν, εκποίησιν και την εν γένει διαχείρισιν των εκτυπουμένων κατ' έτος εις ιδίους όρους αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και του ευρετηρίου αυτών, ανατίθεται εις τριμελή επιτροπήν εκ δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, συγκροτουμένην επί τριετεί θητεία δι' αποφάσεως του Προέδρου του Συμβουλίου. Άρθρον 2. 1.Αι σειραί των εκδιδομένων κατ' έτος τόμων των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως και τα ετήσια ευρετήρια αυτών διατίθενται υπό του εντεταλμένου προς τούτο υπό της ανωτέρω Επιτροπής υπαλλήλου της γραμματείας του δικαστηρίου επί πληρωμή και δη ουχί πλέον της μιας σειράς εις έκαστον αγοραστήν. (Αντί για τις σελ. 104,237-104,242(α) Σελ. 104,237(α) Τεύχος Η101-Σελ. 5 Συμβούλιο Επικρατείας 6.ΑΑ.α.54-56 2.Η αξία εκάστου τόμου αποφάσεων ή ευρετηρίου καθορίζεται εκάστοτε υπό της ως άνω Επιτροπής Διαχειρίσεως εις ύψος υπερκαλύπτον το κόστος της εκτυπώσεώς των. Η Επιτροπή, δικαιούται να προβαίνη, κατ' εκτίμησιν των συνθηκών, εις αναθεώρησιν των τιμών πωλήσεως. 3.Το αντίτιμον της πραγματοποιουμένης εκάστοτε πωλήσεως περιέχεται εις το Δημόσιον Ταμείον. Άρθρον 3. Εκ των εκτυπουμένων εκάστοτε τόμων διατίθενται δωρεάν: α)Δύο σειραί εις άπαντα τα Υπουργεία, της μιας εξ αυτών προοριζομένης δια την διεύθυνσιν διοικητικού και της ετέρας δια την νομικήν υπηρεσίαν. β)Μία σειρά δι' εκάστην Νομαρχίαν, αποστελλομένη απ' ευθείας εις ταύτας. γ)Μία σειρά δι' έκαστον των δικαστικών λειτουργών των υπηρετούντων εις το Συμβούλιον της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. δ)Μία σειρά δι' έκαστον ανώτατον εκπαιδευτικόν ίδρυμα. ε)Ανά μία σειρά δια τας βιβλιοθήκας της Βουλής, του Αρείου Πάγου, του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, της Εθνικής Βιβλιοθήκης και την Βιβλιοθήκην του Υπουργείου Δικαιοσύνης. στ)Οκτώ σειραί δια την βιβλιοθήκην του Συμβουλίου της Επικρατείας. ζ)Μία σειρά εις εκείνα εκ των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δια τα οποία η ως άνω Επιτροπή ήθελε κρίνει επιβεβλημένην την δωρεάν διάθεσιν. Άρθρον 4 Εκ των εκτυπουμένων τόμων εκάστου έτους διαφυλλάσσονται εκατόν τουλάχιστον σειραί αποφάσεων μετά των αντιστοίχων ευρετηρίων ως απόθεμα προοριζόμενον αποκλειστικώς δια τους νεοδιοριζομένους Εισηγητάς του Συμβουλίου της Επικρατείας. Σελ. 104,238(α) Τεύχος Η101-Σελ. 6 6.ΑΑ.α.56 Συμβούλιο Επικρατείας
225
57. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ Αριθ. Φ.415/ΑΔ. 831520 σ.225 της 17/24 Δεκ.1997 (ΦΕΚ Β΄11490 Καθορισμός Οργανικών Θέσεων Εθελοντών Μακράς Θητείας.
80
18. ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ ΥΠ. ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ της 26 Μαΐου/5 Ιουν. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 121) Περί ισχύος της μετά του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ελλάδος συναφθείσης την 30ήν Νοεμ. 1926 Συμφωνίας περί πιστοποιητικών καταμετρήσεως χωρητικότητος πλοίων και εις τας μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και του Βασιλείου της Τόγκα σχέσεις. Το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών ανακοινοί ότι η Κυβέρνησις του Βασιλείου της Τόγκα, δια της από 18 Ιουν. 1970 ρηματικής διακοινώσεώς της προς άπαντα των μέλη των Ηνωμένων Εθνών, είχε δεχθή την συνέχισιν της ισχύος ωρισμένων Συμβάσεων συναφθεισών εις το παρελθόν μετά της Μεγάλης Βρεταννίας και αι οποίαι επεκτείνοντο και επί του άλλοτε υπό αποικιακήν διοίκησιν εδάφους της Τόγκαμέχρι της 4 Ιουν. 1970. Ήδη δια των ανταλλαγεισών μεταξύ του Βασιλείου της Τόγκα και του Βασιλείου της Ελλάδος από 17 Ιαν. 1973 και 4 Απρ. 1973 αντιστοίχως ρηματικών διακοινώσεων συνεφωνήθη η συνέχισις της ισχύος της μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και του Ηνωμένου Βασιλείου συναφθείσης την 30ήν Νοεμ. 1926 Συμφωνίας περί πιστοποιητικών καταμετρήσεων χωρητικότητος πλοίων και εις τας μεταξύ των δύο Κρατών σχέσεις. (Αντί της σελ. 89) Σελ. 89(α) Τεύχος 567-Σελ. 1 Αναγνώριση Ξένων καταμετρήσεων 19.Α.ε.18 19.Α.ε.18 Αναγνώριση Ξένων καταμετρήσεων
275
4. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ.83767/3927 της 16/25 Σεπτ. 1964 (ΦΕΚ Β΄ 398) Περί της συνθέσεως Επιτροπών πτυχιακών εξετάσεων. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις του άρθρ. 8 του Νόμ. 4346/1964 «περί οργανώσεως υπηρεσιών προστασίας και εξυπηρετήσεως των εν Γερμανία εργαζομένων Ελλήνων και άλλων τινών οργανισμών Κοινωνικής Πολιτικής διατάξεων», εν συνδυασμώ προς τας διατάξεις του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 4352/1964 «περί διατάξεων αφορωσών τους δημοσίους υπαλλήλους ως και περί καταργήσεως Συμβουλίων, Επιτροπών των Δημοσίων Υπηρεσιών κ.λπ.», αποφασίζομεν: 1.Αι υπό των οικείων υπουργικών αποφάσεων προβλεπόμεναι κατά ειδικότητας ή κλάδους επαγγελμάτων Επιτροπαί Πτυχιακών Εξετάσεων των αποφοίτων των Σχολών Μαθητείας, συντίθενται από της ισχύος της παρούσης ως κάτωθι: «α)Εκ δύο υπαλλήλων του Υπουργείου Εργασίας, εξ ων ο Πρόεδρος ορίζεται ο αρχαιότερος. β)Εξ ενός εκπροσώπου των εργοδοτών γ)Εξ ενός εκπροσώπου των εργαζομένων Εισηγητής ορίζεται υπάλληλος του Υπουργείου Εργασίας και Γραμματεύς ωσαύτως υπάλληλος του Υπουργείου Εργασίας. Η αρμοδιότης αυτών ορίζεται η υπό των κειμένων διατάξεων προβλεπομένη τοιαύτη». Η σύνθεσις της Επιτροπής και δια τας 4 περιφερείας της χώρας ωρίσθη ως άνω δια της υπ’ αριθ. 79901/4285 της 19 Ιουλ. 1967 αποφ. Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως και Υπ. Εργασίας. (τόμ. 15 σελ. 32,06). 2.(Τα δύο πρώτα εδάφια, αφορώντα τον διορισμόν Προέδρου και εκπροσώπου του Υπουργείου Εργασίας, αντικατεστάθησαν δια της ως άνω νέας συνθέσεως). Ως εκπρόσωποι των υπό στοιχ. β΄ και γ΄ τάξεων ορίζονται υπό του Υπουργού Εργασίας πρόσωπα ανωτέρας ή μέσης τεχνικής καταρτίσεως και έχοντα πείραν εις τον επαγγελματικόν κλάδον δι’ ον ενεργείται η εξέτασις. 3.Απάντων των μελών ορίζονται αναπληρωταί έχοντες τας ιδιότητας των αναπληρουμένων. 4.Η συγκρότησις των κατά τα ανωτέρω Επιτροπών Πτυχικακών Εξετάσεων γίνεται δι’ αποφάσεων του Υπουργού Εργασίας, δημοσιευομένων δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 5.Κατά τα λοιπά ισχύουν και εφαρμόζονται αι εν προκειμένω σχετικαί κανονιστικαί και υπουργικαί αποφάσεις ημών. 6.Η παρούσα ισχύει από της δημοσιεύσεώς της δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως.
139
42. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 226 της 20/29 Μαρτ. 1967 (ΦΕΚ Α΄ 41) Περί υπαγωγής εις την αρμοδιότητα του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας υποθέσεων υπαγομένων εις την αρμοδιότητα της Ολομελείας. Έχοντες υπ' όψει: 1)τα άρθρ. 22 παρ. 3, 4 και 6 του Β.Δ. υπ' αριθ. 92/1961 "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί Συμβουλίου Επικρατείας ισχυουσών διατάξεων" και 2)σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου της Επικρατείας, διατυπωθείσαν εν τω υπ' αριθ. 12/1967 πρακτικώ αυτού εν Ολομελεία και Συμβουλίω, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.- Από 1 Μαΐου 1967 υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Γ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας αι κάτωθι κατηγορίαι υποθέσεων, υπαγόμεναι μέχρι τούδε εις την αρμοδιότητα της Ολομελείας: α)Αιτήσεις ακυρώσεως κατά διορισμών των εν άρθρ. 22, παρ. 3 εδάφ. β΄ του υπ' αριθ. 92/1961 Β.Δ/τος "περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί Συμβουλίου της Επικρατείας ισχυουσών διατάξεων" προσώπων. β)Αιτήσεις ακυρώσεως κατά διορισμών εντάξεων, μονιμοποιήσεων και πάσης εν γένει μεταβολής καταστάσεως υπαλλήλων υπηρετούντων επί συμβάσει ιδιωτικού δικαίου, είτε εν δημοσίαις υπηρεσίαις είτε εν υπηρεσίαις νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. γ)Αιτήσεις ακυρώσεως κατά μεταβολών καταστάσεως εφέδρων αξιωματικών. δ)Αιτήσεις ακυρώσεως κατά πράξεων σχετικών με εισαγωγήν εις Στρατιωτικάς Σχολάς εν γένει.
225
39. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1280 της 31 Αυγ./2 Σεπτ. 1982 (ΦΕΚ Α΄ 108) Παραχώρηση αγροτικών εκτάσεων ιδιοκτησίας Δημοσίας Επιχειρήσεως Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ). Άρθρ.1.-1.«Αγροτικές εκτάσεις που αποκτώνται με οποιονδήποτε τρόπο από τη Δ.Ε.Η. για κατασκευή υδροηλεκτρικών έργων και παύουν να είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των σκοπών της, μεταβιβάζονται κατά κυριότητα στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Δ.Ε.Η., που εγκρίνεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης.» Το μέσα σε «» πρώτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 9 Νόμ. 2941/12-12 Σεπτ. 2001 (ΦΕΚ Α΄201) κατωτ. αριθ. 87. Η μεταβίβαση πραγματοποιείται με αποδοχή της απόφασης από τους Υπουργούς Οικονομικών και Γεωργίας που μεταγράφεται στα οικεία βιβλία μεταγραφών. Η κατά την παρούσα παράγραφο παραχώρηση απαλλάσσεται από κάθε φόρο ή τέλος υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου. 2.Οι εκτάσεις που σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο παραχωρούνται στο Δημόσιο μπορούν: α)να διατίθενται σε ακτήμονες ή, σύμφωνα με τις διατάξεις της αγροτικής νομοθεσίας, σε γεωργικούς ή κτηνοτροφικούς συνεταιρισμούς, για ομαδική καλλιέργεια ή άλλη ομαδική γεωργική εκμετάλλευση, β)να κηρύσσονται ολόκληρες ή τμήματα αυτών αναδασωτέες δασικές εκτάσεις, σε περίπτωση που δεν είναι κατάλληλες για γεωργική ή κτηνοτροφική εκμετάλλευση, γ)να διατίθενται τμήματα αυτών για οικιστική αποκατάσταση των μελών των γεωργικών και κτηνοτροφικών συνεταιρισμών και των ακτημόνων στους οποίους διατίθεται η εκμετάλλευση των εκτάσεων, καθώς και άλλων ατόμων που εγκαθίστανται μόνιμα στον οικισμό, για την εξυπηρέτηση των αναγκών της λειτουργίας του οικισμού και δ)να διατίθενται στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης για χρήσεις που εξυπηρετούν τους σκοπούς τους. Άρθρ.2.-1.Αγροτικές εκτάσεις που αποκτήθηκαν από τη Δ.Ε.Η. για υδροηλεκτρικά έργα προς αποτροπή ενδεχόμενων κινδύνων πλημμύρας ή κατολίσθησης μπορούν να παραχωρούνται προσωρινά για χρήση στο Δημόσιο με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΗ εγκρινόμενη από τον Υπουργό Ενεργείας και Φυσικών Πόρων. Οι εκτάσεις που μπορούν να παραχωρηθούν είναι εκείνες της ζώνης μεταξύ των υψομέτρων της ανώτατης στάθμης λειτουργίας και της ανώτατης στάθμης πλημμυρών. 2.Οι εκτάσεις της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να παραχωρούνται από το Δημόσιο σε ακτήμονες ή σε αγροτικούς ή κτηνοτροφικούς συνεταιρισμούς ή σε κτηνοτρόφους ή καλλιεργητές για προσωρινή χρήση και χωρίς αντάλλαγμα, με αποκλειστικό σκοπό τη βοσκή ή καλλιέργεια, ή να κηρύσσονται ολόκληρες ή τμήματα αυτών αναδασωτέες. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της ΔΕΗ. Η ανέγερση οποιουδήποτε μόνιμου ή προσωρινού κτίσματος για κατοικία ή και προσωρινή διαμονή απαγορεύεται. Οι παραβάτες τιμωρούνται σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα και τα κτίσματα κατεδαφίζονται κατά τη διαδικασία κατεδάφισης αυθαιρέτων. Άρθρ.3.-Με Π. Δ/τα εκδιδόμενα με πρόταση των υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας ορίζονται ο τρόπος και οι όροι της παραχώρησης των κατά το άρθρ. 2 του παρόντος εκτάσεων σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προβλέπονται στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου, καθώς επίσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος. «Άρθρ.3Α.-1.Μετά την παραχώρηση στο Δημόσιο των εκτάσεων που αναφέρονται στα άρθρ. 1 και 2, καθώς και σε περίπτωση παραχώρησης από τη Δ.Ε.Η., σύμφωνα με όρους που αποφασίζει η ίδια, της χρήσης για αξιοποίηση ή εκμετάλλευση τεχνητών λιμνών, και παρόχθιων περιοχών των υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεών της, η Δ.Ε.Η. και το προσωπικό της ευθύνονται για βαριά αμέλεια, για ατυχήματα σε πρόσωπα ή για υλικές ζημίες λόγω ανόδου της στάθμης των υδάτων ή κατολισθήσεων μέσα στις παραπάνω εκτάσεις. (Αντί για τη σελ. 224,307(α) Σελ. 224,307(β) Τεύχος 1406 Σελ. 13 Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού 13.Δ.η.38-39 2.Για ατυχήματα και ζημίες της προηγουμένης παραγράφου το Δημόσιο και το προσωπικό που υπηρετεί σ’ αυτό δεν ευθύνεται σε περίπτωση, που το Δημόσιο διέθεσε τις παραπάνω εκτάσεις των άρθρ. 1 και 2 του παρόντος, σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα». Το άρθρ. 3Α προστέθηκε από την παρ. 1 άρθρ. 16 Νόμ. 1682/14-16 Φεβρ. 1987 (ΦΕΚ Α΄ 14), τόμ. 13Β σελ. 829. Άρθρ.4.-(Προστίθενται εδάφια στην παρ. 1 άρθρ. 39 Νόμ. 669/1977, τόμ. 13Α σελ. 648,05). Άρθρ.5.-Ο νόμος, αυτός θα ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
192
40. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 243100 της 8/8 Ιουλ. 1952 Περί καθορισμού του ειδικού επιδόματος του Νόμ. 2142/1952 «περί παροχής επιδόματος εις τους δικαστικούς λειτουργούς.
70
189.ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 69032/1831 της 8/16 Ιουλ1987 (ΦΕΚ Β΄ 366) Ρύθμιση θεμάτων που προέκυψαν στις εξοφλήσεις των επιταγών Ν.Δ. 326/69 το διάστημα αλλαγής του χρόνου εμφάνισης των επιταγών αυτών για εξόφληση. 190. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. 145/205 της 16 Φεβρ./11 Μαρτ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 113) Επέκταση διατάξεων του Νόμ. 1505/84 στους συνταξιούχους του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων αρμοδιότητας Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρ. 10 του Νόμ. 1694/87 (ΦΕΚ 35/τ. Α΄/13.3.1987. 2.Τα άρθρ. 23, παρ. 1 στοιχ. στ΄, παρ. 24 παρ. 1 και 2 στοιχ. γ΄, 26 παρ. 1 και 27 παρ. 1 στοιχ. δ΄ του Νόμ. 1558/1985 (ΦΕΚ 137/26.7.85, τ.Α΄). 3.Τη 1358/2.10.1987 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοιν. Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 535/5.10.87, τ. Β΄). 4.Τις διατάξεις του Π.Δ. 303/84 (ΦΕΚ 110). 5.Τη γνώμη του διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων αρμοδιότητας Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών που διατυπώθηκε στη 43/23.11.87 συνεδρίασή του, αποφασίζουμε : (Αντί για τη σελ. 90,807) Σελ. 90,807(α) Τεύχος Ι-9-Ι Σελ. 71 Πολιτικές και Στρατιωτικές Συντάξεις 29.Β.α.188-190 1.Οι διαφορές που θα προκύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 12 και 13 του άρθρ. 10 του Νόμ.1694/87 και του επανυπολογισμού των συντάξεων καταβάλλει το Ταμείο Αρωγής υπαλλήλων αρμοδιότητας Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών (Τ.Α.Υ.Υ.Κ.Υ.) στους συνταξιούχους του, οι οποίοι αποχώρησαν από την υπηρεσία πριν από τις 30.4.1985, καταβάλλονται από 1.7.1988. 2.Η παρούσα να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
357
35. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ. 58 της 12/25 Ιαν. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 13) Περί τροποποιήσεως του αναλυτικού προγράμματος του μαθήματος της Βιολογίας της Τρίτης (Γ) τάξεως Λυκείου Γενικής Κατευθύνσεως. (Καταργήθηκε από το άρθρ. 8 Π.Δ. 826/1979 (ΦΕΚ Α΄ 240), κατωτ. αριθ. 42).
41
192. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 416 της 23/30 Νοεμ. 1990 (ΦΕΚ Α΄ 162) Σύσταση Γενικών Διευθύνσεων στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.). Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 78, παρ. 1, 4 και 5 του Νόμ. 1892/1990 «Για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη και άλλες διατάξεις» (101/Α). 2.Την αριθ. 549/1990 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας με πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εργασίας, αποφασίζουμε: Άρθρο μόνο.-1.Στον Οργανισμό Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού συνιστώνται οι ακόλουθες Γενικές Διευθύνσεις: α)Γενική Διεύθυνση Εργατικού Δυναμικού, που συγκροτείται από τις Διευθύνσεις: (αα)Επαγγελματικού Προσανατολισμού. (ββ)Μαθητείας και Επαγγελματικής Καταρτίσεως Ενηλίκων. (γγ)Προγραμμάτων και Μέσων Διδασκαλίας. (δδ)Απασχολήσεως (εε)Ασφαλίσεως (στ)Υπηρεσία Διεθνών Σχέσεων (ζ)Υπηρεσίας Επαγγελματικής Αποκατάστασης Ατόμων με ειδικές ανάγκες. (η)Γραφείου Ίσων Ευκαιριών. β)Γενική Διεύθυνση Υποστηρίξεως, που συγκροτείται από τις Διευθύνσεις: (αα)Μελετών και Οργάνωσης (ββ)Διοικητικού (γγ)Οικονομικών Υπηρεσιών (δδ)Προμηθειών (εε)Τεχνικών Υπηρεσιών (στ)Μηχανογραφίας (ζ)Υγειονομικής Υπηρεσίας (η)Υπηρεσίας Στατιστικής Οι Γενικές αυτές Διευθύνσεις προγραμματίζουν τη δραστηριότητα, συντονίζουν τη λειτουργία των επί μέρους υπηρεσιακών μονάδων που υπάγονται σ’ αυτές για την πραγματοποίηση των στόχων που περιγράφονται στις διατάξεις του Β.Δ. 405/71 «Περί Οργανώσεως συγκροτήσεως και λειτουργίας των Υπηρεσιών του Ο.Α.Ε.Δ.» και γενικά ασκούν το έργο που ο νόμος αναθέτει στους Γενικούς Διευθυντές. «2.Στις Γενικές Διευθύνσεις της προηγούμενης παραγράφου προΐστανται Γενικοί Διευθυντές υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού και ΠΕ2 Ειδικών Επιστημόνων.». Η παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρο μόνο του Π.Δ. 78/3-18 Μαρτ. 1993, (ΦΕΚ Α΄ 34). (Αντί για τη σελ. 98,711) Σελ. 98,711(α) Τεύχος 1294-Σελ. 81 Ασφάλιση κατά της Ανεργίας Οργ/σμός Απασ/σης Εργατ/κού Δυν/κού (Ο.Α.Ε.Δ.) 15.Γ .β.190-192
44
100. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 207 της 18/26 Μαρτ. 1971 (ΦΕΚ Α' 61) Περί επεκτάσεως των διατάξεων του Ν.Δ. 533/1970 επί των Ν.Π.Δ.Δ. αρμοδιότητος Υπουργείου Δημοσίων Έργων. Έχοντες υπ' όψιν: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 7 παρ. 2 του Ν.Δ. 533/1970 «περί προαγωγής υπαλλήλων και καταργήσεως της διακρίσεως των κλάδων εις κεντρικούς και περιφερειακούς». 2.Την υπ' αριθ. 23675/10.7.1970 (ΦΕΚ 477/11.7.70 Β' τεύχος) απόφασιν του Πρωθυπουργού ως Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως. 3.Την υπ' αριθ. 49/1971 σύμφωνον γνωμοδότησιν του Α.Σ.Δ.Υ. 4.Την υπ' αριθ. 84/1971 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων Αναπληρωτού του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Δημοσίων Έργων Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-Αι διατάξεις του Ν.Δ. 533/1970 «περί προαγωγής υπαλλήλων και καταργήσεως της διακρίσεως των κλάδων εις κεντρικούς και περιφερειακούς», επεκτείνονται επί των υπό την εποπτείαν του Υπουργείου Δημοσίων Έργων τελούντων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου. Το Ν.Δ. 533/1970 παρατίθεται εν τόμ. 2Α σελ. 316, 42. Εις τον Ημέτερον επί των Δημοσίων Έργων Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
20
43. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. 11674 της 28 Ιουλ./12 Αυγ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 672) Περί των διδασκομένων και εξεταζομένων μαθημάτων εις την Πολυτεχνικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
197
7. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1387 της 22 Μαΐου/5 Ιουν. 1942 Περί διαθέσεως ειδών εις τους αγροτικούς πληθυσμούς επ’ ανταλλαγή γεωργικών προϊόντων. (Προσωρινής ισχύος). Σελ. 307 Προώθηση Γεωργικής Παραγωγής-ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε 16.Δ.α.6-7
108
15. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 614 της 15/18 Ιουλ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 163) Περί υπαγωγής εις τας διατάξεις του νόμ. 505/1976 των φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων ενίων Δήμων. Έχοντες υπ' όψει: 1.Τας διατάξεις του άρθρ. 5 του Νόμ. 505/1976 "περί υπαγωγής εις τα Τακτικά Φορολογικά Δικαστήρια των Φορολογικών Διαφορών Δήμων και Κοινοτήτων και της μετονομασίας τούτων εις Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια". 2.Την υπ' αριθ. 517/1980 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των επί της Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υπουργών, απεφασίσαμεν: Άρθρον μόνον.1.Εις τας διατάξεις του Νόμ. 505/1976 "περί υπαγωγής εις τα Τακτικά Δικαστήρια των Φορολογικών Διαφορών Δήμων και Κοινοτήτων και της μετονομασίας τούτων εις Τακτικά Διοικητικά Δικαστήρια", υπάγεται και η επίλυσις των εν τη παρ. 1 του άρθρ. 1 του Νόμου τούτου φορολογικών διαφορών και αμφισβητήσεων Δήμων πληθυσμού άνω των 7.000 κατοίκων. 2.Αι διατάξεις του άρθρ. 6 του Νόμ. 505/1976 έχουν εφαρμογήν και επί των μέχρι της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος ασκηθεισών προσφυγών, εφέσεων και αναιρέσεων. 3.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της 16ης Σεπτ. 1980.
225
8. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 117000 της 23/30 Ιουν. 1965 (ΦΕΚ Β΄ 393) Περί καθορισμού ημερών αναπαύσεως του προσωπικού των Γενικών Δ/νσεων Ταχυδρομείων, Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομ. Ταμιευτηρίου. Παρατίθεται ανωτ. σελ. 40,04.
203
114. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 2115. 3/2/96 της 13 Ιουν. /1 Ιουλ. 1996 (ΦΕΚ Β΄ 510) «Κύρωση Κανονισμού Εισαγωγής Σπουδαστών στις ΑΔΣΕΝ». Τροποποιήθηκε από την Μ. 2115. 3/2/98/14 Απρ. –7 Μαΐου 1998 (ΦΕΚ Β΄ 432), απόφ. Υπ. Εθν. Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εμπορ. Ναυτιλίας, (Διόρθ. Σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄ 557της 4 Ιουν. 1998).
128
4. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 23 Οκτ./10 Νοεμ. 1923 (ΦΕΚ Α΄ 325) Περί τροπ. και συμπλ. του από 4/14 Απρ.1923 Β.Δ/τος περί διαθέσεως της Ναξίας σμύριδος. Άρθρ.1.-(Τροποποιείται το άρθρ. 6 του Β.Δ. 4/14 Απρ. 1923, όπερ κατηργήθη δια του Β.Δ. 27 Μαΐου/4 Ιουν. 1953). Άρθρ.2.-Εν τέλει του άρθρ. 14 του αυτού Β.Δ/τος προστίθενται τα εξής: Τα μεγέθη εκάστης των ποιοτήτων Ναξίας σμύριδος ορίζονται ως εξής: 1)Εξαιρετική ποιότης μεγάλα τεμάχια δράμια 300 και άνω. 2)Εξαιρετική ποιότης μικρά τεμάχια δράμ. 75 έως 300. 3)Πρώτη ποιότης μεγάλα τεμάχια δράμ. 200 και άνω. 4)Πρώτη ποιότης μικρά τεμάχια δράμ. 25 έως 200. Σελ. 658 5)Δευτέρα ποιότης μεγάλα τεμ. δράμ. 200 και άνω. 6)Δευτέρα ποιότης μικρά τεμάχ. δράμ. 25 έως 200. 7)Σμύρις Κωξακής δράμια 400 και άνω. 8)Τρίτη ποιότης μεγάλα τεμάχ. δράμ. 300 και άνω. 9)Θραύσματα σμύριδος δράμ. 5-25. Το παρόν Δ/μα ισχύει από της ημέρας της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η δε εκτέλεσις και δημοσίευσις αυτού επαφίεται εις τον επί της Εθνικής Οικονομίας Υπουργόν. Το άρθρ. 2 διετηρήθη εν ισχύϊ δια του άρθρ. 4 Β.Δ. 27 Μαΐου/4 Ιουν. 1953. 13.Μ.ι.3-4 Ναξιώτικη Σμύριδα
0
33. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ Αριθ. 111/4/16λα της 10/14 Μαΐου 1977 (ΦΕΚ Β΄ 447) Περί ελέγχου και παρακολουθήσεως της οργανώσεως Πολιτικής Αμύνης τινών των, εν τω Νομώ Αττικής, Δημοσίων Ανεξαρτήτων Ιδρυμάτων (ΔΑΙ) υπό των αρμοδίων κατά περίπτωσιν Υπουργείων. Καταρήθη δια της υπ’ αριθ. 111/1978 (κατωτ. αριθ. 35) ομοίας. (Αντί για τη σελ. 372,01(α) Σελ. 372,01(β) Τεύχος Θ13- Σελ. 45 Πολιτική Επιστράτευση-Παλλαϊκή Άμυνα 36.Ε.α.32-33
271
13. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ Αριθ.1208 της 18/22 Φεβ. 1972 (ΦΕΚ Β΄159) Περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων του Πρωθυπουργού προς ενάσκησιν εις τον Επίτροπον Διοικήσεως. (Κατηργήθη δια του άρθρ.1 Ν.Δ. 16/1974, κατωτ.αριθ.14). (Αντί των σελ. 116,23(β)-116,308(α) Σελ. 116,23(γ) Τεύχος 538 – Σελ 25 Κοινωνικός Έλεγχος Διοίκησης - Αντιγραφειοκρατικά Μέτρα - Εκκαθάριση Αρχείων 1.Ε.ζ.2-13
134
82. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 301 της 17 Ιουλ./2 Αυγ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 110) «Μεταβίβαση αρμοδιότητας χορήγησης κανονικών και αναρρωτικών αδειών, καθώς και αδειών κυήσεως και τοκετού, στο προσωπικό της Γραμματείας των Δικαστηρίων, εν γένει, και Εισαγγελιών». Έχοντας υπόψη: 1.Τη διάταξη του άρθρ. 183 του Ν.Δ. 1025/71 «περί Κώδικος Καταστάσεως Δικαστικών Υπαλλήλων». 2.Τη διάταξη του άρθρ. 11 του Νόμ. 965/79 «περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών των δικαστικών υπαλλήλων». 3.Τη γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας αριθ. 300/1984, μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, αποφασίζουμε: (Αντί για τις σελ. 208,407(α)-208,412) Σελ. 208,407(β) Τεύχος 1361 Σελ. 47 Γραμματεία των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών 6.Β.ε.78-82 Άρθρο μόνον.-Η αρμοδιότητα χορήγησης κανονικών και αναρρωτικών αδειών, καθώς και αδειών κυήσεως και τοκετού, στο προσωπικό της Γραμματείας των Δικαστηρίων, εν γένει, και Εισαγγελιών του Κράτους, μεταβιβάζεται ως εξής: Α.α)Στον Πρόεδρο κάθε Δικαστηρίου, για το προσωπικό της Γραμματείας του. βΣτον Εισαγγελέα, για το προσωπικό της Γραμματείας της Εισαγγελίας. γ)Στον Πταισματοδίκη, για το προσωπικό της Γραμματείας του Πταισματοδικείου, και σε περίπτωση που δεν υπάρχει ή απουσιάζει, στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. δ)Στον Ειρηνοδίκη, για το προσωπικό της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου, και σε περίπτωση που δεν υπάρχει ή απουσιάζει, στον αρμόδιο Πρόεδρο Πρωτοδικών, και Β.Στο Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας επί των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, για το προσωπικό της Γραμματείας του. Σελ. 208,408(β) Τεύχος 1361 Σελ. 48 6.Β.ε.82 Γραμματεία των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών
324
7. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. Η. 1577/35 της 15 Οκτ./3 Νοεμ. 1964 (ΦΕΚ Β΄ 488) Περί εφαρμογής των υπ’ αριθ. Α. 1454/22/13.3.61 και Π. 10074/25.7.62 αποφάσεων και επί εφοδίων αποστελλομένων εξ Ηρακλείου εις ετέρους λιμένας της Κρήτης. (Αντί για τις σελ. 325(α)-334,10(α) Σελ. 325(β) Τεύχος Ζ82-Σελ. 93 Εφοδιασμός Πλοίων 19.Γ.η.1-7
75
22.ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 471 (Διορθ. Ημαρτ. εν ΦΕΚ Α΄171 της 18 Αυγ. 1975) της 1/23 Ιουλ. 1975 (ΦΕΚ Α΄148) Περί της διαδικασίας της εκκαθαρίσεως και εντολής πληρωμής των εξόδων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, της επιλύσεως ανακυπτουσών αμφισβητήσεων μεταξύ διατακτών και υπηρεσιών εκκαθαρίσεως και εντολής πληρωμής των δαπανών, ως και περί του τύπου των χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής. Έχοντες υπ’ όψιν: α)Το άρθρ. 13 παρ. 6 του υπ’ αριθ. 496/74 Ν.Δ/τος «περί Λογιστικού των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου», και β)Την υπ’ αριθ. 254 από 11 Απρ. 1975 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί των Οικονομικών Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Η εκκαθάρισις των εξόδων των Ν.Π.Δ.Δ., ήτοι ο προσδιορισμός των δικαιωμάτων των πιστωτών αυτών, ενεργείται υπό της Οικονομικής Υπηρεσίας του Ν.Π.Δ.Δ. ή της παρ’ αυτώ Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων, επί τη συγκεντρώσει παρ’ αυταίς, δικαιολογητικών στοιχείων, τεθεωρημένων υπό του οικείου διατάκτου ή του υπ’ αυτού εξουσιοδοτημένου οργάνου, αυτεπαγγέλτως δε, οσάκις υπάρχουν παρά ταις Υπηρεσίαις ταύταις, πλήρη δικαιολογητικά, αποδεικνύοντα τα δικαιώματα των πιστωτών. Σελ. 126,9146 Τεύχος 580-Σελ. 22 2.Ο προσδιορισμός των δικαιωμάτων των πιστωτών του Ν.Π.Δ.Δ. ενεργείται δια πράξεως, συντασσομένης επί της συνοδευούσης τα οικεία δικαιολογητικά αναλυτικής καταστάσεως, εμφαινούσης, ολογράφως και αριθμητικώς, το εκκαθαριζόμενον χρηματικόν ποσόν. Η πράξις αύτη μονογράφεται υπό των Υπηρεσιακών οργάνων, των συμπραττόντων εις τον έλεγχον των δικαιολογητικών, υπογράφεται δε υπό του προϊσταμένου της εκκαθαριζούσης την δαπάνην υπηρεσίας. 3.Η ευθύνη της πληρότητος και ορθότητος των δικαιολογητικών πάσης εκκαθαριζομένης δαπάνης βαρύνει κατά κύριον λόγον τον ενεργήσαντα τον έλεγχον υπάλληλον και τον Προϊστάμενον του οικείου γραφείου της εκκαθαριζούσης την δαπάνην υπηρεσίας. 4.Επί ενιαίας εκκαθαρίσεως πλειόνων απαιτήσεων, ενός ή περισσοτέρων δικαιούχων επισυνάπτεται εις τα δικαιολογητικά και συγκεντρωτική κατάστασις των αναλυτικών τοιούτων των επί μέρους ποσών. Επί της καταστάσεως ταύτης συντάσσονται αι υπό των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου προβεπόμεναι πράξεις θεωρήσεως και εκκαθαρίσεως της δαπάνης. 5.Εις τα δικαιολογητικά των δαπανών δεν συγχωρείται η ύπαρξις ξεσμάτων ή αλλοιώσεων. Εις περίπτωσιν διορθώσεων επί της πράξεως εκκαθαρίσεως της δαπάνης οι διορθωτέοι αριθμοί ή αι διορθωτέαι λέξεις διαγράφονται δια μιας και μόνης ερυθράς γραμμής, η δε αναγραφή του ορθού γίνεται, ή δια παραπομπής ή και δια παρεγγραφής. Αι διορθώσεις αύται μονογράφονται υπό του εκκαθαρίζοντος την δαπάνην υπαλλήλου. 6.Οσάκις κατά την άσκησιν του ελέγχου διαπιστούνται υπό της Οικονομικής Υπηρεσίας ή της Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων ελλείψεις ή ατέλειαι των δικαιολογητικών, επαναφέρονται ταύτα προς συμπλήρωσιν εις τας αρμοδίας υπηρεσίας. 7.Εν περιπτώσει εκδηλώσεως ασυμφωνίας μεταξύ της αρμοδίας υπηρεσίας και της οικονομικής υπηρεσίας, αύτη επιλύεται υπό του ασκούντος την διοίκησιν του Ν.Π.Δ.Δ. συλλογικού οργάνου, εν περιπτώσει δε ασυμφωνίας, μεταξύ της αρμοδίας υπηρεσίας και της Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων, υπό του Υπουργού των Οικονομικών 25.Β.ε.22 Λογιστικό Ειδικών Ταμείων Ν.Π.Δ.Δ. Άρθρ.10.-1.Οι δευτερεύοντες διατάκται εκδίδουν εις βάρος των μεταβιβαζομένων αυτοίς πιστώσεων, χρηματικά εντάλματα προς πληρωμήν των πιστωτών του Ν.Π.Δ.Δ. 2.Αι, εις έκαστον δευτερεύοντα διατάκτην μεταβιβαζόμεναι αλληλοδιαδόχως, πιστώσεις δια το αυτό οικονομικόν έτος και δια τον αυτόν σκοπόν αθροίζονται και αποτελούν μίαν και την αυτήν πίστωσιν. Άρθρ.11.-1.Εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός, οι δευτερεύοντες διατάκται αποστέλλουν εις την κεντρικήν Οικονομικήν Υπηρεσίαν του Ν.Π.Δ.Δ. ιδίαν κατάστασιν των μεταβιβασθεισών πιστώσεων, αναληφθεισών υποχρεώσεων και ενταλθέντων εξόδων εις βάρος των καθ’ έκαστα πιστώσεων του προϋπολογισμού του Ν.Π.Δ.Δ. βάσει των, κατά τον προηγούμενον μήνα γενομένων εγγραφών εις τα οικεία βιβλία. 2.Παν αριθμητικόν λάθος το οποίον ήθελε διαπιστωθή εις τα βιβλία των δευτερευόντων διατακτών, μετά την εις την κεντρικήν Οικονομικήν Υπηρεσίαν αποστολήν της μηνιαίας καταστάσεως, διορθούται δι’ αναλόγου εγγραφής υπό την χρονολογίαν της ημέρας, καθ’ ην διεπιστώθη, ενημερουμένων σχετικώς των αρμοδίων Υπηρεσιών. Άρθρ.12.-1.Πάσα πίστωσις μεταβιβασθείσα εις δευτερεύοντας διατάκτας, εάν δεν ανακληθή, ισχύει μέχρι της προθεσμίας της οριζομένης υπό της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρ. 8 του Ν.Δ. 496/1974 «περί του Λογιστικού των ΝΠΔΔ». Μετά την προθεσμίαν ταύτην, αι πιστώσεις παύουν να είναι εις την διάθεσιν των δευτερευόντων διατακτών και επανέρχονται αυτοδικαίως εις την διάθεσιν του κυρίου διατάκτου. 2.Ο δευτερεύων διατάκτης, εντός του πρώτου 10ημέρου από της λήξεως της διμήνου παρατάσεως του οικονομικού έτους, προέρχεται εις ενέργειαν πράξεων εν τοις οικείοις βιβλίοις, δι’ ων περιορίζονται αι μεταβιβασθείσαι πιστώσεις εις τα ενταλθέντα ποσά. Μετά ταύτα αποστέλλει εις τον οικείον Πάρεδρον ή Επίτροπον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφ’ όσον ασκείται προληπτικός έλεγχος, και εις την κεντρικήν Οικονομικήν Υπηρεσίαν του Ν.Π.Δ.Δ. ετησίαν απολογιστικήν κατάστασιν, προς ενημέρωσιν των οικείων βιβλίων των. 3.Εάν, εξ οιασδήποτε αιτίας, δεν πρόκειται να γίνη χρήσις του όλου ή μέρους της μεταβιβασθείσης πιστώσεως, αύτη ανακαλείται προ της λήξεως του οικονομικού έτους υπό του κυρίου διατάκτου, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε τη προτάσει του δευτερεύοντος διατάκτου, δι’ εκδόσεως ανακλητικού επιτροπικού εντάλματος. 4.Τα ανακλητικά επιτροπικά εντάλματα συντάσσονται δι’ ερυθράς γραφής και εκδίδονται καθ’ ον τρόπον και τα επιτροπικά τοιαύτα. 5.Ουδεμία μεταβολή των στοιχείων εκδοθέντος Επιτροπικού Εντάλματος συγχωρείται δια διοικητικής πράξεως διαφόρου τύπου. Άρθρ.13.-Τα Ν.Π.Δ.Δ., δέον όπως, πέραν των δια του άρθρ. 24 του Ν.Δ. 496/1974 «περί Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.» οριζομένων λογιστικών βιβλίων, τηρούν υποχρεωτικώς και τα κάτωθι: α)Βιβλίον αναλαμβανομένων υποχρεώσεων, εις το οποίον καταχωρούνται εις ιδίας στήλας, κατά φορέα και κωδικόν αριθμόν, αι υπό του Ν.Π.Δ.Δ. αναλαμβανόμεναι υποχρεώσεις. β)Καθολικόν εις ο καταχωρούνται κατά φορέα και κωδικόν αριθμόν εξόδου, τα εκδιδόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής. γ)Ημερολόγιον δια την κατ’ αύξοντα αριθμόν και χρονολογικήν τάξιν καταχώρησιν των εκδιδομένων χρηματικών ενταλμάτων. δ)Ημερολόγιον δια την κατ’ αύξοντα αριθμόν και χρονολογικήν τάξιν καταχώρησιν των επιτροπικών ενταλμάτων. ε)Βιβλίον δευτερευόντων διατακτών, εις το οποίον καταχωρούνται κατά διατάκτην και κωδικόν αριθμόν εξόδου αι μεταβιβαζόμεναι αυτοίς πιστώσεις, κατά μήνα δε τα ενταλθέντα υπ’ αυτών έξοδα βάσει αποστελλομένων καταστάσεων, συμφώνως τω άρθρ. 11 του παρόντος. ς)Βιβλίον υπολόγων εκ χρηματικών ενταλμάτων προπληρωμής εις το οποίον καταχωρούνται καθ’ υπόλογον τα εκδιδόμενα χρηματικά εντάλματα. ζ)Μητρώον, εμφαίνον αριθμητικώς καθ’ υπηρεσίαν το πάσης φύσεως, κατηγορίας και ιδιότητος προσωπικόν. Τα υπό στοιχ. α΄ και β΄ βιβλία δύναται να τηρώνται ως ενιαίον βιβλίον εγκρίσεων και εντολών πληρωμής. Οι δευτερεύοντες διατάκται τηρούν τα αυτά ως ανωτέρω βιβλία, εξαιρέσει των υπό στοιχ. ε΄ και ζ΄ τοιούτων. Άρθρ. 14-Η ισχύς του παρόντος Π.Δ/τος άρχεται από 1ης Ιαν. 1976. Εις τον Ημέτερον επί των Οικονομικών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος. (Αντί της σελ. 126,9149) Σελ. 126,9149(α) Τεύχος 612-Σελ. 133 Λογιστικό Ειδικών Ταμείων Ν.Π.Δ.Δ. 25.Β.ε.22 Άρθρ.2.-1.Εξαιρέσει των δαπανών, περί ων η παρ. 8 του άρθρ. 13 του υπ’ αριθ. 496/1974 Ν.Δ/τος «περί Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.», τα υπό της Οικονομικής Υπηρεσίας του Ν.Π.Δ.Δ. ή της Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων, εκκαθαριζόμενα έξοδα πληρώνονται βάσει χρηματικών ενταλμάτων εκδιδομένων υπό των ανωτέρω Υπηρεσιών, εξοφλουμένων κατά την παρ. 3 του άρθρ. 5 του παρόντος. 2.Εις τα κατά την προηγουμένην παράγραφον χρηματικά εντάλματα αναγράφονται: α)Ο αύξων αριθμός του εντάλματος και ο σχετικός αριθμός πρωτοκόλλου του συνοδεύοντος τα δικαιολογητικά εγγράφου. β)Το οικονομικόν έτος. γ)Ο κωδικός αριθμός του εξόδου εις ον καταλογίζεται η δαπάνη. δ)Ο φορεύς εις βάρος του οποίου εκδίδεται. ε)Ο αύξων αριθμός της αναληφθείσης υποχρεώσεως. ς)Ο αριθμός και η χρονολογία της περί εκτελέσεως της δαπάνης οικείας αποφάσεως του ασκούντος την διοίκησιν του Ν.Π.Δ.Δ. συλλογικού οργάνου. ζ)Το πληρωτέον ποσόν ολογράφως και αριθμητικώς. η)Το ονοματεπώνυμον του δικαιούχου και παν έτερον στοιχείον προσδιοριστικόν της ταυτότητός του, προκειμένου δε περί νομικού προσώπου, ο ακριβής τίτλος και η έδρα αυτού. θ)Πλήρης και σαφής αιτιολογία της πληρωμής. ι)Η Τράπεζα, ο πιστωτικός οργανισμός ή η ταμιακή υπηρεσία του Ν.Π.Δ.Δ. ήτις θα ενεργήση την πληρωμήν. ια)Ο τόπος και ο χρόνος εκδόσεως. ιβ)Αι υπογραφαί των, κατά τας κειμένας διατάξεις, αρμοδίων οργάνων. 3.Παρά πόδας των χρηματικών ενταλμάτων παρατίθεται ανάλυσις, εν η αναγράφεται το εις τον δικαιούχον πληρωτέον ποσόν και αι υπέρ Δημοσίου και Τρίτων κρατήσεις. 4.Εις τα χρηματικά εντάλματα προπληρωμής, αναγράφονται τα εν παρ. 2 του παρόντος στοιχεία, ως και η προθεσμία αποδόσεως λογαριασμού. 5.Επί των τιμολογίων ή αποδείξεων των πιστωτών των Ν.Π.Δ.Δ., εφ’ ων στηρίζεται η έκδοσις του χρηματικού εντάλματος, σημειούται δι’ ειδικής σφραγίδος ο αριθμός αυτού. Άρθρ.3.-1.Τα χρηματικά εντάλματα συντάσσονται εις τριπλούν επί εντύπων αποκοπτομένων εκ στελεχών. Εκ τούτων, το πρώτον είναι πρωτότυπον, το δεύτερον το αντίγραφον και το τρίτον το στέλεχος του εντάλματος. Εις το αντίγραφον και το στέλεχος του χρηματικού εντάλματος και υπό την ένδειξιν «συνημμένα» σημειούνται περιληπτικώς τα στηρίζοντα την έκδοσιν αυτού δικαιολογητικά. Προς διάκρισιν των αντιγράφων και των στελεχών από τα πρωτότυπα και μεταξύ των, αναγράφονται επ’ αυτών δια κεφαλαίων γραμμάτων, αντιστοίχως, αι ενδείξεις ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΝ και ΣΤΕΛΕΧΟΣ. 2.Η συμπλήρωσις του πρωτοτύπου του χρηματικού εντάλματος ενεργείται δια μολυβδίδος μελάνης ή ετέρου μέσου, εξασφαλίζοντος ανεξίτηλον γραφήν. Το αντίγραφον και το στέλεχος συμπληρούνται αποτυπωτικώς είτε δια της χρησιμοποιήσεως αποτυπωτικού χάρτου (καρμπόν), είτε δια της χρησιμοποιήσεως εντύπων φερόντων, επί της οπισθίας σελίδος του πρωτοτύπου και του αντιγράφου, αποτυπωτικήν μελάνην. Εις την πρώτην περίπτωσιν, η συμπλήρωσις αποτυπούται αντιστρόφως και εις το όπισθεν μέρος του πρωτοτύπου του εντάλματος, δια της χρησιμοποιήσεως αποτυπωτικού χάρτου (καρμπόν). Τα χρηματικά εντάλματα δεν συγχωρείται να φέρουν ξέσματα, προσθήκας, αλλοιώσεις, διαγραφάς και παρεγγραφάς. Άρθρ.4.-1.Επί κοινών και ομοειδών απαιτήσεων πλειόνων δικαιούχων επιτρέπεται η έκδοσις ενός μόνου χρηματικού εντάλματος. Εν τη περιπτώσει ταύτη, εις το πρωτότυπον του εντάλματος επισυνάπτεται ονομαστική κατάστασις των δικαιούχων, περιλαμβάνουσα, εις ιδίας στήλας, άπαντα τα δι’ έκαστον αυτών προσδιοριστικά της ταυτότητός του στοιχεία, την αιτίαν της πληρωμής, το ποσόν της απαιτήσεως εκάστου, τας τυχόν επ’ αυτού αναλογούσας κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου και Τρίτων, το μετά την αφαίρεσιν των κρατήσεων τούτων απομένον ποσόν και τα αθροίσματα των ποσών εκάστης στήλης. Επί της καταστάσεως ταύτης, συνάπτεται πράξις εκκαθαρίσεως, κατά τα εν παρ. 2 του άρθρ. 1 του παρόντος οριζόμενα. 2.Επιτρέπεται η έκδοσις χρηματικού εντάλματος, βάσει δικαιολογητικών, συνημμένων εις εκδοθέν έτερον χρηματικόν ένταλμα. Εν τη περιπτώσει ταύτη επί του αντιγράφου και του στελέχους αυτού, γίνεται σημείωσις παραπομπής εις το, εις ο επισυνήφθησαν τα δικαιολογητικά, χρηματικόν ένταλμα. Άρθρ.5.-1.Τα χρηματικά εντάλματα μονογράφονται και υπογράφονται υπό των εν παρ. 2 του άρθρ. 1 του παρόντος, αρμοδίων οργάνων. Είτα αριθμούνται κατά την σειράν καταχωρήσεώς των εις το ημερολόγιον χρηματικών ενταλμάτων και καταχωρούνται εις τα οικεία βιβλία. Εν συνεχεία τα πρωτότυπα των χρηματικών ενταλμάτων, μετά των αντιγράφων αυτών και των στηριζόντων ταύτα δικαιολογητικών, αποστέλλονται δια καταστάσεως, συντασσομένης εις διπλούν, εις τον οικείον Πάρεδρον ή Επίτροπον του Ελεγκτικού Συνεδρίου, δια την άσκησιν του προληπτικού ελέγχου, κατά τας κειμένας διατάξεις, εφ’ όσον ασκείται τοιούτος. (Μετά την σελ. 126,9146) Σελ. 126,9147 Τεύχος 580-Σελ. 23 Λογιστικό Ειδικών Ταμείων Ν.Π.Δ.Δ. 25.Β.ε.22 Τα πρωτότυπα των χρηματικών ενταλμάτων, μετά την θεώρησίν των υπό του οικείου Παρέδρου ή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επαναφέρονται μετά μιας εκ των καταστάσεων εις την εκδόσασαν ταύτα Υπηρεσίαν. 2.Τα υπό του Επιτρόπου ή Παρέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου επιστρεφόμενα αθεώρητα χρηματικά εντάλματα διαγράφονται εκ της κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου καταστάσεως δι’ ερυθράς γραμμής, η δε επαναφορά των ενεργείται δι’ ομοιαρίθμου καταστάσεως φερούσης παραπλεύρως του αριθμού την ένδειξιν «δις» ή «τρις», αναλόγως του αριθμού της επαναφοράς. 3.Τα χρηματικά εντάλματα, μετά την θεώρησίν των υπό του Παρέδρου ή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εξοφλούνται κατά τα εν άρθρ. 20, εν συνδυασμώ προς το άρθρ. 15, του Ν.Δ. 496/74 «περί Λογιστικού των Ν.Π.Δ.Δ.» οριζόμενα. 4.Εφ’ όσον δεν ασκείται προληπτικός έλεγχος τα πρωτότυπα των χρηματικών ενταλμάτων μετά των σχετικών δικαιολογητικών, φυλάσσονται υπό της Οικονομικής Υπηρεσίας του Ν.Π.Δ.Δ. προκειμένου να υποβληθούν μετά του Απολογισμού εις το Ελεγκτικόν Συνέδριον, δια τον κατά τας κειμένας διατάξεις έλεγχον. Άρθρ.6.-Η παράδοσις των χρηματικών ενταλμάτων εις τον Πάρεδρον ή Επίτροπον του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται πάντοτε επί αποδείξει, απαγορευομένης αυστηρώς της παραδόσεώς των εις τους δικαιούχους ή εις έτερα ξένα προς την Υπηρεσίαν του Ν.Π.Δ.Δ. πρόσωπα. Άρθρ. 7.-Ουδεμία μεταβολή των στοιχείων, περί ων η παρ. 2 του άρθρ. 2 του παρόντος, συγχωρείται μετά την θεώρησιν αυτού. Εις πάσαν περίπτωσιν μεταβολής των στοιχείων το ένταλμα ακυρούται και εκδίδεται νέον τοιούτον. Άρθρ.8.-Η ακύρωσις των μη δι’ οιονδήποτε λόγον εξοφληθέντων χρηματικών ενταλμάτων ενεργείται δια πράξεως του διατάκτου της δαπάνης επί του πρωτοτύπου του χρηματικού εντάλματος και καταχωρείται δι’ ερυθράς γραφής εις τα οικεία βιβλία. Το ακυρωθέν χρηματικόν ένταλμα, εφ’ όσον εθεωρήθη υπό του οικείου Παρέδρου ή Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, παραδίδεται δι’ εναρίθμου εντύπου εις αυτόν, δια την, εις τα παρ’ αυτού τηρούμενα βιβλία, καταχώρησιν της ακυρώσεως, είτα δε επιστρέφεται εις την εκδόσασαν το ένταλμα υπηρεσίαν. Σελ. 126,9148 Τεύχος 580-Σελ. 24 Άρθρ.9.-1.Η εις τους δευτερεύοντας διατάκτας μεταβίβασις των αναγκαιουσών αυτοίς εκάστοτε πιστώσεων, συμφώνως τη παρ. 1 του άρθρ. 12 του Ν.Δ. 496/1974, ενεργείται μερίμνη της Οικονομικής Υπηρεσίας του Ν.Π.Δ.Δ. δι’ επιτροπικών ενταλμάτων, κατόπιν εγγράφου εντολής του ασκούντος την διοίκησιν του Ν.Π.Δ.Δ. συλλογικού οργάνου. Εις τα επιτροπικά εντάλματα αναγράφονται: α)Ο αύξων αριθμός. β)Το οικονομικόν έτος. γ)Ο τίτλος και ο αριθμός του φορέως εις βάρος του Προϋπολογισμού του οποίου εκδίδονται. δ)Η Υπηρεσία του Ν.Π.Δ.Δ. εις ην μεταβιβάζεται η πίστωσις. ε)Ο Κωδικός αριθμός εξόδου και η κατονομασία της μεταβιβαζομένης πιστώσεως. ς)Ο τόπος και ο χρόνος εκδόσεως και ζ)Αι υπογραφαί των αρμοδίων οργάνων της εκδούσης το επιτροπικόν ένταλμα Οικονομικής Υπηρεσίας του Ν.Π.Δ.Δ. 2.Τα Επιτροπικά εντάλματα συντάσσονται εις τριπλούν επί ειδικού εντύπου, μονογράφονται δε και υπογράφονται υπό των εν παρ. 2 του άρθρ. 1 του παρόντος Δ/τος οργάνων. 3.Το πρωτότυπον του εντάλματος, ως και εν εκ των αντιγράφων, μετά την καταχώρησιν εις τα οικεία βιβλία, παραδίδεται εις τον οικείον Πάρεδρον του Ελεγκτικού Συνεδρίου εφ’ όσον ασκείται προληπτικός έλεγχος, δια την κατά νόμον θεώρησιν, δι’ εναρίθμου διανεμητικού πίνακος, εις διπλούν. Μετά την υπ’ αυτού θεώρησιν επιστρέφονται εις την εκδούσαν οικονομικήν υπηρεσίαν, παρά της οποίας αποστέλλονται, το μεν πρωτότυπον του εντάλματος εις τον δευτερεύοντα διατάκτην, το δε αντίγραφον εις τον οικείον Πάρεδρον ή Επίτροπον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Το έτερον των αντιγράφων παραμένει εις την εκδούσαν το επιτροπικόν ένταλμα οικονομικήν υπηρεσίαν του Ν.Π.Δ.Δ. Δεν απαιτείται διανεμητικός πίναξ οσάκις η μεταβιβαζομένη πίστωσις δεν κατανέμεται συγχρόνως εις πλείονας του ενός δευτερεύοντας διατάκτας. Εν τη περιπτώσει ταύτη το επιτροπικόν ένταλμα συντάσσεται εις τετραπλούν, το εν αντίγραφον του οποίου παραμένει εις τον Πάρεδρον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. 4.Εις περίπτωσιν καθ’ ην δεν ασκείται προληπτικός έλεγχος, αντίγραφα των επιτροπικών ενταλμάτων επισυνάπτονται εις τα παραστατικά του Απολογισμού, δια τον, κατά τας κειμένας διατάξεις, κατασταλτικόν έλεγχον. 25.Β.ε.22 Λογιστικό Ειδικών Ταμείων Ν.Π.Δ.Δ.
127
33. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 1379 της 22 Μαΐου/4 Ιουν. 1942 Περί καταργήσεως του Γραφείου Μελετών παρά τω Υπουργείω Δικαιοσύνης και αυξήσεως των οργανικών θέσεων ακολούθων και γραφέων του Υπουργείου Δικαιοσύνης. 6.Α.α.27-33 Οργανισμός Υπουργείου Δικαιοσύνης
145
13. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Α3α/7644 της 20/26 Αυγ. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 540) Ορισμός των ΠΕΚΑΒ και των ΚΑΒ της χώρας. Έχοντας υπόψη: α.Τις διατάξεις του άρθρου 42 του Ν. 2071/92 «Εχσυγχρονισμός και Οργάνωση Συστήματος Υγείας» (ΦΕΚ 123/15.7.92 τ. Α΄). β.Την αριθ. 23/6.8.92 Εισήγηση του Δ.Σ. του ΕΚΑΒ για την Πανελλαδική ανάπτυξη του ΕΚΑΒ. γ.Το αριθ. 8733/10.8.92 έγγραφο του ΕΚΑΒ, αποφασίζουμε: Ι.Ο αριθμός των Περιφερειακών Κέντρων Άμεσης Βοήθειας (ΠΕΚΑΒ) ορίζεται σε εννέα (9) που κατανέμονται σε όλη τη χώρα, ως ακολούθως: 1.ΠΕΚΑΒ Στερεάς Ελλάδος με έδρα την Αθήνα 2.ΠΕΚΑΒ Πελοπονήσου με έδρα την Πάτρα 3.ΠΕΚΑΒ Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα 4.ΠΕΚΑΒ Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα 5.ΠΕΚΑΒ Δυτ. και Κενρ. Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη 6.ΠΕΚΑΒ Ανατ. Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Κομοτηνή 7.ΠΕΚΑΒ Βορείου Αιγαίου με έδρα τη Μυτιλήνη 8.ΠΕΚΑΒ Ανατ. Αιγαίου με έδρα τη Ρόδο 9.ΠΕΚΑΒ Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο ΙΙ.Ο αριθμός των Κέντρων Άμεσης Βοήθειας (ΚΑΒ) ορίζεται σε 58 και η διάρθρωσή τους κατά ΠΕΚΑΒ έχει ως εξής:
265
86. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 759 της 14/27 Σεπτ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 226) Περί περιορισμού συναρμοδιοτήτων κατά την έκδοσιν διοικητικών πράξεων επί αντικειμένων αρμοδιότητος Υπουργείων Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις: α)Του εδαφ. α΄ της παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νόμ. 865/1979 «περί ρυθμίσεως θεμάτων τινών οργανώσεως και λειτουργίας υπηρεσιών του δημοσίου». β)Των άρθρ. 2, 3 και 5 του Ν.Δ. 216/1974 «περί συστάσεως Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως». 2.Την υπ’ αριθ. ΔΛ7/2/2/4 της 31.12.1974 (ΦΕΚ 2/2-1-75, τ.Β΄) απόφασιν του Πρωθυπουργού «περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων εις τον Υπουργόν Προεδρίας της Κυβερνήσεως». 3.Την υπ’ αριθ. 622/1979 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, αποφασίζομεν: Άρθρον μόνον.-1.Τα κατωτέρω θέματα, δια την ρύθμισιν των οποίων απαιτείται κατά τας κειμένας διατάξεις προεδρικόν διάταγμα εκδιδόμενον κατόπιν προτάσεως των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως, Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, ρυθμίζονται εφεξής δια π.δ/τος εκδιδομένου προτάσει των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών: α)Η σύστασις, κατάργησις ή αναδιάρθρωσις γενικώς Αγροτικών Ιατρείων και Υγειονομικών Σταθμών. β)Η μεταφορά έδρας Παιδικών Σταθμών, Αγροτικών Οικοκυρικών Μεταβατικών Σχολών και Κέντρων Κοινωνικής Επιμορφώσεως Νεανίδων. 2.Τα εκ των ανωτέρω θέματα, μη προκαλούντα, κατά βεβαίωσιν της οικείας Υπηρεσίας Εντελλομένων Εξόδων, δαπάνην τινά, ρυθμίζονται εφεξής δια π.δ/τος εκδιδομένου προτάσει μόνον του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών. Εις τον Υπουργόν Προεδρίας Κυβερνήσεως, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. 35.Α.α.85-86 Υπουργείο Κοινωνικών Υπηρεσιών
167
9. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 18 Μαρτ./17 Απρ. 1953 Περί του ελέγχου των εξαγομένων εις την αλλοδαπήν γλεύκους, συμπεπυκνωμένου ή μη και οίνων εν γένει. (Παρατίθεται και εις τόμ. 11 σελ. 238,05). Έχοντες υπ’ όψιν:1)το άρθρ. 12 του Α.Ν. 1490 του 1938 «περί ελέγχου εξαγωγικού εμπορίου», ως ούτος ετροποποιήθη και συνεπληρώθη δια του Ν.Δ. υπ’ αριθ. 153/1946 και 2)την υπ’ αριθ. 77/4/2/1953 σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει των ημετέρων Υπουργών Εμπορίου και Γεωργίας, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-1.Ο έλεγχος των εξαγομένων εις την αλλοδαπήν γλεύκους, συμπεπυκνωμένου ή μη και οίνων εν γένει, ασκείται υπό του Γενικού Χημείου του Κράτους. Δια του ελέγχου τούτου σκοπείται όπως διαπιστωθή εάν τα εξαγόμενα, ως ανωτέρω προϊόντα, πληρώσι τους όρους τους οριζομένους δια του παρόντος. Σελ. 607 Προστασία Οίνου 16.Θ.γ.9 ΄Αρθρ.2.-1.Κατά την εξαγωγήν εις την αλλοδαπήν των ως ανωτέρω προϊόντων η Τελωνειακή Αρχή, άμα τη καταθέσει της σχετικής διασαφήσεως εξαγωγής, ειδοποιεί το αρμόδιον Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους δια την διενέργειαν της δειγματοληψίας των εξαγομένων ειδών. 2.Ο Διευθυντής του Παραρτήματος, είτε ούτος, είτε ο υπ’ αυτού οριζόμενος χημικός, προβαίνει αυθημερόν εις την δειγματοληψίαν των εξαγομένων ειδών, λαμβανομένου δείγματος εις διπλούν εξ εκάστης κατηγορίας των εξαγομένων προϊόντων. Ο σχηματισμός του δείγματος γίνεται εφ’ όσον το δυνατόν εκ πλειοτέρων δοχείων, πληρούνται δε δι’ αυτού δύο φιάλαι, χωρητικότητος ενός λίτρου εκάστη, δι’ έκαστον δείγμα. Τη αιτήσει του εξαγωγέως δύναται να ληφθή το δείγμα εις τριπλούν. Τα δείγματα σφραγίζονται δια της σφραγίδος του Παραρτήματος και του εξαγωγέως. Δια την γενομένην δειγματοληψίαν συντάσσεται έκθεσις υπογραφομένη παρά του δειγματίσαντος χημικού και του εξαγωγέως ή του αντιπροσώπου αυτού, την οποίαν παραλαμβάνει ο ενεργήσας την δειγματοληψίαν χημικός. Εν τη εκθέσει δειγματοληψίας αναγράφεται το όνομα του εξαγωγέως, τα στοιχεία της διασαφήσεως εξαγωγής, το ποσόν των δειγματισθέντων δοχείων ή κιβωτίων, οι επ’ αυτών αριθμοί και διακριτικά σημεία, ως και το μικτόν και καθαρόν βάρος εις χιλιόγραμμα και λίτρα των εξαγομένων ειδών. Άπαντα τα δείγματα παραλαμβάνονται υπό του ενεργήσαντος την δειγματοληψίαν χημικού και υποβάλλονται αυθημερόν εις το αρμόδιον Παράρτημα μετά του Πρωτοκόλλου δειγματοληψίας. Εάν εν τη έδρα του Τελωνείου εξαγωγής δεν λειτουργεί Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους, την δειγματοληψίαν ενεργεί κατά τα ανωτέρω η Τελωνειακή Αρχή και αποστέλλει αυθημερόν άπαντα τα ληφθέντα δείγματα μετά του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας εις το πλησιέστερον Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους. Σελ. 608 Προκειμένου περί εξαγωγής εις την αλλοδαπήν οίνων εξ αναμίξεως μετ’ οινοπνεύματος δεν ενεργείται η κατά το άρθρον τούτο δειγματοληψία, αλλά ο κατά το παρόν Διάταγμα έλεγχος ενεργείται επί του δείγματος του λαμβανομένου συμφώνως προς τας οικείας διατάξεις του άρθρ. 36 παρ. 2 του Β.Δ. της 25.12.1917, εκτελεστού του Νόμ. 971/1917 «περί φορολογίας του οινοπνεύματος» ως τούτο συνεπληρώθη και ετροποποιήθη δια του Β.Δ. της 18.3.1939, τηρουμένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του παρόντος. Δια την εξέλεγξιν δε του βάρους και του είδους των προς εξαγωγήν τοιούτων προϊόντων τηρούνται τα υπό των οικείων διατάξεων του άρθρ. 36 του Β.Δ. της 25.12.1917 οριζόμενα. 3.Προς διευκόλυνσιν των εξαγωγών και έγκαιρον φόρτωσιν του γλεύκους, συμπεπυκνωμένου ή μη και οίνου, δύναται ο εξαγωγεύς να ζητήση παρά του οικείου Παραρτήματος του Γενικού Χημείου του Κράτους δι’ αιτήσεως αυτού, προ της καταθέσεως της διασαφήσεως εξαγωγής την εν τω εργοστασίω ή αποθήκη του ενέργειαν της δειγματοληψίας των προς εξαγωγήν προοριζομένων γλεύκους ή οίνου. Εις πόλεις ένθα δεν λειτουργεί Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους ή αίτησις υποβάλλεται εις την Τελωνειακήν Αρχήν. Η δειγματοληψία ενεργείται συμφώνως προς τα εν τη παρ. 2 του παρόντος άρθρου οριζόμενα. Εν τη περιπτώσει ταύτη προς εξασφάλισιν της ταυτότητος του δειγματισθέντος γλεύκους ή οίνου τα περιέχοντα τα προϊόντα ταύτα βαρέλια, δοχεία, κιβώτια, (εφόσον πρόκειται περί οίνου εμφιαλωμένου) κλπ. σφραγίζονται δια της σφραγίδος της υπηρεσίας της ενεργησάσης την δειγματοληψίαν Αρχής. Περί της γενομένης σφραγίσεως γίνεται μνεία εν τη εκθέσει δειγματοληψίας. Κατά τα λοιπά τηρούνται τα εν τη παρ. 2 του παρόντος άρθρου οριζόμενα. 16.Θ.γ.9 Προστασία Οίνου 4.Κατά τας ως ανωτέρω περιπτώσεις της εν τω εργοστασίω ή αποθήκη δειγματοληψίας η Τελωνειακή Αρχή προκειμένου συμφώνως προς την οικείαν έκθεσιν χημικής αναλύσεως, να επιτρέψη την εξαγωγήν, δέον προηγουμένως από κοινού μετά της υπηρεσίας του Παραρτήματος του Γενικού Χημείου του Κράτους του τόπου εξαγωγής όπου λειτουργεί τοιούτον, να ελέγχη επισταμένως την ταυτότητα των εξαγομένων δοχείων ή κιβωτίων και το αλύμαντον των επιτεθημένων σφραγίδων της δειγματισάσης Αρχής, συντασσομένου περί τούτου σχετικού πρωτοκόλλου. Εάν ήθελον προκύψη αμφιβολίαι δια την ταυτότητα των δειγματισθέντων κατά τα εν τω παρόντι άρθρω και προς εξαγωγήν προοριζομένων γλεύκους και οίνου το αρμόδιον Παράρτημα ενεργεί εκ νέου δειγματοληψίαν προ της φορτώσεως και προβαίνει εις νέαν χημικήν ανάλυσιν των εξαγομένων προϊόντων. Εις πόλεις ένθα δεν λειτουργεί Παράρτημα την δειγματοληψίαν και σφράγισιν ενεργεί ή Τελωνιακή Αρχή, ήτις αποστέλλει τα δείγματα εις το πλησιέστερον Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους. 5.Η Τελωνιακή Αρχή επιτρέπει την φόρτωσιν μόνον εάν εκ του αποτελέσματος της χημικής αναλύσεως των κανονικώς ληφθέντων δειγμάτων, αποδειχθή ότι το προϊόν πληροί τους όρους του παρόντος Β. Δ/τος, εν εναντία δε περιπτώσει απαγορεύει ταύτην. Αρθρ.3.-1.Η υπηρεσία του αρμοδίου Παραρτήματος του Γενικού Χημείου του Κράτους άμα τη λήψει ή αποστολή αυτή των ληφθέντων δειγμάτων κατά την δειγματοληψίαν γλεύκους ή οίνου, προβαίνει αμέσως εις οργανοληπτικήν εξέτασιν και χημικήν ανάλυσιν του ενός εξ αυτών προς εξακρίβωσιν εάν το εξαγόμενον προϊόν πληροί τους όρους τους οριζομένους δια του παρόντος. Το αποτέλεσμα της χημικής αναλύσεως, μετά της σχετικής γνωματεύσεως κοινοποιείται αμέσως εις την Τελωνιακήν Αρχήν, ήτις συμφώνως προς την γνωμάτευσιν ταύτην επιτρέπει την εξαγωγήν, εάν το προς εξαγωγήν προϊόν ήθελεν ευρεθή πληρούν τους όρους τους καθοριζομένους δια του παρόντος, απαγορεύει δε ταύτην εν εναντία περιπτώσει. Το αποτέλεσμα της χημικής αναλύσεως κοινοποιείται υπό του Παραρτήματος και εις τον εξαγωγέα. Εν τη ως ανω εκθέσει χημικής αναλύσεως θα αναγράφωνται το μικτόν και καθαρόν βάρος εις χιλιόγραμμα και τα αντιστοιχούντα εις ταύτα λίτρα του εξαγομένου γλεύκους ή οίνου, το είδος (γλυκύς, ξηρός) και η προέλευσις αυτών, τα αποτελέσματα της οργανοληπτικής εξετάσεως, όσον αφορά το χρώμα, όψιν (διαύγειαν), οσμήν και γεύσιν του γλεύκους και οίνου, το ειδικόν βάρος, το οινόπνευμα κατ’ όγκον αυτών και τα κάτωθι αναλυτικά στοιχεία κατά βάρος εις γραμμάρια κατά λίτρον οίνου 1)ολικόν εκχύλισμα, 2)μη ζυμωθέν σάκχαρον εις ιμβερτοσάκχαρον, 3)καλαμοσάκχαρον, 4)ολική οξύτης εις τρυγικόν οξύ, 5)πτητική οξύτης εις οξικόν οξύ, 6)τέφρα, 7)αλκαλικότης τέφρας εις Κ 2CΟ 3, 8)θειϊκά άλατα εις Κ2 S 04, 9)θειώδες οξύ και 10)είδος χρωστικής ουσίας. Ακριβές αντίγραφον της εκθέσεως ταύτης υποβάλλεται ανελλιπώς παρά του αρμοδίου Παραρτήματος προς το Γενικόν Χημείον του Κράτους, (Διεύθυνσιν Φοροτεχνικήν). 4.Ο εξαγωγεύς δικαιούται να ζητήση την επανάληψιν της χημικής αναλύσεως, όταν δεν συμφωνεί προς το αποτέλεσμα αυτής, καθ’ o το εξετασθέν δείγμα δεν ευρέθη πληρούν τους όρους τους καθοριζομένους δια του παρόντος δια αιτήσεως αυτού προς το αρμόδιον Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους υποβαλλομένης εντός τριών ημερών από της κατά τα ανωτέρω, κοινοποιήσεως αυτώ του αποτελέσματος αυτής. Η επανάληψις της χημικής αναλύσεως γίνεται παρά του Διευθυντού του Παραρτήματος ή του νομίμου αυτού αναπληρωτού, οσάκις ούτοι δεν εξετέλεσαν την πρώτην ανάλυσιν ή παρ’ ετέρου Χημικού οριζομένου παρά του Διευθυντού του Παραρτήματος. Όταν το Χημικόν Παράρτημα δεν διαθέτει δεύτερον χημικόν τότε το δεύτερον δείγμα αποστέλλεται εις το πλησιέστερον Χημικόν Παράρτημα, προς επανάληψιν της αναλύσεως, μετ’ αντιγράφου του πρωτοκόλλου δειγματοληψίας και αντιγράφου της εκθέσεως της χημικής αναλύσεως του πρώτου δείγματος. Το αποτέλεσμα της δευτέρας χημικής αναλύσεως είναι υποχρεωτικόν δια τον εξαγωγέα και κοινοποιείται εις την Τελωνιακήν Αρχήν και τον εξαγωγέα. Εάν εκ της επαναλήψεως της χημικής αναλύσεως αποδειχθή ότι πρόκειται περί προϊόντος πληρούντος τους δια του παρόντος καθοριζομένους όρους, η Τελωνιακή αρχή επιτρέπει την εξαγωγήν αυτού άλλως απαγορεύει οριστικώς ταύτην. Εάν κατά την επανάληψιν της χημικής αναλύσεως, κατά τα ανωτέρω, ευρεθή το προϊόν μη πληρούν τους όρους τους δια του παρόντος καθοριζομένους ο ζητήσας την επανάληψιν της χημικής αναλύσεως υποχρεούται εις την καταβολήν της κατά το Δ/μα της 10.4.1930 «περί εκτελέσεσεως της παρ. 2 του άρθρ. 2 τουΝόμ. 4328/1929 περί συστάσεως Γενικού Χημείου του Κράτους», οριζομένης αποζημιώσεως δι’ εκτέλεσιν χημικής αναλύσεως. Σέλ. 609 Προστασία Οίνου 16.Θ.γ.9 5.Εάν εκ του αποτελέσματος της χημικής αναλύσεως της γενομένης υπό του Παραρτήματος του Γενικού Χημείου του Κράτους αποδειχθή ότι το εξαγόμενον προϊόν δεν πληροί τους όρους τους καθοριζομένους δια του παρόντος δεν ζητηθή δε παρά του εξαγωγέως η επανάληψις της χημικής αναλύσεως ή εάν εκ του αποτελέσματος της δευτέρας αναλύσεως αποδειχθή ότι το προς εξαγωγήν προϊόν δεν πληροί τους όρους τους καθοριζομένους δια του παρόντος, η Τελωνειακή Αρχή απαγορεύει την φόρτωσιν και εξαγωγήν του προϊόντος, ο Διευθυντής δε του Παραρτήματος του Γενικού Χημείου του Κράτους δι’ εγγράφου αυτού προς το Ανώτατον Πειθαρχικόν Συμβούλιον το προβλεπόμενον υπό του άρθρ. 6 του Α.Ν. 1490/1938, συνοδευομένου υπό αντιγράφου της εκθέσεως χημικής αναλύσεως και πάντων των λοιπών σχετικών, ζητεί την δίωξιν του εξαγωγέως. Η δίωξις αύτη τυγχάνει άσχετος προς την προβλεπομένην τοιαύτην υπό της κειμένης εκάστοτε νομοθεσίας, δια τας κατά την εξαγωγήν των προϊόντων τούτων ανακαλυπτομένας παραβάσεις των οικείων διατάξεων. Άρθρ.4.-1.Τα εξαγόμενα εις την αλλοδαπήν γλεύκη, συμπεπυκνωμένα ή μη και οίνοι εν γένει δέον να πληρώσι τους κατωτέρω οριζομένους όρους και να μη είναι άλλως πως νοθευμένα. Οργανοληπτική δοκιμασία Αύτη προηγείται της λοιπής χημικής εξετάσεως του οίνου και ενεργείται άμα τη αποσφραγίσει του δείγματος, ούτινος η θερμοκρασία δέον να κείται μεταξύ 10 και 13 Κ. δια τους λευκούς οίνους και μεταξύ 15και 17 Κ. δια τους ερυθρούς, άλλως το δείγμα φέρεται εις χώρον των θερμοκρασιών τούτων επι μίαν ώραν και αναδύεται μετά προσοχής κατ’ επανάληψιν. Οι εξεταζόμενοι οργανοληπτικοί χαρακτήρες του οίνου είναι το χρώμα, η διαύγεια, η οσμή και η γεύσις. Η δοκιμασία αύτη αποβλέπει αποκλειστικώς εις την διαπίστωσιν τυχόν αλλοιώσεως, εκδήλου σαφούς αναντιρρήτου του χρώματος, της διαυγείας, της οσμής ή της γεύσεως του οίνου, οφειλομένην: Σελ 610 α)Εις μικροοργανισμούς (άνθησις, όξυνσις, εκτροπίασις, πάχυνσις, μαγνητική ζύμωσις), ή β)Εις διαστάσεις (καστανόν θόλωμα–CASSE BRUNE) ή γ)Εις χημικάς δράσεις (λευκόν θόλωμα, μέλαν θόλωμα, CASSE BLANCHE, CASSE NOIRE) ή δ)Εις αίτια προκαλούντα ανώμαλον οσμήν ή γεύσιν, έκδηλον και σαφή τράγου, υδροθείου, ευρώτος, σήψεως, ξύλου, φελλού, χώματος, ή ε)Εις ουσίας ξένας προς τον οίνον (πετρέλαιον, πίσσα, φαινόλαι). Προ τούτοις τα προϊόντα ταύτα δέον να πληρώσι τους κάτωθι όρους. Α΄ Τα γλεύκη Να μη περιέχωσιν αντισηπτικάς ή αντιζυμωτικάς ουσίας, απαγορευομένας υπό των εκάστοτε ισχυουσών διατάξεων δια τα γλεύκη εσωτερικής εμπορίας, εκτός εάν η προσθήκη τούτων επιτρέπεται υπό της νομοθεσίας της χώρας προορισμού, οπότε δέον να αναγράφεται ρητώς εν ταις φορτωτικαίς, εγγράφοις, τιμολογίοις κ.λ.π. το είδος και το ποσόν των ενεχομένων αντισηπτικών ή αντιζυμωτικών ουσιών, προς δε να μη περιέχωσι ξένας ουσίας προς το γλεύκος, προστιθεμένας λόγω νοθείας. Β΄ Οι οίνοι 1.Να μη είναι ηλλοιωμένοι υπό ασθενείας (εκτροπίασις, πίκρανσις, οξύνισις, πάχυνσις κ.λ.π.). 2.Να μη περιέχωσιν τας ως κάτωθι ουσίας ή να μη περιέχωσιν αυτάς εις ποσά ανώτερα των ως κάτωθι οριζομένων, εκτός εάν τούτο επιτρέπεται υπό της νομοθεσίας της χώρας προορισμού ή παρά συμβάσεως μετά ξένων κρατών, οπότε δέον να αναγράφωνται ρητώς εν ταις φορτωτικαίς, εγγράφοις, τιμολογίοις κλπ. το είδος και το ποσόν των ενεχομένων τοιούτων ουσιών και να ελέγχεται (το είδος και το ποσόν αυτών), δια χημικής αναλύσεως κατά την εξαγωγήν. Η χημική ανάλυσις γίνεται συμφώνως προς τας μεθόδους του Δ/τος της 7 Ιουλ. 1928 «περί των επισήμως αναγνωριζομένων μεθόδων χημικής αναλύσεως γλεύκους και οίνου» ως τούτο ετροποποιήθη μεταγενεστέρως. Εκτός των μεθόδων τούτων δύνανται να εφαρμόζωνται προσθέτως και ετέροι μέθοδοι αναλύσεως οσάκις υφίσταται συμβατική προς τούτο υποχρέωσις ή ήθελεν ζητηθή τούτο παρά του εξαγωγέως. 16.Θ.γ.9 Προστασία Οίνου α)Θειϊκά άλατα, υπολογιζόμενα εις ουδέτερον θειϊκόν κάλιον, εις ποσότητα υπερβαίνουσαν τα δύο γραμμάρια κατά λίτρον, προκειμένου περί οίνων ξηρών και τέσσαρα γραμμάρια προκειμένου περί οίνων γλυκέων, επιτρεπομένης ανοχής 10% επί πλέον επί των ποσοτήτων τούτων. Ελεύθερον θειώδες οξύ εις ποσότητα ανωτέραν των 0,10 του γραμμαρίου κατά λίτρον. β)Σύνολον θειώδους οξέος ελευθέρου και ηνωμένου εις ποσότητα ανωτέραν των 0,45 του γραμμαρίου κατά λίτρον, επιτρεπομένης επί πλέον ανοχής 10% επί των ποσοτήτων τούτων. γ)Πτητικήν οξύτητα, υπολογιζομένην εις οξικόν οξύ, ουχί ανωτέραν των 2 γραμμαρίων κατά λίτρον επιτρεπομένης επί πλέον ανοχής 10% επί της ποσότητος ταύτης. δ)Τεχνητάς γλυκαντικάς ουσίας (σακχαρίνην, δουλσίνην κλπ.). ε)Αντισηπτικάς ή αντιζυμωτικάς ουσίας απαγορευομένας υπό των ισχυουσών εκάστοτε διατάξεων δια τους οίνους εσωτερικής εμπορίας. ς)Τεχνητάς χρωστικάς ουσίας (πλην σακχαροχρώματος καραμέλλας) προς χρώσιν μόνον των επιδορπίων οίνων. 3.Δια τα χώρας μεθ’ ων ισχύουσιν ειδικαί συμβάσεις δια τους οίνους, δέον οι εξαγόμενοι εις αυτάς εκτός των ανωτέρω να πληρώσι και τους όρους τους καθοριζομένους υπό των συμβάσεων τούτων, εφ’όσον ήθελε ζητηθή παρά του εξαγωγέως η χορήγησις παρά του Γενικού Χημείου του Κράτους ή παρά του ενεργήσαντος την χημικήν ανάλυσιν εργαστηρίου κατά τα εν τη παρ. 4 του άρθρ. 5 του παρόντος Β.Δ/τος οριζόμενα, πιστοποιητικού γνησιότητος, κατά τας κειμένας διατάξεις. Άρθρ.5.-1.Τα εξαγόμενα ως ανωτέρω προϊόντα δέον να πληρώσιν επίσης τους υπό της νομοθεσίας της χώρας προορισμού τυχόν καθωρισμένους ειδικούς όρους, δια τα εισαγόμενα τοιαύτα προϊόντα, η μη πλήρωσις των οποίων θα συνεπήγετο την απαγόρευσιν της εισαγωγής αυτών. Περί της πληρώσεως των όρων τούτων δέον να γίνεται συγκεκριμένη μνεία εν τοις φορτωτικοίς εγγράφοις, τιμολογίοις κλπ. 2.Ο εξαγωγεύς δύναται δι’αιτήσεως αυτού προς το αρμόδιον Παράρτημα του Γενικού Χημείου του Κράτους να ζητήση και λάβη πιστοποιητικόν περί της χημικής αναλύσεως του εξετασθέντος δείγματος του εξαγομένου προϊόντος. Η έκδοσις του πιστοποιητικού τούτου γίνεται τη καταβολή της κατά το Δ/μα της 10.4.1930 «περί εκτελέσεως της παρ. 2 του άρθρ. 2 του Νόμ. 4328 του 1929 «περί συστάσεως Γενικού Χημείου του Κράτους» οριζομένης αποζημιώσεως δι’ εκτέλεσιν χημικής αναλύσεως. 3.Δια γλεύκη ή οίνους εξαγομένους εις χώρας συνδεομένας μετά του Ελληνικού Κράτους δια συμβάσεων, παρ’ ων προβλέπεται η έκδοσις πιστοποιητικών οργανοληπτικής εξετάσεως και χημικής αναλύσεως, συνοδευόντων τας εις τας χώρας ταύτας εισαγόμενα γλεύκη και οίνους, τα αρμόδια Παραρτήματα του Γενικού Χημείου του Κράτους υποχρεούνται να παραδίδωσι εγκαίρως τα υπό των συμβάσεων τούτων προβλεπόμενα πιστοποιητικά εις τους εξαγωγείς των προϊόντων τούτων. 4.Πιστοποιητικά Χημικής αναλύσεως εξαγομένων εις την αλλοδαπήν οίνων ή γλεύκους δύνανται να εκδίδωνται και παρά του Εργαστηρίου Τροφίμων του Πανεπιστημίου ή του Πολυτεχνείου Αθηνών. Το εκδόσαν όμως το πιστοποιητικόν Εργαστήριον υποχρεούται να κοινοποιή αντίγραφον τούτου εις το Γενικόν Χημείον του Κράτους, Διεύθυνσιν Φοροτεχνικήν. Εν τη περιπτώσει της παραγράφου ταύτης κατά την δειγματοληψίαν λαμβάνεται έν επί πλέον δείγμα όπερ αποστέλλεται παρά της δειγματισάσης Αρχής εις το Εργαστήριον όπερ θα εκδώση το πιστοποιητικόν. Άρθρ.6.-1.Η ισχύς του παρόντος άρχεται είκοσιν ημέρας από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. 2.Εις τους Ημετέρους επί του Εμπορίου και Γεωργίας Υπουργούς ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
280
7. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1275 της 15/17 Νοεμ. 1972 (ΦΕΚ Α΄ 203) Περί συμπληρώσεως διατάξεων του κώδικος Φορολογικής Δικονομίας. Άρθρ.1.-(Προστίθεται παρ. 4 εις το άρθρ. 27 του Νόμ. 4125/1960 ανωτ. σελ. 356,63). Άρθρ.2.-(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 77 του Νόμ. 4125/1960, ανωτ. σελ. 356,72). Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 356,916(γ) Τεύχος 475-Σελ. 24
117
222. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ145/1592 της 2/11 Δεκ. 1998 (ΦΕΚ Β΄ 1252) Αναπροσαρμογή των παρεχομένων συντάξεων του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων Αρμοδιότητας Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, στους εξελθόντες μέχρι 31.12.1996 συνταξιούχους του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμ. 2470/1997. (Μετά τη σελ. 90,952) Σελ. 90,9521 Τεύχος 1311 Σελ. 47 Πολιτικές και Στρατιωτικές Συντάξεις 29.Β.α.222 29.Β.α.222 Πολιτικές και Στρατιωτικές Συντάξεις
357
30. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2009 της 27 Φεβρ./6 Μαρτ. 1952 (ΦΕΚ Α΄ 53) Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Βηρυττώ την 6ην Σεπτ. 1948 Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδος και Λιβάνου περί αεροπορικών μεταφορών.
85
131. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ Αριθ. Β1/538 της 5/27 Οκτ. 1999 (ΦΕΚ Β΄1936) Κατάργηση εργαστηρίου και Φροντιστηριακών Τμημάτων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών/.
368
3. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ της 9/30 Ιουν. 1938 Περί απαγορεύσεως κοπής και εκριζώσεως των εις τα γένη θύμος και θύμβρα υπαγομένων φυτών. Σελ. 676 ΄Εχοντες υπ’ όψιν το άρθρ. 4 του Νόμ. 6238 «περί προστασίας της μελισσοτροφικής χλωρίδος», προτάσει του Ημετέρου επί της Γεωργίας Υπουργού και έχοντες υπ΄ όψει την υπ΄ αριθ. 245 από 20 Απρ. 1938 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: ΄Αρθρον μόνον.1.Απαγορεύεται καθ΄ όλον το Κράτος η κοπή, η εκρίζωσις και η συλλογή των εις τα γένη θύμος και θύμβρα (θυμάρι και θρούμπα) υπαγομένων φυτών και η χρησιμοποίησις αυτών ως καυσίμου ύλης εις ασβεστοκαμίνους, εργαστήρια αγγειοπλαστικής, κατασκευής κεράμων, πλίνθων, άμβυκας αποστάξεως και όλας εν γένει τας βιομηχανικάς και βιοτεχνικάς εγκαταστάσεις ως και εις τους κλιβάνους αρτοποιΐας. 2.Ειδικώτερον εις την περιφέρειαν του Νομού Αττικοβοιωτίας απαγορεύεται απολύτως η κοπή και εκρίζωσις των προαναφερομένων φυτών δι΄ οιανδήποτε χρήσιν άνευ αδείας της Δασικής Αρχής. 3.Εξαιρετικώς εις δάση πεύκης και κωνοφόρων δύναται δι΄ αντιπυρικούς λόγους να επιτραπή παρά της Δασικής Αρχής ή υλοτόμησις και η εκρίζωσις του θύμου. Εις τον Ημέτερον επί της Γεωργίας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος.
112
115. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ΄ αριθ 292 της 24 Ιουλ.-9 Αυγ.1995 (ΦΕΚ Α΄164) Χρησιμοποίηση του όρου «Επιμελητήριο» στο Ελληνοκινέζικο Εμπορικό και Βιομηχανικό Σωματείο.
287
25. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1175 της 7/15 Οκτ. 1949 (ΦΕΚ Α' 263) Περί κυρώσεως του υπ’ αριθ. 908/1949 Α. Νόμου "περί επαναφοράς εν ισχύϊ διατάξεών τινων του Α.Ν. 2711 της 10/11.12.40 διαρκούσης της ισχύος του Γ' Ψηφίσματος".
350
43. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ.Δ-185200 της 1/13 Νοεμ. 1968 (ΦΕΚ Β' 629) Περί παραχωρήσεως δικαιώματος ελευθέρας σταθμεύσεως των επιβατηγών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως μετά ή άνευ μετρητού, των εχόντων έδρας Δήμους ή Κοινότητας, κειμένας εντός των δια τας πόλεις Αθηνών και Πειραιώς καθορισθεισών περιμετρικών ζωνών. Κατηργήθη δια της παρ. 4 της υπ' αριθ. Δ.156589/1970 ομοίας (κατωτ. αριθ. 55). 1.Ε.γ.37 «Επιβατικά αυτοκίνητα (Δημόσιας και Ιδιωτικής Χρήσης)
301
3. ΝΟΜΟΣ 4681 της 7/12 Μαΐου 1930 Περί υποχρεώσεως εις πληρωμήν της δαπάνης εγκαταστάσεως τριφασικού ρεύματος. 13.Δ.ζ.2-3 Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών Πειραιώς
192
20. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 336 της 30 Απρ./10 Μαΐου 1973 (ΦΕΚ Α΄ 100) Περί καθορισμού των επαγγελματικών δικαιωμάτων των πτυχιούχων Ανωτέρων Σχολών Ναυπηγών. Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις, του άρθρ. 4 παρ. 4 του Ν.Δ. 4564/1966 «περί κυρώσεως Πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου και αποφάσεων του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και περί ρυθμίσεως θεμάτων των Δημοσίων Σχολών Υπομηχανικών». 2.Την υπ’ αριθ. 3 από 5.3.69 γνωμοδότησιν του, δια των υπ’ αριθ. 2256/24.2.68 και 20008/7.2.69 αποφάσεων του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, συγκροτηθέντος Συμβουλίου. 3.Την υπ’ αριθ. 189/1973 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων Ανωτέρων Σχολών Ναυπηγών καθορίζονται ως κάτωθι: α)Μελέται και επίβλεψις κατασκευής επιβατηγών πλοίων κλασσικού τύπου, κατηγορίας ΙΙΙ (α), περί ων το άρθρ. 2 παρ. 2 περίπτ. δ΄ του Κανονισμού του εγκριθέντος δια του Β.Δ. 611/1967 «περί εγκρίσεως Κανονισμού» περί στεγανής υποδιαιρέσεως και ευσταθείας επιβατηγών πλοίων εν περιπτώσει βλάβης». β)Μελέται και επίβλεψις κατασκευής φορτητών γενικού και ειδικού φορτίου, ως και αλιευτικών πλοίων μήκους μέχρι 33 μέτρων (100 ποδών), μεταξύ καθέτων. γ)Μελέτη και επίβλεψις κατασκευής φορτηγίδων, σατίων, σημαντήρων και πλωτήρων εν γένει. δ)Υποβολή σχεδίων και στοιχείων δι’ αναγνώρισιν ως Ελληνικών υπαρχόντων επιβατηγών πλοίων μέχρι 50 κόρων ολικής χωρητικότητος (κοχ) ως και υποβολή σχεδίων γενικής διατάξεως υπαρχόντων επιβατηγών και φορτηγών πλοίων μέχρι 5.000 κοχ. ε)Λήψις στοιχείων μελέτης και εκπόνησης υδροστατικών διαγραμμάτων και καμπύλων BON JEAN. ς)Εκτέλεσις πειράματος ευσταθείας και υπολογισμού αρχικής ευσταθείας επιβατηγών και φορτηγών πλοίων. Σελ. 56,10(β) Τεύχος 493 - Σελ. 58 ζ)Μελέται γραμμής φορτώσεως από απόψεως γεωμετρίας πλοίου μη περιλαμβανομένων των συναφών μελετών αντοχής σκάφους και των υπολογισμών κατακλύσεως και ευσταθείας έναντι βλάβης διαμερίσματος του Κανονισμού 27 της ΔΣ περί γραμμής φορτώσεως 1966. η)Επίβλεψις κατασκευής φορτηγών πλοίων μέχρι 500 κοχ. θ)Επίβλεψις επισκευών σκάφους κατά γενικήν επιθεώρησιν φορτηγών πλοίων οιουδήποτε μεγέθους. ι)Σύνταξις προϋπολογισμού δαπάνης εκτελέσεως μετασκευών και επισκευών σκάφους πλοίων ανεξαρτήτως μεγέθους. Άρθρ. 2.-Άπασαι αι ανωτέρω εργασίαι νοούνται αφορώσαι εις το σκάφος και ουχί εις τας μηχανολογικάς και ηλεκτρολογικάς εγκαταστάσεις. Εις τον Ημέτερον επί της Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών Υπουργόν, ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. 13.Β.γ.20 Μηχανολόγοι, Ηλεκτρολόγοι, Ναυπηγοί και Μηχανοδηγοί
160
8. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ Αριθ. Δ. 11578/570 της 15/28 Νοεμ. 1967 (ΦΕΚ Β΄699) Περί καθορισμού νέας προθεσμίας επανεξαγωγής υλών παραληφθεισών επί προσωρινή ατελεία δια την κατασκευήν βιομηχανικών προϊόντων, εξαγομένων εις την αλλοδαπήν. Έχοντες υπ’ όψει: 1)Τας διατάξεις του Νόμ. 4607/1930 «περί τροποποιήσεως διατάξεων των περί τελωνειακού δασμολογίου Νόμων». 2)Την από 15.9.1967 γνωμοδότησιν της Επιτροπής του άρθρ. 6 του Νόμ. 2861/1954 περί μέτρων ενισχύσεως της εξαγωγής βιομηχανικών και άλλων εγχωρίων προϊόντων, αποφασίζομεν: Σελ. 488(α) Τεύχος Ζ22-Σελ. 14 Άρθρον μόνον.-Η τασσομένη εκάστοτε εις τας κοινάς υπουργικάς αποφάσεις, τας εκδοθείσας βάσει του Νόμ. 4607/1930, εξάμηνος ή ενιαυσία προθεσμία, επανεξαγωγής πρώτων υλών παραληφθεισών, επί προσωρινή ατελεία, δια την κατασκευήν βιομηχανικών προϊόντων, εξακτέων εις την αλλοδαπήν, λογίζεται, βάσει του παρόντος άρθρου διετής από της παραδόσεως των πρώτων υλών. Την επομένην της λήξεως της ανωτέρω, διετούς προθεσμίας και της κατά παράτασιν, ενιαυσίας ομοίας του άρθρ. 3 παρ. 2 του Α.Ν. 937/1937, χρεούνται οι δασμοί και οι λοιποί φόροι, οι αναλογούντες επί των μη επανεξαχθεισών πρώτων υλών και εισπράττονται ούτοι κατά τα κεκανονισμένα. 30.Η.α.8 Προσωρινές Ατέλειες
242
2. ΝΟΜΟΣ 2965 της 30 Ιουλ./2 Αυγ. 1922 Περί επιβολής προσθέτου φορολογίας επί των κερδών των ανωνύμων εταιριών εν γένει. Η δια του νόμου τούτου, επιβληθείσα φορολογία κατηργήθη από του διαχειριστικού έτους 1925, υπό του άρθρ. 23 του Νόμ. 3338 (27.Βα.5 αριθ. 30). Ο νόμος ούτος είχε συμπληρωθή, τροποποιηθή και ερμηνευθή υπό των: α)Β.Δ. της 8/11 Οκτ. 1922 περί εκτελέσεως του Ν. 2965 της 30 Ιουλ. 1922 περί επιβολής προσθέτου φορολογίας επί των κερδών των ανωνύμων εταιριών εν γένει, β)Ν.Δ. της 8/11 Οκτ. 1922 περί προεξοφλήσεως των ομολογιών των ετησίων δόσεων του δια την περίοδον 1921 κατά τον Νόμ. 2965 προσθέτου φόρου των ανωνύμων εταιριών. γ)Ν.Δ. της 17/21 Ιαν. 1923 περί τροποποιήσεως του Νόμ. 2965 περί επιβολής προσθέτου φορολογίας επί των κερδών των ανωνύμων εταιριών εν γένει και του επί των αυτοκινήτων κλπ. φόρου, δ)άρθρ. 3 του Ν.Δ. της 29/31 Μαρτίου 1923 περί αυξήσεως του τέλους αδείας ασκήσεως επιτηδεύματος κλπ. (27.Γα.). ε)Β.Δ. της 30 Απρ./4 Μαΐου 1923 περί επιδόσεως δηλώσεων κατά τον Νόμ. 2965 περί προσθέτου φορολογίας επί των κερδών των ανωνύμων εταιριών εν γένει υπό των αλλοδαπών ανωνύμων εταιριών κλπ. ς)Ν.Δ. της 25/26 Ιουλ. 1923 περί τροποποιήσεως των νόμων προσθέτου φορολογίας κερδών των ανωνύμων εταιριών εν γένει κλπ. ζ)άρθρ. 23 του Νόμ. 3338 (27.Βα.5 αριθ. 30), η)άρθρ. 18 του Ν.Δ. της 15/17 Ιουλ. 1926 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του από 18 Απρ. 1926 Ν.Δ/τος περί τέλους επιτηδεύματος (27.Γα.). θ)άρθρου τρίτου του Νόμ. 4515 (τόμ. 17).
360
1. ΝΟΜΟΣ υπ΄ αριθ. 3003 της 5/8 Απρ. 2002 (ΦΕΚ Α΄75) Κύρωση του Καταστατικού του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου Άρθρο πρώτο.- Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το Καταστατικό του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, που υιοθετήθηκε από τη Διπλωματική Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. στη Ρώμη, στις 17 Ιουλίου 1998, όπως διορθώθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1998 και στις 12 Ιουλίου 1999, του οποίου το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική έχει ως εξής: ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ * (*όπως διορθώθηκε στις 10 Νοεμβρίου 1998 και στις 12 Ιουλίου 1999) ΠΡΟΟΙΜΙΟ Τα Κράτη Μέρη στο παρόν Καταστατικό, Γνωρίζοντας ότι οι λαοί συνδέονται με στενούς δεσμούς, καθώς οι πολιτισμοί τους αποτελούν μια κοινή κληρονομιά, και ανησυχώντας μήπως το ευαίσθητο αυτό μωσαϊκό καταστραφεί κάποια στιγμή, Έχοντας κατά νου ότι στη διάρκεια αυτού του αιώνα εκατομμύρια παιδιά, γυναίκες και άνδρες υπήρξαν θύματα ανείπωτων βαρβαροτήτων που πληγώνουν βαθιά τη συνείδηση της ανθρωπότητας, Αναγνωρίζοντας ότι τόσο σοβαρά εγκλήματα απειλούν την ειρήνη, ασφάλεια και ευημερία της ανθρωπότητας, Επιβεβαιώνοντας ότι τα σοβαρότερα εγκλήματα που ενδιαφέρουν τη διεθνή κοινότητα στο σύνολο της δεν πρέπει να μένουν ατιμώρητα και ότι η αποτελεσματική τους δίωξη πρέπει να εξασφαλιστεί με τη λήψη μέτρων σε εθνικό επίπεδο και με την ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας, Αποφασισμένα να θέσουν τέλος στην ατιμωρησία αυτών που διέπραξαν τέτοια εγκλήματα, συνεισφέροντας έτσι στην πρόληψη των εγκλημάτων αυτών, Ενθυμούμενα ότι είναι καθήκον κάθε κράτους να ασκεί την ποινική του δικαιοδοσία επί των υπευθύνων για διεθνή εγκλήματα, Επιβεβαιώνοντας τους Σκοπούς και τις Αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, και ιδιαίτερα ότι όλα τα Κράτη θα απόσχουν από την απειλή ή χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας ή πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε Κράτους ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο που δεν συνάδει με τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών, Τονίζοντας σχετικά ότι τίποτα στο παρόν Καταστατικό δεν θα θεωρηθεί ότι επιτρέπει σε οποιοδήποτε Κράτος Μέρος να παρέμβει σε μια ένοπλη σύγκρουση ή στις εσωτερικές υποθέσεις οποιουδήποτε Κράτους, Αποφασισμένα για τους σκοπούς αυτούς και για χάρη της παρούσας αλλά και των μελλοντικών γενεών, να ιδρύσουν ένα ανεξάρτητο, μόνιμο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο συνδεόμενο με το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών, με δικαιοδοσία επί των σοβαρότερων εγκλημάτων που ενδιαφέρουν τη διεθνή κοινότητα στο σύνολο της, Τονίζοντας ότι το ιδρυόμενο κατά το παρόν Καταστατικό Ποινικό Δικαστήριο θα είναι συμπληρωματικό της δικαιοδοσίας των εθνικών ποινικών δικαστηρίων, Αποφασισμένα να εγγυηθούν τον διαρκή σεβασμό και την εφαρμογή της διεθνούς δικαιοσύνης, Συμφώνησαν τα ακόλουθα: (Μετά τη σελ. 208,481) Σελ. 208,61 Τεύχος 1400 Σελ. 99 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι. ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ Το Δικαστήριο Άρθρ.9.-1.Τα στοιχεία της υπόστασης των εγκλημάτων βοηθούν το Δικαστήριο στην ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 6, 7 και 8. Αυτά θα υιοθετηθούν από πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της Συνέλευσης των Μερών. 2.Τροποποιήσεις στα στοιχεία εγκλημάτων μπορούν να προταθούν από: (α)Οποιοδήποτε Κράτος-Μέρος (β)Τους δικαστές ενεργούντες κατ’ απόλυτη πλειοψηφία (γ)Τον/ την 1 Εισαγγελέα Οι τροποποιήσεις αυτές υιοθετούνται από πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της Συνέλευσης των Μερών 3.Τα στοιχεία εγκλημάτων και οι τροποποιήσεις τους θα είναι σύμφωνες με το παρόν Καταστατικό. 1 Σημ. του μεταφραστή: Το κείμενο του Καταστατικού στην αγγλική και γαλλική γλώσσα από τις οποίες έγινε η μετάφραση αναφέρεται και στα δύο γένη σε σχέση με τις λέξεις: Εισαγγελέας, Δικαστής, Γραμματέας, υπάλληλος, πρόσωπο, μάρτυρας, διοικητής, ανώτερος, κατηγορούμενος, καταδικασθείς, δράστης,. Ως προς όλες τις παραπάνω λέξεις, πλην της λέξης πρόσωπο, η ελληνική μετάφραση προκειμένου να μείνει αφενός πιστή στο πρωτότυπο αλλά και να μην επιβαρύνει υπέρμετρα το κείμενο (αφού στα ελληνικά, θα ήταν για λόγους συνέπειας αναγκαστική η χρήση και δύο αντίστοιχων επιθέτων ή αντωνυμιών, λ.χ. ο παρών κατηγορούμενος, η παρούσα κατηγορουμένη ) μεταχειρίζεται και τα δύο γένη μόνο κατά την πρώτη χρήση των λέξεων αυτών. Στη συνέχεια χρησιμοποιείται μόνο το αρσενικό. Για τη λέξη πρόσωπο δεν κρίθηκε αναγκαίο να γίνει διαχωρισμός των γενών, αφού στα ελληνικά το ουσιαστικό αυτό είναι ουδέτερο. Άρθρ.87.-1.(α)Το Δικαστήριο έχει την εξουσία να υποβάλει αιτήσεις στα Κράτη Μέρη για συνεργασία. Οι αιτήσεις διαβιβάζονται δια της διπλωματικής οδού ή οποιασδήποτε άλλης κατάλληλης οδού που μπορεί να καθορισθεί από κάθε Κράτος Μέρος κατά την επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση. Μεταγενέστερες μεταβολές στον καθορισμό γίνονται από κάθε Κράτος Μέρος σύμφωνα με τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. (β)Όταν είναι πρόσφορο, με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (α), οι αιτήσεις μπορούν να διαβιβασθούν μέσω της Διεθνούς Ποινικής Αστυνομικής Οργάνωσης ή κάθε αρμόδιου περιφερειακού οργανισμού. 2.Αιτήσεις συνεργασίας και τα υποστηρικτικά έγγραφα συνοδεύονται από μετάφραση στην επίσημη γλώσσα του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ή σε μία από τις γλώσσες εργασίας του Δικαστηρίου, κατ’ επιλογήν του Κράτους κατά την επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση. Μεταγενέστερες μεταβολές της επιλογής αυτής γίνονται σύμφωνα με τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 3.Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση τηρεί τον εμπιστευτικό χαρακτήρα της αίτησης συνεργασίας και των υποστηρικτικών της εγγράφων, εκτός και στο μέτρο που η δημοσιοποίηση είναι αναγκαία για την εκτέλεση της αίτησης. Σελ. 208,908 Τεύχος 1401 Σελ. 18 4.Σχετικά με κάθε αίτηση για συνδρομή που υποβάλλεται κατά το παρόν Κεφάλαιο, το Δικαστήριο μπορεί να λάβει τα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αφορούν την προστασία των πληροφοριών, τα οποία μπορεί να είναι απαραίτητα για την προστασία της ασφάλειας ή της σωματικής ή ψυχικής ευημερίας των θυμάτων, πιθανών μαρτύρων και των οικογενειών τους. Το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει κάθε πληροφορία, που παρέχεται σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, να γνωστοποιείται και να χρησιμοποιείται κατά τρόπο που να προστατεύεται η ασφάλεια και η σωματική ή ψυχική υγεία των θυμάτων . πιθανών μαρτύρων ή των οικογενειών τους. 5.(α)Το Δικαστήριο μπορεί να καλέσει κάθε Κράτος μη μέρος στο παρόν Καταστατικό να παράσχει συνδρομή κατά το παρόν Κεφάλαιο επί τη βάσει ειδικού διακανονισμού, συμφωνίας με το Κράτος αυτό ή σε οποιαδήποτε άλλη βάση. (β) Όταν ένα Κράτος μη μέρος στο παρόν Καταστατικό, το οποίο έχει συνάψει ειδικό διακανονισμό ή συμφωνία με το Δικαστήριο, δεν συνεργάζεται σχετικά με αιτήσεις που γίνονται σύμφωνα με τον διακανονισμό ή τη συμφωνία, το Δικαστήριο μπορεί να πληροφορήσει σχετικά τη Συνέλευση των Κρατών Μερών ή. σε περίπτωση που το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο, το Συμβούλιο Ασφαλείας. 6.Το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει από κάθε διακυβερνητική οργάνωση να παράσχει πληροφορίες ή έγγραφα. Το Δικαστήριο μπορεί επίσης να ζητήσει άλλες μορφές συνεργασίας και συνδρομής που μπορεί να συμφωνηθούν με μία τέτοια οργάνωση και που είναι σύμφωνες με την αρμοδιότητα ή την εντολή του. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 7.Όταν ένα Κράτος Μέρος, παρά τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού. δεν συμμορφώνεται με αίτηση του Δικαστηρίου για συνεργασία, εμποδίζοντας με αυτόν τον τρόπο το Δικαστήριο στην άσκηση των λειτουργιών και εξουσιών του κατά το παρόν Καταστατικό, το Δικαστήριο μπορεί να προβεί σε σχετική διαπίστωση και να παραπέμψει το ζήτημα στη Συνέλευση των Κρατών Μερών ή. αν το Συμβούλιο Ασφαλείας έχει παραπέμψει το ζήτημα στο Δικαστήριο, στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Διαθέσιμες διαδικασίες κατά το εθνικό δίκαιο Άρθρ.88.-Τα Κράτη Μέρη διασφαλίζουν τη θέσπιση διαδικασιών κατά τα εθνικά τους δίκαια για όλες τις μορφές συνεργασίας που προσδιορίζονται στο παρόν Κεφάλαιο. Παράδοση προσώπων στο Δικαστήριο Άρθρ.89.-1.Το Δικαστήριο μπορεί να διαβιβάσει αίτηση για σύλληψη και παράδοση ενός προσώπου, συνοδευόμενη από το υποστηρικτικό υλικό που ορίζεται στο άρθρο 91, σε κάθε Κράτος στο έδαφος του οποίου ενδέχεται να βρίσκεται το πρόσωπο αυτό και ζητεί την συνεργασία του Κράτους στην σύλληψη και παράδοση του προσώπου αυτού. Τα Κράτη Μέρη, κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου και την διαδικασία κατά το εθνικό τους Δίκαιο, συμμορφώνονται με τις αιτήσεις για σύλληψη και παράδοση. 2.Όταν το πρόσωπο του οποίου ζητείται η σύλληψη, προβάλλει αντιρρήσεις ενώπιον εθνικού Δικαστηρίου επί τη βάσει της αρχής ne bis in idem, όπως προβλέπεται στο άρθρο 20, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβουλεύεται αμέσως με το Δικαστήριο για να αποφασιστεί αν έχει υπάρξει κρίση επί του παραδεκτού. Αν η υπόθεση γίνει παραδεκτή, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προχωρεί στην εκτέλεση της. Αν εκκρεμεί η κρίση για το παραδεκτό, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την εκτέλεση της αίτησης για παράδοση του προσώπου μέχρι το Δικαστήριο να αποφασίσει για το παραδεκτό. 3.(α)Τα Κράτη-Μέρη επιτρέπουν, κατά το εθνικό τους δικονομικό δίκαιο, την μεταφορά μέσω του εδάφους τους του προσώπου που παραδίδεται στο Δικαστήριο από άλλο Κράτος, εκτός αν η διέλευση μέσω του Κράτους αυτού θα εμπόδιζε ή θα καθυστερούσε την παράδοση. (β)Η αίτηση του Δικαστηρίου για διέλευση διαβιβάζεται κατά το άρθρο 87. Η αίτηση για διέλευση περιλαμβάνει: (ι)Περιγραφή του μεταφερομένου προσώπου. (ιι)Συνοπτική αναφορά των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως και τον νομικό χαρακτηρισμό τους. και (ιιι)Το ένταλμα σύλληψης και παράδοσης. (γ)Το μεταφερόμενο πρόσοδο τελεί υπό κράτηση κατά τον χρόνο διέλευσης. (δ)Δεν απαιτείται έγκριση αν το πρόσωπο μεταφέρεται αεροπορικώς και δεν ‘έχει προγραμματιστεί προσγείωση στο έδαφος του Κράτους διέλευσης. (ε)Αν λάβει χώρα μη προγραμματισμένη προσγείωση στο έδαφος του Κράτους διέλευσης, το Κράτος αυτό μπορεί να απαιτήσει από το Δικαστήριο υποβολή αίτησης διέλευσης, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (β). Το Κράτος διελεύσεως θέτει υπό κράτηση το μεταφερόμενο πρόσωπο μέχρι να ληφθεί η αίτηση διέλευσης και να πραγματοποιηθεί η διέλευση υπό την προϋπόθεση ότι η κράτηση για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου δεν μπορεί να υπερβεί τις 96 ώρες από την μη προγραμματισμένη προσγείωση, εκτός αν η αίτηση παραληφθεί εντός του χρόνου αυτού. 4.Αν κατά του προσώπου το οποίο καταζητείται έχει ασκηθεί ποινική δίωξη ή αυτό εκτίει ποινή στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση για έγκλημα διαφορετικό από αυτό για το οποίο ζητείται η παράδοση του στο Δικαστήριο, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αφού λάβει την απόφαση να δεχθεί την αίτηση, διαβουλεύεται με το Δικαστήριο. Συρροή αιτήσεων Άρθρ.90.-1.Κράτος Μέρος, το οποίο λαμβάνει μία αίτηση από το Δικαστήριο για την παράδοση ενός προσώπου κατά το άρθρο 89, αν παραλλήλως παραλάβει από οποιοδήποτε άλλο Κράτος αίτηση εκδόσεως για το ίδιο πρόσωπο και για την ίδια συμπεριφορά που συνιστά την βάση του εγκλήματος για το οποίο ζητείται η παράδοση του από το Δικαστήριο, γνωστοποιεί στο Δικαστήριο και στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος το γεγονός αυτό. 2.Αν το αιτούμενο την έκδοση Κράτος είναι Κράτος Μέρος, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δίνει προτεραιότητα στην αίτηση του Δικαστηρίου, αν: (α)Το Δικαστήριο, κατά το άρθρο 18 ή 19, αποφάσισε ότι η υπόθεση, που αφορά την αίτηση παράδοσης είναι παραδεκτή και η απόφαση αυτή λαμβάνει υπόψη την ανάκριση ή δίωξη που διεξήχθη από το αιτούμενο την έκδοση Κράτος σε σχέση προς την αίτηση έκδοσης του ή (β)Το Δικαστήριο λαμβάνει απόφαση που περιγράφεται στο εδάφιο (α) σύμφωνα με την γνωστοποίηση από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κατά την παράγραφο 1. (Μετά τη σελ. 208,908) Σελ. 208,909 Τεύχος 1401 Σελ. 19 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 3.Όταν δεν έχει ληφθεί απόφαση κατά την παράγραφο 2(α). το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση έχει την διακριτική ευχέρεια να προχωρήσει. ενόσω εκκρεμεί η απόφαση του Δικαστηρίου κατά την παράγραφο 2 β. στο χειρισμό της αίτησης εκδόσεως του αιτούμενου την έκδοση Κράτους, δεν εκδίδει όμως το πρόσωπο μέχρις ότου το Δικαστήριο αποφασίσει ότι η υπόθεση είναι απαράδεκτη. Η απόφαση του Δικαστηρίου λαμβάνεται με ταχεία διαδικασία. 4.Αν το αιτούμενο την έκδοση Κράτος δεν είναι Κράτος Μέρος στο παρόν Καταστατικό, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αν δεν δεσμεύεται από διεθνή υποχρέωση να εκδώσει το πρόσωπο στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος, δίδει προτεραιότητα στην αίτηση του Δικαστηρίου για παράδοση του. αν τούτο έχει αποφασίσει ότι η υπόθεση είναι παραδεκτή. 5.Όταν μία υπόθεση κατά την παράγραφο 4 δεν έχει κριθεί παραδεκτή από το Δικαστήριο, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, κατά την διακριτική του ευχέρεια, μπορεί να προχωρήσει στον χειρισμό της αιτήσεως εκδόσεως του αιτούμενου την έκδοση Κράτους. 6.Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται η παράγραφος 4. με εξαίρεση την περίπτωση που το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεσμεύεται από διεθνή υποχρέωση να εκδώσει το πρόσωπο στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος που δεν είναι μέρος του παρόντος Καταστατικού, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αποφασίζει αν θα παραδώσει το πρόσωπο στο Δικαστήριο ή αν θα το εκδώσει στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος. Κατά την απόφαση του. το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως : (α)Της χρονολογικής σειράς των αιτήσεων. (β)Των συμφερόντων του αιτουμένου την έκδοση Κράτους, περιλαμβανομένων, εφόσον είναι σχετικά, του αν το έγκλημα τελέστηκε στο έδαφος του και της εθνικότητας των θυμάτων και του ζητουμένου προσώπου και (γ)Της δυνατότητας μεταγενέστερης παράδοσης στο Δικαστήριο από το αιτούμενο την έκδοση Κράτος. 7.Όταν ένα Κράτος Μέρος το οποίο παραλαμβάνει αίτηση από το Δικαστήριο για παράδοση προσώπου, παραλαμβάνει επίσης αίτηση έκδοσης του ιδίου προσώπου από οποιοδήποτε Κράτος για συμπεριφορά διαφορετική από αυτήν που στοιχειοθετεί το έγκλημα, για το οποίο το Δικαστήριο ζητεί την παράδοση του προσώπου : Σελ. 208,910 Τεύχος 1401 Σελ. 20 (α)Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αν δεν δεσμεύεται από υφισταμένη διεθνή υποχρέωση να εκδώσει το πρόσωπο στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος; δίδει προτεραιότητα στην αίτηση του Δικαστηρίου. (β)Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αν δεσμεύεται από υφισταμένη διεθνή υποχρέωση να εκδώσει το πρόσωπο στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος, αποφασίζει αν θα παραδώσει το πρόσωπο στο Δικαστήριο ή θα το εκδώσει στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος. Για τη λήψη της απόφασης του αυτής, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση κρίνει όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων ιδίως αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 6. αλλά θα λάβει ιδιαίτερα υπόψη του και τη σχετική φύση και βαρύτητα της υπό κρίση συμπεριφοράς. 8.Όταν. ύστερα από ειδοποίηση κατά το παρόν άρθρο, το Δικαστήριο έχει αποφασίσει ότι η υπόθεση δεν είναι παραδεκτή, και μεταγενεστέρως η έκδοση στο αιτούμενο την έκδοση Κράτος δεν γίνει αποδεκτή, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ειδοποιεί το Δικαστήριο για την απόφαση αυτή. Περιεχόμενο της αίτησης σύλληψης και παράδοσης Άρθρ.91.-1.Η αίτηση για σύλληψη και παράδοση γίνεται εγγράφως. Σε επείγουσες περιπτώσεις, η αίτηση μπορεί να γίνει με κάθε μέσο ικανό να μεταδώσει έγγραφο αποτύπωμα, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση επιβεβαιώνεται μέσω του διαύλου που προβλέπεται στο άρθρο 87 παρ. 1 (α). 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 2.Σε περίπτωση αιτήσεως για σύλληψη και παράδοση προσώπου, για το οποίο έχει εκδοθεί ένταλμα συλλήψεως από το Τμήμα Προδικασίας κατά το άρθρο 58. η αίτηση περιέχει ή υποστηρίζεται από τα ακόλουθα : (α)Πληροφορίες για την περιγραφή του ζητουμένου προσώπου, επαρκείς για να προσδιορίσουν την ταυτότητα του. και πληροφορίες για την πιθανή διαμονή του (β)Αντίγραφο του εντάλματος σύλληψης, και (γ)Έγγραφα, δηλώσεις ή πληροφορίες που μπορεί να απαιτούνται για την εκπλήρωση των προϋποθέσεων για την διαδικασία παράδοσης στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εντούτοις οι προϋποθέσεις αυτές δεν θα πρέπει να είναι επαχθέστερες από αυτές που εφαρμόζονται σε αιτήσεις εκδόσεως, σύμφωνα με συμβάσεις ή διακανονισμούς μεταξύ του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και άλλων Κρατών και, αν είναι δυνατό. θα πρέπει να είναι λιγότερο επαχθείς, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη φύση του Δικαστηρίου. 3.Σε περίπτωση αιτήσεως για σύλληψη και παράδοση προσώπου που έχει ήδη καταδικασθεί, η αίτηση περιέχει ή υποστηρίζεται από : (α)Αντίγραφο κάθε εντάλματος συλλήψεως για το πρόσωπο αυτό (β)Αντίγραφο της καταδικαστικής αποφάσεως (γ)Πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι το ζητούμενο πρόσωπο είναι αυτό που αναφέρεται στην καταδικαστική απόφαση, και (δ)Αν στο ζητούμενο πρόσωπο έχει επιβληθεί ποινή, αντίγραφο της ποινής που επιβλήθηκε και. σε περίπτωση ποινής φυλάκισης, βεβαίωση για το χρόνο που έχει ήδη εκτιθεί και τον υπόλοιπο χρόνο έκτισης. 4.Ύ στερα από την αίτηση του Δικαστηρίου, το Κράτος Μέρος διαβουλεύεται με το Δικαστήριο, είτε γενικώς είτε σε σχέση με συγκεκριμένο ζήτημα, σχετικά με τις προϋποθέσεις κατά το εθνικό του δίκαιο οι οποίες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν κατά την παράγραφο 2 (γ). Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, το Κράτος Μέλος ενημερώνει το Δικαστήριο για τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις της εθνικής του νομοθεσίας. Προσωρινή σύλληψη Άρθρ.92.-1.Σε επείγουσες περιπτώσεις, το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την προσωρινή σύλληψη του ζητουμένου προσώπου, ενόσω εκκρεμεί η υποβολή αίτησης για παράδοση και των υποστηρικτικών εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 91. 2.Η αίτηση για προσωρινή σύλληψη γίνεται με οποιοδήποτε μέσο αποδόσεως εγγράφου αποτυπώματος και περιλαμβάνει τα εξής: (α)Πληροφορίες ως προς την περιγραφή του ζητουμένου προσώπου, επαρκείς για να προσδιορίσουν την ταυτότητα του και πληροφορίες ως προς την προφανή διαμονή του (β)Συνοπτική περιγραφή των εγκλημάτων για τα οποία ζητείται η σύλληψη του. και των πραγματικών περιστατικών που φέρονται να στοιχειοθετούν τα εγκλήματα αυτά. συμπεριλαμβανομένων, αν είναι δυνατόν, της ημερομηνίας και του τόπου τελέσεώς τους. (γ)Δήλωση για την ύπαρξη εντάλματος συλλήψεως ή καταδικαστικής αποφάσεως κατά του ζητουμένου προσώπου, και (δ) Δήλωση ότι θα ακολουθήσει η υποβολή αιτήσεως για παράδοση του ζητουμένου προσώπου. 3.Ο προσωρινώς συλληφθείς μπορεί να αφεθεί ελεύθερος αν το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν έλαβε την αίτηση για παράδοση και σύλληψη και τα υποστηρικτικά της έγγραφα, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 91. εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Εντούτοις, το πρόσωπο μπορεί να συναινέσει στην παράδοση προ της εκπνοής της προθεσμίας, αν τούτο επιτρέπεται από το δίκαιο του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προχωρεί στην παράδοση του προσώπου στο Δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν. 4.Το γεγονός ότι το ζητούμενο πρόσωπο αφέθηκε ελεύθερο κατά την παράγραφο 3, δεν θίγει την μεταγενέστερη σύλληψη και παράδοση αυτού, αν η αίτηση για σύλληψη και παράδοση και τα υποστηρικτικά έγγραφα παραδοθούν σε μεταγενέστερο χρόνο. Άλλες μορφές συνεργασίας Άρθρ.93.-1.Τα Κράτη Μέρη, κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου και κατά την διαδικασία του εθνικού τους δικαίου, συμμορφώνονται με αιτήσεις του Δικαστηρίου να παράσχουν την ακόλουθη συνδρομή σχετικά με ανακρίσεις ή διώξεις: (Μετά τη σελ. 208,910) Σελ. 208,911 Τεύχος 1401 Σελ. 21 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (α)Αναγνώριση της ταυτότητας και του τόπου που ευρίσκονται πρόσωπα ή αντικείμενα (β)Συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων ενόρκων καταθέσεων και εμφάνιση αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων γνωμοδοτήσεων και εκθέσεων εμπειρογνωμόνων που είναι αναγκαίες για το Δικαστήριο (γ)Λήψη καταθέσεων από ανακρινόμενους ή διωκόμενους (δ)Κοινοποίηση εγγράφων, συμπεριλαμβανομένων δικαστικών εγγράφων (ε)Διευκόλυνση της εκούσιας εμφάνισης μαρτύρων ή εμπειρογνωμόνων ενώπιον του Δικαστηρίου (στ)Προσωρινή μεταφορά προσώπων όπως προβλέπεται στην παράγραφο 7. (ζ)Αυτοψία χώρων και τοποθεσιών, συμπεριλαμβανομένης και της εκταφής και της εξετάσεως χώρων ταφής (η)Διενέργεια ερευνών και κατασχέσεων (θ)Παροχή αρχείων και εγγράφων, συμπεριλαμβανομένων επισήμων αρχείων και εγγράφων (ι)Προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων και διασφάλιση του αποδεικτικού υλικού (ία)Αναγνώριση της ταυτότητας, εντοπισμός και δέσμευση ή δήμευση προϊόντων εγκλήματος. περιουσίας και αγαθών και οργάνων του εγκλήματος με τελικό σκοπό την ενδεχόμενη δήμευση τους. χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα των καλόπιστων τρίτων και (ιβ)Κάθε άλλη μορφή συνδρομής που δεν απαγορεύεται από το δίκαιο του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, με σκοπό την διευκόλυνση της ανακρίσεως και δίωξης εγκλημάτων που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. 2.Το Δικαστήριο έχει την εξουσία να παράσχει διαβεβαίωση σε μάρτυρα ή πραγματογνώμονα που εμφανίζεται ενώπιον του Δικαστηρίου ότι δεν θα διωχθεί, κρατηθεί ή υποστεί οποιονδήποτε περιορισμό της προσωπικής του ελευθερίας από το Δικαστήριο σε σχέση με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που προηγήθηκε της αναχωρήσεως του από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. 3.Όταν η εκτέλεση ενός συγκεκριμένου μέτρου συνδρομής, που περιγράφεται λεπτομερώς σε αίτηση που υποβάλλεται κατά την παράγραφο 1. απαγορεύεται στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση με βάση υπάρχουσα θεμελιώδη δικαιική αρχή γενικής εφαρμογής, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβουλεύεται αμελλητί με το Δικαστήριο προκειμένου να επιλυθεί το ζήτημα. Κατά τις διαβουλεύσεις, εξετάζεται εάν η συνδρομή μπορεί Σελ. 208,912 Τεύχος 1401 Σελ. 22 να παρασχεθεί με άλλο τρόπο ή υπό όρους. Αν ύστερα από τις διαβουλεύσεις, το θέμα δεν μπορεί να επιλυθεί, το Δικαστήριο τροποποιεί την αίτηση όπως απαιτείται. 4.Κατά το άρθρο 72, ένα Κράτος Μέρος μπορεί να αρνηθεί αίτηση για συνδρομή . εν όλω ή εν μέρει, μόνον αν η αίτηση αφορά την προσκόμιση εγγράφων ή αποκάλυψη αποδεικτικού υλικού που έχουν σχέση με την εθνική του ασφάλεια. 5.Πριν απορριφθεί η αίτηση συνδρομής κατά την παράγραφο 1 (ιβ), το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει αν η συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί υπό ιδιαίτερους όρους ή αν η συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο ή με εναλλακτικό τρόπο, υπό την προϋπόθεση ότι αν το Δικαστήριο ή ο Εισαγγελέας αποδεχθούν την υπό όρους συνδρομή. δεσμεύονται από τους όρους αυτούς. 6.Αν η αίτηση συνδρομής απορριφθεί, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει αμελλητί το Δικαστήριο ή τον Εισαγγελέα για τους λόγους άρνησης του. 7.(α)Το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την προσωρινή μεταφορά του υπό κράτηση προσώπου για τον σκοπό της αναγνωρίσεως της ταυτότητας του ή για την λήψη καταθέσεως ή για παροχή άλλης συνδρομής. Το πρόσωπο μπορεί να μεταφερθεί αν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι: (ι)Το πρόσωπο, αφού ενημερωθεί, δίδει ελεύθερα την συγκατάθεση του για την μεταφορά 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ιι)Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση συμφωνεί για τη μεταφορά, υπό τους όρους που μπορεί να συμφωνηθούν από το Κράτος αυτό και το Δικαστήριο (β)Το πρόσωπο που μεταφέρεται παραμένει υπό κράτηση. Όταν εκπληρωθεί ο σκοπός της μεταφοράς, το Δικαστήριο επιστρέφει αμελλητί το πρόσωπο στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. 8.(α)Το Δικαστήριο διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των εγγράφων και πληροφοριών, στο βαθμό που τούτο απαιτείται για την ανάκριση και τις ενέργειες που περιγράφονται στην αίτηση. (β)Όταν είναι αναγκαίο, το. Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να διαβιβάσει σε εμπιστευτική βάση έγγραφα ή πληροφορίες στον Εισαγγελέα. Ο Εισαγγελέας μπορεί εν συνεχεία να τα χρησιμοποιήσει μόνον προς τον σκοπό της παραγωγής νέων αποδεικτικών στοιχείων . (γ)Το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση του Εισαγγελέα, να συναινέσει μεταγενέστερα στην αποκάλυψη τέτοιων εγγράφων ή πληροφοριών. Αυτά μπορούν εν συνεχεία να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία κατά τις διατάξεις των Κεφαλαίων 5 και 6 και σύμφωνα με τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 9.(α)(ι)Στην περίπτωση που ένα Κράτος Μέρος λάβει συρρέουσες αιτήσεις, διαφορετικές από αιτήσεις για παράδοση ή έκδοση από το Δικαστήριο και από άλλο Κράτος σύμφωνα με διεθνή υποχρέωση, το Κράτος Μέρος προσπαθεί, σε συνεννόηση με το Δικαστήριο και το άλλο Κράτος, να ικανοποιήσει αμφότερες τις αιτήσεις, είτε αναβάλλοντας, αν είναι αναγκαίο. την μία από αυτές είτε επιβάλλοντας όρους στην μία ή στην άλλη. (ιι)Αν αυτό δεν επιτευχθεί, η συρροή αιτήσεων αντιμετωπίζεται κατά τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 90. (β)Όταν. εντούτοις, η αίτηση από το Δικαστήριο αφορά πληροφορίες,, ιδιοκτησία ή πρόσωπα που υπόκεινται στον έλεγχο τρίτου Κράτους ή διεθνούς οργανισμού, δυνάμει διεθνούς συμφωνίας, τα Κράτη προς τα οποία απευθύνεται η αίτηση ενημερώνουν σχετικά το Δικαστήριο και αυτό απευθύνει την αίτηση του στο τρίτο Κράτος ή τον διεθνή οργανισμό. 10.(Α)Το Δικαστήριο μπορεί ύστερα από αίτηση, να συνεργαστεί και να παράσχει συνδρομή σε ένα Κράτος Μέρος, στο οποίο διεξάγεται ανάκριση ή δίκη για πράξη που συνιστά έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ή σοβαρό έγκλημα κατά το εθνικό δίκαιο του αιτούντος Κράτους. (Β) (ι) Η συνδρομή που παρέχεται κατά το εδάφιο (Α) περιλαμβάνει μεταξύ άλλων : (α)Τη διαβίβαση δηλώσεων. εγγράφων ή άλλου είδους αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία έχουν συλλεγεί κατά τη διάρκεια ανάκρισης ή δίκης που διεξήχθη από το Δικαστήριο, και (β)Την εξέταση οιουδήποτε προσώπου το οποίο τελεί υπό κράτηση με διαταγή του Δικαστηρίου. (ιι)Στην περίπτωση της συνδρομής κατά το εδάφιο (βυι) (α) : (α)Αν τα έγγραφα ή τα άλλου είδους αποδεικτικά στοιχεία αποκτήθηκαν με τη συνδρομή ενός Κράτους, για την διαβίβαση τους απαιτείται η συναίνεση του Κράτους αυτού, και (β)Αν οι δηλώσεις, έγγραφα ή άλλου είδους αποδεικτικά στοιχεία έχουν παρασχεθεί από μάρτυρα ή πραγματογνώμονα, η διαβίβαση τους υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 68. (γ)Το Δικαστήριο μπορεί, υπό τους όρους που εκτίθενται στην παρούσα παράγραφο, να ικανοποιήσει μία αίτηση για συνδρομή κατά την παρούσα παράγραφο από ένα Κράτος που δεν είναι μέλος στο παρόν Καταστατικό. Αναβολή εκτελέσεως αιτήσεως σχετικά με συνεχιζόμενη ανάκριση ή δίωξη Άρθρ.10.-Καμία διάταξη του παρόντος Κεφαλαίου δεν ερμηνεύεται κατά τρόπο που να περιορίζει ή επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο υπάρχοντες ή υπό διαμόρφωση κανόνες του διεθνούς δικαίου για σκοπούς άλλους πλην αυτών του Καταστατικού. Δικαιοδοσία ratione temporis Άρθρ.94.-1.Αν η άμεση εκτέλεση αιτήσεως θα αποτελούσε επέμβαση σε διεξαγόμενη ανάκριση ή δίωξη για υπόθεση άλλη από αυτήν στην οποία αναφέρεται η αίτηση, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την εκτέλεση της αίτησης για χρονικό διάστημα που συμφωνείται από κοινού με το Δικαστήριο. Η αναβολή, εντούτοις, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη του χρόνου που απαιτείται για την ολοκλήρωση της σχετικής ανάκρισης ή δίωξης στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. Πριν ληφθεί η απόφαση για την αναβολή, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση εξετάζει αν η συνδρομή μπορεί να παρασχεθεί αμέσως υπό συγκεκριμένους όρους. 2.Αν ληφθεί απόφαση για αναβολή κατά την παράγραφο 1, ο Εισαγγελέας μπορεί, εντούτοις, να ζητήσει τη λήψη μέτρων για τη διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων, κατά το άρθρο 93 παράγραφος 1. (ι). (Μετά τη σελ. 208,912) Σελ. 208,913 Τεύχος 1401 Σελ. 23 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Αναβολή εκτελέσεως αιτήσεως σχετικά με ένσταση ως προς το παραδεκτό Άρθρ.95.-Όταν εξετάζονται από το Δικαστήριο αντιρρήσεις ως προς το παραδεκτό κατά το άρθρο 18 ή 19. το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση μπορεί να αναβάλει την εκτέλεση της αίτησης κατά το παρόν Κεφάλαιο, εφόσον εκκρεμεί η απόφαση του Δικαστηρίου, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει ειδικά ότι ο Εισαγγελέας μπορεί να συνεχίσει την συλλογή των αποδεικτικών στοιχείων κατά τα άρθρα 18 ή 19. Περιεχόμενο της αιτήσεως για άλλης μορφής συνδρομή κατά το άρθρο 93 . Άρθρ.96.-1.Η αίτηση για άλλης μορφής συνδρομή που αναφέρεται στο άρθρο 93. γίνεται εγγράφως. Σε επείγουσες περιπτώσεις, η αίτηση μπορεί να γίνει από κάθε ικανό μέσο μεταδόσεως εγγράφου αποτυπώματος, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση επιβεβαιώνεται μέσο του διαύλου που προβλέπεται από το άρθρο 87 παράγραφος 1 (α). 2.Η αίτηση, κατά περίπτωση, περιλαμβάνει ή υποστηρίζεται από τα ακόλουθα: (α)Συνοπτική αναφορά του σκοπού της αίτησης και της αιτούμενης συνδρομής, συμπεριλαμβανομένων της νομικής βάσεως και των λόγων της αιτήσεως. (β)Τις κατά το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες για την τοποθεσία που βρίσκεται και την ταυτότητα κάθε προσώπου ή μέρους που πρέπει να βρεθεί ή να αναγνωριστεί προκειμένου να παρασχεθεί η αιτηθείσα συνδρομή. (γ)Συνοπτική αναφορά των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών που αποτελούν την βάση της αιτήσεως. (δ)Τους λόγους και τις λεπτομέρειες για κάθε διαδικασία ή όρο που πρέπει να τηρηθεί. (ε)Κάθε πληροφορία που μπορεί να απαιτείται κατά το δίκαιο του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση προκειμένου να εκτελεστεί η αίτηση, και (στ)Κάθε άλλη σχετική πληροφορία, προκειμένου να παρασχεθεί η αιτουμένη συνδρομή. 3.Μετά από την αίτηση του Δικαστηρίου, το Κράτος Μέρος διαβουλεύεται με το Δικαστήριο, είτε γενικά είτε σε σχέση με συγκεκριμένο ζήτημα, σχετικά με οποιεσδήποτε προϋποθέσεις κατά το εθνικό του δίκαιο, που μπορούν να εφαρμοστούν κατά την παράγραφο 2 (ε). Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, το Κράτος Μέρος ενημερώνει το Δικαστήριο για τις ειδικές προϋποθέσεις του εθνικού του δικαίου. Σελ. 208,914 Τεύχος 1401 Σελ. 24 4.Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, οπουδήποτε αυτό εφαρμόζεται. εφαρμόζονται επίσης και σε σχέση με αίτηση για συνδρομή που έγινε προς το Δικαστήριο. Διαβουλεύσεις Άρθρ.97.-Όταν ένα Κράτος Μέρος λαμβάνει μία αίτηση κατά το παρόν Κεφάλαιο, σε σχέση με την οποία διαπιστώνει προβλήματα που μπορεί να παρακωλύσουν ή να ματαιώσουν την εκτέλεση της. το Κράτος αυτό διαβουλεύεται αμελλητί με το Δικαστήριο, προκειμένου να επιλυθεί το ζήτημα. Τα προβλήματα αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων : (α)Ανεπαρκείς πληροφορίες για την εκτέλεση της αιτήσεως. (β)Στην περίπτωση αίτησης για παράδοση, το γεγονός ότι παρά τις καταβαλλόμενες καλύτερες δυνατές προσπάθειες, δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί το ζητούμενο πρόσωπο ή αν η διεξαχθείσα ανάκριση κατέληξε ότι το πρόσωπο στο Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, προδήλως δεν είναι το πρόσωπο που κατονομάζεται στο ένταλμα, ή (γ)Το γεγονός ότι η εκτέλεση της αίτησης, με τη μορφή υπό την οποία εμφανίζεται, θα απαιτούσε από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται να παραβιάσει προϋωισταμένη συμβατική υποχρέωση που είχε αναληφθεί έναντι άλλου Κράτους. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Συνεργασία σχετικά με παραίτηση από ασυλία και συναίνεση σε παράδοση Άρθρ.98.-1.Το Δικαστήριο μπορεί να μη δώσει συνέχεια σε μία αίτηση για παράδοση ή συνδρομή η οποία θα απαιτούσε από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση να ενεργήσει κατά τρόπο ασυμβίβαστο προς τις υποχρεώσεις του κατά το διεθνές δίκαιο έναντι του Κράτους ή της διπλωματικής ασυλίας προσώπου ή περιουσίας ενός τρίτου Κράτους, εκτός αν το Δικαστήριο μπορεί να εξασφαλίσει προηγουμένως τη συνεργασία του τρίτου αυτού Κράτους για παραίτηση από την ασυλία . 2.Το Δικαστήριο μπορεί να μη δώσει συνέχεια σε μία αίτηση για παράδοση η οποία θα απαιτούσε από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση να ενεργήσει με τρόπο ασυμβίβαστο προς τις υποχρεώσεις του βάσει διεθνών συμφωνιών κατά τις οποίες απαιτείται η συναίνεση του αποστέλλοντας Κράτους για την παράδοση προσώπου του Κράτους αυτού στο Δικαστήριο. εκτός αν το Δικαστήριο μπορεί να εξασφαλίσει προηγουμένως την συνεργασία του αποστέλλοντας Κράτους για να δοθεί η συναίνεση για την παράδοση. Εκτέλεση αιτήσεων κατά τα άρθρα 93 και 96 Άρθρ.99.-1.Οι αιτήσεις για συνδρομή εκτελούνται σύμφωνα με τη σχετική διαδικασία που προβλέπεται κατά το δίκαιο του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και, εκτός αν απαγορεύεται από το δίκαιο αυτό. κατά τον τρόπο που προσδιορίζεται στην αίτηση, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης κάθε διαδικασίας που περιγράφεται σε αυτή ή της παραχώρησης της δυνατότητας σε πρόσωπα που προσδιορίζονται στην αίτηση να είναι παρόντα και να παρέχουν τη συνδρομή τους στην διαδικασία εκτέλεσης. 2.Σε περίπτωση επείγουσας αίτησης, τα έγγραφα ή τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγονται σε απάντηση αυτής αποστέλλονται μετά από αίτηση του Δικαστηρίου, επειγόντως. 3.Οι απαντήσεις από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση διαβιβάζονται στη γλώσσα και τον τύπο κατά τον οποίον συντάχθηκαν. 4.Με την επιφύλαξη άλλων άρθρων του παρόντος Κεφαλαίου, όταν είναι αναγκαίο για την επιτυχή εκτέλεση μιας αίτησης η οποία μπορεί να εκτελεστεί χωρίς μέτρα καταναγκασμού, συμπεριλαμβανομένων ειδικώς της ακροάσεως ή της λήψης αποδεικτικών στοιχείων από ένα πρόσωπο εκουσίως, το οποίο συμπεριλαμβάνει να διενεργηθεί τούτο χωρίς την παρουσία των αρχών του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση, αν είναι ουσιώδες για την εκτέλεση της αίτησης, και της εξέτασης χωρίς τροποποίηση δημοσίας τοποθεσίας ή άλλου δημοσίου χώρου, ο Εισαγγελέας μπορεί να εκτελέσει μία τέτοια αίτηση άμεσα στο έδαφος ενός Κράτους, ως ακολούθως : (α)Όταν το Κράτος Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση είναι Κράτος στο έδαφος του οποίου φέρεται να έχει τελεστεί το έγκλημα και έχει υπάρξει κρίση υπέρ του παραδεκτού κατά το άρθρο 18 ή 19, ο Εισαγγελέας μπορεί να εκτελέσει άμεσα την αίτηση αυτή μετά από όλες τις πιθανές διαβουλεύσεις με το Κράτος Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. (β)Σε άλλες περιπτώσεις, ο Εισαγγελέας μπορεί να εκτελέσει την αίτηση αυτή μετά από διαβουλεύσεις με το Κράτος Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση και συμμορφούμενος με τους εύλογους όρους και τις ανησυχίες που εγείρονται από αυτό το Κράτος Μέρος. Όταν το Κράτος Μέρος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση επισημαίνει προβλήματα στην εκτέλεση μίας αίτησης σύμφωνα με αυτό το εδάφιο, διαβουλεύεται κατά το παρόν εδάφιο αμελλητί με το Δικαστήριο για την επίλυση του θέματος. 5.Οι διατάξεις που επιτρέπουν σε ένα πρόσωπο που εμφανίζεται ή εξετάζεται από το Δικαστήριο κατά το άρθρο 72 να επικαλεστεί περιορισμούς που σκοπό έχουν να εμποδίσουν την αποκάλυψη εμπιστευτικών πληροφοριών που συνδέονται με την εθνική ασφάλεια, εφαρμόζονται επίσης στην εκτέλεση αιτήσεων για συνδρομή κατά το παρόν άρθρο. Έξοδα Άρθρ.100.-1.Τα συνήθη έξοδα για την εκτέλεση των αιτήσεων στο έδαφος του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αναλαμβάνονται από το Κράτος αυτό, εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις, οπότε βαρύνουν το Δικαστήριο: (α)Έξοδα σχετικά με τα ταξίδια και την προστασία των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων ή την μεταφορά κρατουμένων κατά το άρθρο 93 (β)Έξοδα μεταφράσεων, ερμηνειών και αναπαραγωγής (γ)Έξοδα μετακίνησης και διαμονής των δικαστών, του Εισαγγελέα, των Αναπληρωτών Εισαγγελέων, του Γραμματέα, του Αναπληρωτή Γραμματέα και των μελών του προσωπικού κάθε οργάνου του Δικαστηρίου (δ)Έξοδα για οποιαδήποτε πραγματογνωμοσύνη ή έκθεση που ζητεί το Δικαστήριο. (Μετά τη σελ. 208,914) Σελ. 208,915 Τεύχος 1401 Σελ. 25 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (ε)Έξοδα σχετικά με την μεταφορά προσώπου που παραδόθηκε στο Δικαστήριο από το Κράτος κρατήσεως, και (στ)Ύ στερα από διαβουλεύσεις, όποια έξοδα μπορούν να προκύψουν από την εκτέλεση μιας αίτησης 2.Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται κατά τις περιστάσεις, σε αιτήσεις Κρατών Μερών που απευθύνονται προς το Δικαστήριο. Σε αυτήν περίπτωση, το Δικαστήριο βαρύνεται με τα συνήθη έξοδα της εκτέλεσης. Αρχή της ειδικότητας Άρθρ.101.-1.Πρόσωπο που παραδόθηκε στο Δικαστήριο κατά το παρόν Καταστατικό δεν διώκεται, τιμωρείται ή κρατείται για οποιαδήποτε συμπεριφορά προγενέστερη της παράδοσης, διάφορη από την συμπεριφορά ή διαρκή συμπεριφορά που συνιστά την βάση των εγκλημάτων για τα οποία το πρόσωπο αυτό παραδόθηκε. 2.Το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει παραίτηση από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 από το Κράτος το οποίο παρέδωσε το πρόσωπο στο Δικαστήριο και. αν είναι αναγκαίο, το Δικαστήριο δίνει πρόσθετες πληροφορίες κατά το άρθρο 91. Τα Κράτη Μέρη έχουν την εξουσία να δηλώσουν παραίτηση στο Δικαστήριο και προσπαθούν να πράξουν τούτο. Χρήση όρων Άρθρ.102.-Για τους σκοπούς του παρόντος Καταστατικού : (α)«παράδοση» σημαίνει την παράδοση ενός προσώπου από ένα Κράτος στο Δικαστήριο, κατά το παρόν Καταστατικό (β)«έκδοση» σημαίνει την παράδοση ενός προσώπου από ένα Κράτος σε ένα άλλο Κράτος, όπως προβλέπεται από συνθήκη, σύμβαση ή την εθνική νομοθεσία. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10. ΕΚΤΕΛΕΣΗ Ρόλος των Κρατών στην εκτέλεση ποινών φυλακίσεως Άρθρ.11.-1.Το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία μόνο σε σχέση με εγκλήματα που διαπράχθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Καταστατικού. 2.Αν ένα Κράτος γίνει μέρος στο παρόν Καταστατικό μετά τη θέση του σε ισχύ, το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του μόνο σε σχέση με εγκλήματα που διαπράχθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Καταστατικού για το Κράτος αυτό, εκτός αν το ίδιο έχει κάνει τη δήλωση που προβλέπεται στο άρθρο 12, παράγραφος 3. Προϋποθέσεις άσκησης δικαιοδοσίας Άρθρ.103.-1.(α)Οι ποινές φυλακίσεως εκτίονται σε Κράτος που προσδιορίζεται από το Δικαστήριο από κατάλογο Κρατών που έχουν εκδηλώσει στο Δικαστήριο την βούληση τους να δεχθούν καταδικασθέντες. Σελ. 208,916 Τεύχος 1401 Σελ. 26 (β)Κατά το χρόνο που εκδηλώνει τη βούληση του να δεχθεί καταδικασθέντες, ένα Κράτος μπορεί να θέσει όρους στην αποδοχή του όπως συμφωνούνται με το Δικαστήριο και κατά το παρόν Κεφάλαιο. (γ)Ένα Κράτος που έχει ορισθεί σε μία συγκεκριμένη υπόθεση, ενημερώνει αμελλητί αν αποδέχεται τον ορισμό του από το Δικαστήριο. 2.(α)Το Κράτος εκτελέσεως ειδοποιεί το Δικαστήριο για όλες τις περιστάσεις. συμπεριλαμβανομένης της πραγματοποιήσεως των όρων που συμφωνήθηκαν κατά την παράγραφο 1. που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ουσιωδώς τους όρους ή την διάρκεια φυλάκισης. Το Δικαστήριο ειδοποιείται τουλάχιστον προ 45 ημερών για οποιεσδήποτε γνωστές ή προβλέψιμες περιστάσεις. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής το Κράτος εκτελέσεως δεν προβαίνει σε ενέργεια που μπορεί να παραβλάψει τις υποχρεώσεις του κατά το άρθρο 110. (β)Όταν το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με τις περιστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (α), ειδοποιεί το Κράτος εκτελέσεως και ενεργεί κατά το άρθρο 104 παρ. 1. 3.Κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να προβεί σε ορισμό κατά την παράγραφο 1. το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα: (α)Την αρχή ότι τα Κράτη Μέρη επιμερίζονται την ευθύνη για την εκτέλεση ποινών φυλακίσεως κατά της αρχές της δίκαιης κατανομής, όπως προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (β)Την εφαρμογή ευρέως αποδεκτών προτύπων που έχουν καθιερωθεί με διεθνείς συμβάσεις που διέπουν την μεταχείριση των κρατουμένων. (γ)Τις απόψεις του καταδικασθέντος (δ)Την εθνικότητα του καταδικασθέντος και (ε)Οποιουσδήποτε άλλους παράγοντες που αφορούν τις περιστάσεις του εγκλήματος ή του καταδικασθέντος ή την αποτελεσματική εκτέλεση της ποινής, που μπορεί να αρμόζουν κατά τον ορισμό του Κράτους εκτέλεσης. 4.Αν κανένα Κράτος δεν οριστεί κατά την παράγραφο 1, η ποινή φυλακίσεως εκτίεται σε σωφρονιστικό κατάστημα που διατίθεται από το Κράτος υποδοχής σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στην συμφωνία της έδρας κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2. Στην περίπτωση αυτή, τα έξοδα που ανακύπτουν από την εκτέλεση της ποινής φυλακίσεως βαρύνουν το Δικαστήριο. Μεταβολή στον ορισμό Κράτους εκτέλεσης Άρθρ.104.-1.Το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει οποτεδήποτε τη μεταφορά του καταδικασθέντος σε σωφρονιστικό κατάστημα άλλου Κράτους. 2.Ο καταδικασθείς μπορεί οποτεδήποτε να ζητήσει από το Δικαστήριο την μεταφορά του από το Κράτος εκτέλεσης Εκτέλεση της ποινής Άρθρ.105.-1.Με την επιφύλαξη των όρων τους οποίους ένα Κράτος μπορεί να έχει καθορίσει κατά το άρθρο 103 παρ. 1 β. η ποινή φυλακίσεως είναι δεσμευτική για τα Κράτη Μέρη, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να την τροποποιήσουν. 2.Μόνον το Δικαστήριο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει για κάθε αίτηση έφεσης ή αίτηση αναθεώρησης. Το Κράτος εκτέλεσης δεν εμποδίζει την υποβολή τέτοιας αιτήσεως από τον καταδικασθέντα. Εποπτεία της εκτελέσεως των ποινών και συνθήκες κρατήσεως Άρθρ.106.-1.Η εκτέλεση ποινής φυλάκισης υπόκειται στην εποπτεία του Δικαστηρίου και είναι σύμφωνη με ευρέως αποδεκτά πρότυπα που έχουν καθιερωθεί με διεθνείς συμβάσεις που διέπουν τη μεταχείριση των κρατουμένων. 2.Οι όροι κρατήσεως διέπονται από το δίκαιο του Κράτους εκτέλεσης και είναι σύμφωνοι με ευρέως αποδεκτά πρότυπα που έχουν καθιερωθεί με διεθνείς συμβάσεις που διέπουν τη μεταχείριση των κρατουμένων. Οι όροι αυτοί σε καμία περίπτωση δεν θα είναι περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που επιφυλάσσονται στους καταδικασθέντες για παρόμοια εγκλήματα στο Κράτος εκτέλεσης. 3.Η επικοινωνία μεταξύ του καταδικασθέντος και του Δικαστηρίου είναι ακώλυτη και εμπιστευτική . Μεταφορά του προσώπου μετά την έκτιση της ποινής Άρθρ.107.-1.Μετά από την έκτιση της ποινής, το πρόσωπο που δεν είναι υπήκοος του Κράτους εκτέλεσης μπορεί κατά το δίκαιο του Κράτους εκτέλεσης να μεταφερθεί σε ένα Κράτος το οποίο είναι υποχρεωμένο να το δεχθεί ή σε άλλο Κράτος που συμφωνεί να το δεχθεί, λαμβάνοντας υπόψη την επιθυμία του προσώπου να μεταφερθεί στο Κράτος αυτό. εκτός αν το Κράτος εκτελέσεως εγκρίνει την παραμονή του στο έδαφος του. 2.Αν κανένα Κράτος δεν αναλαμβάνει τα έξοδα για τη μεταφορά του προσώπου σε άλλο Κράτος κατά την παράγραφο 1. τα έξοδα αυτά βαρύνουν το Δικαστήριο. 3.Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 108. το Κράτος εκτέλεσης μπορεί επίσης, κατά το εθνικό του δίκαιο, να εκδώσει ή με άλλον τρόπο να παραδώσει το πρόσωπο σε Κράτος που ζήτησε την έκδοση ή την παράδοση του προσώπου για να δικαστεί ή να εκτελεστεί εις βάρος του ποινή. Περιορισμός στην δίωξη ή τιμώρηση άλλων αδικημάτων Άρθρ.108.-1.Καταδικασθείς ο οποίος κρατείται στο Κράτος εκτέλεσης, δεν υπόκειται σε δίωξη ή τιμωρία ή σε έκδοση σε τρίτο Κράτος για συμπεριφορά που έλαβε χώρα πριν από την παράδοση του στο Κράτος εκτέλεσης, εκτός αν αυτή η δίωξη, τιμωρία ή έκδοση έχει εγκριθεί από το Δικαστήριο μετά από αίτηση του Κράτους εκτέλεσης. 2.Το Δικαστήριο αποφασίζει επί του θέματος αφού ακούσει τις απόψεις του καταδικασθέντος. 3.Η παράγραφος 1 παύει να ισχύει αν ο καταδικασθείς παραμένει εκουσίως για περισσότερες από 30 ημέρες μετά την έκτιση της ποινής που του επιβλήθηκε από το Δικαστήριο στο έδαφος του Κράτους εκτέλεσης ή αν επιστρέψει στο έδαφος του Κράτους αυτού, ενώ το είχε προηγουμένως εγκαταλείψει. (Μετά τη σελ. 208,916) Σελ. 208,917 Τεύχος 1401 Σελ. 27 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Εκτέλεση χρηματικών ποινών και μέτρων δήμευσης Άρθρ.109.-1.Τα Κράτη Μέρη εκτελούν τις χρηματικές ποινές ή δημεύσεις που διατάχθηκαν από το Δικαστήριο κατά το Κεφάλαιο 7, χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων των καλόπιστων τρίτων και κατά την διαδικασία του εθνικού τους δικαίου. 2.Αν ένα Κράτος Μέρος δεν είναι σε θέση να εκτελέσει διάταξη για δήμευση. λαμβάνει μέτρα για να ανακτήσει την αξία των αποκτηθέντων, της κινητής ή ακίνητης περιουσίας, η δήμευση των οποίων διατάχθηκε από το Δικαστήριο. χωρίς βλάβη των δικαιωμάτων των καλόπιστων τρίτων. 3.Περιουσία ή το προϊόν από την πώληση ακίνητης περιουσίας ή. όπου αρμόζει, από την πώληση άλλης περιουσίας που αποκτάται από ένα Κράτος Μέρος ως αποτέλεσμα της εκτέλεσης από αυτό απόφασης του Δικαστηρίου. μεταφέρεται στο Δικαστήριο. Επανεξέταση από το Δικαστήριο της μείωσης της ποινής Άρθρ.110.-1.Το Κράτος εκτέλεσης δεν αφήνει ελεύθερο το πρόσωπο πριν από τη λήξη της ποινής που απαγγέλθηκε από το Δικαστήριο. 2.Μόνο το Δικαστήριο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει μείωση της ποινής και αποφασίζει επί του θέματος, αφού προηγουμένως ακούσει τον καταδικασθέντα. 3.Όταν ο καταδικασθείς έχει εκτίσει τα δύο τρίτα της ποινής του ή, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, 25 έτη. το Δικαστήριο επανεξετάζει την ποινή για να αποφασίσει αν αυτή πρέπει να μειωθεί. Η επανεξέταση αυτή δεν γίνεται πριν από το χρόνο αυτό. 4.Κατά την επανεξέταση της ποινής σύμφωνα με την παράγραφο 3 το Δικαστήριο μπορεί να μειώσει την ποινή αν διαπιστώσει ότι συντρέχει ένας από τους ακόλουθους παράγοντες: (α)Η πρώιμα εκδηλωθείσα και συνεχιζόμενη προθυμία του προσώπου να συνεργαστεί με το Δικαστήριο κατά τις ανακρίσεις και διώξεις που αυτό ασκεί (β)Η εκούσια συνδρομή του προσώπου στην υποβοήθηση της εκτέλεσης των αποφάσεων και διατάξεων του Δικαστηρίου σε άλλες υποθέσεις και. ιδίως, η παροχή συνδρομής στον εντοπισμό περιουσιακών στοιχείων που είναι αντικείμενο διατάξεων που επιβάλλουν χρηματική ποινή, δήμευση ή αποζημίωση, και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν προς όφελος των θυμάτων, ή Σελ. 208,918 Τεύχος 1401 Σελ. 28 (γ)Άλλοι παράγοντες που θεμελιώνουν σαφή και σημαντική αλλαγή των περιστάσεων, επαρκείς για να δικαιολογήσουν τη μείωση της ποινής, όπως προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 5.Αν το Δικαστήριο αποφασίσει κατά την αρχική του επανεξέταση σύμφωνα με την παράγραφο 3 ότι δεν είναι ορθό να μειώσει την. ποινή, επανεξετάζει σε μεταγενέστερο χρόνο το ζήτημα της μείωσης της ποινής κατά τα διαστήματα και κριτήρια που προβλέπονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Απόδραση Άρθρ.111.-Αν ο καταδικασθείς αποδράσει και εγκαταλείψει το Κράτος εκτέλεσης, το Κράτος αυτό μπορεί, μετά από διαβουλεύσεις με το Δικαστήριο, να ζητήσει την παράδοση του από το Κράτος, στο οποίο αυτός εντοπίστηκε, κατά τις υπάρχουσες διμερείς ή πολυμερείς διευθετήσεις ή μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο να επιδιώξει εκείνο την παράδοση του σύμφωνα με το Κεφάλαιο 9. Το Δικαστήριο μπορεί να δώσει οδηγίες ώστε το πρόσωπο να παραδοθεί στο Κράτος στο οποίο εξέτιε την ποινή του ή σε άλλο Κράτος που ορίστηκε από το Δικαστήριο. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11. ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΡΩΝ Συνέλευση των Κρατών Μερών Άρθρ.112.-1.Με το παρόν δημιουργείται Συνέλευση των Κρατών Μερών στο Καταστατικό. Κάθε Κράτος Μέρος έχει έναν αντιπρόσωπο στην Συνέλευση, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από αναπληρωτές και συμβούλους. Άλλα Κράτη, τα οποία έχουν υπογράψει το παρόν Καταστατικό ή την Τελική Πράξη μπορούν να είναι παρατηρητές στην Συνέλευση. 2.Η Συνέλευση : (α)Κρίνει και υιοθετεί, όπως αρμόζει, συστάσεις της Προπαρασκευαστικής Επιτροπής (β)Ασκεί διευθυντική εποπτεία στο Προεδρείο, τον Εισαγγελέα και τον Γραμματέα σχετικά με την διοίκηση του Δικαστηρίου (γ)Εξετάζει τις εκθέσεις και τις δραστηριότητες του Προεδρείου της Συνέλευσης, που ιδρύεται κατά την παράγραφο 3 και ενεργεί αναλόγως (δ)Εξετάζει και αποφασίζει για τον προϋπολογισμό του Δικαστηρίου (ε)Αποφασίζει αν θα μεταβάλει κατά το άρθρο 36 τον αριθμό των δικαστών (στ)Εξετάζει κατά το άρθρο 87 παρ. 5 και 7 κάθε ζήτημα σχετικά με έλλειψη συνεργασίας. (ζ)Επιτελεί κάθε άλλη λειτουργία που είναι σύμφωνη με το παρόν Καταστατικό και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 3.(α)Η Συνέλευση έχει ένα Προεδρείο που αποτελείται από τον Πρόεδρο, δύο Αντιπροέδρους και 18 μέλη εκλεγμένα από αυτήν για χρονικό διάστημα 3 ετών. (β)Το Προεδρείο έχει αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη δίκαιη γεωγραφική κατανομή και την αρμόζουσα εκπροσώπηση των κυρίων νομικών συστημάτων του κόσμου. (γ)Το Προεδρείο συνέρχεται όσο συχνά απαιτείται, τουλάχιστον όμως μία Φορά το έτος. Βοηθεί τη Συνέλευση στην εκτέλεση των υποχρεώσεων της. 4.Η Συνέλευση μπορεί να « ιδρύει βοηθητικά όργανα τα οποία κρίνει απαραίτητα, στα οποία συμπεριλαμβάνεται ένας ανεξάρτητος μηχανισμός εποπτείας για επιθεώρηση, αξιολόγηση και έρευνα του Δικαστηρίου. προκειμένου να επαυξήσει την αποτελεσματικότητα και την οικονομία του. 5.Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, ο Εισαγγελέας και ο Γραμματέας ή αντιπρόσωποι τους μπορούν να συμμετέχουν, όπως αρμόζει, στις συναντήσεις της Συνέλευσης και του Προεδρείου . 6.Η Συνέλευση συνέρχεται στην έδρα του Δικαστηρίου ή των Ηνωμένων Εθνών μία φορά το χρόνο και. όταν οι περιστάσεις το απαιτούν, συνέρχεται εκτάκτως. Εκτός αν το παρόν Καταστατικό ορίζει διαφορετικά, οι έκτακτες συνεδριάσεις συγκαλούνται από το Προεδρείο αυτεπαγγέλτως ή με αίτηση του ενός τρίτου των Κρατών Μερών. 7.Κάθε Κράτος Μέρος έχει μία ψήφο. Καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για να επιτευχθεί γενική συμφωνία στη Συνέλευση και στο Προεδρείο. Αν δεν μπορεί να επιτευχθεί γενική συμφωνία, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν Καταστατικό, τότε: (α)Οι αποφάσεις σε ζητήματα ουσίας λαμβάνονται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφιζόντων, η δε απόλυτη πλειοψηφία των Κρατών Μερών συνιστά απαρτία. (β)Οι αποφάσεις για διαδικαστικά ζητήματα λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων Κρατών Μερών. 8.Κράτος Μέρος, το οποίο καθυστερεί την πληρωμή των οικονομικών του συνεισφορών στα έξοδα του Δικαστηρίου, δεν έχει δικαίωμα ψήφου στην Συνέλευση και το Προεδρείο εάν το ποσόν της οφειλής του είναι ίσο ή υπερβαίνει το ποσό των οφειλόμενων εισφορών ολόκληρων των δύο προηγουμένων ετών. Η Συνέλευση μπορεί, παρά ταύτα, να επιτρέψει σε ένα Κράτος Μέρος να ψηφίσει στην Συνέλευση και το Προεδρείο, εάν πειστεί ότι η μη πληρωμή οφείλεται σε συνθήκες πέραν του ελέγχου του Κράτους Μέρους. 9.Η Συνέλευση υιοθετεί τους δικούς της κανόνες διαδικασίας. 10.Οι επίσημες γλώσσες και οι γλώσσες εργασίας της Συνέλευσης είναι αυτές της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12. ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ Οικονομικοί Κανονισμοί Άρθρ.12.-1.Ένα Κράτος που γίνεται μέρος στο παρόν Καταστατικό αποδέχεται δι’ αυτού τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σε σχέση με τα εγκλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 5. 2.Στην περίπτωση του άρθρου 13, παράγραφος (α) ή (γ), το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει τη δικαιοδοσία του αν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα Κράτη είναι Μέρη στο παρόν Καταστατικό ή έχουν αποδεχθεί τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σύμφωνα με την παράγραφο 3: (α)Το Κράτος στο έδαφος του οποίου η συγκεκριμένη συμπεριφορά έλαβε χώρα ή, αν το έγκλημα διαπράχθηκε επί πλοίου ή αεροσκάφους, το Κράτος νηολογίου ή εγγραφής τους. (β)Το Κράτος του οποίου ο/η κατηγορούμενος/κατηγορουμένη για έγκλημα είναι υπήκοος. 3.Αν κατά την παράγραφο 2, απαιτείται η αποδοχή Κράτους το οποίο δεν είναι μέρος στο παρόν Καταστατικό, το Κράτος αυτό δύναται, με δήλωση που κατατίθεται στον/στην Γραμματέα, να αποδεχθεί την άσκηση δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο σε σχέση με το συγκεκριμένο έγκλημα. Το αποδεχόμενο Κράτος θα συνεργάζεται αμελλητί και χωρίς εξαίρεση με το Δικαστήριο, σύμφωνα με το Κεφάλαιο 9. Άσκηση δικαιοδοσίας Άρθρ.113.-Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, όλα τα οικονομικά ζητήματα σχετικά με το Δικαστήριο και τις συνεδριάσεις της Συνέλευσης των Κρατών Μερών. συμπεριλαμβανομένου του Προεδρείου και των βοηθητικών οργάνων της. διέπονται από το παρόν Καταστατικό και τους Οικονομικούς Κανονισμούς και Κανόνες που υιοθετούνται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. (Μετά τη σελ. 208,918) Σελ. 208,919 Τεύχος 1401 Σελ. 29 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Πληρωμή εξόδων Άρθρ.114.-Τα έξοδα του Δικαστηρίου και της Συνέλευσης των Κρατών Μερών, συμπεριλαμβανομένου του Προεδρείου, και των βοηθητικών οργάνων της. καταβάλλονται από τους οικονομικούς πόρους του Δικαστηρίου. Οικονομικοί πόροι του Δικαστηρίου και της Συνέλευσης των Κρατών Μερών Άρθρ.115.-Τα έξοδα του Δικαστηρίου και της Συνέλευσης των Κρατών Μερών συμπεριλαμβανομένων του Προεδρείου και των βοηθητικών οργάνων της. όπως προβλέπεται στον προϋπολογισμό που αποφασίζεται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών, καλύπτονται από τις ακόλουθες πηγές : (α)Ποσοστιαίες εισφορές, οι οποίες καταβάλλονται από τα Κράτη Μέρη (β)Πόροι παρεχόμενοι από τα Ηνωμένα Έθνη. τα οποία υπόκεινται στην έγκριση της Γενικής Συνέλευσης, ιδίως σε σχέση με τα έξοδα που προκύπτουν από προσφυγές του Συμβουλίου Ασφαλείας. Εθελοντικές εισφορές Άρθρ.116.-Με την επιφύλαξη του άρθρου 115. το Δικαστήριο μπορεί να λάβει και να χρησιμοποιήσει, ως πρόσθετους πόρους, εθελοντικές εισφορές από Κυβερνήσεις, διεθνείς οργανισμούς, φυσικά πρόσωπα, εταιρείες ή άλλες οντότητες κατά τα σχετικά κριτήρια που υιοθετούνται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. Προσδιορισμός των εισφορών Άρθρ.117.-Οι εισφορές των Κρατών Μερών προσδιορίζονται κατά την συμφωνημένη κλίμακα εισφορών που βασίζεται στην κλίμακα που υιοθετήθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη για τον τακτικό προϋπολογισμό τους, προσαρμοσμένη τις στις αρχές, στις οποίες βασίζεται η κλίμακα αυτή. Ετήσιος έλεγχος Άρθρ.118.-Τα αρχεία, βιβλία και οι λογαριασμοί του Δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένων και των ετησίων οικονομικών απολογισμών του. ελέγχονται ετησίως από ανεξάρτητο ελεγκτή. Σελ. 208,920 Τεύχος 1401 Σελ. 30 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13. ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Επίλυση διαφορών Άρθρ.119.-1.Οποιαδήποτε διαφορά σχετικά με τις δικαστικές λειτουργίες του Δικαστηρίου θα επιλύεται με απόφαση του Δικαστηρίου. 2.Οποιαδήποτε άλλη διαφορά μεταξύ δύο ή περισσότερων Κρατών Μερών σχετική με την ερμηνεία ή εφαρμογή του παρόντος Καταστατικού η οποία δεν επιλύεται με διαπραγματεύσεις εντός τριών μηνών από την έναρξη τους, θα παραπέμπεται στην Συνέλευση των Κρατών Μερών. Η Συνέλευση μπορεί η ίδια να επιχειρήσει να επιλύσει τη διαφορά ή μπορεί να κάνει συστάσεις για περαιτέρω μέσα επίλυσης της διαφοράς, συμπεριλαμβανομένης της παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης σύμφωνα με το Καταστατικό του τελευταίου. Επιφυλάξεις Άρθρ.120.-Καμία επιφύλαξη δεν μπορεί να γίνει στο παρόν Καταστατικό. Τροποποιήσεις Άρθρ.121.-1.Μετά την πάροδο επτά ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος Καταστατικού, οποιοδήποτε Κράτος Μέρος μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις σε αυτό. Το κείμενο οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης υποβάλλεται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος το αποστέλλει αμέσως σε όλα τα Κράτη Μέρη. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 2.Μετά τρεις μήνες από την ημέρα της ειδοποίησης, η Συνέλευση των Κρατών Μερών στην επόμενη συνοδό της αποφασίζει, με πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων αν θα ασχοληθεί με την πρόταση. Η Συνέλευση μπορεί να εξετάσει την πρόταση απ’ ευθείας ή να συγκαλέσει Αναθεωρητική Διάσκεψη αν τούτο είναι απαραίτητο. 3.Η υιοθέτηση μιας τροποποίησης σε σύνοδο της Συνέλευσης των Κρατών Μερών ή σε αναθεωρητική Διάσκεψη στην οποία δεν μπορεί να επιτευχθεί γενική συμφωνία απαιτεί πλειοψηφία δύο τρίτων των Κρατών Μερών. 4.Με την επιφύλαξη της διάταξης της παραγράφου 5 μια τροποποίηση τίθεται σε ισχύ για όλα τα Κράτη Μέρη ένα έτος μετά την κατάθεση των εγγράφων επικύρωσης ή αποδοχής στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών από τα οϊιτά όγδοα των Κρατών. 5.Οποιαδήποτε τροποποίηση στα άρθρα 5, 6, 7 και 8 του παρόντος Καταστατικού θα τίθεται σε ισχύ για τα Κράτη Μέρη. που έχουν αποδεχθεί την τροποποίηση, ένα έτος μετά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης ή αποδοχής τους. Σε σχέση με ένα Κράτος Μέρος που δεν έχει αποδεχθεί την τροποποίηση, το Δικαστήριο δεν θα ασκεί τη δικαιοδοσία του σχετικά με έγκλημα που καλύπτεται από την τροποποίηση, όταν αυτό τελέστηκε από υπήκοο αυτού του Κράτους Μέρους ή επί του εδάφους του. 6.Αν μία τροποποίηση έχει γίνει αποδεκτή από τα επτά όγδοα των Κρατών Μερών σύμφωνα με την παράγραφο 4. οποιοδήποτε Κράτος Μέρος που δεν έχει αποδεχθεί την τροποποίηση μπορεί να αποχωρήσει από το παρόν Καταστατικό με άμεσο αποτέλεσμα, ανεξαρτήτως του άρθρου 127 παράγραφος 1. αλλά. εφαρμοζομένου του άρθρου 127 παράγραφος 2. μετά από ειδοποίηση, η οποία δίδεται πριν από την παρέλευση ενός έτους από την έναρξη ισχύος της τροποποιήσεως αυτής. 7.Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών κοινοποιεί σε όλα τα Κράτη Μέρη οποιαδήποτε τροποποίηση υιοθετήθηκε από σύνοδο της Συνέλευσης των Κρατών Μερών ή από Αναθεωρητική Διάσκεψη. Τροποποιήσεις διατάξεων θεσμικής φύσεως Άρθρ.122.-1.Τροποποιήσεις διατάξεων του παρόντος Καταστατικού οι οποίες είναι αποκλειστικά θεσμικής φύσεως και συγκεκριμένα του άρθρου 35. του άρθρου 36. παράγραφοι 8 και 9, του άρθρου 37, του άρθρου 38, του άρθρου 39, παράγραφοι 1 (δύο πρώτες προτάσεις). 2 και 4, του άρθρου 42, παράγραφοι 4 έως 9, του άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3, και των άρθρων 44, 46, 47 και 49, μπορούν να προταθούν οποτεδήποτε, ανεξάρτητα από το του άρθρου 121, παράγραφος 1. από οποιοδήποτε Κράτος Μέρος. Το κείμενο οποιασδήποτε προτεινόμενης τροποποίησης υποβάλλεται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ορίσει η Συνέλευση των Κρατών Μερών το οποίο θα το κοινοποιήσει αμέσως σε όλα τα Κράτη Μέρη και σε άλλους που συμμετέχουν στη Συνέλευση. 2.Τροποποιήσεις κατά το παρόν άρθρο για τις οποίες δεν μπορεί να επιτευχθεί γενική συμφωνία, υιοθετούνται από τη Συνέλευση των Κρατών Μερών ή την Αναθεωρητική Διάσκεψη με πλειοψηφία δύο τρίτων των Κρατών Μερών. Οι τροποποιήσεις θα αρχίζουν να ισχύουν για όλα τα Κράτη Μέρη έξι μήνες μετά την υιοθέτηση τους από την Συνέλευση ή. ανάλογα με την περίπτωση, από την Αναθεωρητική Διάσκεψη. Αναθεώρηση του Καταστατικού Άρθρ.13.-Το Δικαστήριο δύναται να ασκήσει τη δικαιοδοσία του σε σχέση με έγκλημα που αναφέρεται στο άρθρο 5 σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού αν: (α)Κράτος-Μέρος παραπέμψει στον Εισαγγελέα μία πραγματική κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας φαίνεται να έχουν διαπραχθεί ένα ή περισσότερα τέτοια εγκλήματα, σύμφωνα με το άρθρο 14. (β)Το Συμβούλιο Ασφαλείας, ενεργώντας σύμφωνα με το Κεφάλαιο VII του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, παραπέμψει στον Εισαγγελέα μία κατάσταση στην οποία φαίνεται να έχουν διαπραχθεί ένα ή περισσότερα τέτοια εγκλήματα ή (Μετά τη σελ. 208,66) Σελ. 208,67 Τεύχος 1400 Σελ. 105 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (γ)Ο Εισαγγελέας άρχισε έρευνα σχετικά με ένα τέτοιο έγκλημα σύμφωνα με το άρθρο 15. Παραπομπή πραγματικής κατάστασης από Κράτος Μέρος Άρθρ.123.-1.Επτά χρόνια μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Καταστατικού ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών θα συγκαλέσει Αναθεωρητική Διάσκεψη για να εξετάσει οποιεσδήποτε τροποποιήσεις στο παρόν Καταστατικό. Η αναθεώρηση αυτή μπορεί να περιλαμβάνει τον κατάλογο των εγκλημάτων που περιέχεται στο άρθρο 5, χωρίς να περιορίζεται σε αυτόν. Η Διάσκεψη θα είναι ανοιχτή στους μετέχοντες στην Συνέλευση των Κρατών Μελών και με τους ίδιους όρους. 2.Σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, μετά από αίτηση ενός Κράτους Μέρους και για τους σκοπούς οι οποίοι αναφέρονται στην παράγραφο 1. ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, μετά από έγκριση της πλειοψηφίας των Κρατών Μερών, συγκαλεί Αναθεωρητική Διάσκεψη. 3.Οι διατάξεις του άρθρου 121, παράγραφοι 3 έως 7, εφαρμόζονται στην υιοθέτηση και εφαρμογή οποιασδήποτε τροποποίησης του Καταστατικού η οποία εξετάστηκε από την Αναθεωρητική Διάσκεψη. (Μετά τη σελ. 208,920) Σελ. 208,921 Τεύχος 1401 Σελ. 31 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Μεταβατική Διάταξη Άρθρ.124.-Ανεξάρτητα από το άρθρο 12, παράγραφοι 1 και 2, ένα Κράτος, καθιστάμενο μέρος στο παρόν Καταστατικό, μπορεί να δηλώσει ότι, για περίοδο επτά ετών μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Καταστατικού για το συγκεκριμένο Κράτος, δεν αποδέχεται τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου σχετικά με την κατηγορία των εγκλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 8 όταν ένα έγκλημα φέρεται ότι διαπράχθηκε από υπήκοο του ή στο έδαφος του. Δήλωση σύμφωνα με το παρόν άρθρο μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου θα αναθεωρηθούν από την Αναθεωρητική Διάσκεψη η οποία θα συγκληθεί σύμφωνα με το άρθρο 123. παρ. 1. Υπογραφή, επικύρωση, αποδοχή, έγκριση ή προσχώρηση Άρθρ.125.-1.Το παρόν Καταστατικό θα ανοίξει προς υπογραφή από όλα τα Κράτη στη Ρώμη, στην έδρα της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, στις 17 Ιουλίου 1998. Έκτοτε θα παραμείνει ανοικτό προς υπογραφή στη Ρώμη στο Υπουργείο των Εξωτερικών της Ιταλίας μέχρι τις 17 Οκτωβρίου 1998. Μετά την ημερομηνία αυτή, το Καταστατικό θα παραμείνει ανοικτό προς υπογραφή στη Νέα Υόρκη, στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2000. 2.Το παρόν Καταστατικό υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση από τα Κράτη τα οποία το υπέγραψαν. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. 3.Το παρόν Καταστατικό είναι ανοικτό προς προσχώρηση από όλα τα Κράτη. Τα έγγραφα προσχώρησης κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Έναρξη ισχύος Άρθρ.126.-1.Το παρόν Καταστατικό τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μηνός μετά την εξηκοστή ημέρα από την ημερομηνία κατάθεσης του εξηκοστού εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Σελ. 208,922 Τεύχος 1401 Σελ. 32 2.Για κάθε Κράτος που επικυρώνει, αποδέχεται, εγκρίνει ή προσχωρεί στο παρόν Καταστατικό μετά την κατάθεση του 60ού εγγράφου επικύρωσης. αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, το Καταστατικό τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την εξηκοστή ημέρα από την κατάθεση από το Κράτος αυτό του εγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης. Αποχώρηση Άρθρ.127.-1.Ένα Κράτος Μέρος μπορεί, με γραπτή κοινοποίηση που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, να αποχωρήσει από το παρόν Καταστατικό. Η αποχώρηση θα αρχίσει να ισχύει ένα έτος μετά την ημερομηνία λήψεως της κοινοποίησης, εκτός αν η κοινοποίηση ορίζει μεταγενέστερη ημερομηνία. 2.Ένα Κράτος δεν απαλλάσσεται, εξ αιτίας της αποχώρησης του, από τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από το Καταστατικό κατά το χρόνο που ήταν μέρος σε αυτό, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε οικονομικών υποχρεώσεων οι οποίες μπορεί να έχουν προκύψει. Η αποχώρηση δεν επηρεάζει τη συνεργασία με το Δικαστήριο αναφορικά με ποινικές έρευνες και διαδικασίες σε σχέση με τις οποίες το Κράτος που αποχωρεί είχε υποχρέωση να συνεργαστεί και οι οποίες άρχισαν πριν από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να ισχύει η αποχώρηση, ούτε βλάπτει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη συνέχιση της εξέτασης οποιουδήποτε ζητήματος το οποίο εξεταζόταν ήδη από το Δικαστήριο πριν από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να ισχύει η αποχώρηση. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Αυθεντικά κείμενα Άρθρ.128.-Το πρωτότυπο του παρόντος Καταστατικού, του οποίου το Αραβικό, Κινεζικό, Αγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό και Ισπανικό κείμενο είναι εξίσου αυθεντικά, θα κατατεθεί στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος θα στείλει επικυρωμένα αντίγραφα τους σε όλα τα Κράτη. ΣΕ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογράφοντες, όντες δεόντως εξουσιοδοτημένοι από τις αντίστοιχες Κυβερνήσεις τους. υπέγραψαν το παρόν Καταστατικό. ΕΓΙΝΕ στη Ρώμη. την 1η ημέρα του Ιουλίου 1998 Άρθρο δεύτερο.- Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και του Καταστατικού που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 126 αυτού. Με την αριθ. Φ.0546/10/ΑΣ454/Μ.5155/9 Αυγ.-10 Σεπτ. 2002 (ΦΕΚ Α΄209) ανακοίνωση του ΥΠΕΞ το πιο πάνω Καταστατικό τέθηκε σε ισχύ την 1 η Αυγούστου 2002. Άρθρ.14.-1.Ένα Κράτος-Μέρος μπορεί να παραπέμψει στον Εισαγγελέα μία πραγματική κατάσταση στο πλαίσιο της οποίας φαίνεται να έχουν διαπραχθεί ένα ή περισσότερα εγκλήματα υπαγόμενα στην δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ζητώντας από τον Εισαγγελέα να ερευνήσει την κατάσταση με σκοπό να διαπιστώσει αν πρέπει να απαγγελθεί κατηγορία κατά ενός ή περισσοτέρων προσώπων για τη διάπραξη των εγκλημάτων αυτών. 2.Η παραπομπή θα καθορίζει, στο βαθμό του δυνατού, ης σχετικές περιστάσεις και θα συνοδεύεται από όλα τα σχετικά έγγραφα που έχει στη διάθεση του το Κράτος που παραπέμπει την πραγματική κατάσταση. Εισαγγελέας Άρθρ.15.-1.Ο Εισαγγελέας μπορεί να αρχίσει έρευνα αυτεπαγγέλτως επί τη βάσει πληροφοριών για εγκλήματα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. 2.Ο Εισαγγελέας εξετάζει τη σοβαρότητα των πληροφοριών που έλαβε. Για το σκοπό αυτό. δύναται να αναζητήσει επί πλέον πληροφορίες από Κράτη, όργανα των Ηνωμένων Εθνών, διακυβερνητικές ή μη κυβερνητικές οργανώσεις, ή άλλες αξιόπιστες πηγές τις οποίες κρίνει κατάλληλες, και δύναται να λαμβάνει γραπτές ή προφορικές καταθέσεις στην έδρα του Δικαστηρίου. 3.Αν ο Εισαγγελέας συμπεράνει ότι υπάρχει επαρκής βάση για να αρχίσει έρευνα, υποβάλει αίτημα στο Τμήμα Προδικασίας για να επιτραπεί η έρευνα, μαζί με οποιαδήποτε στοιχεία που στηρίζουν το αίτημα. Τα θύματα μπορούν να κάνουν παραστάσεις στο Τμήμα Προδικασίας σύμφωνα με τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 4.Αν το Τμήμα Προδικασίας, μετά από εξέταση του αιτήματος και του υλικού που το στηρίζει, θεωρήσει ότι υπάρχει επαρκής βάση για να αρχίσει έρευνα, και ότι η υπόθεση φαίνεται να υπάγεται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, επιτρέπει την έναρξη της έρευνας, άνευ βλάβης των μετέπειτα αποφάσεων του Δικαστηρίου σχετικά με τη δικαιοδοσία και το παραδεκτό της υπόθεσης. 5.Η άρνηση του Τμήματος Προδικασίας να επιτρέψει την έρευνα δεν αποκλείει την υποβολή Σελ. 208,68 Τεύχος 1400 Σελ. 106 μεταγενέστερου αιτήματος από τον Εισαγγελέα βασιζόμενου επί νέων γεγονότων ή αποδείξεων σχετικά με την ίδια πραγματική κατάσταση. 6.Αν, μετά την προκαταρκτική εξέταση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2, ο Εισαγγελέας συμπεράνει ότι οι παρασχεθείσες πληροφορίες δεν αποτελούν επαρκή βάση για την έρευνα, πληροφορεί σχετικά τους παράσχοντες τις πληροφορίες. Τούτο δεν εμποδίζει τον Εισαγγελέα να εξετάσει επί πλέον πληροφορίες που του υποβλήθηκαν σχετικά με την ίδια κατάσταση υπό το φως νέων γεγονότων ή αποδείξεων. Αναβολή έρευνας ή διώξεως Άρθρ.16.-Έρευνα ή δίωξη δεν μπορεί να αρχίσει ή να προχωρήσει σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό για χρονικό διάστημα 12 μηνών αφού το Συμβούλιο Ασφαλείας με απόφαση, υιοθετηθείσα κατά το κεφάλαιο VII του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, υποβάλει σχετικό αίτημα στο Δικαστήριο. Το αίτημα αυτό μπορεί να ανανεωθεί από το Συμβούλιο υπό τους αυτούς όρους. Θέματα παραδεκτού Άρθρ.17.-1.Έχοντας υπόψη την παράγραφο 10 του Προοιμίου και το άρθρο 1, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι μία υπόθεση είναι απαράδεκτη όταν: (α)Η υπόθεση ερευνάται ή έχει ασκηθεί δίωξη από ένα Κράτος το οποίο έχει δικαιοδοσία επ’ αυτής, εκτός αν το Κράτος είναι απρόθυμο ή βρίσκεται σε αληθινή αδυναμία να εκτελέσει την έρευνα ή δίωξη. ^ 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (β)Η υπόθεση έχει ερευνηθεί από Κράτος το οποίο έχει δικαιοδοσία επ’ αυτής και το Κράτος έχει αποφασίσει να μην ασκήσει δίωξη κατά του συγκεκριμένου προσώπου, εκτός αν η απόφαση οφείλεται στην απροθυμία ή την αληθινή αδυναμία του να ασκήσει δίωξη. (γ)Το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει ήδη δικαστεί για συμπεριφορά η οποία είναι το αντικείμενο του αιτήματος, και το Δικαστήριο δεν επιτρέπεται να εκδικάσει την υπόθεση κατά το άρθρο 20, παράγραφος 3. (δ)Η υπόθεση δεν είναι επαρκούς βαρύτητας ώστε να δικαιολογεί περαιτέρω ενέργειες από το Δικαστήριο. 2.Για να προσδιοριστεί η απροθυμία σε μία συγκεκριμένη περίπτωση, το Δικαστήριο ερευνά, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της ορθής διαδικασίας που αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο, εάν συντρέχουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία, κατά περίπτωση : (α)Η διαδικασία διεξήχθη ή διεξάγεται ή η εθνική απόφαση ελήφθη προκειμένου να προστατευθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο από την ποινική ευθύνη για εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου όπως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 5. (β)Υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη διαδικασία η οποία υπό τις δεδομένες συνθήκες είναι ασυμβίβαστη με την πρόθεση να αχθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο ενώπιον της δικαιοσύνης. (γ)Η διαδικασία δεν διεξήχθη ή δεν διεξάγεται ανεξάρτητα ή αμερόληπτα, και διεξήχθη ή διεξάγεται κατά τρόπον ο οποίος, υπό τις δεδομένες συνθήκες, είναι ασυμβίβαστος με την πρόθεση να αχθεί το συγκεκριμένο πρόσωπο ενώπιον της δικαιοσύνης. 3.Για να προσδιοριστεί η αδυναμία σε μία συγκεκριμένη υπόθεση το Δικαστήριο θα εξετάσει αν, λόγω πλήρους ή ουσιαστικής κατάρρευσης ή μη ύπαρξης του εθνικού του δικαστικού συστήματος, το Κράτος δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει την παρουσία του κατηγορουμένου ή να συλλέξει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και μαρτυρίες ή άλλως είναι ανίκανο να φέρει εις πέρας τη διαδικασία. Προδικαστικές αποφάσεις σχετικώς με το παραδεκτό. Άρθρ.18.-1.Όταν μία κατάσταση έχει παραπεμφθεί στο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 13(α) και ο Εισαγγελέας έχει αποφασίσει ότι υπάρχει επαρκής βάση για την έναρξη έρευνας, ή ο Εισαγγελέας έχει αρχίσει έρευνα σύμφωνα με τα άρθρα 13(γ) και 15, ο Εισαγγελέας ειδοποιεί όλα τα Κράτη-Μέρη καθώς και εκείνα τα Κράτη τα οποία, λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες, θα ασκούσαν κανονικά δικαιοδοσία πάνω στα εγκλήματα για τα οποία πρόκειται. Ο Εισαγγελέας μπορεί να ειδοποιήσει τα Κράτη αυτά εμπιστευτικά και, όταν πιστεύει ότι τούτο είναι απαραίτητο για την προστασία προσώπων, την αποτροπή της καταστροφής αποδείξεων ή την αποτροπή διαφυγής προσώπων, μπορεί να περιορίσει το φάσμα των πληροφοριών που παρέχονται στα Κράτη. 2.Εντός μηνός από τη λήψη της ειδοποίησης αυτής, ένα Κράτος μπορεί να πληροφορήσει το Δικαστήριο ότι ανακρίνει ή ότι έχει ανακρίνει υπηκόους του ή άλλους εντός της δικαιοδοσίας του για εγκληματικές πράξεις, οι οποίες μπορεί να αποτελούν εγκλήματα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 5 και τα οποία έχουν σχέση με τις πληροφορίες που παρέχονται στην ειδοποίηση προς τα Κράτη. Ύ στερα από αίτηση του Κράτους αυτού ο Εισαγγελέας παραπέμπει τα πρόσωπα αυτά σε ανάκριση από το Κράτος, εκτός αν το Τμήμα Προδικασίας, ύστερα, από αίτηση του Εισαγγελέα, αποφασίσει να επιτρέψει την ανάκριση από το ίδιο το Δικαστήριο. 3.Η παραπομπή από τον Εισαγγελέα στην ανάκριση από το Κράτος υπόκειται σε αναθεώρηση από τον Εισαγγελέα έξι μήνες μετά την ημερομηνία παραπομπής ή οποτεδήποτε υπήρξε σημαντική αλλαγή των περιστάσεων βασιζόμενη στην απροθυμία ή αληθινή αδυναμία του Κράτους να διεξαγάγει την έρευνα. 4.Το Κράτος για το οποίο πρόκειται ή ο Εισαγγελέας μπορεί να προσφύγει στο Τμήμα Εφέσεων κατά απόφασης του Τμήματος Προδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 82. Η εκδίκαση της εφέσεως μπορεί να είναι ταχεία. 5. Όταν ο Εισαγγελέας έχει παραπέμψει μία έρευνα σύμφωνα με την παράγραφο 2, μπορεί να ζητήσει από το Κράτος για το οποίο πρόκειται να τον πληροφορεί περιοδικά για την πρόοδο των ερευνών του και οποιεσδήποτε μετέπειτα διώξεις. Τα Κράτη Μέρη θα ανταποκρίνονται σε τέτοια αιτήματα αμελλητί. 6.Για όσο χρόνο εκκρεμεί η έκδοση αποφάσεως του Τμήματος Προδικασίας ή σε οποιοδήποτε χρόνο στην περίπτωση που ο Εισαγγελέας παρέπεμψε μία έρευνα σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ο Εισαγγελέας δύναται, κατ’ εξαίρεση να ζητήσει άδεια από το Τμήμα Προδικασίας να προβεί στις απαραίτητες ανακριτικές ενέργειες για τη διατήρηση των αποδείξεων όταν υπάρχει μοναδική ευκαιρία να αποκτηθούν σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία ή όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος τα αποδεικτικά αυτά στοιχεία να μην είναι διαθέσιμα αργότερα. (Μετά τη σελ. 208,68) Σελ. 208,69 Τεύχος 1400 Σελ. 107 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 7.Ένα Κράτος που έχει υποβάλει ένσταση κατά αποφάσεως του Τμήματος Προδικασίας κατά το παρόν άρθρο μπορεί να υποβάλει ένσταση κατά του παραδεκτού της υπόθεσης σύμφωνα με το άρθρο 19 επί τη βάσει πρόσθετων σημαντικών στοιχείων ή σημαντικής αλλαγής των περιστάσεων. Ενστάσεις κατά της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ή του παραδεκτού της υπόθεσης Άρθρ.1.-Δια του παρόντος ιδρύεται Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο («το Δικαστήριο»), Τούτο θα αποτελεί μόνιμο θεσμό και θα δύναται να ασκεί τη δικαιοδοσία του επί προσώπων σε σχέση με τα σοβαρότερα εγκλήματα που ενδιαφέρουν τη διεθνή κοινότητα, όπως καθορίζονται στο παρόν Καταστατικό, και θα είναι συμπληρωματικό της δικαιοδοσίας των εθνικών ποινικών δικαστηρίων. Η δικαιοδοσία και λειτουργία του Δικαστηρίου διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού. Σχέση του Δικαστηρίου με τα Ηνωμένα Έθνη Άρθρ.19.-1.Το Δικαστήριο διαπιστώνει αν έχει δικαιοδοσία επί οποιασδήποτε υποθέσεως η οποία έχει εισαχθεί ενώπιον του. Το Δικαστήριο δύναται αυτεπαγγέλτως να αποφανθεί επί του παραδεκτού μίας υποθέσεως σύμφωνα με το άρθρο 17. 2.Ενστάσεις κατά του παραδεκτού μίας υποθέσεως για λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 17 ή ενστάσεις κατά της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου μπορούν να υποβληθούν από: (α)Τον κατηγορούμενο ή πρόσωπο για το οποίο έχει εκδοθεί ένταλμα συλλήψεως ή κλήση προς εμφάνιση σύμφωνα με το άρθρο 58. (β)Κράτος το οποίο έχει δικαιοδοσία επί μίας υποθέσεως διότι ερευνά ή ασκεί δίωξη σχετικά με την υπόθεση ή έχει ερευνήσει ή ασκήσει δίωξη, ή (γ)Κράτος από το οποίο απαιτείται αποδοχή δικαιοδοσίας σύμφωνα με το άρθρο 12. 3.Ο Εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο να αποφανθεί σχετικά με ένα ζήτημα δικαιοδοσίας ή παραδεκτού. Σε διαδικασία εν σχέσει με την δικαιοδοσία ή το παραδεκτό, εκείνοι που έχουν παραπέμψει την κατάσταση σύμφωνα με το άρθρο 13, καθώς και τα θύματα, μπορούν επίσης να υποβάλουν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο. 4.Ενστάσεις κατά του παραδεκτού μιας υποθέσεως ή της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου μπορεί να υποβληθούν μόνο μία φορά από οποιοδήποτε πρόσωπο ή Κράτος αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η ένσταση υποβάλλεται προ ή κατά την έναρξη της δίκης. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει την υποβολή ενστάσεως περισσότερες από μία φορές ή μετά την έναρξη της δίκης. Ενστάσεις κατά του παραδεκτού μιας υποθέσεως, κατά την έναρξη της δίκης ή αργότερα μετά από άδεια του Δικαστηρίου, μπορεί να βασιστεί μόνον στο άρθρο 17, παράγραφος 1(γ). 5.Κράτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2(β) και (γ) υποβάλλει ένσταση όσο το δυνατό συντομότερα. 6.Πριν από την επιβεβαίωση του κατηγορητηρίου, οι ενστάσεις κατά του παραδεκτού μιας υπόθεσης ή κατά της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου παραπέμπονται στο Τμήμα Προδικασίας. Μετά την Σελ. 208,70 Τεύχος 1400 Σελ. 108 επιβεβαίωση κατηγορίας παραπέμπονται στο Τμήμα Πρώτου Βαθμού. Αποφάσεις ως προς την δικαιοδοσία και το παραδεκτό μπορούν να εφεσιβληθούν στο Τμήμα Εφέσεων σύμφωνα με το άρθρο 82. 7.Αν μία ένσταση υποβάλλεται από Κράτος που αναφέρεται στην παράγραφο 2(β) ή (γ), ο Εισαγγελέας αναστέλλει την ανάκριση μέχρι το Δικαστήριο να αποφανθεί σύμφωνα με το άρθρο 17. 8.Για όσο χρόνο εκκρεμεί η έκδοση αποφάσεως από το Δικαστήριο, ο Εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει την άδεια του Δικαστηρίου προκειμένου: (α)Να προβεί στις αναγκαίες ανακριτικές ενέργειες του είδους που αναφέρεται στο άρθρο 18, παράγραφος 6 (β)Να λάβει δήλωση ή κατάθεση από μάρτυρα ή να συμπληρώσει τη συγκέντρωση και εξέταση αποδείξεων που είχε αρχίσει πριν από την υποβολή της ένστασης και (γ)Σε συνεργασία με τα σχετικά Κράτη, να εμποδίσει την διαφυγή προσώπων για τα οποία ο Εισαγγελέας έχει ήδη ζητήσει την έκδοση εντάλματος συλλήψεως σύμφωνα με το άρθρο 58. 9.Η υποβολή μίας ένστασης δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης που διενεργήθηκε από τον Εισαγγελέα ή οποιασδήποτε διάταξης ή εντάλματος που εκδόθηκε από το Δικαστήριο πριν από την υποβολή της ένστασης. 10.Αν το Δικαστήριο αποφάσισε ότι μία υπόθεση είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 17, ο Εισαγγελέας μπορεί να υποβάλει αίτηση για αναθεώρηση της απόφασης όταν έχει πλήρως πεισθεί ότι προέκυψαν νέα γεγονότα τα οποία ανατρέπουν τη βάση επί της οποίας η υπόθεση είχε προηγουμένως κριθεί μη παραδεκτή σύμφωνα με το άρθρο 17. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 11.Αν ο Εισαγγελέας, λαμβάνοντας υπόψη τα ζητήματα που αναφέρονται στο άρθρο 17, παραπέμπει μία έρευνα, μπορεί να ζητήσει από το αντίστοιχο Κράτος να του διαθέσει πληροφορίες για τη διαδικασία. Οι πληροφορίες αυτές θα είναι, αν το ενδιαφερόμενο Κράτος το ζητήσει, εμπιστευτικές. Αν ο Εισαγγελέας στη συνέχεια αποφασίσει να προχωρήσει στην έρευνα, θα ειδοποιήσει το Κράτος, στο οποίο παραπέμφθηκε η διαδικασία. Ου δις δικάζειν (Ne bis in idem) Άρθρ.20.-1.Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν Καταστατικό, κανείς δεν δικάζεται ενώπιον του Δικαστηρίου για συμπεριφορά η οποία αποτέλεσε τη βάση εγκλημάτων για τα οποία το πρόσωπο αυτό καταδικάστηκε ή αθωώθηκε από το Δικαστήριο. 2.Ουδείς δικάζεται από άλλο δικαστήριο για έγκλημα το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 5 και για το οποίο το πρόσωπο αυτό έχει ήδη καταδικαστεί ή αθωωθεί από το Δικαστήριο. 3.Ουδείς, ο οποίος δικάστηκε από άλλο δικαστήριο για συμπεριφορά η οποία επίσης απαγορεύεται κατά τα άρθρα 6, 7 ή 8, θα δικάζεται από το Δικαστήριο σε σχέση με την ίδια συμπεριφορά, εκτός αν οι διαδικασίες στο δικαστήριο: (α)Έλαβαν χώρα για να προστατεύσουν το πρόσωπο για το οποίο πρόκειται από την ποινική ευθύνη για εγκλήματα εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, ή (β)Με άλλο τρόπο δεν διεξήχθησαν ανεξάρτητα ή αμερόληπτα σύμφωνα με τους κανόνες της ορθής διαδικασίας που αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο και διεξήχθησαν με τρόπο που, υπό τις δεδομένες συνθήκες, δεν συμβιβάζεται με την πρόθεση να αχθεί το πρόσωπο για το οποίο πρόκειται ενώπιον της δικαιοσύνης. Εφαρμοστέο δίκαιο Άρθρ.21.-1.Το Δικαστήριο εφαρμόζει: (α)Κατά πρώτο λόγο, το παρόν Καταστατικό, τα Στοιχεία Εγκλημάτων και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, (β)Κατά δεύτερο λόγο, όπου αρμόζει, τις εφαρμοστέες συνθήκες και τις αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των καθιερωμένων αρχών του διεθνούς δικαίου των ενόπλων συρράξεων (γ)Ελλείψει αυτών, γενικές αρχές του δικαίου τις οποίες το Δικαστήριο αντλεί από τις εθνικές νομοθεσίες διάφορων νομικών συστημάτων του κόσμου συμπεριλαμβανομένων, όπως αρμόζει, των εθνικών νομοθεσιών των Κρατών τα οποία θα ασκούσαν κανονικά δικαιοδοσία επί του εγκλήματος, υπό τον όρο ότι οι αρχές αυτές δεν είναι ασυμβίβαστες με το παρόν Καταστατικό, το διεθνές δίκαιο και τους διεθνώς αναγνωρισμένους κανόνες και πρότυπα. 2.Το Δικαστήριο μπορεί να εφαρμόσει αρχές και κανόνες δικαίου όπως ερμηνεύονται στις προηγούμενες αποφάσεις του. 3.Η εφαρμογή και η ερμηνεία του δικαίου σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρέπει να είναι σύμφωνες με τα διεθνώς αναγνωρισμένα ανθρώπινα δικαιώματα και να είναι άνευ δυσμενούς διακρίσεως επί τη βάσει του φύλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 7, παράγραφος 3, της ηλικίας, φυλής, χρώματος, γλώσσας, θρησκείας ή πεποίθησης, πολιτικής ή άλλης γνώμης, εθνικής, εθνοτικής ή κοινωνικής καταγωγής, πλούτου, γέννησης ή άλλης κατάστασης. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 3. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Κανένα έγκλημα χωρίς νόμο (Nullum crimen sine lege) Άρθρ.22.-1.Κανείς δεν φέρει ποινική ευθύνη σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό, εκτός αν η υπό κρίση συμπεριφορά συνιστά, την χρονική στιγμή που έλαβε χώρα, έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. 2.Ο ορισμός ενός εγκλήματος ερμηνεύεται συσταλτικά και δεν επιτρέπεται αναλογική εφαρμογή του. Σε περίπτωση αμφιβολίας, ο ορισμός ερμηνεύεται προς όφελος του ανακρινομένου, διωκομένου ή καταδικασθέντος προσώπου. 3.Το παρόν άρθρο δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό οποιασδήποτε συμπεριφοράς ως αξιοποίνου κατά το διεθνές δίκαιο ανεξάρτητα από το παρόν Καταστατικό. Καμία ποινή χωρίς νόμο (Nulla poena sine lege) Άρθρ.23.-Ο/Η καταδικασθείς/καταδικασθείσα από το Δικαστήριο μπορεί να τιμωρηθεί μόνον κατά το παρόν Καταστατικό. Απαγόρευση αναδρομικότητας ratione personae Άρθρ.24.-1.Ουδείς ευθύνεται ποινικώς κατά το παρόν Καταστατικό για συμπεριφορά που προηγήθηκε της θέσεως σε ισχύ του Καταστατικού. (Μετά τη σελ. 208,70) Σελ. 208,71 Τεύχος 1400 Σελ. 109 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 2.Σε περίπτωση αλλαγής του νόμου που εφαρμόζεται σε συγκεκριμένη υπόθεση προ της τελεσιδίκου αποφάσεως, εφαρμόζεται ο επιεικέστερος για τον ανακρινόμενο. διωκόμενο ή καταδικασθέντα νόμος. Ατομική ποινική ευθύνη Άρθρ.25.-1.Το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία επί φυσικών προσώπων κατά το παρόν Καταστατικό. 2.Ο διαπράττων έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ευθύνεται ατομικά και τιμωρείται κατά το παρόν Καταστατικό. 3.Κατά το παρόν Καταστατικό ευθύνεται ποινικά και τιμωρείται για έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, όποιος : (α)διαπράττει τέτοιο έγκλημα, είτε ατομικά είτε μαζί με κάποιον άλλον ή μέσω κάποιου άλλου, ανεξαρτήτως αν το άλλο πρόσωπο υπέχει ποινική ευθύνη (β)προστάζει, παραγγέλλει ή παρακινεί προς διάπραξη τέτοιου εγκλήματος, το οποίο τελέσθηκε ή έγινε απόπειρα του (γ)με σκοπό την διευκόλυνση διαπράξεως τέτοιου εγκλήματος, παρέχει βοήθεια, ενθαρρύνει ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο παρέχει συνδρομή στην τέλεση του ή στην απόπειρα τέλεσης του, συμπεριλαμβανομένης και της παροχής των μέσων για την διάπραξη του (δ)καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμβάλλει στην διάπραξη τέτοιου εγκλήματος τετελεσμένου ή σε απόπειρα, από μία ομάδα προσώπων που ενεργούν με κοινό σκοπό. Η συμβολή αυτή πρέπει να είναι με πρόθεση και είτε : (ι)να παρέχεται προς τον σκοπό πραγματοποίησης της αξιοποίνου δραστηριότητας ή του αξιοποίνου σκοπού της ομάδας, όπου αυτή δραστηριότητα ή πρόθεση περιλαμβάνει τη διάπραξη εγκλήματος που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, είτε (ιι)να παρέχεται εν γνώσει της προθέσεως της ομάδας να διαπράξει το έγκλημα (ε)σχετικώς με το έγκλημα της γενοκτονίας, άμεσα και δημόσια παρακινεί άλλους να διαπράξουν γενοκτονία (στ)αποπειράται να διαπράξει τέτοιο έγκλημα προβαίνοντας σε σημαντική ενέργεια που αποτελεί αρχή εκτελέσεως αλλά το έγκλημα δεν ολοκληρώνεται λόγω περιστάσεων ανεξαρτήτων των προθέσεων του δράστη. Εντούτοις, ο εγκαταλείπων την προσπάθεια να διαπράξει το έγκλημα ή ο με άλλον τρόπο εμποδίζων την ολοκλήρωση του εγκλήματος δεν τιμωρείται κατά το παρόν Σελ. 208,72 Τεύχος 1400 Σελ. 110 Καταστατικό για την απόπειρα διαπράξεως αυτού, αν πλήρως και εκουσίως εγκατέλειψε τον εγκληματικό σκοπό. 4.Καμία διάταξη του παρόντος Καταστατικού σχετικά με την ατομική ποινική ευθύνη δεν επηρεάζει την ευθύνη των Κρατών κατά το διεθνές δίκαιο. Αποκλεισμός δικαιοδοσίας επί προσώπων κάτω των 18 ετών Άρθρ.26.-Το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία επί προσώπου, το οποίο ήταν κάτω των 18 ετών κατά την χρονική στιγμή της τέλεσης του εγκλήματος, για το οποίο κατηγορείται. Έλλειψη συνεπειών λόγω υπηρεσιακής ιδιότητας ; Άρθρ.27.-1.Το παρόν Καταστατικό έχει την ίδια εφαρμογή έναντι όλων χωρίς διάκριση επί τη βάσει της υπηρεσιακής ιδιότητας. Ιδίως, η επίσημη ιδιότητα κάποιου ως Αρχηγού Κράτους ή Κυβέρνησης, μέλους της Κυβέρνησης ή του Κοινοβουλίου, εκλεγμένου αντιπροσώπου ή κυβερνητικού υπαλλήλου, σε καμία περίπτωση δεν τον εξαιρεί από την ποινική ευθύνη κατά το παρόν Καταστατικό, ούτε συνιστά, αυτό καθεαυτό, λόγο μείωσης της ποινής. 2.Ασυλίες ή ειδικοί δικονομικοί κανόνες που συναρτώνται με την επίσημη ιδιότητα προσώπου, είτε κατά το εθνικό είτε κατά το διεθνές δίκαιο, δεν αποκλείουν το Δικαστήριο από την άσκηση της δικαιοδοσίας του επί των προσώπων αυτών 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Ευθύνη διοικητών και άλλων ανωτέρων Άρθρ.28.-Εκτός από τους άλλους λόγους ποινικής ευθύνης κατά το παρόν Καταστατικό για εγκλήματα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου : α. Στρατιωτικός διοικητής ή πρόσωπο που ενεργεί στην πράξη ως στρατιωτικός διοικητής υπέχει ποινική ευθύνη για εγκλήματα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, τα οποία τελέσθηκαν από δυνάμεις υπό την ουσιαστική διοίκηση και τον έλεγχο του ή υπό την ουσιαστική εξουσία και έλεγχο του, ανάλογα με την περίπτωση, ως συνέπεια της παράλειψης του να ασκήσει τον κατάλληλο έλεγχο στις δυνάμεις αυτές, όταν : (ι)ο στρατιωτικός ή το πρόσωπο αυτό γνώριζε ή, κατά τις περιστάσεις σε εκείνο το χρονικό σημείο, όφειλε να γνωρίζει ότι οι δυνάμεις διέπρατταν ή επρόκειτο να διαπράξουν τέτοια εγκλήματα, και (ιι)ο στρατιωτικός διοικητής ή το πρόσωπο αυτό δεν έλαβε τα απαραίτητα και εύλογα μέτρα εντός της εξουσίας του/της για την αποφυγή ή την καταστολή της διαπράξεως τους ή δεν έθεσε το ζήτημα στις αρμόδιες αρχές προς ανάκριση και δίωξη. β.Σχετικά με τις ιεραρχικές σχέσεις που δεν περιγράφονται στην παράγραφο α, ο ιεραρχικά ανώτερος ευθύνεται ποινικά για εγκλήματα υπαγόμενα στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, τα οποία τελέσθηκαν από ιεραρχικώς κατωτέρους που ευρίσκονταν υπό την ουσιαστική εξουσία και έλεγχο του, ως συνέπεια της παράλειψης άσκησης καταλλήλου ελέγχου στους κατωτέρους αυτούς, όταν : (ι)ο ανώτερος γνώριζε ή συνειδητά παρέβλεψε πληροφορίες, οι οποίες παρείχαν σαφείς ενδείξεις ότι οι κατώτεροι διέπρατταν ή επρόκειτο να διαπράξουν τέτοια εγκλήματα (ιι)τα εγκλήματα αφορούσαν δραστηριότητα εντός της ουσιαστικής ευθύνης και ελέγχου του ανωτέρου (ιιι)ο ανώτερος δεν έλαβε όλα τα απαραίτητα και εύλογα μέτρα εντός της εξουσίας του/της για την αποφυγή ή καταστολή της διάπραξης τους ή δεν έθεσε το ζήτημα στις αρμόδιες αρχές προς ανάκριση και δίωξη. Απαράγραπτο Άρθρ.2.-Το Δικαστήριο θα συνδέεται με τα Ηνωμένα Έθνη μέσω συμφωνίας που θα εγκριθεί από τη Συνέλευση των Κρατών Μερών στο Καταστατικό και, εν συνεχεία, θα συναφθεί για λογαριασμό του Δικαστηρίου από τον Πρόεδρο του. Έδρα του Δικαστηρίου Άρθρ.29.-Τα εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου δεν υπόκεινται σε παραγραφή. Στοιχεία υποκειμενικής υπόστασης Άρθρ.30.-1.Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, ένα πρόσωπο ευθύνεται ποινικά και τιμωρείται για έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου μόνο αν η αντικειμενική υπόσταση αυτού πραγματώθηκε με πρόθεση και εν γνώσει. 2.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ένα πρόσωπο ενεργεί με πρόθεση, όταν : (α)εν σχέσει προς την συμπεριφορά, το πρόσωπο αυτό αποσκοπεί πράγματι στη συμπεριφορά αυτή (β)εν σχέσει προς τις συνέπειες, το πρόσωπο αυτό επιδιώκει την επέλευση των συνεπειών αυτών ή γνωρίζει ότι αυτές θα επέλθουν κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων. 3.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «γνώση» εννοείται η συνείδηση ότι υφίστανται οι περιστάσεις ή ότι η συνέπεια θα επέλθει κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων. «Γνωρίζω» και «εν γνώσει» ερμηνεύονται αναλόγως. Λόγοι άρσης της ποινικής ευθύνης Άρθρ.31.-1.Εκτός από τους άλλους λόγους άρσης της ποινικής ευθύνης, που περιέχονται στο παρόν Καταστατικό, ένα πρόσωπο δεν υπέχει ποινική ευθύνη, εάν, κατά τον χρόνο της συμπεριφοράς του : (α)υποφέρει από διανοητική νόσο ή ελάττωμα που αποκλείουν την ικανότητα του να εκτιμήσει την παρανομία ή τη φύση της συμπεριφοράς του ή την ικανότητα του να ελέγξει την συμπεριφορά του προκειμένου να συμμορφωθεί προς τις επιταγές του δικαίου (β)είναι σε κατάσταση μέθης, που αποκλείει την ικανότητα του να αντιληφθεί τον άδικο χαρακτήρα ή τη φύση της συμπεριφοράς του ή την ικανότητα του να ελέγξει την συμπεριφορά του προκειμένου να συμμορφωθεί προς τις επιταγές του δικαίου, εκτός αν υπαίτια περιήλθε στην κατάσταση αυτή και γνώριζε ή παρέβλεψε τον κίνδυνο ότι, ως αποτέλεσμα της καταστάσεως του, ήταν πολύ πιθανόν να συμπεριφερθεί κατά τρόπο που συνιστά έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (γ)ενεργεί εύλογα για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλο πρόσωπο ή, στην περίπτωση εγκλημάτων πολέμου, περιουσία που είναι απαραίτητη για την επιβίωση αυτού ή άλλου προσώπου ή ιδιοκτησία που είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση μιας στρατιωτικής αποστολής, εναντίον επικείμενης και παράνομης άσκησης βίας κατά τρόπο ανάλογο του βαθμού του κινδύνου που απειλεί αυτό ή το άλλο προστατευόμενο πρόσωπο ή την περιουσία. Το γεγονός ότι τούτο συμμετείχε σε αμυντική επιχείρηση διεξαχθείσα από στρατιωτικές δυνάμεις δεν αποτελεί αφ’ εαυτού λόγο άρσεως της ποινικής ευθύνης κατά το παρόν εδάφιο. (Μετά τη σελ. 208,72) Σελ. 208,73 Τεύχος 1400 Σελ. 111 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (δ)η συμπεριφορά, η οποία φέρεται ότι συνιστά έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, προεκλήθη με εξαναγκασμό κατόπιν απειλής επικειμένου θανάτου ή συνεχιζόμενης ή επικείμενης βαρείας σωματικής βλάβης εναντίον αυτού ή άλλου προσώπου, και τούτο ενεργεί αναγκαστικά και, ευλόγως για να αποφύγει την απειλή αυτή, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει σκοπό να προκαλέσει βαρύτερη βλάβη από την απειλή που επεδίωξε να αποφύγει. Τέτοια απειλή μπορεί: (ι)είτε να προέρχεται από άλλα πρόσωπα (ιι)είτε να δημιουργείται από άλλες περιστάσεις πέραν του ελέγχου του. 2.Το Δικαστήριο αποφασίζει αν συντρέχουν οι λόγοι άρσης της ποινικής ευθύνης, που περιέχονται στο παρόν Καταστατικό, σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση ενώπιον του. 3.Στη δίκη, το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη του ως λόγο άρσης της ποινικής ευθύνης διαφορετικό λόγο από αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όταν ο λόγος αυτός προέρχεται από το εφαρμοστέο δίκαιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 21. Η διαδικασία εξέτασης προκειμένου να ληφθεί υπόψη ένας τέτοιος λόγος προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Πραγματική και νομική πλάνη Άρθρ.32.-1.Η πραγματική πλάνη αποτελεί λόγο άρσης της ποινικής ευθύνης μόνον αν αναιρεί την πλήρωση των στοιχείων της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. 2.Η νομική πλάνη ως προς το αν συγκεκριμένο είδος συμπεριφοράς αποτελεί έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, δεν συνιστά λόγο άρσης της ποινικής ευθύνης. Η νομική πλάνη μπορεί, όμως, να αποτελέσει λόγο άρσης της ποινικής ευθύνης, αν αναιρεί τα στοιχεία της υποκειμενικής υπόστασης που απαιτείται για την τέλεση ενός τέτοιου εγκλήματος ή αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 33. Προσταγές ανωτέρων και επιταγές του νόμου Άρθρ.33.-1.Το γεγονός ότι ένα έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου τελέστηκε από πρόσωπο συμμορφούμενο προς εντολή Κυβερνήσεως ή ανωτέρου, είτε στρατιωτικού είτε πολιτικού, δεν αναιρεί την ποινική του ευθύνη, εκτός αν τούτο: (α) είχε νομική υποχρέωση να υπακούει σε εντολές της Κυβερνήσεως ή του κατά περίπτωση ανωτέρου (β) δεν γνώριζε ότι η προσταγή ήταν παράνομη Σελ. 208,74 Τεύχος 1400 Σελ. 112 (γ) η προσταγή δεν ήταν καταφανώς παράνομη 2.Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η διαταγή προς τέλεση γενοκτονίας ή εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας είναι καταφανώς παράνομη. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ Όργανα του Δικαστηρίου Άρθρ.34.-Τα όργανα του Δικαστηρίου είναι τα ακόλουθα: (α)το Προεδρείο (β)η Βαθμίδα Εφέσεων, η Πρώτη Βαθμίδα και η Βαθμίδα Προδικασίας. (γ)το Γραφείο του Εισαγγελέα (δ) η Γραμματεία Υπηρεσία των δικαστών Άρθρ.35.-1.Όλοι οι δικαστές εκλέγονται ως μέλη πλήρους απασχόλησης του Δικαστηρίου και είναι διαθέσιμοι να υπηρετήσουν ως τέτοιοι από την έναρξη της θητείας τους. ^ 2.Οι δικαστές που συνθέτουν το Προεδρείο υπηρετούν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης αμέσως μετά την εκλογή τους. 3.Το Προεδρείο μπορεί, ανάλογα με τον φόρτο εργασίας του Δικαστηρίου και σε συνεννόηση με τα μέλη του, να αποφασίζει κατά περιόδους, σε ποια έκταση οι εναπομείναντες δικαστές απαιτείται να υπηρετήσουν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Κάθε τέτοια διευθέτηση δεν θίγει τις διατάξεις του άρθρου 40. 4.Οι οικονομικές διευθετήσεις για τους δικαστές για τους οποίους δεν απαιτείται να υπηρετούν με καθεστώς πλήρους απασχολήσεως, γίνονται κατά το άρθρο 49. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Προσόντα, υποψηφιότητα και εκλογή δικαστών Άρθρ.36.-1.Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, το Δικαστήριο αποτελείται από 18 δικαστές. 2.(α)Το Προεδρείο, ενεργώντας για λογαριασμό του Δικαστηρίου, μπορεί να προτείνει αύξηση του αριθμού των δικαστών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, αιτιολογώντας την αναγκαιότητα και καταλληλότητα της αύξησης. Ο Γραμματέας κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση κάθε τέτοια πρόταση σε όλα τα Κράτη Μέρη. (β)Η πρόταση εξετάζεται στη συνέχεια σε σύνοδο της Συνέλευσης των Κρατών Μερών που συγκαλείται κατά το άρθρο 112. Η πρόταση θεωρείται ότι υιοθετείται, αν εγκριθεί στη σύνοδο με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της Συνέλευσης των Κρατών Μερών και τίθεται σε ισχύ σε χρόνο που αποφασίζεται από τη Συνέλευση αυτή. (γ)(ι)Μόλις υιοθετηθεί και τεθεί σε ισχύ η πρόταση για την αύξηση του αριθμού των δικαστών κατά το εδάφιο (β), η εκλογή των επιπλέον δικαστών γίνεται στην επόμενη σύνοδο της Συνέλευσης των Κρατών Μερών κατά τις παραγράφους 3 έως και 8 και κατά το άρθρο 37 παράγραφος 2. (ιι)Μόλις υιοθετηθεί και τεθεί σε ισχύ η πρόταση για την αύξηση του αριθμού των δικαστών κατά τα εδάφια (β) και (γ)(ι), το Προεδρείο είναι εφεξής ελεύθερο να αποφασίσει σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή, αν ο φόρτος εργασίας του Δικαστηρίου το δικαιολογεί, να προτείνει την μείωση του αριθμού των δικαστών, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα μειωθεί περισσότερο από όσο προβλέπεται στην παρ. 1. Η πρόταση εξετάζεται κατά τη διαδικασία που εκτίθεται κατωτέρω στα εδάφια (α) και (β). Σε περίπτωση που η πρόταση υιοθετηθεί, ο αριθμός των δικαστών μειώνεται σταδιακά με τη λήξη της θητείας των υπηρετούντων δικαστών, μέχρι να φθάσει στον προβλεπόμενο αριθμό. 3.(α)Οι δικαστές επιλέγονται μεταξύ προσώπων υψηλού ήθους, αμεροληψίας και ακεραιότητας, που έχουν τα απαιτούμενα προσόντα στα αντίστοιχα Κράτη τους για την τοποθέτηση τους στις ανώτατες δικαστικές θέσεις. (β) Κάθε υποψήφιος για εκλογή στο Δικαστήριο πρέπει να: (ι)έχει αποδεδειγμένη ειδίκευση στο ποινικό δίκαιο και την ποινική δικονομία και την απαραίτητη σχετική πείρα, ως δικαστής, εισαγγελέας, συνήγορος ή με οποιαδήποτε άλλη συναφή ειδικότητα στην ποινική διαδικασία ή (ιι)έχει αποδεδειγμένη ειδίκευση σε σχετικούς τομείς του διεθνούς δικαίου, όπως διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και εκτενή πείρα, ως επαγγελματίας νομικός, σε θέση σχετική με το δικαιοδοτικό έργο του Δικαστηρίου. (γ)Κάθε υποψήφιος για εκλογή στο Δικαστήριο πρέπει να έχει άριστη γνώση και να χειρίζεται άνετα τουλάχιστον μία από τις γλώσσες εργασίας του Δικαστηρίου. 4.(α)Οι υποψηφιότητες για εκλογή στο Δικαστήριο μπορούν να υποβληθούν από κάθε Κράτος Μέρος στο παρόν Καταστατικό, κατά τον ακόλουθο τρόπο : (ι)είτε κατά τη διαδικασία υποβολής υποψηφιοτήτων για τις ανώτατες δικαστικές θέσεις του συγκεκριμένου Κράτους (ιι)είτε κατά τη διαδικασία για την υποβολή υποψηφιοτήτων για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, όπως προβλέπεται στο Καταστατικό του Δικαστηρίου αυτού. Οι υποψηφιότητες συνοδεύονται από μία αναφορά με τις απαραίτητες λεπτομέρειες, στην οποία εκτίθεται αν ο υποψήφιος πληρεί τα απαιτήσεις της παρ. 3. (β) Κάθε Κράτος Μέρος μπορεί να προτείνει έναν υποψήφιο σε κάθε εκλογή, ο οποίος δεν είναι απαραίτητο να είναι υπήκοος αυτού του Κράτους Μέρους, πρέπει όμως σε κάθε περίπτωση να είναι υπήκοος ενός Κράτους Μέρους. (γ)Η Συνέλευση των Κρατών Μερών μπορεί να αποφασίσει, αν είναι απαραίτητο, την ίδρυση μιας Συμβουλευτικής Επιτροπής για την εξέταση των υποψηφιοτήτων. Σε αυτή την περίπτωση, η σύνθεση και η εντολή της Επιτροπής καθορίζονται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. 5.Για τους σκοπούς της εκλογής, θα υπάρχουν δύο πίνακες υποψηφίων. Ο πίνακας Α, που περιλαμβάνει τα ονόματα των υποψηφίων με τα προσόντα που προσδιορίζονται στην παρ. 3 (β) (ι) και ο πίνακας Β, που περιλαμβάνει τα ονόματα των υποψηφίων με τα προσόντα που προσδιορίζονται στην παρ. 3 (β) (ιι) Κάθε υποψήφιος με επαρκή προσόντα και για τους δύο πίνακες μπορεί να επιλέξει σε ποιον πίνακα θα συμπεριληφθεί. Κατά την πρώτη εκλογή στο Δικαστήριο, εκλέγονται τουλάχιστον εννέα δικαστές από τον πίνακα Α και τουλάχιστον πέντε από τον πίνακα Β. Οι επόμενες εκλογές οργανώνονται κατά τρόπο που να διατηρείται η αναλογία των δικαστών που αξιολογήθηκαν στους δύο πίνακες. 6.(α)Οι δικαστές εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία σε σύνοδο της Συνέλευσης των Κρατών Μερών, η οποία συγκαλείται για τον σκοπό αυτό κατά το Άρθρ.3.-1.Ως έδρα του Δικαστηρίου ορίζεται η Χάγη της Ολλανδίας («φιλοξενούσα χώρα»). 2.Το Δικαστήριο θα καταρτίσει συμφωνία έδρας με τη φιλοξενούσα χώρα η οποία θα εγκριθεί από τη Συνέλευση των Κρατών Μερών και θα συναφθεί στη συνέχεια για λογαριασμό του Δικαστηρίου από τον Πρόεδρο του. 3.Το Δικαστήριο δύναται να συνεδριάζει αλλού, όποτε θεωρεί τούτο επιθυμητό, όπως προβλέπεται στο παρόν Καταστατικό. Νομικό καθεστώς και εξουσίες του Δικαστηρίου άρθρο 112. Με την επιφύλαξη της παρ. 7, οι εκλεγέντες στο Δικαστήριο είναι οι 18 υποψήφιοι, οι οποίοι λαμβάνουν τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων και πλειοψηφία των δύο τρίτων των παρόντων και ψηφισάντων Κρατών Μερών. (Μετά τη σελ. 208,74) Σελ. 208,75 Τεύχος 1400 Σελ. 113 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (β)Στην περίπτωση που δεν εκλεγεί ικανός αριθμός δικαστών κατά την πρώτη ψηφοφορία, διεξάγονται επόμενες ψηφοφορίες κατά την διαδικασία που εκτίθεται στο εδάφιο (α), μέχρι να συμπληρωθούν οι θέσεις που απέμειναν. 7.Δεν επιτρέπεται δύο δικαστές να είναι υπήκοοι του αυτού Κράτους. Όποιος, για τον σκοπό της συμμετοχής του στο Δικαστήριο, θεωρηθεί υπήκοος περισσοτέρων του ενός Κρατών, λογίζεται υπήκοος του Κράτους στο οποίο ασκεί κανονικά τα αστικά και πολιτικά του δικαιώματα. 8.(α)Τα Κράτη Μέρη, κατά την εκλογή των δικαστών, λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη ώστε η σύνθεση του Δικαστηρίου : (ι)να είναι αντιπροσωπευτική των κυριοτέρων νομικών συστημάτων του κόσμου (ιι)να αντανακλά μία δίκαιη γεωγραφική εκπροσώπηση και (ιιι)να κατανέμεται δίκαια μεταξύ ανδρών και γυναικών δικαστών (β)Τα Κράτη Μέρη λαμβάνουν επίσης υπόψη την ανάγκη να συμπεριληφθούν δικαστές με νομική κατάρτιση σε εξειδικευμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένου, μεταξύ άλλων, του τομέα της βίας κατά γυναικών ή παιδιών. 9.(α)Με την επιφύλαξη του εδαφίου (β), η θητεία των δικαστών έχει διάρκεια εννέα ετών και, με την επιφύλαξη του εδαφίου (γ) και του άρθρου 37 παράγραφος 2, δεν μπορούν να επανεκλεγούν (β)Κατά την πρώτη εκλογή, ένα τρίτο των εκλεγέντων δικαστών επιλέγεται με κλήρο να υπηρετήσει για χρονικό διάστημα τριών ετών, ένα τρίτο για χρονικό διάστημα έξι ετών και οι υπόλοιποι για χρονικό διάστημα εννέα ετών. (γ)Ο/Η δικαστής, ο οποίος/η οποία επελέγη να υπηρετήσει για χρονικό διάστημα τριών ετών κατά το εδάφιο (β), μπορεί να επανεκλεγεί για πλήρη, θητεία. 10.Μη θιγομένης της παραγράφου 9, ένας δικαστής, που υπηρετεί σε Τμήμα Πρώτου Βαθμού ή στο Τμήμα Εφέσεων κατά το άρθρο 39, παραμένει στην θέση του για την ολοκλήρωση οποιασδήποτε δίκης ή εφέσεως, η συζήτηση των οποίων είχε ήδη αρχίσει ενώπιον του Τμήματος αυτού. Κενές θέσεις δικαστών Άρθρ.37.-1.Αν κενωθεί θέση δικαστή, διεξάγεται εκλογή κατά το άρθρο 36 για να πληρωθεί αυτή. 2.Δικαστής ο οποίος εξελέγη για να πληρώσει μία κενή θέση, υπηρετεί για το υπόλοιπο της θητείας του προκατόχου του και, αν αυτή η περίοδος είναι τρία έτη ή λιγότερο, μπορεί να επανεκλεγεί για πλήρη θητεία κατά το άρθρο 36. Σελ. 208,76 Τεύχος 1400 Σελ. 114 Το Προεδρείο Άρθρ.38.-1.Ο Πρόεδρος και οι Πρώτος και Δεύτερος Αντιπρόεδρος εκλέγονται με την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών. Καθένας από αυτούς υπηρετεί για χρονικό διάστημα τριών ετών ή έως το τέλος της αντίστοιχης θητείας του ως δικαστή, όποιο εκπνέει νωρίτερα. Είναι επανεκλέξιμοι για μία ακόμη φορά. 2.Ο Πρώτος Αντιπρόεδρος αναπληρώνει τον Πρόεδρο στην περίπτωση που ο Πρόεδρος κωλύεται ή παύθηκε. Ο δεύτερος Αντιπρόεδρος αναπληρώνει τον Πρόεδρο στην περίπτωση που ο Πρόεδρος και ο Πρώτος Αντιπρόεδρος κωλύονται ή παύθηκαν. 3.Ο Πρόεδρος, μαζί με τους Πρώτο και Δεύτερο Αντιπρόεδρο, αποτελούν το Προεδρείο, το οποίο είναι υπεύθυνο για : (α)την ορθή διοίκηση του Δικαστηρίου, με την εξαίρεση του Γραφείου του Εισαγγελέα και (β)τις άλλες λειτουργίες, με τις οποίες είναι επιφορτισμένο, κατά το παρόν Καταστατικό. 4.Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του κατά την παράγραφο 3 (α), το Προεδρείο θα συντονίζεται και διώκει τη συμφωνία του Εισαγγελέα σε όλα τα ζητήματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Τμήματα Άρθρ.39.-1.Το συντομότερο δυνατό μετά την εκλογή των δικαστών, το Δικαστήριο οργανώνεται σε βαθμίδες οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 34 παρ. (β). Η Βαθμίδα Εφέσεων αποτελείται από τον Πρόεδρο και τέσσερις άλλους δικαστές, η Πρώτη Βαθμίδα τουλάχιστον από έξι δικαστές και η Βαθμίδα Προδικασίας τουλάχιστον από έξι δικαστές. Η τοποθέτηση δικαστών σε βαθμίδες βασίζεται στην φύση και τις λειτουργίες που επιτελεί κάθε βαθμίδα και στα προσόντα και την πείρα των εκλεγέντων στο Δικαστήριο δικαστών, κατά τρόπον ώστε κάθε βαθμίδα να περιέχει κατάλληλο συνδυασμό εξειδικεύσεως στο ποινικό δίκαιο και την ποινική δικονομία και στο διεθνές δίκαιο. Η Πρώτη Βαθμίδα και η Βαθμίδα Προδικασίας συντίθενται κατά κύριο λόγο από δικαστές με δικαστηριακή πείρα σε ποινικές υποθέσεις. 2.(α)Οι δικαστικές λειτουργίες του Δικαστηρίου διεκπεραιώνονται σε κάθε βαθμίδα από Τμήματα: (β)(ι)το Τμήμα Εφέσεων συντίθεται από όλους τους δικαστές της Βαθμίδας Εφέσεων (ιι)οι λειτουργίες του Τμήματος Πρώτου Βαθμού διεκπεραιώνονται από τρεις δικαστές της Πρώτης Βαθμίδας (ιιι)οι λειτουργίες του Τμήματος Προδικασίας διεκπεραιώνονται είτε από τρεις δικαστές της Βαθμίδας Προδικασίας ή από έναν μόνον δικαστή της βαθμίδας αυτής κατά το παρόν Καταστατικό και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. (γ)Τίποτε στην παρούσα παράγραφο δεν αποκλείει την ταυτόχρονη σύνθεση περισσοτέρων του ενός Τμημάτων Πρώτου Βαθμού ή Τμημάτων Προδικασίας ανάλογα με τον φόρτο εργασίας του Δικαστηρίου. 3.(α)Δικαστές τοποθετημένοι στην Πρώτη Βαθμίδα και στη Βαθμίδα Προδικασίας υπηρετούν στις βαθμίδες αυτές για χρονική περίοδο τριών ετών και, κατόπιν, έως την ολοκλήρωση της κατά περίπτωση υποθέσεως, η εκδίκαση της οποίας έχει ήδη αρχίσει στη σχετική βαθμίδα. (β)Δικαστές τοποθετημένοι στην Βαθμίδα Εφέσεων υπηρετούν σε αυτήν καθ’ όλη την διάρκεια θητείας τους. 4.Δικαστές τοποθετημένοι στη Βαθμίδα Εφέσεων υπηρετούν μόνον στην Βαθμίδα αυτή. Τίποτε, εντούτοις, στο παρόν άρθρο δεν αποκλείει την προσωρινή απόσπαση δικαστών από την Πρώτη Βαθμίδα στη Βαθμίδα Προδικασίας ή αντιστρόφως, αν το Προεδρείο κρίνει ότι έτσι απαιτείται από τον φόρτο εργασίας του Δικαστηρίου, υπό την προϋπόθεση ότι σε καμία περίπτωση δικαστής που συμμετείχε στην φάση της προδικασίας μιας υποθέσεως δεν μπορεί να επιλεγεί για να μετάσχει στο Τμήμα Πρώτου Βαθμού που δικάζει την ίδια υπόθεση. Ανεξαρτησία των δικαστών Άρθρ.40.-1.Οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. 2.Οι δικαστές δεν ασκούν καμία δραστηριότητα η οποία είναι ασυμβίβαστη με την άσκηση των δικαστικών τους καθηκόντων ή επηρεάζει την εμπιστοσύνη στην ανεξαρτησία τους. 3.Οι δικαστές που απαιτείται να υπηρετούν με καθεστώς πλήρους απασχόλησης στην έδρα του Δικαστηρίου δεν επιτρέπεται να έχουν καμία άλλη απασχόληση επαγγελματικής φύσης. 4.Οποιοδήποτε θέμα σχετικά με την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 3 αποφασίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών. Όταν ένα τέτοιο θέμα αφορά έναν συγκεκριμένο δικαστή, αυτός δεν συμμετέχει κατά την λήψη της απόφασης. Εξαίρεση και απαλλαγή και δικαστών Άρθρ.41.-1.Το Προεδρείο μπορεί, με αίτηση ενός δικαστή, να τον απαλλάξει από την άσκηση των καθηκόντων του κατά το παρόν Καταστατικό, σύμφωνα με τους κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 2.(α)Δικαστής δεν συμμετέχει σε καμία υπόθεση στην οποία μπορεί για οποιονδήποτε λόγο να αμφισβητηθεί ευλόγως η αμεροληψία του. Δικαστής εξαιρείται από υπόθεση κατά την παρούσα παράγραφο, αν, μεταξύ άλλων, είχε αναμιχθεί στην υπόθεση αυτή ενώπιον του Δικαστηρίου υπό οποιαδήποτε ιδιότητα ή σε συγγενή ποινική υπόθεση στα εθνικά δικαστήρια που αφορούσε τον ανακρινόμενο ή διωκόμενο. Εξαιρείται επίσης δικαστής και για άλλους λόγους που προβλέπονται στους κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. (β)Ο Εισαγγελέας ή ο ανακρινόμενος ή διωκόμενος μπορεί να ζητήσει την εξαίρεση δικαστή κατά την παρούσα παράγραφο. (γ)Κάθε θέμα σχετικώς με την εξαίρεση δικαστή αποφασίζεται από την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών. Ο υπό κρίση δικαστής καλείται να παρουσιάσει την θέση του επί του θέματος, αλλά δεν λαμβάνει μέρος στην λήψη της απόφασης. (Μετά τη σελ. 208,76) Σελ. 208,77 Τεύχος 1400 Σελ. 115 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Το Γραφείο του Εισαγγελέα Άρθρ.42.-1.To Γραφείο του Εισαγγελέα ενεργεί ανεξάρτητα ως ξεχωριστό όργανο του Δικαστηρίου. Είναι υπεύθυνο για την παραλαβή αναφορών καθώς και κάθε ουσιώδους πληροφορίας για εγκλήματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, για την εξέτασή τους και για την διεξαγωγή ανακρίσεων και διώξεων ενώπιον του Δικαστηρίου. Τα Μέλη του Γραφείου του Εισαγγελέα δεν αναζητούν ούτε ενεργούν επί τη βάσει οδηγιών από οποιαδήποτε εξωτερική πηγή. 2.Του Γραφείου προΐσταται ο Εισαγγελέας. Ο Εισαγγελέας έχει πλήρη εξουσία για την διαχείριση και την διοίκηση του Γραφείου, συμπεριλαμβανομένων του προσωπικού του Γραφείου, διευκολύνσεων και άλλων πόρων του. Ο Εισαγγελέας επικουρείται από έναν ή περισσοτέρους Αναπληρωτές Εισαγγελείς οι οποίοι μπορούν να εκτελούν οποιαδήποτε από τις πράξεις που έχουν ανατεθεί στον Εισαγγελέα κατά το παρόν Καταστατικό. Ο Εισαγγελέας και οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς πρέπει να είναι διαφορετικής εθνικότητας. Υπηρετούν σε βάση πλήρους απασχόλησης. 3.Ο Εισαγγελέας και οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς είναι πρόσωπα υψηλού ήθους, υψηλών ικανοτήτων και με εκτεταμένη πρακτική εμπειρία στην δίωξη ή εκδίκαση ποινικών υποθέσεων. Πρέπει να έχουν άριστη γνώση και να χειρίζονται άνετα μία τουλάχιστον από τις γλώσσες εργασίας του Δικαστηρίου. 4.Ο Εισαγγελέας εκλέγεται με μυστική ψηφοφορία και με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της Συνέλευσης των Κρατών Μερών. Οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς εκλέγονται με τον ίδιο τρόπο από ένα πίνακα υποψηφίων που δίδεται από τον Εισαγγελέα. Ο Εισαγγελέας υποβάλλει τρεις υποψηφίους για κάθε θέση Αναπληρωτή Εισαγγελέα προς πλήρωση. Ο Εισαγγελέας και οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς θητεύουν για χρονικό διάστημα εννέα ετών, εκτός αν κατά την εκλογή τους αποφασιστεί μικρότερο χρονικό διάστημα και δεν μπορούν να επανεκλεγούν. 5.Ούτε ο Εισαγγελέας ούτε ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας ασκούν δραστηριότητα που ενδέχεται να είναι ασυμβίβαστη με την άσκηση των διωκτικών τους λειτουργιών ή θα επηρεάσουν την εμπιστοσύνη στην ανεξαρτησία τους. Δεν εμπλέκονται σε άλλη απασχόληση επαγγελματικής φύσεως. 6.Το Προεδρείο μπορεί να απαλλάξει τον Εισαγγελέα ή Αναπληρωτή Εισαγγελέα, με αίτηση Σελ. 208,78 Τεύχος 1400 Σελ. 116 του, από την άσκηση των καθηκόντων του σε μία συγκεκριμένη υπόθεση. 7.Ούτε ο Εισαγγελέας ούτε ο Αναπληρωτής Εισαγγελέας συμμετέχουν στη συζήτηση οποιουδήποτε θέματος, στο οποίο αμφισβητείται ευλόγως για οποιονδήποτε λόγο η αμεροληψία τους. Εξαιρούνται από υπόθεση κατά την παρούσα παράγραφο, αν, μεταξύ άλλων, είχαν προηγουμένως αναμιχθεί υπό οποιαδήποτε ιδιότητα στην υπόθεση αυτή ενώπιον του Δικαστηρίου ή σε συναφή ποινική υπόθεση στα εθνικά δικαστήρια που αφορούσε τον ανακρινόμενο ή διωκόμενο. 8.Κάθε θέμα σχετικώς με την εξαίρεση του Εισαγγελέα ή Αναπληρωτή Εισαγγελέα αποφασίζεται από το Τμήμα Εφέσεων. (α)Ο ανακρινόμενος ή διωκόμενος μπορεί σε κάθε χρονική στιγμή να ζητήσει την εξαίρεση Εισαγγελέα ή Αναπληρωτή Εισαγγελέα, για λόγους που εκτίθενται στο παρόν άρθρο. (β)Ο Εισαγγελέας ή Αναπληρωτή Εισαγγελέας, όπως αρμόζει, μπορεί να παρουσιάσει τις παρατηρήσεις του επί του θέματος. 9.Ο Εισαγγελέας διορίζει συμβούλους με νομική εξειδίκευση σε ιδιαίτερα θέματα, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, σεξουαλικής και σεξιστικής βίας και βίας κατά παιδιών. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Γραμματεία Άρθρ.43.-1.Η Γραμματεία είναι υπεύθυνη για εξωδικαστικά θέματα της διοικήσεως και των υπηρεσιών του Δικαστηρίου, χωρίς να θίγονται τα καθήκοντα και οι εξουσίες του Εισαγγελέα κατά το άρθρο 42. 2.Της Γραμματείας προΐσταται ο Γραμματέας, ο οποίος είναι ο κύριος διοικητικός υπάλληλος του Δικαστηρίου. Ο Γραμματέας ασκεί τα καθήκοντα του υπό την εξουσία του Προέδρου του Δικαστηρίου. 3.Ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής Γραμματέας είναι πρόσωπα υψηλού ήθους, υψηλών ικανοτήτων και έχουν άριστη γνώση και χειρίζονται άνετα μία τουλάχιστον από τις γλώσσες εργασίας του Δικαστηρίου. 4.Οι δικαστές εκλέγουν τον Γραμματέα με απόλυτη πλειοψηφία σε μυστική ψηφοφορία, λαμβάνοντας υπόψη κάθε σύσταση από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. Αν προκύψει ανάγκη και ύστερα από σύσταση του Γραμματέα, οι δικαστές εκλέγουν κατά τον ίδιο τρόπο Αναπληρωτή Γραμματέα. 5.Ο Γραμματέας θητεύει για χρονικό διάστημα πέντε ετών, μπορεί να επανεκλεγεί άλλη μία φορά και υπηρετεί με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Ο Αναπληρωτής Γραμματέας θητεύει για χρονικό διάστημα πέντε ετών ή για μικρότερο χρονικό διάστημα, που μπορεί να αποφασιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών, και μπορεί να εκλεγεί στη βάση της εκτέλεσης των καθηκόντων του σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας. 6.Ο Γραμματέας οργανώνει μία Μονάδα θυμάτων και Μαρτύρων εντός της Γραμματείας. Η Μονάδα αυτή παρέχει, σε συνεννόηση με το Γραφείο του Εισαγγελέα, μέτρα προστασίας και ρυθμίσεις ασφαλείας, συμβουλές και άλλη κατάλληλη βοήθεια για μάρτυρες, θύματα που εμφανίζονται ενώπιον του Δικαστηρίου και άλλους που κινδυνεύουν από καταθέσεις που έδωσαν οι μάρτυρες αυτοί. Η Μονάδα περιλαμβάνει προσωπικό ειδικευμένο στους ψυχικούς τραυματισμούς, συμπεριλαμβανομένων και ψυχικών τραυματισμών σχετικά με εγκλήματα σεξουαλικής βίας. Προσωπικό Άρθρ.44.-1.Ο Εισαγγελέας και ο Γραμματέας διορίζουν το εξειδικευμένο προσωπικό που απαιτείται στα αντίστοιχα γραφεία τους. Στην περίπτωση του Εισαγγελέας περιλαμβάνεται και ο διορισμός ανακριτικών υπαλλήλων. 2.Κατά την πρόσληψη του προσωπικού, ο Εισαγγελέας και ο Γραμματέας διασφαλίζουν τον υψηλότερο βαθμό αποδοτικότητας, ικανότητας και ακεραιότητας και λαμβάνουν υπόψη κατ’ ανάλογο τρόπο τα κριτήρια που τίθενται στο άρθρο 36 παρ. 8. 3.Ο Γραμματέας, με την συμφωνία του Προεδρείου και του Εισαγγελέα, προτείνει Κανονισμούς Προσωπικού, οι οποίοι περιλαμβάνουν τους όρους και τις συνθήκες υπό τις οποίες το προσωπικό του Δικαστηρίου διορίζεται, αμείβεται και απολύεται. Οι Κανονισμοί Προσωπικού εγκρίνονται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. 4.Το Δικαστήριο μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να χρησιμοποιήσει την εξειδίκευση μη αμειβομένου προσωπικού, που προσφέρεται από τα Κράτη Μέρη, διακυβερνητικούς οργανισμούς ή μηκυβερνητικούς οργανισμούς για να βοηθήσουν στην εργασία οποιουδήποτε οργάνου του Δικαστηρίου. Ο Εισαγγελέας μπορεί εκ μέρους του Γραφείου του Εισαγγελέα να δεχθεί οποιαδήποτε τέτοια προσφορά. Τέτοιο μη αμειβόμενο προσωπικό χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις οδηγίες που θέτει η Συνέλευση των Κρατών Μερών. Επίσημη υπόσχεση Άρθρ.4.-1.Το Δικαστήριο έχει διεθνή νομική προσωπικότητα. Διαθέτει επίσης και τη νομική ικανότητα που του είναι αναγκαία για την άσκηση των λειτουργιών του και την εκπλήρωση των σκοπών του. 2.Το Δικαστήριο δύναται να ασκεί τις λειτουργίες και εξουσίες του, όπως προβλέπεται από το παρόν Καταστατικό, στο έδαφος οποιουδήποτε Κράτους Μέρους και, με ειδική συμφωνία, στο έδαφος οποιουδήποτε άλλου κράτους. Σελ. 208,62 Τεύχος 1400 Σελ. 100 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ, ΠΑΡΑΔΕΚΤΟ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ Εγκλήματα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Άρθρ.45.-Πριν από την ανάληψη των αντιστοίχων καθηκόντων τους κατά το παρόν Καταστατικό, οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς, ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής Γραμματέας δίνουν, ο καθένας ξεχωριστά, επίσημη υπόσχεση σε δημόσια συνεδρίαση ότι θα ασκήσουν αυτά με αμεροληψία και ευσυνειδησία. Απόλυση από την υπηρεσία Άρθρ.46.-1.Οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς, ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής Γραμματέας απολύονται από την υπηρεσία τους αν ληφθεί μία τέτοια απόφαση κατά την παράγραφο 2, στις περιπτώσεις που : (α)Κρίθηκαν ότι έχουν τελέσει σοβαρό παράπτωμα ή σοβαρή παράβαση των καθηκόντων τους κατά το παρόν Καταστατικό, όπως προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης ή (β)Είναι ανίκανοι να ασκήσουν τα καθήκοντα που απαιτούνται από το παρόν Καταστατικό. 2.Απόφαση για την απόλυση από την υπηρεσία των δικαστών του Εισαγγελέα ή των Αναπληρωτών Εισαγγελέων κατά την παράγραφο λαμβάνεται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών με μυστική ψηφοφορία. (α)στην περίπτωση δικαστή, με πλειοψηφία δύο τρίτων των Κρατών Μερών ύστερα από πρόταση που υιοθετήθηκε από την πλειοψηφία των δύο τρίτων των άλλων δικαστών (Μετά τη σελ. 208,78) Σελ. 208,79 Τεύχος 1400 Σελ. 117 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (β)στην περίπτωση του Εισαγγελέα, με την απόλυτη πλειοψηφία των Κρατών Μερών (γ)στην περίπτωση του Αναπληρωτή Εισαγγελέα, με την απόλυτη πλειοψηφία των Κρατών Μερών ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα 3.Απόφαση για την απόλυση του Γραμματέα ή του Αναπληρωτή Γραμματέα λαμβάνεται από την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών. 4.Οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς, ο Γραμματέας ή ο Αναπληρωτής Γραμματέας των οποίων η συμπεριφορά ή η ικανότητα να ασκήσουν τα υπηρεσιακά τους καθήκοντα, όπως απαιτείται από το παρόν Καταστατικό, αμφισβητείται βάσει του παρόντος άρθρου, έχουν πληροίς την δυνατότητα να παρουσιάσουν και να λάβουν αποδεικτικά στοιχεία και να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Το κρινόμενο πρόσωπο δεν συμμετέχει με κανέναν άλλον τρόπο στην εξέταση του θέματος. Πειθαρχικές κυρώσεις Άρθρ.47.-Οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς, ο Γραμματέας ή ο Αναπληρωτής Γραμματέας που υπέπεσε σε παράπτωμα ελαφρότερης μορφής από αυτό που εκτίθεται στο άρθρο 46 παράγραφος 1. υπόκειται σε πειθαρχικές κυρώσεις κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Προνόμια και ασυλίες Άρθρ.48.-1.Το Δικαστήριο απολαμβάνει στο έδαφος κάθε Κράτους Μέρους τα προνόμια και τις ασυλίες που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των σκοπών του. 2.Οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς και ο Γραμματέας, όταν τους ανατίθεται έργο ή όταν ενεργούν στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του Δικαστηρίου, απολαμβάνουν τα ίδια προνόμια και ασυλίες που παρέχονται στους επικεφαλής διπλωματικών αποστολών και. μετά την λήξη της θητείας τους. εξακολουθεί να τους παρέχεται ασυλία από νομικές διαδικασίες κάθε είδους σχετικά με ό,τι είπαν ή έγραψαν και με ενέργειες που έγιναν από αυτούς υπό την υπηρεσιακή τους ιδιότητα. 3.Ο Αναπληρωτής Γραμματέας, το προσωπικό του Γραφείου του Εισαγγελέα και της Γραμματείας απολαμβάνουν τα προνόμια και ασυλίες και διευκολύνσεις που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. κατά την συμφωνία για τα προνόμια και τις ασυλίες του Δικαστηρίου. Σελ. 208,80 Τεύχος 1400 Σελ. 118 4.Σε συνηγόρους, εμπειρογνώμονες, μάρτυρες και κάθε άλλο πρόσωπο που απαιτείται να είναι παρόν στην έδρα του Δικαστηρίου παρέχεται η μεταχείριση που είναι απαραίτητη για την ορθή λειτουργία του Δικαστηρίου, κατά την συμφωνία για τα προνόμια και τις ασυλίες του Δικαστηρίου. 5.Τα προνόμια και οι ασυλίες : (α)των δικαστών ή του Εισαγγελέα μπορούν να αρθούν από την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών (β)του Γραμματέα μπορούν να αρθούν από το Προεδρείο (γ)των Αναπληρωτών Εισαγγελέων και του προσωπικού του Γραφείου του Εισαγγελέα μπορούν να αρθούν από τον Εισαγγελέα (δ)του Αναπληρωτή Γραμματέα και του προσωπικού της Γραμματείας μπορούν να αρθούν από τον Γραμματέα. Μισθοί, επιδόματα και έξοδα Άρθρ.49.-Οι δικαστές, ο Εισαγγελέας, οι Αναπληρωτές Εισαγγελείς, ο Γραμματέας και ο Αναπληρωτής Γραμματέας λαμβάνουν τους μισθούς, επιδόματα και έξοδα που αποφασίζονται από την Συνέλευση των Κρατών Μερών. Οι μισθοί αυτοί και τα επιδόματα δεν μειώνονται κατά την διάρκεια της θητείας τους. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Επίσημες γλώσσες και γλώσσες εργασίας Άρθρ.50.-1.Οι επίσημες γλώσσες του Δικαστηρίου είναι η αραβική, η κινεζική, η αγγλική, η γαλλική, η ρωσική και η ισπανική. Οι δικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου καθώς και άλλες αποφάσεις, με τις οποίες επιλύονται θεμελιώδη θέματα ενώπιον του Δικαστηρίου, δημοσιεύονται στις επίσημες γλώσσες. Το Προεδρείο αποφασίζει, κατά τα κριτήρια που τίθενται από τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, ποιες αποφάσεις θεωρούνται ότι επιλύουν θεμελιώδη ζητήματα για τους σκοπούς της παραγράφου αυτής. 2.Οι γλώσσες εργασίας του Δικαστηρίου είναι η αγγλική και η γαλλική. Κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης καθορίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν άλλες επίσημες γλώσσες ως γλώσσες εργασίας. 3.Με αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου σε μια διαδικασία ή ενός Κράτους, το οποίο νομιμοποιείται να παρέμβει σε μία διαδικασία, το Δικαστήριο εγκρίνει την χρησιμοποίηση άλλης γλώσσας εκτός από την αγγλική ή την γαλλική από το διάδικο μέρος ή το Κράτος, με την προϋπόθεση ότι το Δικαστήριο θεωρεί ότι τούτο δικαιολογείται επαρκώς. Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης Άρθρ.51.-1.Οι Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης τίθενται σε ισχύ αφότου υιοθετηθούν από την πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών της Συνέλευσης των Κρατών Μερών. 2.Τροποποιήσεις στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης μπορούν να προταθούν από : (α)Κάθε Κράτος Μέρος (β)την απόλυτη πλειοψηφία των δικαστών (γ)τον Εισαγγελέα Οι τροποποιήσεις αυτές τίθενται σε ισχύ αφότου υιοθετηθούν από πλειοψηφία των δύο τρίτων της Συνέλευσης των Κρατών Μερών. 3.Μετά την υιοθέτηση των Κανόνων Διαδικασίας και Απόδειξης, σε επείγουσες περιπτώσεις, όπου οι Κανόνες δεν προνοούν σχετικά με μία ειδική περίπτωση ενώπιον του Δικαστηρίου, οι δικαστές έχουν την δυνατότητα, με πλειοψηφία δύο τρίτων, να καταρτίσουν προσωρινούς Κανόνες οι οποίοι εφαρμόζονται μέχρι να υιοθετηθούν, τροποποιηθούν ή απορριφθούν κατά την επομένη τακτική ή έκτακτη συνεδρίαση της Συνέλευσης των Κρατών Μερών. 4.Οι Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, οι τροποποιήσεις τους και οποιοιδήποτε προσωρινοί Κανόνες πρέπει να συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού. Οι τροποποιήσεις στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, όπως και οι προσωρινοί Κανόνες, δεν εφαρμόζονται αναδρομικά σε βάρος του ανακρινομένου. διωκομένου ή καταδικασθέντος. 5.Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ του Καταστατικού και των Κανόνων Διαδικασίας και Απόδειξης κατισχύει το Καταστατικό. Κανονισμός του Δικαστηρίου Άρθρ.52.-1.Οι δικαστές υιοθετούν τον Κανονισμό του Δικαστηρίου που είναι απαραίτητος για τη συνήθη λειτουργία του. με απόλυτη πλειοψηφία. σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 2.Κατά την επεξεργασία του Κανονισμού και οποιωνδήποτε τροποποιήσεων σε αυτόν ζητείται η γνώμη του Εισαγγελέα και του Γραμματέα. 3.Ο Κανονισμός και οι τροποποιήσεις του ισχύουν από την υιοθέτηση τους. εκτός αν οι δικαστές αποφασίσουν διαφορετικά. Αμέσως μετά την υιοθέτηση τους, γνωστοποιούνται στα Κράτη Μέρη προς σχολιασμό. Αν εντός έξι μηνών δεν υπάρξουν αντιρρήσεις από την πλειοψηφία των Κρατών Μερών, παραμένουν σε ισχύ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΑΝΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΩΞΗ Έναρξη ανάκρισης Άρθρ.53.-1.Ο Εισαγγελέας, έχοντας εκτιμήσει τις πληροφορίες που ήλθαν σε γνώση του αρχίζει ανάκριση, εκτός αν κρίνει ότι δεν υπάρχει δικαιολογητική βάση για να προχωρήσει τη διαδικασία κατά το παρόν Καταστατικό. Προκειμένου να λάβει την απόφαση του αν θα αρχίσει ανάκριση, ο Εισαγγελέας εξετάζει αν: (α)από τις πληροφορίες που έχει στην διάθεση του. προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ότι έχει τελεσθεί ή τελείται έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. (β)η υπόθεση είναι ή θα μπορούσε να είναι παραδεκτή κατά το άρθρο 17 και (γ)λαμβάνοντας υπόψη τη βαρύτητα του εγκλήματος και τα συμφέροντα των θυμάτων, υπάρχουν, εντούτοις, ουσιώδεις λόγοι να πιστεύεται ότι η ανάκριση δεν υπηρετεί τα συμφέροντα της δικαιοσύνης. (Μετά τη σελ. 208,80) Σελ. 208,81 Τεύχος 1401 Σελ. 1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Αν ο Εισαγγελέας κρίνει ότι δεν υπάρχει δικαιολογητική βάση να προχωρήσει και η κρίση του στηρίζεται αποκλειστικά στο ανωτέρω εδάφιο (γ). ενημερώνει το Τμήμα Προδικασίας. 2.Αν. ύστερα από ανάκριση, ο Εισαγγελέας καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για την άσκηση δίωξης διότι: (α)δεν υφίσταται επαρκής νομική ή πραγματική βάση να εκδώσει ένταλμα ή κλήση κατά το άρθρο 58. (β)η υπόθεση είναι απαράδεκτη κατά το άρθρο 17 ή (γ)η δίωξη δεν είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλες τις περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων της βαρύτητας του εγκλήματος, των συμφερόντων των θυμάτων και της ηλικίας ή ασθένειας του φερομένου ως δράστη .και του ρόλου του/της στο έγκλημα που του αποδίδεται, Ο Εισαγγελέας ενημερώνει το Τμήμα Προδικασίας και το Κράτος το οποίο κάνει την παραπομπή κατά το άρθρο 14 ή ενημερώνει το Συμβούλιο Ασφαλείας σε υπόθεση κατά το άρθρο 13 παρ. (β), για τα συμπεράσματα του και τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτά . 3(α)Με αίτηση του Κράτους, το οποίο κάνει παραπομπή κατά το άρθρο 14 ή του Συμβουλίου Ασφαλείας κατά το άρθρο 13. περίπτωση (β), το Τμήμα Προδικασίας μπορεί να εξετάσει την απόφαση του Εισαγγελέα να μην προχωρήσει σε δίωξη κατά τις παραγράφους 1 ή 2 και μπορεί να ζητήσει από αυτόν να αναθεωρήσει την απόφαση αυτή. (β)Επιπροσθέτως, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί αυτεπαγγέλτως να εξετάσει την απόφαση του Εισαγγελέα, αν αυτή στηρίζεται αποκλειστικά στις παραγράφους 1 (γ) ή 2 (γ). Σε αυτή την περίπτωση, η απόφαση του Εισαγγελέα, να μην προχωρήσει σε δίωξη, παράγει αποτελέσματα μόνο αν επικυρωθεί από το Τμήμα Προδικασίας. 4.Ο Εισαγγελέας μπορεί οποτεδήποτε να αναθεωρήσει την απόφαση του για την έναρξη ανάκρισης ή την κίνηση δίωξης επί τη βάσει νέων στοιχείων η πληροφοριών. Καθήκοντα και εξουσίες του Εισαγγελέα σχετικά με την ανάκριση Άρθρ.54.-1Ο Εισαγγελέας : (α)Προς απόδειξη της αλήθειας, επεκτείνει την ανάκριση σε όλα τα πραγματικά περιστατικά και τα αποδεικτικά στοιχεία που είναι χρήσιμα για την εκτίμηση του αν υπάρχει ποινική ευθύνη κατά το παρόν Καταστατικό και. ενεργώντας έτσι, ερευνά εξίσου τόσο τα ενοχοποιητικά όσο και τα απαλλακτικά στοιχεία. Σελ. 208,82 Τεύχος 1401 Σελ. 2 (β)Λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την διασφάλιση της αποτελεσματικής ανάκρισης και δίωξης εγκλημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και. ενεργώντας έτσι. μεριμνά για τα συμφέροντα και την προσωπική κατάσταση των θυμάτων και των μαρτύρων. συμπεριλαμβανομένων της ηλικίας, του φύλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 7. παράγραφος 3. και της υγείας και λαμβάνει υπόψη του τη φύση του εγκλήματος, ιδίως όταν περιλαμβάνει σεξουαλική βία. σεξιστική βία ή βία κατά παιδιών και (γ)σέβεται πλήρως τα δικαιώματα των προσώπων που απορρέουν από το παρόν Καταστατικό. 2.Ο Εισαγγελέας μπορεί να διεξάγει ανάκριση στο έδαφος ενός Κράτους : (α)Σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 9 ή (β)Μετά από έγκριση του Τμήματος Προδικασίας κατά το άρθρο 57 παράγραφος 3 (δ). 3.Ο Εισαγγελέας μπορεί: (α)Να συλλέγει και να εξετάζει αποδεικτικά στοιχεία (β)να καλεί και να εξετάζει ανακρινομένους. θύματα και μάρτυρες (γ)να ζητά τη συνεργασία κάθε Κράτους ή διακυβερνητικού οργανισμού ή φορέα κατά την αντίστοιχη αρμοδιότητα ή/και εντολή τους (δ)να συνάψει ρυθμίσεις ή συμφωνίες, που δεν είναι ασυμβίβαστες με το παρόν Καταστατικό και που μπορεί να είναι αναγκαίες για να διευκολύνουν τη συνεργασία ενός Κράτους, διακυβερνητικού οργανισμού ή προσώπου 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ε)να δεσμευτεί να μην αποκαλύψει, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας, έγγραφα ή πληροφορίες που αποκτά υπό τον όρο της εμπιστευτικότητας και αποκλειστικά για το σκοπό παραγωγής νέων αποδεικτικών στοιχείων, εκτός αν συναινεί αυτός που παρέχει τις πληροφορίες, και (στ)να λαμβάνει ή να ζητά τη λήψη των απαραίτητων μέτρων, για την διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών, την προστασία κάθε προσώπου ή την διαφύλαξη των αποδεικτικών στοιχείων. Δικαιώματα των προσώπων κατά την ανάκριση Άρθρ.5.-Η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου περιορίζεται στα σοβαρότερα εγκλήματα που ενδιαφέρουν τη διεθνή κοινότητα στο σύνολο της. Τα Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό επί των ακόλουθων εγκλημάτων: (α)Το έγκλημα της γενοκτονίας (β)Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας (γ)Εγκλήματα πολέμου (δ)Το έγκλημα της επίθεσης Το Δικαστήριο θα ασκήσει δικαιοδοσία επί του εγκλήματος της επίθεσης όταν υιοθετηθεί διάταξη σύμφωνα με τα άρθρα 121 και 123 που θα ορίζει το έγκλημα και θα θέτει τους όρους υπό τους οποίους το Δικαστήριο θα ασκεί δικαιοδοσία σε σχέση με το έγκλημα αυτό. Η διάταξη αυτή θα συνάδει προς τις σχετικές διατάξεις του Χάρτη των Η.Ε. Γενοκτονία Άρθρ.55.-1.Κατά την ανάκριση σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό, ένα πρόσωπο : (α)δεν εξαναγκάζεται να ενοχοποιήσει τον εαυτό του ή να ομολογήσει την ενοχή του (β)δεν υπόκειται σε καμιάς μορφής καταναγκασμό, πίεση ή απειλή, σε βασανιστήριο ούτε σε άλλης μορφής σκληρή, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία (γ)αν ανακριθεί σε γλώσσα άλλη από αυτήν που πλήρως κατανοεί και ομιλεί, έχει. δωρεάν, την βοήθεια κατάλληλου διερμηνέα και των μεταφράσεων που είναι απαραίτητες για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της ορθής απονομής της δικαιοσύνης και (δ)δεν υπόκειται σε αυθαίρετη σύλληψη ή κράτηση και δεν στερείται την ελευθερία του παρά μόνον βάσει των λόγων και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν Καταστατικό. 2.Όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι ένα πρόσωπο έχει τελέσει έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και το πρόσωπο αυτό πρόκειται να ανακριθεί είτε από τον Εισαγγελέα είτε από τις εθνικές αρχές, μετά από αίτηση που έγινε κατά το Κεφάλαιο 9 του παρόντος Καταστατικού, το πρόσωπο αυτό έχει επίσης τα ακόλουθα δικαιώματα, για τα οποία πρέπει να ενημερωθεί πριν ανακριθεί: (α)να πληροφορηθεί, πριν ανακριθεί. ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι έχει τελέσει έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου (β) να παραμείνει σιωπηρό, χωρίς να συνάγεται από την σιωπή του κρίση περί της ενοχής ή της αθωότητας του (γ)να έχει νομική βοήθεια της επιλογής του ή, αν δεν έχει νομική βοήθεια, να του παρέχεται νομική συμπαράσταση σε κάθε περίπτωση που το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί, και να παρέχεται δωρεάν σε κάθε τέτοια περίπτωση αν το πρόσωπο δεν έχει επαρκή οικονομικά μέσα να πληρώσει για αυτήν και (δ)να ανακρίνεται παρουσία συνηγόρου, εκτός αν έχει εκουσίους παραιτηθεί του δικαιώματος του αυτού. Αρμοδιότητες του Τμήματος Προδικασίας σε περίπτωση κατεπείγουσας ανακριτικής πράξης Άρθρ.56.-1.(α)Όταν ο Εισαγγελέας κρίνει ότι σε μία ανάκριση προσφέρεται μοναδική δυνατότητα να λάβει κατάθεση ή δήλωση από έναν μάρτυρα ή να εξετάσει. συλλέξει ή ελέγξει αποδεικτικά στοιχεία τα οποία μπορεί να μην είναι διαθέσιμα μεταγενεστέρως για τους σκοπούς της δίκης, ενημερώνει αναλόγως το Τμήμα Προδικασίας. (β)Σε αυτήν την περίπτωση, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί, ύστερα από αίτηση του Εισαγγελέα, να λάβει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και ακεραιότητας της διαδικασίας και, ιδίως, για την προστασία των δικαιωμάτων της υπεράσπισης. (γ)Εκτός αν το Τμήμα Προδικασίας ορίσει διαφορετικά, ο Εισαγγελέας παρέχει τις σχετικές πληροφορίες στον συλληφθέντα ή εμφανισθέντα ύστερα από κλήση σχετικά με την αναφερόμενη στο εδάφιο (α) ανάκριση, προκειμένου ο συλληφθείς ή εμφανισθείς να εκθέσει τις απόψεις του επί του θέματος. 2.Τα μέτρα που αναφέρονται στην παρ. 1 (β) μπορούν να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα : (α)να γίνουν συστάσεις ή να δοθούν εντολές σχετικά με την διαδικασία που θα ακολουθηθεί (β)να υποδειχθεί η τήρηση πρακτικών της διαδικασίας (γ) να ορισθεί πραγματογνώμονας για να βοηθήσει (δ)να διορισθεί συνήγορος για τον συλληφθέντα ή εμφανισθέντα ενώπιον του Δικαστηρίου ύστερα από κλήση, για να συμμετάσχει ή. όπου δεν έχει λάβει χώρα ακόμη τέτοια σύλληψη ή εμφάνιση ή δεν έχει διοριστεί συνήγορος. να διοριστεί άλλος, άλλη συνήγορος για να παραστεί και να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα της υπεράσπισης (ε)να προταθεί ένα από τα μέλη ή. αν είναι απαραίτητο, άλλος διαθέσιμος δικαστής της Βαθμίδας Προδικασίας ή της Πρώτης Βαθμίδας για να παρατηρεί και να κάνει συστάσεις ή να εκδίδει διατάξεις σχετικά με την συλλογή και διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων και την υποβολή ερωτήσεων σε πρόσωπα (στ)να γίνει κάθε ενέργεια που είναι απαραίτητη για την συλλογή και διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων. (Μετά τη σελ. 208,82) Σελ. 208,83 Τεύχος 1401 Σελ. 3 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 3.(α)Όταν ο Εισαγγελέας δεν έχει ζητήσει την λήψη μέτρων κατά το παρόν άρθρο, αλλά το Τμήμα Προδικασίας κρίνει ότι απαιτείται η λήψη τέτοιων μέτρων για την διατήρηση αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία θεωρεί ότι είναι ουσιώδη για την υπεράσπιση στη δίκη. διαβουλεύεται με τον Εισαγγελέα για το αν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για την παράλειψη του να ζητήσει την λήψη τέτοιων μέτρων. Αν. μετά τις διαβουλεύσεις αυτές, το Τμήμα Προδικασίας καταλήξει ότι η παράλειψη του Εισαγγελέα να ζητήσει την λήψη τέτοιων μέτρων είναι αδικαιολόγητη, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί να λάβει τα μέτρα αυτά αυτεπάγγελτα. (β)Η απόφαση του Τμήματος Προδικασίας να ενεργήσει αυτεπάγγελτα κατά την παρούσα παράγραφο, μπορεί να εφεσιβληθεί από τον Εισαγγελέα. Η εκδίκαση της εφέσεως είναι ταχεία. 4.Το επιτρεπτό των αποδεικτικών στοιχείων που διατηρήθηκαν ή συνελέγησαν για δίκη κατά το παρόν άρθρο, ή τα τηρηθέντα πρακτικά επ’ αυτών, διέπονται στην δίκη από το άρθρο 69 και τους αποδίδεται η αξία που αποφασίζεται από το Τμήμα Πρώτου Βαθμού. Καθήκοντα και εξουσίες του Τμήματος Προδικασίας Άρθρ.57.-1.Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν Καταστατικό, το Τμήμα Προδικασίας ασκεί τα καθήκοντα του κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. 2.(α)Διατάξεις ή αποφάσεις του Τμήματος Προδικασίας που εκδίδονται κατά τα άρθρα 15, 12. 19, 54 παρ.2, 61 παρ.7 και 72 πρέπει να λαμβάνονται από την πλειοψηφία των δικαστών του. (β)Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ένας μόνον δικαστής του Τμήματος Προδικασίας μπορεί να ασκεί όλα τα καθήκοντα που προβλέπονται στο παρόν Καταστατικό, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης ή από την πλειοψηφία των δικαστών του Τμήματος Προδικασίας. 3.Πέραν των άλλων λειτουργιών του κατά το παρόν Καταστατικό, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί: (α)μετά από αίτηση του Εισαγγελέα, να εκδώσει τις διατάξεις και τα εντάλματα που μπορεί να απαιτούνται για τους σκοπούς μιας ανάκρισης (β)μετά από αίτηση συλληφθέντος ή εμφανισθέντος ύστερα από κλήση κατά το άρθρο 58. να εκδώσει τέτοιες διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων και των μέτρων που περιγράφονται στο άρθρο 56. ή να ζητήσει συνεργασία κατά το Κεφάλαιο 9 που μπορεί να είναι απαραίτητη για να βοηθήσει το πρόσωπο αυτό στην προετοιμασία της υπεράσπισης του. Σελ. 208,84 Τεύχος 1401 Σελ. 4 (γ)εφόσον είναι αναγκαίο, να προβλέπει για την προστασία και την εξασφάλιση του ιδιωτικού βίου των θυμάτων και των μαρτύρων, την διατήρηση των αποδεικτικών στοιχείων, την προστασία συλληφθέντων ή εμφανισθέντων ύστερα από^ κλήση και την προστασία πληροφοριών εθνικής ασφαλείας (δ) να εξουσιοδοτεί τον Εισαγγελέα να προβαίνει σε ειδικές ανακριτικές ενέργειες εντός του εδάφους ενός Κράτους Μέρους, χωρίς να έχει εξασφαλίσει την συνεργασία του Κράτους αυτού κατά το Κεφάλαιο 9. αν. λαμβανομένων υπόψη, όποτε είναι δυνατό, και των απόψεων του Κράτους για το οποίο πρόκειται, το Τμήμα Προδικασίας έχει στην υπόθεση αυτή αποφασίσει ότι το Κράτος αυτό δεν είναι προφανώς σε θέση να εκτελέσει μία αίτηση για συνεργασία λόγω ελλείψεως οποιασδήποτε αρχής ή οποιουδήποτε μέρους του δικαστικού του συστήματος που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση της αιτήσεως συνεργασίας κατά το Κεφάλαιο 9. (ε)όταν έχει εκδοθεί κατά το άρθρο 58 ένταλμα συλλήψεως ή κλήση. και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την ισχύ των αποδεικτικών στοιχείων και τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων μερών, όπως ορίζεται στο παρόν Καταστατικό και στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, να ζητήσει τη συνεργασία των Κρατών κατά το άρθρο 93 παράγραφος 1(ια). προκειμένου να ληφθούν προστατευτικά μέτρα για τους σκοπούς της δήμευσης, ιδίως προς το τελικό συμφέρον των θυμάτων. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Έκδοση από το Τμήμα Προδικασίας εντάλματος σύλληψης ή κλήσης προς εμφάνιση Άρθρ.58.-1.Σε κάθε στάδιο μετά την έναρξη της ανάκρισης, το Τμήμα Προδικασίας, με αίτηση του Εισαγγελέα, εκδίδει ένταλμα σύλληψης κατά προσώπου, αν. αφού εξετάσει την αίτηση και τα αποδεικτικά στοιχεία ή άλλες πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τον Εισαγγελέα, πειστεί ότι: (α)υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι έχει τελέσει έγκλημα υπαγόμενο στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και (β) η σύλληψη του καθίσταται απαραίτητη : (ι)για να διασφαλιστεί η παρουσία του στην δίκη, (ιι)για να διασφαλιστεί ότι δεν θα φέρει προσκόμματα ή δεν θα θέσει σε κίνδυνο την ανάκριση ή την διαδικασία του Δικαστηρίου, ή (ιιι)κατά περίπτωση, για να το εμποδίσει από την εξακολούθηση τέλεσης του εγκλήματος αυτού ή συναφούς εγκλήματος υπαγόμενου στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και το οποίο προκύπτει από τις ίδιες περιστάσεις. 2.Η αίτηση του Εισαγγελέα πρέπει να περιέχει: (α)το όνομα του προσώπου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία για την ταυτότητα του (β)περιεκτική αναφορά στα εγκλήματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και τα οποία φέρεται να έχει τελέσει (γ)ακριβή περιγραφή των γεγονότων που φέρονται να στοιχειοθετούν τα εγκλήματα αυτά (δ)περίληψη των αποδεικτικών στοιχείων και κάθε άλλης πληροφορίας που θεμέλιο) νου ν βάσιμες υπόνοιες ότι το πρόσωπο έχει τελέσει τα εγκλήματα αυτά και (ε)τον λόγο για τον οποίον ο Εισαγγελέας πιστεύει ότι είναι αναγκαία η σύλληψη του. 3.Το ένταλμα σύλληψης πρέπει να περιέχει: (α)το όνομα του προσώπου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία για την ταυτότητα του (β)εξειδικευμένη αναφορά στα εγκλήματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, για τα οποία ζητείται η σύλληψη του και (γ) περιεκτική περιγραφή των γεγονότων που φέρονται να στοιχειοθετούν τα εγκλήματα αυτά 4.Το ένταλμα συλλήψεως παραμένει σε ισχύ έως ότου το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά. 5.Με βάση το ένταλμα σύλληψης, το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την προσωρινή κράτηση ή τη σύλληψη και παράδοση του προσώπου κατά το Κεφάλαιο 9. 6.Ο Εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει από το Τμήμα Προδικασίας να τροποποιήσει το ένταλμα σύλληψης αλλάζοντας το νομικό χαρακτηρισμό ή προσθέτοντας και άλλα εγκλήματα. Το Τμήμα Προδικασίας τροποποιεί με αυτό τον τρόπο το ένταλμα σύλληψης αν πεισθεί ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι το πρόσωπο έχει τελέσει τα εγκλήματα σε σχέση με τα οποία έγινε αλλαγή του νομικού χαρακτηρισμού ή προσθήκη. 7.Ως εναλλακτική λύση στην έκδοση εντάλματος σύλληψης, ο Εισαγγελέας μπορεί να υποβάλει αίτηση ζητώντας από το Τμήμα Προδικασίας να εκδόσει κλήση για εμφάνιση. Αν το Τμήμα Προδικασίας πεισθεί ότι υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι το πρόσωπο τέλεσε το αποδιδόμενο σε αυτό έγκλημα και ότι η κλήση είναι αρκετή για την διασφάλιση της παρουσίας του, εκδίδει την κλήση, με ή χωρίς περιοριστικούς της ελευθερίας όρους (εκτός της κρατήσεως) αν αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, προκειμένου να εμφανιστεί το πρόσωπο αυτό. Η κλήση πρέπει να περιέχει: (α)το όνομα του προσώπου και κάθε άλλη σχετική πληροφορία για την ταυτότητα του (β)την ακριβή ημερομηνία κατά την οποία το πρόσωπο οφείλει να εμφανιστεί (γ)εξειδικευμένη αναφορά στα εγκλήματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, τα οποία το πρόσωπο αυτό φέρεται να έχει τελέσει, και (δ)περιεκτική περιγραφή των γεγονότων που φέρονται να στοιχειοθετούν τα εγκλήματα αυτά. Η κλήση επιδίδεται στο πρόσωπο. Διαδικασία σύλληψης στο Κράτος φύλαξης Άρθρ.59.-1.Το Κράτος Μέρος, το οποίο έλαβε αίτηση για προσωρινή σύλληψη ή για σύλληψη και παράδοση, ενεργεί άμεσα για την σύλληψη του υπό κρίση προσώπου κατά το εθνικό του δίκαιο και τις διατάξεις του Κεφαλαίου 9. 2.Ο συλληφθείς προσάγεται αμελλητί ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής στο Κράτος φύλαξης η οποία αποφασίζει, κατά τους νόμους του Κράτους αυτού, ότι: (α)το ένταλμα αφορά αυτό το πρόσωπο (β)το πρόσωπο συνελήφθη σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία (γ)τα δικαιώματα του προσώπου έγιναν σεβαστά. 3.Ο συλληφθείς έχει το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση στην αρμόδια αρχή στο Κράτος φύλαξης για προσωρινή απόλυση έως την παράδοση. (Μετά τη σελ. 208,84) Σελ. 208,85 Τεύχος 1401 Σελ. 5 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 4.Για την λήψη απόφασης σε κάθε τέτοια αίτηση, η αρμόδια αρχή στο Κράτος φύλαξης κρίνει αν, δεδομένης τη βαρύτητας των αποδιδόμενων στο πρόσωπο εγκλημάτων, υφίστανται επείγουσες και εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την προσωρινή απόλυση και αν υπάρχουν οι απαραίτητες εγγυήσεις που διασφαλίζουν ότι το Κράτος φυλάξεως μπορεί να εκπληρώσει το καθήκον του να παραδώσει το πρόσωπο αυτό στο Δικαστήριο. Η αρμόδια αρχή του Κράτους φύλαξης δεν έχει δικαίωμα να κρίνει αν το ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί νόμιμα κατά το άρθρο 58 παρ. 1(α) και (β). 5.Το Τμήμα Προδικασίας ενημερώνεται για κάθε αίτηση προσωρινής απόλυσης και εισηγείται σχετικά στην αρμόδια αρχή στο Κράτος φύλαξης. Πριν εκδώσει την απόφαση της, η αρμόδια αρχή στο Κράτος φύλαξης λαμβάνει πλήρως υπόψη τις συστάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένων και τυχόν συστάσεων για την λήψη μέτρων, προκειμένου να παρεμποδισθεί η απόδραση του προσώπου αυτού. 6.Αν το πρόσωπο αυτό απολυθεί προσωρινά, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί να ζητήσει περιοδικές αναφορές σχετικά με το καθεστώς της προσωρινής απόλυσης. 7.Μόλις διαταχθεί η παράδοση του από το Κράτος φύλαξης, το πρόσωπο αυτό παραδίδεται στο Δικαστήριο το συντομότερο δυνατό. Προκαταρκτικές διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου Άρθρ.60.-1.Ύ στερα από την παράδοση του προσώπου στο Δικαστήριο ή την εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου εκουσίως ή ύστερα από κλήση, το Τμήμα Προδικασίας διαπιστώνει ότι το πρόσωπο έχει ενημερωθεί για τα εγκλήματα που φέρεται να έχει τελέσει και για τα δικαιώματα του κατά το παρόν Καταστατικό, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος του να υποβάλει αίτηση για προσωρινή απόλυση έως την εκδίκαση της υπόθεσης. 2.Πρόσωπο που έχει συλληφθεί με ένταλμα μπορεί να υποβάλει αίτηση για προσωρινή απόλυση έως την εκδίκαση της υπόθεσης. Αν το Τμήμα Προδικασίας διαπιστώσει ότι πληρούνται οι όροι που τίθενται στο άρθρο 58 παρ.1, συνεχίζεται η κράτηση του προσώπου. Αν δεν διαπιστώσει τούτο, το Τμήμα Προδικασίας απολύει προσωρινά το πρόσωπο, με ή χωρίς όρους. 3.Το Τμήμα Προδικασίας επανεξετάζει περιοδικά την απόφαση του για την απόλυση ή την κράτηση του προσώπου και μπορεί να πράττει τούτο οποτεδήποτε με αίτηση του Εισαγγελέα ή του προσώπου. Μετά την επανεξέταση, μπορεί να τροποποιεί την απόφαση του Σελ. 208,86 Τεύχος 1401 Σελ. 6 ως προς την κράτηση, απόλυση ή τους όρους της απόλυσης, αν πεισθεί ότι οι διαμορφωθείσες περιστάσεις το απαιτούν. 4.Το Τμήμα Προδικασίας εξασφαλίζει ότι το πρόσωπο δεν κρατείται για αδικαιολόγητα μεγάλο χρονικό διάστημα προ της δίκης λόγω ασύγγνωστης καθυστέρησης του Εισαγγελέα. Αν συντρέχει τέτοια καθυστέρηση, το Δραστήριο αποφασίζει την απόλυση του προσώπου με ή χωρίς όρους. 5.Αν είναι απαραίτητο, το Τμήμα Προδικασίας μπορεί να εκδώσει ένταλμα σύλληψης για την εξασφάλιση της παρουσίας του προσώπου που απολύθηκε. Επιβεβαίωση των κατηγοριών προ της δίκης Άρθρ.61.-1.Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2, και εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την παράδοση του προσώπου ή την εκούσια εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου, το Τμήμα Προδικασίας συνεδριάζει για την επιβεβαίωση των κατηγοριών με βάση τις οποίες ο Εισαγγελέας προτίθεται να ζητήσει τη διεξαγωγή δίκης. Η συνεδρίαση διεξάγεται με την παρουσία του Εισαγγελέα και του κατηγορουμένου καθώς και του συνηγόρου του. 2.To Τμήμα Προδικασίας μπορεί, ύστερα από αίτηση του Εισαγγελέα ή αυτεπάγγελτα, να συνεδριάσει χωρίς την παρουσία του κατηγορουμένου για την επιβεβαίωση των κατηγοριών με βάση τις οποίες ο Εισαγγελέας προτίθεται να ζητήσει τη διεξαγωγή δίκης, αν το πρόσωπο έχει: 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (α)παραιτηθεί του δικαιώματος του να είναι παρόν ή (β)διαφύγει ή δεν μπορεί να ανεβρεθεί και έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες ενέργειες για να εξασφαλίσουν την εμφάνιση του ενώπιον του Δικαστηρίου και για να ενημερώσουν το πρόσωπο αυτό για τις κατηγορίες καθώς και για το ότι θα διεξαχθεί συνεδρίαση για την επιβεβαίωση των κατηγοριών αυτών. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο εκπροσωπείται από συνήγορο, αν το Τμήμα Προδικασίας αποφασίσει ότι τούτο είναι προς το συμφέρον της δικαιοσύνης. 3.Σε εύλογο χρόνο πριν από τη συνεδρίαση, το πρόσωπο: (α)λαμβάνει αντίγραφο του εγγράφου που περιέχει τις κατηγορίες, με βάση τις οποίες ο Εισαγγελέας προτίθεται να ζητήσει τη διεξαγωγή δίκης. (β)λαμβάνει γνώση των αποδεικτικών στοιχείων στα οποία ο Εισαγγελέας προτίθεται να στηριχθεί κατά την συνεδρίαση. Το Τμήμα Προδικασίας μπορεί να εκδώσει διατάξεις σχετικά με την αποκάλυψη των πληροφοριών για τους σκοπούς της συνεδρίασης. 4.Πριν από τη συνεδρίαση, ο Εισαγγελέας μπορεί να συνεχίσει την ανάκριση και να τροποποιήσει ή να αποσύρει κατηγορίες. Το πρόσωπο ενημερώνεται μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν από τη συνεδρίαση για κάθε τροποποίηση ή απόσυρση κατηγοριών. Σε περίπτωση απόσυρσης κατηγοριών. ο Εισαγγελέας γνωστοποιεί στο Τμήμα Προδικασίας τους λόγους της απόσυρσης. 5.Στην συνεδρίαση, ο Εισαγγελέας υποστηρίζει κάθε κατηγορία με επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να θεμελιώσει την βασιμότητα των ενδείξεων ότι το πρόσωπο τέλεσε το έγκλημα για το οποίο κατηγορείται. Ο Εισαγγελέας μπορεί να στηριχθεί σε έγγραφα ή συνοπτικά αποδεικτικά στοιχεία και δεν χρειάζεται να καλέσει τους μάρτυρες που αναμένεται να καταθέσουν στη δίκη. 6.Στη συνεδρίαση το πρόσωπο μπορεί: (α) να αρνηθεί τις κατηγορίες (β)να αμφισβητήσει τα αποδεικτικά στοιχεία που παρουσίασε ο Εισαγγελέας και (γ) να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία. 7.Το Τμήμα Προδικασίας, με βάση τη συνεδρίαση, αποφασίζει αν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για να θεμελιώσουν τη βασιμότητα των ενδείξεων ότι το πρόσωπο αυτό τέλεσε τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορείται. Με βάση αυτή την απόφαση, το Τμήμα Προδικασίας : (α)επιβεβαιώνει τις κατηγορίες αυτές για τις οποίες έκρινε ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία και παραπέμπει το πρόσωπο σε Τμήμα Πρώτου Βαθμού για δίκη επί των επιβεβαιωθεισών κατηγοριών (β)Δεν επιβεβαιώνει τις κατηγορίες για τις οποίες έκρινε ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία (γ)αναβάλλει την συνεδρίαση και ζητεί από τον Εισαγγελέα να εξετάσει: (ι)την παροχή περαιτέρω αποδεικτικών στοιχείων ή τη διεξαγωγή συμπληρωματικής ανάκρισης σχετικά με συγκεκριμένη κατηγορία (ιι)τη μεταβολή μιας κατηγορίας επειδή τα υποβληθέντα αποδεικτικά στοιχεία φαίνονται να θεμελιώνουν διαφορετικό έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. 8.Όταν το Τμήμα Προδικασίας δεν επιβεβαιώνει μία κατηγορία, ο Εισαγγελέας δεν εμποδίζεται να ζητήσει σε μεταγενέστερο χρόνο την επιβεβαίωση της αν η αίτηση του στηρίζεται σε πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία. 9.Μόλις επιβεβαιωθούν οι κατηγορίες και πριν αρχίσει η δίκη, ο Εισαγγελέας μπορεί, με την άδεια του Τμήματος Προδικασίας και ύστερα από ειδοποίηση του κατηγορουμένου, να μεταβάλει τις κατηγορίες. Αν ο Εισαγγελέας ζητήσει να προσθέσει επιπλέον κατηγορίες ή να τις αντικαταστήσει με πιο σοβαρές. πρέπει να διεξαχθεί μία συνεδρίαση κατά το παρόν άρθρο για την επιβεβαίωση των κατηγοριών αυτών. Μετά την έναρξη της δίκης, ο Εισαγγελέας, με την άδεια του Τμήματος Πρώτου Βαθμού, μπορεί να αποσύρει τις κατηγορίες. 10.Ένταλμα σύλληψης που έχει προηγουμένως εκδοθεί, παύει να ισχύει σχετικά με κατηγορίες που δεν επιβεβαιώθηκαν από το Τμήμα Προδικασίας ή αποσύρθηκαν από τον Εισαγγελέα. 11.Μόλις οι κατηγορίες επιβεβαιωθούν κατά το παρόν άρθρο, το Προεδρείο συγκροτεί ένα Τμήμα Πρώτου Βαθμού το οποίο, κατά την παράγραφο 9 και το άρθρο 64 παράγραφος 4. είναι υπεύθυνο για την διεξαγωγή μεταγενεστέρων διαδικασιών και μπορεί να ασκήσει κάθε λειτουργία του Τμήματος Προδικασίας που είναι σχετική και μπορεί να εφαρμοσθεί σε αυτές τις διαδικασίες. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. Η ΔΙΚΗ Τόπος της δίκης Άρθρ.62.-Εκτός αν αποφασισθεί διαφορετικά, ο τόπος της δίκης είναι η έδρα του Δικαστηρίου. (Μετά τη σελ. 208,86) Σελ. 208,87 Τεύχος 1401 Σελ. 7 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Δίκη παρουσία του κατηγορουμένου Άρθρ.63.-1.Ο κατηγορούμενος είναι παρών κατά την διάρκεια της δίκης. 2.Αν ο παρών κατηγορούμενος παρεμποδίζει εξακολουθητικά τη δίκη, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί να απομακρύνει τον κατηγορούμενο και μεριμνά ώστε αυτός να παρακολουθεί την δίκη και να δίδει οδηγίες στον συνήγορο του έξω από την δικαστική αίθουσα, με τη χρήση της τεχνολογίας των τηλεπικοινωνιών, αν τούτο απαιτείται. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον αποδειχθούν ανεπαρκείς εύλογες εναλλακτικές λύσεις, και μόνον για όσο χρόνο τούτο είναι απολύτως απαραίτητο. Λειτουργίες και εξουσίες του Τμήματος Πρώτου Βαθμού Άρθρ.6.-Για τους σκοπούς του παρόντος Καταστατικού, «γενοκτονία» σημαίνει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις οι οποίες διαπράττονται με την πρόθεση καταστροφής, εν όλω ή εν μέρει, μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, ως τέτοιας: 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (α)Ανθρωποκτονία με πρόθεση μελών της ομάδας (β)Πρόκληση βαρείας σωματικής ή διανοητικής βλάβης σε μέλη της ομάδας (γ)Με πρόθεση επιβολή επί της ομάδας συνθηκών ζωής υπολογισμένων να επιφέρουν τη φυσική καταστροφή της εν όλω ή εν μέρει (δ)Επιβολή μέτρων που σκοπεύουν στην παρεμπόδιση των γεννήσεων εντός της ομάδας (ε)Δια της βίας μεταφορά παιδιών της ομάδας σε άλλη ομάδα. Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας Άρθρ.64.-1.Οι λειτουργίες και εξουσίες του Τμήματος Πρώτου Βαθμού που εκτίθενται στο παρόν άρθρο ασκούνται κατά το παρόν Καταστατικό και κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 2.Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού διασφαλίζει ότι η δίκη είναι δίκαιη και ταχεία και ότι διεξάγεται με πλήρη σεβασμό στα δικαιώματα του κατηγορουμένου και την δέουσα μέριμνα για την προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων. 3.Μετά τον προσδιορισμό μιας υπόθεσης προς εκδίκαση κατά το παρόν Καταστατικό το Τμήμα Πρώτου Βαθμού που έχει οριστεί να δικάσει την υπόθεση: (α)Διαβουλεύεται με τα διάδικα μέρη και καθορίζει τις απαραίτητες διαδικασίες για τη διευκόλυνση της δίκαιης και ταχείας διεξαγωγής της διαδικασίας (β)Καθορίζει τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν στη δίκη (γ)Με την επιφύλαξη των άλλων σχετικών διατάξεων του παρόντος Καταστατικού, επιτρέπει την πρόσβαση στα έγγραφα ή πληροφορίες που δεν ήταν προηγουμένως προσιτά, σε αρκετό χρόνο πριν από την έναρξη της δίκης, ώστε να επιτρέψει την κατάλληλη προετοιμασία για την δίκη. 4.Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί, αν είναι απαραίτητο για την αποτελεσματική και δίκαιη λειτουργία του. να παραπέμψει προκαταρκτικά ζητήματα στο Τμήμα Προδικασίας ή. αν είναι απαραίτητο, σε κάποιον άλλον διαθέσιμο δικαστή της Βαθμίδας Προδικασίας. 5.Ύ στερα από ενημέρωση των διαδίκων μερών, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί, κατά περίπτωση, να διατάξει τη συνεκδίκαση ή τον χωρισμό σε σχέση με κατηγορίες κατά περισσοτέρων κατηγορουμένων. Σελ. 208,88 Τεύχος 1401 Σελ. 8 6.Κατά την άσκηση των λειτουργιών του το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί αν είναι αναγκαίο προ της δίκης ή κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας: (α)να ασκήσει όλες τις λειτουργίες του Τμήματος Προδικασίας, που αναφέρονται στο άρθρο 61 παρ. 11 (β)να απαιτήσει την εμφάνιση και εξέταση μαρτύρων και την προσκόμιση εγγράφων και άλλων αποδεικτικών στοιχείων εξασφαλίζοντας, αν είναι απαραίτητο, την συνδρομή των Κρατών όπως προβλέπεται στο παρόν Καταστατικό (γ) να μεριμνήσει για την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών (δ)να διατάξει την προσκόμιση αποδεικτικών στοιχείων, επιπλέον των ήδη συλλεγέντων προ της δίκης ή προσκομισθέντων κατά την διάρκεια της δίκης από τους διαδίκους (ε)να μεριμνήσει για την προστασία του κατηγορουμένου, των μαρτύρων και των θυμάτων, και (στ) να αποφανθεί για κάθε σχετικό ζήτημα 7.Η δίκη διεξάγεται δημοσίως. Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί, πάντως, να κρίνει ότι εξαιρετικές περιστάσεις απαιτούν ορισμένες διαδικασίες να διεξαχθούν κεκλεισμένων των θυρών για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 68. ή για να προστατευθούν εμπιστευτικές ή ευαίσθητες πληροφορίες που προσκομίζονται ως αποδεικτικά στοιχεία. 8.(α)Κατά την έναρξη της δίκης, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού αναγιγνώσκει στον κατηγορούμενο τις κατηγορίες που έχουν προηγουμένως επιβεβαιωθεί από το Τμήμα Προδικασίας. Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού διαπιστώνει ότι ο κατηγορούμενος κατανοεί την φύση των κατηγοριών. Παρέχει την δυνατότητα στον κατηγορούμενο να ομολογήσει την ενοχή του κατά το άρθρο 65 ή να την αρνηθεί. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (β)Στη δίκη, ο προεδρεύων δικαστής μπορεί να δίδει οδηγίες για την διεξαγωγή της διαδικασίας, ιδίως για να διασφαλισθεί ότι αυτή θα διεξαχθεί κατά τρόπο δίκαιο και αμερόληπτο. Κατά τις οδηγίες του προεδρεύοντος δικαστή, τα μέρη μπορούν να προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία κατά τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού. 9.Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού έχει. μεταξύ άλλων, την εξουσία, με αίτηση ενός μέρους ή αυτεπαγγέλτως: (α)να αποφανθεί για το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων ή για το κατά πόσο αυτά έχουν σχέση με την υπόθεση, και (β)να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο για την διατήρηση της τάξης κατά την ακροαματική διαδικασία. 10.Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού διασφαλίζει ότι θα τηρηθούν πλήρη πρακτικά της δίκης στα οποία θα αποτυπώνονται με πιστότητα οι διαδικασίες και ότι αυτά θα κρατηθούν και θα φυλαχθούν από τον Γραμματέα. Διαδικασία αποδοχής της ενοχής Άρθρ.65.-1.Όταν ο κατηγορούμενος αποδέχεται την ενοχή του κατά το άρθρο 64 παρ. 8 (α), το Τμήμα Πρώτου Βαθμού αποφασίζει αν : (α)ο κατηγορούμενος κατανοεί την φύση και τις συνέπειες της αποδοχής της ενοχής του (β)η αποδοχή δίδεται εκουσίως από τον κατηγορούμενο, αφού υπάρξει επαρκής συνεργασία με τον συνήγορο υπερασπίσεως (γ)η αποδοχή της ενοχής υποστηρίζεται από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης τα οποία περιέχονται: (ι)στις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τον Εισαγγελέα τις οποίες αποδέχθηκε ο κατηγορούμενος (ii)στο αποδεικτικό υλικό που προσκόμισε ο Εισαγγελέας το οποίο συμπληρώνει τις κατηγορίες και το αποδέχεται ο κατηγορούμενος και (ιιι) σε κάθε άλλο αποδεικτικό στοιχείο, όπως οι καταθέσεις μαρτύρων που προσκομίσθηκαν από τον Εισαγγελέα ή τον κατηγορούμενο. 2.Αν το Τμήμα Πρώτου Βαθμού πεισθεί ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, θα εξετάσει αν η αποδοχή της ενοχής μαζί με κάθε πρόσθετο αποδεικτικό στοιχείο που προσκομίζεται, θεμελιώνει όλα τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά που απαιτούνται για την απόδειξη του εγκλήματος στο οποίο αναφέρεται η αποδοχή της ενοχής και μπορεί να καταδικάσει τον κατηγορούμενο για το έγκλημα αυτό. 3.Όταν το Τμήμα Πρώτου Βαθμού δεν πεισθεί ότι τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 έχουν θεμελιωθεί κρίνει την αποδοχή της ενοχής ως μη γενομένη και. στην περίπτωση αυτή, παραγγέλλει την συνέχιση της δίκης κατά τη συνήθη διαδικασία που προβλέπεται από το παρόν Καταστατικό, μπορεί δε να παραπέμψει την υπόθεση σε άλλη σύνθεση του Τμήματος Πρώτου Βαθμού. 4.Όταν το Τμήμα Πρώτου Βαθμού είναι της γνώμης ότι απαιτείται πληρέστερη παρουσίαση των πραγματικών περιστατικών προς το συμφέρον της δικαιοσύνης και ιδίως προς το συμφέρον των θυμάτων, μπορεί: (α)να ζητήσει από τον Εισαγγελέα να προσκομίσει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων και καταθέσεων μαρτύρων, ή (β)να διατάξει τη συνέχιση της δίκης κατά την συνήθη διαδικασία που προβλέπεται από το παρόν Καταστατικό, οπότε, στην περίπτωση αυτή. θεωρεί την αποδοχή της ενοχής ως μη γενομένη και μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση σε άλλη σύνθεση του Τμήματος Πρώτου Βαθμού. 5.Οποιεσδήποτε διαβουλεύσεις μεταξύ του Εισαγγελέα και της υπεράσπισης σχετικά με τροποποίηση των κατηγοριών, την αποδοχή της ενοχής ή την ποινή που θα επιβληθεί δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Τεκμήριο αθωότητας Άρθρ.66.-1.Κάθε πρόσωπο τεκμαίρεται αθώο μέχρι της αποδείξεως της ενοχής του ενώπιον του Δικαστηρίου σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο 2.Ο Εισαγγελέας φέρει το βάρος της αποδείξεως της ενοχής του κατηγορουμένου. 3.Το Δικαστήριο για να καταδικάσει τον κατηγορούμενο πρέπει να πεισθεί για την ενοχή του πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία Δικαιώματα του κατηγορουμένου Άρθρ.67.-1.Κατά την εκδίκαση οποιασδήποτε κατηγορίας, ο κατηγορούμενος έχει το δικαίωμα διεξαγωγής της δίκης σε δημόσια συνεδρίαση, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος Καταστατικού, το δικαίωμα δίκαιης δίκης διεξαγόμενης αμερόληπτα και το δικαίωμα στις ακόλουθες ελάχιστες εγγυήσεις με πλήρη ισοτιμία: (α)Να πληροφορηθεί αμέσως και λεπτομερώς την φύση, αιτία και το περιεχόμενο της κατηγορίας, σε γλώσσα την οποία ο κατηγορούμενος πλήρως κατανοεί και ομιλεί (Μετά τη σελ. 208,88) Σελ. 208,89 Τεύχος 1401 Σελ. 9 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (β)Να του παρασχεθεί επαρκής χρόνος και όλες οι διευκολύνσεις για την προετοιμασία της υπεράσπισης και να επικοινωνεί ελεύθερα και με εχεμύθεια με συνήγορο της επιλογής του (γ)Να δικαστεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. (δ)Με την επιφύλαξη του άρθρου 63 παράγραφος 2, να είναι παρών και να κατευθύνει την υπεράσπιση του προσωπικώς ή με συνήγορο της επιλογής του. να πληροφορείται, αν ο κατηγορούμενος δεν έχει νομική συμπαράσταση. για το δικαίωμα του αυτό και να του διορίζεται συνήγορος από το Δικαστήριο σε κάθε περίπτωση που το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί, και δωρεάν αν ο κατηγορούμενος δεν έχει επαρκείς πόρους για να πληρώσει. (ε)Να εξετάσει, ή να ζητήσει την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας και να εξασφαλίσει την παρουσία και εξέταση μαρτύρων υπερασπίσεως, υπό τους ίδιους όρους με τους μάρτυρες κατηγορίας. Στον κατηγορούμενο δίδεται ακόμη το δικαίωμα να προβάλει υπερασπιστικούς ισχυρισμούς και να παρουσιάσει αποδεικτικά στοιχεία παραδεκτά κατά το παρόν Καταστατικό. (στ)Να του παρέχεται δωρεάν η συνδρομή ικανού διερμηνέα και οι μεταφράσεις που είναι αναγκαίες για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της Δικαιοσύνης, αν κάποια διαδικασία ή έγγραφα που παρουσιάστηκαν στο Δικαστήριο δεν είναι σε γλώσσα την οποία ο κατηγορούμενος πλήρως κατανοεί και ομιλεί. (ζ)Να μην εξαναγκαστεί να καταθέσει ή να ομολογήσει την ενοχή του και να παραμείνει σιωπηρός, χωρίς η σιωπή του να θεωρηθεί αποφασιστική για την κρίση περί της ενοχής ή της αθωότητας του. (η)Να προβεί σε ανώμοτη προφορική ή γραπτή δήλωση για την υπεράσπιση του και (θ)Να μην αντιστραφεί το βάρος αποδείξεως ή να φέρει το βάρος της αντικρούσεως. 2.Εκτός από οποιαδήποτε άλλη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο παρόν Καταστατικό, ο Εισαγγελέας καθιστά προσιτά, το συντομότερο δυνατό, στην υπεράσπιση τα αποδεικτικά στοιχεία που έχει στην κατοχή του ή στον έλεγχο του, τα οποία πιστεύει ότι καταδεικνύουν ή τείνουν να καταδείξουν την αθωότητα του κατηγορουμένου ή να μετριάσουν την ενοχή του ή μπορούν να επηρεάσουν την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων της κατηγορούσας αρχής. Σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, αποφασίζει το Δικαστήριο. Σελ. 208,90 Τεύχος 1401 Σελ. 10 Προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων που συμμετέχουν στις διαδικασίες Άρθρ.68.-1.Το Δικαστήριο λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την ασφάλεια, την προστασία της σωματικής και ψυχικής υγείας, της αξιοπρέπειας και της ιδιωτικής ζωής των θυμάτων και μαρτύρων. Το Δικαστήριο προς τούτο λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων της ηλικίας, του φύλου, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παρ. 3. και της υγείας, καθώς και της φύσεως του εγκλήματος, ιδίως, αλλά όχι περιοριστικός, αν το έγκλημα περιλαμβάνει σεξουαλική ή σεξιστική βία ή βία κατά παιδιών. Ο Εισαγγελέας λαμβάνει τα μέτρα αυτά ιδίως κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και δίωξης τέτοιων εγκλημάτων. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να είναι επιβλαβή ή ασυμβίβαστα με το δικαίωμα του κατηγορουμένου για δίκαιη και αμερόληπτη δίκη. 2.Ως εξαίρεση στην αρχή της δημόσιας δίκης που προβλέπεται στο άρθρο 67, τα Τμήματα του Δικαστηρίου μπορούν να αποφασίσουν, για την προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων ή και του κατηγορουμένου, την διεξαγωγή κάποιας διαδικασίας κεκλεισμένων των θυρών ή να επιτρέψουν την παρουσίαση αποδεικτικών στοιχείων μέσω ηλεκτρονικών ή άλλων ειδικών μέσων. Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται .ιδίως σε περιπτώσεις θύματος σεξουαλικής βίας ή παιδιού που είναι θύμα ή μάρτυρας, εκτός αν το Δικαστήριο διατάξει διαφορετικά, αφού ληφθούν υπόψη όλες οι περιστάσεις και ιδίως οι απόψεις του θύματος ή του μάρτυρα. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 3.Όταν θίγονται τα προσωπικά συμφέροντα των θυμάτων, το Δικαστήριο επιτρέπει να ακουστούν οι απόψεις και οι ανησυχίες τους και να ληφθούν υπόψη σε στάδια της διαδικασίας που κρίνονται ως κατάλληλα από το Δικαστήριο, και κατά τρόπο μη επιβλαβή ή ασυμβίβαστο με τα δικαιώματα του κατηγορουμένου και με την δίκαιη και αμερόληπτη δίκη. Οι απόψεις αυτές και οι ανησυχίες μπορούν να προβληθούν από τους νομικούς εκπροσώπους των θυμάτων όταν το Δικαστήριο κρίνει τούτο κατάλληλο, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 4.Η Μονάδα θυμάτων και Μαρτύρων μπορεί να πληροφορήσει τον Εισαγγελέα και το Δικαστήριο για τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα. ρυθμίσεις ασφαλείας, συμβουλές και βοήθεια όπως αναφέρεται στο άρθρο 43 παρ. 6. 5.Όταν η αποκάλυψη αποδεικτικών στοιχείων ή πληροφοριών κατά το παρόν Καταστατικό μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή διακινδύνευση της ασφάλειας ενός μάρτυρα ή της οικογενείας του/της, ο Εισαγγελέας μπορεί, για τους σκοπούς κάθε διαδικασίας που διεξάγεται προ της ενάρξεως της δίκης, να μην εμφανίσει τέτοια αποδεικτικά στοιχεία ή πληροφορίες και αντ΄ αυτών να υποβάλει μία περίληψη τους. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να ασκούνται κατά τρόπο επιβλαβή ή ασυμβίβαστο με τα δικαιώματα του κατηγορουμένου και την δίκαιη και αμερόληπτη δίκη. 6.Ένα Κράτος μπορεί να υποβάλει αίτηση για τη λήψη αναγκαίων μέτρων σχετικά με την προστασία των υπαλλήλων ή συμβούλων του και την προστασία εμπιστευτικών ή ευαίσθητων πληροφοριών. Απόδειξη Άρθρ.69.-1.Κάθε μάρτυρας, πριν καταθέσει, δίδει διαβεβαίωση για την αλήθεια των αποδεικτικών στοιχείων που θα κατατεθούν από αυτόν, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 2.Η κατάθεση ενός μάρτυρα σε δίκη δίδεται αυτοπροσώπως, με εξαίρεση και στην έκταση που προβλέπεται από τα μέτρα που εκτίθενται στο άρθρο 68 ή στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Το Δικαστήριο μπορεί επίσης να επιτρέψει να δοθεί προφορική (viva voce) ή καταγεγραμμένη μαρτυρική κατάθεση μέσω εικονοληπτικής (video) ή ηχοληπτικής τεχνολογίας, όπως και την προσκόμιση εγγράφων ή αντιγράφων γραπτών καταθέσεων, σύμφωνα με το παρόν Καταστατικό και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να είναι επιβλαβή ή ασυμβίβαστα με τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. 3.Τα μέρη μπορούν να υποβάλουν σχετικά με την υπόθεση αποδεικτικά στοιχεία κατά το άρθρο 64. Το Δικαστήριο έχει την εξουσία να ζητήσει την υποβολή όλων των αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία θεωρεί απαραίτητα για την διαπίστωση της αληθείας. 4.Το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει αν οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο είναι σχετικό για την υπόθεση και παραδεκτό, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την αξία των αποδεικτικών στοιχείων και το ενδεχόμενο να παραβλάψει η απόφαση αυτή τη δίκαιη δίκη ή τη δίκαιη εκτίμηση μιας μαρτυρικής κατάθεσης, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 5.Το Δικαστήριο σέβεται και τηρεί την υποχρέωση της εμπιστευτικότητας όπως προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 6.Το Δικαστήριο δεν απαιτεί απόδειξη γεγονότων που είναι κοινώς γνωστά αλλά μπορεί να τα εκτιμήσει ελεύθερα. 7.Αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία ελήφθησαν κατά παραβίαση του παρόντος Καταστατικού ή των διεθνώς αναγνωρισμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι παραδεκτά, αν: (α)Η παραβίαση προκαλεί ουσιώδη αμφιβολία ως προς την αξιοπιστία των αποδεικτικών στοιχείων ή (β)Η αποδοχή των αποδεικτικών στοιχείων θα ερχόταν σε αντίθεση και θα έθιγε σημαντικά την ακεραιότητα της διαδικασίας. 8.Όταν αποφασίζει για την προσφορότητα και το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων που έχει συλλέξει ένα Κράτος, το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται για την εφαρμογή του εθνικού δικαίου του Κράτους αυτού. Εγκλήματα περί την απονομή της δικαιοσύνης Άρθρ.70.-1.Το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία επί των ακολούθων εγκλημάτων περί την απονομή της δικαιοσύνης, όταν διαπράττονται με πρόθεση: (α)Ψευδής κατάθεση, όταν. κατά το άρθρο 69 παράγραφος 1, υπάρχει υποχρέωση κατάθεσης της αλήθειας (β)Εν γνώσει προσκόμιση ψευδών ή πλαστών αποδεικτικών στοιχείων (γ)Επηρεασμός μάρτυρα με δωροδοκία, παρεμπόδιση ή επέμβαση στην παρουσία ή κατάθεση ενός μάρτυρα, επιβολή αντιποίνων κατά μάρτυρα. επειδή έδωσε κατάθεση, ή καταστροφή ή υπεξαγωγή αποδεικτικών στοιχείων ή επέμβαση κατά τη συλλογή τους. (Μετά τη σελ. 208,90) Σελ. 208,901 Τεύχος 1401 Σελ. 11 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (δ)Παρεμπόδιση, εκφοβισμός ή επηρεασμός με δωροδοκία λειτουργού ή υπαλλήλου του Δικαστηρίου με σκοπό να εξαναγκασθεί ή να πεισθεί να μην εκτελέσει ή να εκτελέσει κατά τρόπο μη ορθό τα καθήκοντα του της. (ε)Επιβολή αντιποίνων κατά λειτουργού ή υπαλλήλου του Δικαστηρίου σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων από αυτόν ή άλλο λειτουργό ή υπάλληλο (στ)Απαίτηση ή αποδοχή δώρου από λειτουργό ή υπάλληλο του Δικαστηρίου σε σχέση με την εκτέλεση των υπηρεσιακών του καθηκόντων. 2.Οι αρχές και η διαδικασία που διέπουν την άσκηση από το Δικαστήριο της δικαιοδοσίας του επί των εγκληματούν του παρόντος άρθρου, προβλέπονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Οι όροι για την παροχή διεθνούς συνδρομής προς το Δικαστήριο σχετικά με τις διαδικασίες του παρόντος άρθρου διέπονται από την εθνική νομοθεσία του Κράτους από το οποίο ζητείται η συνδρομή. 3.Σε περίπτωση καταδίκης, το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε ετο’)ν ή χρηματική ποινή κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης ή και τις δύο. 4.(α)Κάθε Κράτος Μέρος οφείλει να διευρύνει την ποινική του νομοθεσία καθιστώντας αξιόποινα, ως εγκλήματα κατά της ακεραιότητας της ανακριτικής ή δικαστικής διαδικασίας του. τα εγκλήματα περί την απονομή της δικαιοσύνης που αναφέρονται στο παρόν άρθρο τα οποία διαπράχθηκαν στο έδαφος του ή από υπήκοο του. (β)Μετά από αίτηση του Δικαστηρίου, όποτε θεωρεί ότι τούτο επιβάλλεται, το Κράτος Μέρος παραπέμπει την υπόθεση στις αρμόδιες αρχές για την άσκηση δίωξης. Οι αρχές αυτές χειρίζονται τις υποθέσεις αυτές με επιμέλεια και αφιερώνουν επαρκείς πόρους προκειμένου να υπάρξει η δυνατότητα να εκδικασθούν αποτελεσματικά. Κυρώσεις για ανάρμοστη συμπεριφορά ενώπιον του Δικαστηρίου Άρθρ.71.-1.Το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει κυρώσεις σε πρόσωπα που παρίστανται ενώπιον του και που συμπεριφέρονται ανάρμοστα, συμπεριλαμβανομένης της διατάραξης της διαδικασίας ή της σκόπιμης αρνήσεως να συμμορφωθούν προς τις εντολές του Δικαστηρίου, με διοικητικά μέτρα, διαφορετικά από φυλάκιση. οπούς προσωρινή ή μόνιμη απομάκρυνση από την αίθουσα του Δικαστηρίου. επιβολή προστίμου ή άλλα παρόμοια μέτρα που προβλέπονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Σελ. 208,902 Τεύχος 1401 Σελ. 12 2.Οι διαδικασίες που διέπουν τα μέτρα που εκτίθενται στην παράγραφο 1. προβλέπονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. Προστασία πληροφοριών εθνικής ασφαλείας Άρθρ.7.-1.Για τους σκοπούς του παρόντος Καταστατικού, «έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» σημαίνει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις όταν διαπράττεται ως μέρος ευρείας και συστηματικής επίθεσης που κατευθύνεται κατά οποιουδήποτε αμάχου πληθυσμού, εν γνώσει της επίθεσης: α)Ανθρωποκτονία με πρόθεση β)Εξόντωση γ)Υποδούλωση δ)Εκτόπιση ή βίαιη μετακίνηση πληθυσμού ε)Φυλάκιση ή άλλη σοβαρή στέρηση της σωματικής ελευθερίας κατά παραβίαση βασικών κανόνων του διεθνούς δικαίου στ)Βασανιστήρια ζ)Βιασμός, γενετήσια δουλεία, εξαναγκασμός σε πορνεία, εξαναγκασμός σε εγκυμοσύνη, εξαναγκασμός σε στείρωση ή άλλη μορφή γενετήσιας βίας παρόμοιας βαρύτητας. η) Δίωξη κατά οποιασδήποτε αναγνωρίσιμης ομάδας ή κοινότητας για λόγους πολιτικούς, φυλετικούς, εθνικούς, εθνοτικούς, πολιτιστικούς, θρησκευτικούς ή λόγους φύλου, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 3, ή άλλους λόγους που αναγνωρίζονται παγκοσμίως ως ανεπίτρεπτοι κατά το διεθνές δίκαιο σε σχέση με οποιαδήποτε πράξη που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο ή οποιοδήποτε έγκλημα εντός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. θ)Βίαιη εξαφάνιση προσώπων ι)Φυλετικός Διαχωρισμός κ)Άλλες απάνθρωπες πράξεις παρόμοιου χαρακτήρα οι οποίες με πρόθεση προκαλούν μεγάλο πόνο ή βαρεία σωματική βλάβη ή βαρεία βλάβη της διανοητικής ή σωματικής υγείας. 2.Για τους σκοπούς της παραγράφου 1: (α)«Επίθεση κατευθυνόμενη κατά οποιουδήποτε αμάχου πληθυσμού σημαίνει συμπεριφορά που συνεπάγεται την κατά συρροή διάπραξη πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κατά οποιουδήποτε αμάχου πληθυσμού, κατ’ εφαρμογή ή προς εξυπηρέτηση της πολιτικής ενός κράτους ή μιας οργάνωσης που στοχεύει στη διάπραξη τέτοιας επίθεσης. (β)Η «εξόντωση» περιλαμβάνει την με πρόθεση επιβολή συνθηκών ζωής, μεταξύ άλλων στέρηση πρόσβασης σε τροφή και φάρμακα, υπολογισμένων να επιφέρουν την καταστροφή μέρους του πληθυσμού (γ)«Υποδούλωση» σημαίνει την άσκηση οποιασδήποτε ή όλων των εξουσιών οι οποίες είναι σύμφυτες στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας επί προσώπων, και περιλαμβάνει την άσκηση τέτοιας εξουσίας κατά την εμπορία προσώπων, ιδιαίτερα γυναικών και παιδιών. (δ)«Εκτόπιση ή βίαιη μετακίνηση πληθυσμού» σημαίνει την μετακίνηση των προσώπων για τα οποία πρόκειται με απέλαση ή άλλες πράξεις εξαναγκασμού από την περιοχή στην οποία νομίμως βρίσκονται, άνευ λόγων επιτρεπτών κατά το διεθνές δίκαιο. (ε)«Βασανιστήρια» σημαίνει την με πρόθεση πρόκληση έντονου πόνου ή δοκιμασίας, σωματικών ή ψυχικών επί προσώπου που τελεί υπό την κράτηση ή υπό τον έλεγχο του κατηγορουμένου. Τα βασανιστήρια δεν περιλαμβάνουν πόνο ή δοκιμασία που προκύπτει μόνον ή είναι σύμφυτος ή είναι δυνατόν να προκύψει από την επιβολή νόμιμων κυρώσεων . (στ)«Εξαναγκασμός σε εγκυμοσύνη» σημαίνει τον παράνομο περιορισμό γυναίκας που κατέστη έγκυος δια της βίας, με την πρόθεση να επηρεαστεί η εθνική σύνθεση οποιουδήποτε πληθυσμού ή να πραγματοποιηθούν άλλες σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Ο ορισμός αυτός δεν μπορεί καθοιονδήποτε τρόπο να ερμηνευθεί ως επηρεάζων τις εθνικές νομοθεσίες που αφορούν την εγκυμοσύνη. (ζ)«Δίωξη» σημαίνει την με πρόθεση και βαρείας μορφής στέρηση θεμελιωδών δικαιωμάτων σε αντίθεση προς το διεθνές δίκαιο εξ αιτίας της ταυτότητας της ομάδας ή κοινότητας. (η)«Φυλετικός διαχωρισμός» σημαίνει απάνθρωπες πράξεις παρόμοιου χαρακτήρα όπως οι αναφερόμενες στην παράγραφο 1, που διαπράχθηκαν στο πλαίσιο θεσμοθετημένου καθεστώτος συστηματικής καταπίεσης και κυριάρχησης μιας φυλετικής ομάδας επί οποιασδήποτε άλλης φυλετικής ομάδας ή ομάδων και διαπραττόμενες με πρόθεση τη διατήρηση του καθεστώτος αυτού. (θ)«Βίαιη εξαφάνιση προσώπου» σημαίνει τη σύλληψη, κράτηση ή αρπαγή προσώπων από ένα Κράτος ή μια πολιτική οργάνωση ή με την άδεια, υποστήριξη ή συναίνεση αυτών, οι οποίες ακολουθούνται από άρνηση παραδοχής αυτής της στέρησης της ελευθερίας ή της παροχής πληροφοριών για την τύχη ή τον εντοπισμό των προσώπων αυτών, με πρόθεση αποστερηθούν της προστασίας του νόμου για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. (Μετά τη σελ. 208,62) Σελ. 208,63 Τεύχος 1400 Σελ. 101 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 3.Για τους σκοπούς του παρόντος Καταστατικού, εννοείται ότι ο όρος «φύλο» αναφέρεται στα δύο φύλα, αρσενικό και θηλυκό, με την έννοια που τους προσδίδει η κοινωνία. Ο όρος «φύλο» δεν έχει έννοια διαφορετική από την παραπάνω. Εγκλήματα πολέμου Άρθρ.72.-1.Tο παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση που η αποκάλυψη των πληροφοριών ή εγγράφων ενός Κράτους θα έθιγε, κατά την άποψη του Κράτους αυτού, τα συμφέροντα της εθνικής του ασφαλείας. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις που εμπίπτουν στο πεδίο των άρθρων 56 παρ. 2 και 3, 61 παρ. 3, 64 παρ. 3. 67 παρ. 2, 68 παρ. 6, 87 παρ. 6 και 93, όπως και περιπτώσεις που ανακύπτουν σε κάθε άλλο στάδιο της διαδικασίας όπου μπορεί να τίθεται ζήτημα μιας τέτοιας αποκάλυψης. 2.Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης όταν ένα πρόσωπο από το οποίο ζητήθηκε να δώσει πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία, αρνήθηκε να το πράξει ή ανέφερε το θέμα στο Κράτος για το λόγο ότι η αποκάλυψη θα έθιγε τα συμφέροντα εθνικής ασφαλείας ενός Κράτους και το ενδιαφερόμενο Κράτος βεβαιώνει ότι έχει τη γνώμη πως η αποκάλυψη αυτή θα έθιγε τα συμφέροντα της εθνικής του ασφάλειας. 3.Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας που εφαρμόζονται κατά το άρθρο 54 παρ. 3 (ε) και (στ) ή την εφαρμογή του άρθρου 73. 4.Αν ένα Κράτος μάθει ότι πληροφορίες ή έγγραφα του αποκαλύπτονται, ή είναι πιθανόν να αποκαλυφθούν σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και έχει τη γνώμη ότι η αποκάλυψη αυτή θα έθιγε τα συμφέροντα εθνικής ασφαλείας του. έχει το δικαίωμα να παρέμβει προκειμένου να εξασφαλίσει την λύση του θέματος κατά το παρόν άρθρο. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 5.Αν, κατά την άποψη ενός Κράτους, η αποκάλυψη πληροφοριών θα έθιγε τα συμφέροντα της εθνικής του ασφάλειας, το Κράτος αυτό θα λάβει όλα τα εύλογα μέτρα, ενεργώντας σε συνδυασμό με τον Εισαγγελέα, την υπεράσπιση. το Τμήμα Προδικασίας ή το Τμήμα Πρώτου Βαθμού, ανάλογα με την περίπτωση, για να αναζητηθεί η λύση του ζητήματος με συνεργασία. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν : (α)Τροποποίηση ή διευκρίνιση της αιτήσεως (β)Απόφαση από το Δικαστήριο που να αφορά το ότι οι πληροφορίες ή τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται είναι σχετικά με την υπόθεση ή απόφαση για το αν τα αποδεικτικά στοιχεία, μολονότι είναι σχετικά με την υπόθεση, θα μπορούσαν να αποκτηθούν ή έχουν αποκτηθεί από διαφορετική πηγή και όχι από το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση. (γ)Λήψη των πληροφοριών ή των αποδεικτικών στοιχείων από διαφορετική πηγή ή με διαφορετική μορφή, ή (δ)Συμφωνία για τους όρους υπό τους οποίους θα μπορούσε να παρασχεθεί η συνδρομή, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, παροχής περιλήψεων ή εκθέσεων, περιορισμών στην αποκάλυψη, πραγματοποίησης συνεδριάσεων κεκλεισμένων των θυρών ή επ’ ακροατηρίου άνευ αντιδικίας ή άλλων επιτρεπτών κατά το Καταστατικό και τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 6.Μόλις γίνουν όλες οι εύλογες ενέργειες για την επίλυση του ζητήματος μέσω συνεργασίας, και αν το Κράτος θεωρεί ότι δεν υπάρχουν μέσα ή συνθήκες υπό τις οποίες θα μπορούσαν οι πληροφορίες ή τα έγγραφα να παρασχεθούν ή να αποκαλυφθούν χωρίς βλάβη των συμφερόντων της εθνικής του ασφαλείας, ειδοποιεί σχετικά τον Εισαγγελέα ή το Δικαστήριο για τους ειδικούς λόγους της αποφάσεως του. εκτός αν η ειδική περιγραφή των λόγων θα οδηγούσε αναπόφευκτα καθεαυτή σε μία τέτοια βλάβη των συμφερόντων εθνικής ασφαλείας του Κράτους. 7.Εν συνεχεία, αν το Δικαστήριο κρίνει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία είναι σχετικά και απαραίτητα για τη θεμελίωση της ενοχής ή της αθωότητας του κατηγορουμένου, το Δικαστήριο μπορεί να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες : (α)Όταν ζητείται η αποκάλυψη των πληροφοριών ή εγγράφου ύστερα από αίτηση για συνεργασία κατά το Κεφάλαιο 9 ή κατά τις περιστάσεις που περιγράφονται στην παράγραφο 2. και το Κράτος επικαλέστηκε τον λόγο αρνήσεως που αναφέρεται στο άρθρο 93 παρ. 4 : (ι)Το Δικαστήριο, πριν καταλήξει σε κάποιο από τα συμπεράσματα, που αναφέρονται στην παράγραφο 7 (α) (ιι). μπορεί να ζητήσει περαιτέρω διαβουλεύσεις ώστε να ληφθούν υπόψη οι θέσεις του Κράτους, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν συνεδριάσεις κεκλεισμένων των θυρών ή επ΄ ακροατηρίω άνευ αντιδικίας (ιι)Αν το Δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι. επικαλούμενο τον λόγο για την άρνηση κατά το άρθρο 93 παρ. 4, κατά τις περιστάσεις της υπόθεσης, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση δεν ενεργεί σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του κατά το παρόν Καταστατικό, το Δικαστήριο μπορεί να παραπέμψει το θέμα σύμφωνα με το άρθρο 87 παρ. 7 εξειδικεύονται τους λόγους για την απόφαση του. (ιιι)Το Δικαστήριο μπορεί να εξαγάγει τα αρμόζοντα κατά τις περιστάσεις συμπεράσματα στην δίκη του κατηγορουμένου ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία ενός πραγματικού περιστατικού, ή (β)Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις: (ι)Διατάσσει την αποκάλυψη ή (ιι)Στην έκταση κατά την οποία δεν διατάσσει την αποκάλυψη, μπορεί να εξαγάγει τα αρμόζοντα κατά περιστάσεις συμπεράσματα στην δίκη του κατηγορουμένου ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία ενός πραγματικού περιστατικού. Πληροφορίες ή έγγραφα από τρίτο μέρος Άρθρ.73.-Αν το Δικαστήριο ζητήσει από ένα Κράτος Μέρος να παράσχει ένα έγγραφο ή πληροφορίες που ευρίσκονται στην φύλαξη, κατοχή ή τον έλεγχο του και τα οποία αποκαλύφθηκαν στο Κράτος αυτό εμπιστευτικά από άλλο Κράτος, διακυβερνητικό ή διεθνή οργανισμό, το Κράτος αυτό οφείλει να αναζητήσει τη συναίνεση αυτών για να αποκαλύψει το έγγραφο ή τις πληροφορίες αυτές. Αν το έγγραφο ή οι πληροφορίες προέρχονται από Κράτος Μέρος, τούτο είτε συναινεί στην αποκάλυψη των πληροφοριών ή του εγγράφου είτε αναλαμβάνει να επιλύσει το ζήτημα της αποκαλύψεως με το Δικαστήριο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 72. Αν ο αρχικός κάτοχος του εγγράφου ή της πληροφορίας δεν είναι Κράτος Μέρος και αρνείται να συναινέσει στην αποκάλυψη, το Κράτος προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση ενημερώνει το Δικαστήριο ότι δεν είναι σε θέση να παράσχει το έγγραφο ή τις πληροφορίες λόγω προϋπάρχουσας υποχρέωσης εμπιστευτικότητας έναντι του αρχικού αυτού κατόχου. (Μετά τη σελ. 208,902) Σελ. 208,903 Τεύχος 1401 Σελ. 13 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 Προϋποθέσεις για την απόφαση Άρθρ.74.-1.Όλοι οι δικαστές του Τμήματος Πρώτου Βαθμού είναι παρόντες σε κάθε στάδιο της δίκης και καθ’ όλη την διάρκεια των διασκέψεων. Το Προεδρείο μπορεί, σε κάθε συγκεκριμένη υπόθεση, να διορίσει από τους διαθέσιμους. έναν ή περισσότερους αναπληρωτές δικαστές για να είναι παρόντες σε κάθε στάδιο της δίκης και να αντικαταστήσουν ένα, μέλος του Τμήματος Πρώτου Βαθμού, εάν το μέλος αυτό δεν είναι σε θέση να συνεχίσει. 2.Η απόφαση του Τμήματος Πρώτου Βαθμού. στηρίζεται στην αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού και του συνόλου της διαδικασίας. Η απόφαση δεν θα υπερβαίνει τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που περιγράφονται στις κατηγορίες και στις τροποποιήσεις αυτών. Το Δικαστήριο μπορεί να στηρίξει την απόφαση του μόνο στα αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν και συζητήθηκαν ενώπιον του στην δίκη. 3.Οι δικαστές επιδιώκουν την έκδοση ομόφωνης απόφασης, και αν αυτό δεν συμβεί, η απόφαση λαμβάνεται από την πλειοψηφία των δικαστών. 4.Οι διασκέψεις του Τμήματος Πρώτου Βαθμού είναι μυστικές. 5.Η απόφαση είναι έγγραφη και περιέχει πλήρη αιτιολογημένη αναφορά των διαπιστώσεων του Τμήματος Πρώτου Βαθμού επί των αποδεικτικών στοιχείων και συμπερασμάτων. Το Τμήμα Πρώτου Βαθμού εκδίδει απόφαση. Όταν δεν επιτυγχάνεται ομοφωνία, η απόφαση του Τμήματος Πρώτου Βαθμού περιέχει την γνώμη της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας. Η απόφαση ή περίληψη αυτής απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση. Επανορθώσεις για τα θύματα Άρθρ.75.-1.Το Δικαστήριο καθορίζει αρχές σχετικές με τις επανορθώσεις για τα θύματα ή σε σχέση με αυτά. συμπεριλαμβανομένης της αποζημίωσης. χρηματικής ικανοποίησης και αποκατάστασης. Σε αυτή τη βάση. το Δικαστήριο στην απόφαση του μπορεί, είτε κατόπιν αίτησης είτε αυτεπαγγέλτως, σε εξαιρετικές περιστάσεις, να κρίνει τα όρια και την έκταση κάθε ζημίας, απώλειας και βλάβης των θυμάτων ή σε σχέση με αυτά και εκθέτει τις αρχές βάσει των οποίων ενεργεί. 2.(α)Το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει απ’ ευθείας στον καταδικασθέντα με διάταξη τον την κατάλληλη επανόρθωση της ζημίας στα θύματα ή σε σχέση με αυτά. περιλαμβανομένων της αποζημίωσης, χρηματικής ικανοποίησης και αποκατάστασης. Σελ. 208,904 Τεύχος 1401 Σελ. 14 (β)Όπου κρίνεται αναγκαίο, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει ότι τα έξοδα για τα επανορθωτικά μέτρα καλύπτονται από το Ταμείο Αρωγής που προβλέπεται στο άρθρο 79. 3.Προ της εκδόσεως διάταξης κατά το παρόν άρθρο, το Δικαστήριο μπορεί να ζητήσει και να λάβει υπόψη τις θέσεις του καταδικασθέντος αυτοπροσώπως ή του εκπροσώπου του. των θυμάτων και άλλων ενδιαφερομένων προσώπων ή Κρατών. 4.Ασκώντας την εξουσία του κατά το παρόν άρθρο, το Δικαστήριο μπορεί. μετά την καταδίκη προσώπου για έγκλημα που εμπίπτει στη δικαιοδοσία του. να αποφασίσει αν είναι αναγκαίο να ζητήσει τη λήψη μέτρων κατά το άρθρο 93 παράγραφος 1. προκειμένου να εκδώσει διάταξη κατά το παρόν άρθρο. 5.Τα Κράτη Μέρη εφαρμόζουν την κατά το παρόν άρθρο απόφαση κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 109. 6.Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν παραβλάπτουν τα δικαιώματα των θυμάτων κατά το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο. Επιβολή ποινής Άρθρ.76.-1.Σε περίπτωση καταδίκης, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού αποφασίζει την κατάλληλη ποινή που πρέπει να επιβληθεί και λαμβάνει υπόψη τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία και τους υποβληθέντες ισχυρισμούς κατά την διάρκεια της δίκης, που έχουν σχέση με την ποινή. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 2.Εκτός από την περίπτωση όπου εφαρμόζεται το άρθρο 65 και προ της ολοκληρώσεως της δίκης, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού μπορεί αυτεπαγγέλτως και υποχρεούται, ύστερα από αίτηση του Εισαγγελέα ή του κατηγορουμένου, να διεξαγάγει μία πρόσθετη συνεδρίαση για να εκτιμήσει κάθε επιπλέον αποδεικτικό στοιχείο ή ισχυρισμούς σχετικούς με την ποινή, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 3.Όταν εφαρμόζεται η παράγραφος 2. η προβολή των απόψεων κατά το άρθρο 75 λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια της νέας συνεδριάσεως που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και. αν είναι απαραίτητο, κατά τη διάρκεια της περαιτέρω συνεδρίασης. 4.Η ποινή απαγγέλλεται δημοσία και. όποτε είναι εφικτό, παρουσία του κατηγορουμένου. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7. ΠΟΙΝΕΣ Επιβλητέες ποινές Άρθρ.77.-1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 110. το Δικαστήριο μπορεί να επιβάλει μία από τις ακόλουθες ποινές σε βάρος καταδικασθέντα για έγκλημα που αναφέρεται στο άρθρο 5 του παρόντος Καταστατικού. (α)φυλάκιση για συγκεκριμένο αριθμό ετών. ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέγιστο των 30 ετών (β)ισόβια κάθειρξη, όταν τούτο δικαιολογείται από την ιδιάζουσα βαρύτητα του εγκλήματος και από τις ατομικές περιστάσεις που συντρέχουν στο πρόσωπο του καταδικασθέντος. 2.Επιπλέον της φυλακίσεως, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει: (α)χρηματική ποινή κατά τα κριτήρια που παρέχονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης (β)Δήμευση αποκτηθέντων, κινητής και ακινήτου περιουσίας, που προέρχονται αμέσως ή εμμέσως από το έγκλημα, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα των καλόπιστων τρίτων. Επιμέτρηση της ποινής Άρθρ.8.-1.Το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία σε σχέση με εγκλήματα πολέμου ιδιαίτερα όταν διαπράχθηκαν ως μέρος σχεδίου ή πολιτικής ή ως μέρος ευρείας κλίμακας τέλεσης τέτοιων εγκλημάτων. 2.Για τους σκοπούς του παρόντος Καταστατικού, «εγκλήματα πολέμου» σημαίνει: (α)Σοβαρές παραβιάσεις των Συμβάσεων της Γενεύης της 12 Αυγούστου 1949, και συγκεκριμένα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις κατά προσώπων ή περιουσίας προστατευόμενων κατά τις διατάξεις της σχετικής Σύμβασης της Γενεύης: (i)Ανθρωποκτονία με πρόθεση. (ii)Βασανιστήρια ή απάνθρωπη μεταχείριση, συμπεριλαμβανομένων βιολογικών πειραμάτων. (iii)Με πρόθεση πρόκληση μεγάλης δοκιμασίας ή σοβαρής βλάβης, σωματικής ή ψυχικής. (iv)Εκτεταμένη καταστροφή και ιδιοποίηση περιουσίας, οι οποίες δεν δικαιολογούνται από τη στρατιωτική αναγκαιότητα και τελούνται παράνομα και αυθαίρετα. (v)Εξαναγκασμός αιχμαλώτου πολέμου ή άλλου προστατευομένου προσώπου να υπηρετήσει στις ένοπλες δυνάμεις εχθρικής Δύναμης. (vi)Με πρόθεση αποστέρηση αιχμαλώτου πολέμου ή άλλου προστατευομένου προσώπου από τα δικαιώματα της δίκαιης και κανονικής δίκης. (vii)Παράνομη εκτόπιση ή μεταφορά ή παράνομος περιορισμός. (viii)Σύλληψη ομήρων. (β)Άλλες σημαντικές παραβιάσεις των νόμων και εθίμων που εφαρμόζονται στις διεθνείς ένοπλες συρράξεις εντός του καθιερωμένου πλαισίου του διεθνούς δικαίου και συγκεκριμένα οποιαδήποτεαπό τις ακόλουθες πράξεις: (i)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά του αμάχου πληθυσμού ως τέτοιου ή εναντίον αμάχων ατομικά, οι οποίοι δεν λαμβάνουν άμεσα μέρος στις εχθροπραξίες. (ii)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά πολιτικών αντικειμένων, δηλαδή αντικειμένων που δεν αποτελούν στρατιωτικούς στόχους (iii)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά προσωπικού, εγκαταστάσεων, υλικού, μονάδων ή οχημάτων που χρησιμοποιούνται σε αποστολές Σελ. 208,64 Τεύχος 1400 Σελ. 102 ανθρωπιστικής βοήθειας ή ειρηνευτικές αποστολές σύμφωνα με τον Χάρτη των Η.Ε. εφόσον δικαιούνται την προστασία που χορηγείται σε αμάχους ή πολιτικά αντικείμενα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο των ενόπλων συρράξεων. (iv)Επίθεση επιχειρούμενη με πρόθεση, εν γνώσει ότι η επίθεση αυτή μπορεί να προκαλέσει απώλεια ζωής ή σωματική βλάβη σε αμάχους ή βλάβες σε πολιτικά αντικείμενα ή εκτεταμένες, μακροπρόθεσμες και σοβαρές ζημίες στο φυσικό περιβάλλον οι οποίες θα ήταν σαφώς δυσανάλογες σε σχέση με το επιδιωκόμενο συγκεκριμένο και άμεσο συνολικό στρατιωτικό πλεονέκτημα. (v)Επίθεση ή βομβαρδισμός, με οποιοδήποτε μέσο, κατά ανοχύρωτων πόλεων, χωριών, κατοικιών ή κτιρίων που δεν αποτελούν στρατιωτικούς στόχους. (vi)Ανθρωποκτονία ή τραυματισμός μαχίμου ο οποίος έχει παραδώσει τα όπλα ή, μη έχοντας πλέον μέσα άμυνας, έχει παραδοθεί άνευ όρων. (vii)Μη προσήκουσα χρήση σημαίας ανακωχής, της σημαίας ή των στρατιωτικών διακριτικών και της στολής του εχθρού ή των Ηνωμένων Εθνών, καθώς επίσης και των διακριτικών εμβλημάτων των Συμβάσεων της Γενεύης, η οποία είχε ως αποτέλεσμα θάνατο ή βαριά σωματική βλάβη. (viii)Η μεταφορά, αμέσως ή εμμέσως, από την Κατέχουσα Δύναμη μέρους του δικού της αμάχου πληθυσμού στο έδαφος που καταλαμβάνει, ή η εκτόπιση ή μεταφορά όλου ή μέρους του πληθυσμού του κατεχομένου εδάφους μέσα ή έξω από το έδαφος αυτό. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ix)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά κτιρίων αφιερωμένων στη θρησκεία, παιδεία, τέχνη, επιστήμη ή αγαθοεργούς σκοπούς, ιστορικά μνημεία, νοσοκομεία και μέρη όπου συγκεντρώνονται οι ασθενείς και οι τραυματίες, εφόσον δεν αποτελούν στρατιωτικούς στόχους. (x)Υποβολή προσώπων που βρίσκονται υπό την εξουσία του εχθρού σε σωματικό ακρωτηριασμό ή σε ιατρικά ή επιστημονικά πειράματα οποιουδήποτε είδους που δεν δικαιολογούνται ούτε από την ιατρική, οδοντιατρική ή νοσοκομειακή θεραπεία του προσώπου για το οποίο πρόκειται ούτε διεξάγονται προς το συμφέρον του, και τα οποία προκαλούν θάνατο ή θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία του προσώπου ή των προσώπων αυτών. (xi)Ανθρωποκτονία ή τραυματισμός με δόλια τεχνάσματα ατόμων που ανήκουν στο εχθρικό έθνος ή στρατό. (xii)Δήλωση ότι δεν θα υπάρξει έλεος. (xiii)Καταστροφή ή κατάσχεση της εχθρικής περιουσίας εκτός εάν η καταστροφή ή κατάσχεση καθίστανται απαραίτητες από τις ανάγκες του πολέμου. (xiv)Διακήρυξη ότι καταργούνται, αναστέλλονται ή είναι απαράδεκτα ενώπιον των δικαστηρίων τα δικαιώματα και οι δικαστικές πράξεις των υπηκόων του εχθρού. (xν)Εξαναγκασμός των υπηκόων του εχθρού να συμμετάσχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά της χώρας τους έστω και αν βρίσκονταν στην υπηρεσία του αντιπάλου πριν από την έναρξη του πολέμου. (xvi)Λεηλασία πόλης ή τοποθεσίας, ακόμη και αν καταλήφθηκε με έφοδο. (xvii)Χρησιμοποίηση δηλητηρίου ή δηλητηριωδών όπλων. (xviii)Χρησιμοποίηση ασφυξιογόνων, δηλητηριωδών ή άλλων αερίων και όλων των ανάλογων υγρών, υλικών ή συσκευών. (xix)Χρήση σφαιρών που εκρήγνυνται και τα θραύσματα τους διασκορπίζονται εύκολα στο ανθρώπινο σώμα, όπως σφαίρες με επικάλυψη της βολίδας από σκληρό περίβλημα που δεν καλύπτει πλήρως την βολίδα ή που έχει εγκοπές. (xx)Χρήση όπλων, βλημάτων, υλικών και μεθόδων πολέμου, που προορίζονται να προξενήσουν υπέρμετρη βλάβη ή μη αναγκαίο πόνο ή που επιφέρουν πλήγματα από τη φύση τους άνευ διακρίσεως κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου των ενόπλων συρράξεων, υπό τον όρο ότι αυτά τα όπλα, βλήματα, υλικά και μέθοδοι πολέμου αποτελούν αντικείμενο συνολικής απαγόρευσης και περιλαμβάνονται σε Παράρτημα στο παρόν Καταστατικό, μετά από τροποποίηση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις που εκτίθενται στα άρθρα 121 και 123. (xxi)Προσβολές κατά της προσωπικής αξιοπρέπειας και, ιδιαιτέρως ταπεινωτική και εξευτελιστική μεταχείριση. (xxii)Βιασμός, γενετήσια δουλεία, εξαναγκασμός σε πορνεία, εξαναγκασμός σε εγκυμοσύνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 7, παράγραφος 2 (στ), εξαναγκασμός σε στείρωση ή άλλη μορφή γενετήσιας βίας που αποτελεί επίσης σοβαρή παραβίαση των Συμβάσεων της Γενεύης. (xxiii)Χρησιμοποίηση της παρουσίας αμάχων ή άλλων προστατευομένων προσώπων προκειμένου να καταστούν ορισμένα σημεία, περιοχές ή στρατιωτικές δυνάμεις απρόσβλητες από στρατιωτικές επιχειρήσεις. (xxiv)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά κτιρίων, υλικού, υγειονομικών μονάδων και οχημάτων, καθώς και κατά προσωπικού φέροντος τα διακριτικά εμβλήματα των Συμβάσεων της Γενεύης σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, (xxv)Με πρόθεση χρήση της λιμοκτονίας του αμάχου πληθυσμού ως μεθόδου πολέμου με την αποστέρηση του από αντικείμενα απαραίτητα για την επιβίωση του, συμπεριλαμβανομένης και της εσκεμμένης παρεμπόδισης της παροχής προμηθειών, όπως αυτή προβλέπεται από τις Συμβάσεις της Γενεύης. (xxvi)Στρατολόγηση παιδιών ηλικίας κάτω των δεκαπέντε ετών στις εθνικές ένοπλες δυνάμεις ή η χρησιμοποίηση τους για ενεργό συμμετοχή στις εχθροπραξίες. (γ)Στην περίπτωση ένοπλης σύρραξης μη διεθνούς χαρακτήρα, σημαντικές παραβιάσεις του κοινού άρθρου 3 των τεσσάρων Συμβάσεων της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949, και συγκεκριμένα οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις οι οποίες διαπράττονται κατά προσώπων που δεν λαμβάνουν ενεργά μέρος στις εχθροπραξίες, συμπεριλαμβανομένων και μελών των ενόπλων δυνάμεων που έχουν παραδώσει τα όπλα και εκείνων που ετέθησαν εκτός μάχης λόγω ασθένειας, τραυμάτων, κράτησης ή άλλης αιτίας: (i)Βία ασκούμενη κατά της ζωής και του προσώπου, ιδίως κάθε είδους ανθρωποκτονία με πρόθεση, ακρωτηριασμός, απάνθρωπη μεταχείριση και βασανιστήρια. (ii)Προσβολές κατά της προσωπικής αξιοπρέπειας, ιδιαίτερα η ταπεινωτική και εξευτελιστική μεταχείριση. (Μετά τη σελ. 208,64) Σελ. 208,65 Τεύχος 1400 Σελ. 103 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (iii)Σύλληψη ομήρων. (iv)Η επιβολή καταδικών και οι εκτελέσεις χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση εκδοθείσα από κανονικά συσταθέν δικαστήριο, η οποία θα παρέχει όλες τις δικαστικές εγγυήσεις που αναγνωρίζονται ως απαραίτητες. (δ)Η παράγραφος 2(γ) εφαρμόζεται επί ενόπλων συρράξεων μη διεθνούς χαρακτήρα και επομένως δεν εφαρμόζεται σε καταστάσεις εσωτερικών αναταραχών και εντάσεων, όπως ταραχές, μεμονωμένες και σποραδικές πράξεις βίας ή άλλες πράξεις παρόμοιας φύσης. (ε)Άλλες σημαντικές παραβιάσεις των νόμων και εθίμων που εφαρμόζονται σε ένοπλες συρράξεις μη διεθνούς χαρακτήρα, εντός του καθιερωμένου πλαισίου του διεθνούς δικαίου και, συγκεκριμένα, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις: (i)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά του αμάχου πληθυσμού ως τέτοιου ή εναντίον αμάχων ατομικά οι οποίοι δεν λαμβάνουν άμεσα μέρος στις εχθροπραξίες. (ii)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά κτιρίων, υλικού υγειονομικών μονάδων και οχημάτων, καθώς και κατά προσωπικού φέροντος τα διακριτικά εμβλήματα των Συμβάσεων της Γενεύης σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο. (iii)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά προσωπικού, εγκαταστάσεων, υλικού, μονάδων ή οχημάτων που χρησιμοποιούνται σε αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας ή ειρηνευτικές αποστολές σύμφωνα με τον Χάρτη των Η.Ε. εφόσον δικαιούνται την προστασία που χορηγείται σε αμάχους ή πολιτικά αντικείμενα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο των ενόπλων συρράξεων. (iv)Επιθέσεις με πρόθεση κατευθυνόμενες κατά κτιρίων αφιερωμένων στη θρησκεία, παιδεία, τέχνη, επιστήμη ή αγαθοεργούς σκοπούς, ιστορικά μνημεία, νοσοκομεία και μέρη όπου συγκεντρώνονται οι ασθενείς και οι τραυματίες, εφόσον δεν αποτελούν στρατιωτικούς στόχους. (v)Λεηλασία πόλης ή τοποθεσίας, ακόμη και αν καταλήφθηκε με έφοδο (vi)Βιασμός, γενετήσια δουλεία, εξαναγκασμός σε πορνεία, εξαναγκασμός σε εγκυμοσύνη, όπως ορίζεται στο άρθρο 7, παράγραφος 2 (στ), εξαναγκασμός σε στείρωση ή άλλη μορφή γενετήσιας βίας που αποτελεί επίσης σημαντική παραβίαση του κοινού άρθρου 3 των τεσσάρων Συμβάσεων της Γενεύης. (vii)Στρατολόγηση παιδιών ηλικίας κάτω των δεκαπέντε ετών σε εθνικές ένοπλες δυνάμεις ή ομάδες ή χρησιμοποίηση τους για ενεργό συμμετοχή τους στις εχθροπραξίες. Σελ. 208,66 Τεύχος 1400 Σελ. 104 (viii) Διαταγή μετακίνησης του αμάχου πληθυσμού για λόγους σχετικούς με την σύρραξη, εκτός αν τούτο απαιτείται για την ασφάλεια του εμπλεκομένου αμάχου πληθυσμού ή από επιτακτικούς στρατιωτικούς λόγους. (ix)Ανθρωποκτονία ή τραυματισμός με δόλια τεχνάσματα αντιπάλων μαχίμων. (x)Δήλωση ότι δεν θα υπάρξει έλεος. (xi)Υποβολή προσώπων που βρίσκονται υπό την εξουσία του εχθρού σε σωματικό ακρωτηριασμό ή σε ιατρικά ή επιστημονικά πειράματα οποιουδήποτε είδους που δεν δικαιολογούνται ούτε από την ιατρική, οδοντιατρική ή νοσοκομειακή θεραπεία του προσώπου για το οποίο πρόκειται ούτε διεξάγονται προς το συμφέρον του, και τα οποία προκαλούν θάνατο ή θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία του προσώπου ή των προσώπων αυτών. (xii)Καταστροφή ή κατάσχεση της εχθρικής περιουσίας εκτός αν η καταστροφή ή κατάσχεση καθίστανται απαραίτητες από τις ανάγκες του πολέμου. (στ)Η παράγραφος 2 (ε) εφαρμόζεται σε ένοπλες συρράξεις μη διεθνούς χαρακτήρα και επομένως δεν εφαρμόζεται σε καταστάσεις εσωτερικών αναταραχών και εντάσεων όπως ταραχές, μεμονωμένες και σποραδικές πράξεις βίας ή άλλες πράξεις παρόμοιας φύσης. Εφαρμόζεται σε ένοπλες συρράξεις που λαμβάνουν χώρα στο έδαφος μιας χώρας όταν υπάρχει παρατεταμένη ένοπλη σύρραξη μεταξύ κυβερνητικών αρχών και οργανωμένων ενόπλων ομάδων ή μεταξύ τέτοιων ομάδων. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 3.Οι διατάξεις των παραγράφων 2(γ) και (ε) δεν θίγουν την ευθύνη μιας Κυβέρνησης να διατηρήσει ή να αποκαταστήσει το νόμο και την τάξη του Κράτους ή να υπερασπίσει την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα του Κράτους με όλα τα νόμιμα μέσα. Στοιχεία της υπόστασης των εγκλημάτων Άρθρ.78.-1.Κατά την επιμέτρηση της ποινής το Δικαστήριο, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως η βαρύτητα του εγκλήματος και οι ατομικές περιστάσεις που συντρέχουν στο πρόσωπο του κατηγορουμένου. 2.Κατά την επιβολή ποινής φυλάκισης, το Δικαστήριο αφαιρεί τον χρόνο, αν υπάρχει, της προσωρινής κρατήσεως κατά διάταξη του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο μπορεί να αφαιρέσει τον χρόνο προσωρινής κράτησης για οποιονδήποτε άλλο λόγο σε σχέση με συμπεριφορά που αποτέλεσε τη βάση του εγκλήματος. 3.Αν ένα πρόσωπο έχει καταδικαστεί για περισσότερα εγκλήματα, το Δικαστήριο απαγγέλλει ποινή για κάθε έγκλημα και μία συνολική ποινή, με την οποία προσδιορίζεται ο συνολικός χρόνος φυλάκισης. Ο χρόνος αυτός δεν θα είναι μικρότερος από τον χρόνο της μεγαλύτερης επιμέρους ατομικής ποινής που απαγγέλθηκε και δεν θα υπερβαίνει τα 30 έτη φυλάκισης ή την ισόβια κάθειρξη κατά το άρθρο 77 παρ. 1(β). Ταμείο Αρωγής Αρθρ.79.-1.Ιδρύεται Ταμείο Αρωγής με απόφαση της Συνέλευσης των Κρατών Μερών προς όφελος των θυμάτων εγκλημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου και των οικογενειών τους. 2.Το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει τη μεταφορά στο Ταμείο Αρωγής χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που έχουν συγκεντρωθεί από τις χρηματικές ποινές ή τις δημεύσεις. 3.Η διαχείριση του Ταμείου Αρωγής γίνεται κατά τα κριτήρια που θα αποφασιστούν από τη Συνέλευση των Κρατών Μερών. Επιφύλαξη της επιβολής ποινών και εφαρμογής εθνικών νομοθεσιών από τα εθνικά δικαστήρια Άρθρ.80.-Το παρόν Κεφάλαιο δεν θίγει την επιβολή από τα Κράτη ποινών που προβλέπονται από τα εθνικά τους δίκαια, ούτε την εφαρμογή των νόμων των Κρατών, οι οποίοι δεν προβλέπουν ποινές που περιγράφονται στο παρόν Κεφάλαιο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8. ΕΦΕΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ Έφεση κατά αθωωτικής ή καταδικαστικής αποφάσεως ή κατά της ποινής Άρθρ.81.-1.Η απόφαση κατά το άρθρο 74 μπορεί να προσβληθεί με έφεση κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, ως εξής : (α)Ο Εισαγγελέας μπορεί να ασκήσει έφεση για τους ακόλουθους λόγους (ι)Δικονομική παράβαση (ιι)Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών (ιιι)Νομικό σφάλμα (Μετά τη σελ. 208,904) Σελ. 208,905 Τεύχος 1401 Σελ. 15 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 (β)Ο καταδικασθείς, ή υπέρ αυτού ο Εισαγγελέας, μπορεί να ασκήσει έφεση για τους ακόλουθους λόγους: (ι)Δικονομική παράβαση (ιι)Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών (ιιι)Νομικό σφάλμα ή (ιv)Κάθε άλλο λόγο που επηρεάζει την ορθότητα ή την αξιοπιστία της διαδικασίας ή της απόφασης. 2.(α)Η ποινή μπορεί να προσβληθεί με έφεση κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης από τον Εισαγγελέα ή τον καταδικασθέντα λόγω δυσαναλογίας μεταξύ του εγκλήματος και της ποινής. (β)Αν. σε περίπτωση έφεσης κατά της ποινής, το Δικαστήριο κρίνει ότι υπάρχουν λόγοι για τους οποίους η καταδικαστική απόφαση πρέπει να εξαφανιστεί, εν όλω ή εν μέρει, μπορεί να καλέσει τον Εισαγγελέα και τον καταδικασθέντα να προβάλουν λόγους κατά το άρθρο 81 παρ. 1 (α) ή (β) και να εκδώσει καταδικαστική απόφαση κατά το άρθρο 83. (γ)Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται όταν το Δικαστήριο, μόνον σε περίπτωση έφεσης κατά καταδικαστικής απόφασης, θεωρεί ότι υπάρχουν λόγοι μείωσης της ποινής κατά την παράγραφο 2 (α). 3.(α)Αν το Τμήμα Πρώτου Βαθμού δεν διατάξει άλλως, ο καταδικασθείς παραμένει υπό κράτηση καθ΄ ον χρόνο εκκρεμεί η έφεση. (β)Αν η παραμονή υπό κράτηση του καταδικασθέντος υπερβαίνει την επιβληθείσα ποινή Φυλάκισης, αυτός απολύεται, εκτός αν ασκήσει έφεση και ο Εισαγγελέας, οπότε η απόλυση θα υπόκειται στους όρους του εδαφίου (γ) κατωτέρω. (γ)Σε περίπτωση αθωώσεως. ο κατηγορούμενος απολύεται αμέσως. σύμφωνα με τα ακόλουθα: (ι)Σε εξαιρετικές περιστάσεις και αφού ληφθούν υπόψη, μεταξύ άλλων, ο συγκεκριμένος κίνδυνος διαφυγής, η σοβαρότητα του εγκλήματος, για το οποίο κατηγορείται, και η πιθανότητα ευδοκίμησης της έφεσης, το Τμήμα Πρώτου Βαθμού, με αίτηση του Εισαγγελέα, μπορεί να διατάξει τη διατήρηση της κράτησης του προσώπου όσο εκκρεμεί η έφεση. (ιι)Η απόφαση του Τμήματος Πρώτου Βαθμού κατά το εδάφιο (γ) (ι) μπορεί να προσβληθεί με έφεση κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 4.Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3 (α) και (β), η εκτέλεση της απόφασης ή της ποινής αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της προθεσμίας άσκησης της έφεσης και για όσο χρόνο διαρκεί η διαδικασία της έφεσης. Σελ. 208,906 Τεύχος 1401 Σελ. 16 Έφεση κατά άλλων αποφάσεων Άρθρ.82.-1.Οποιοδήποτε από τα μέρη μπορεί να ασκήσει έφεση κατά των ακολούθων αποφάσεων, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης : (α)Αποφάσεων σχετικών με την δικαιοδοσία ή το παραδεκτό (β)Αποφάσεων που δέχονται ή απορρίπτουν το αίτημα απολύσεως του ανακρινομένου ή διωκομένου (γ)Αποφάσεων του Τμήματος Προδικασίας να ενεργήσει αυτεπαγγέλτως κατά το άρθρο 56 παρ. 3 (δ)Αποφάσεων για θέματα, τα οποία θα επηρέαζαν σημαντικά τη δίκαιη και ταχεία διεξαγωγή της διαδικασίας ή την έκβαση της δίκης και για. τα οποία, κατά την άποψη του Τμήματος Προδικασίας ή του Τμήματος Πρώτου Βαθμού, μια άμεση απόφαση του Τμήματος Εφέσεων μπορεί να προαγάγει ουσιαστικά την διαδικασία. 2.Απόφαση του Τμήματος Προδικασίας κατά το άρθρο 57 παρ. 3 (δ) μπορεί να εφεσιβληθεί από το ενδιαφερόμενο Κράτος ή τον Εισαγγελέα, με την άδεια του Τμήματος Προδικασίας. Η εκδίκαση της έφεσης είναι ταχεία. 3.Η έφεση δεν έχει αφ’ εαυτής ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός αν διατάξει τούτο το Τμήμο. Εφέσεων, ύστερα από αίτηση, κατά τους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 4.Ο νομικός εκπρόσωπος των θυμάτων, ο καταδικασθείς ή ο καλόπιστος τρίτος κύριος περιουσίας που θίγεται από μία διάταξη κατά το άρθρο 75. μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της διάταξης για επανορθώσεις, όπως προβλέπεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης. 6.Β.εε.1 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο Διαδικασία εφέσεως Άρθρ.83.-1.Για τους σκοπούς της διαδικασίας κατά το άρθρο 81 και το παρόν άρθρο. το Τμήμα Εφέσεων έχει τις εξουσίες του Τμήματος Πρώτου Βαθμού. 2.Αν το Τμήμα Εφέσεων διαπιστώσει ότι η διαδικασία βάσει της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση έπασχε κατά τρόπο που επηρέασε την αξιοπιστία της απόφασης ή της ποινής ή ότι η εκκαλουμένη απόφαση ή ποινή επηρεάστηκε ουσιαστικά από εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών ή νομικό σφάλμα ή δικονομική παράβαση, μπορεί : (α)Να εξαφανίσει ή να μεταρρυθμίσει την απόφαση ή την ποινή. (β)Να διατάξει νέα δίκη ενώπιον του Τμήματος Πρώτου Βαθμού με διαφορετική σύνθεση. Για τους λόγους αυτούς, το Τμήμα Εφέσεων μπορεί να επιστρέψει ένα πραγματικό ζήτημα στο αρχικό Τμήμα Πρώτου Βαθμού, για να κρίνει το ζήτημα αυτό και να απαντήσει αναλόγως, ή μπορεί το ίδιο να διατάξει αποδείξεις και να αποφασίσει επί του ζητήματος. Όταν εφεσιβληθούν η απόφαση ή η ποινή μόνον από τον καταδικασθέντα ή από τον Εισαγγελέα. υπέρ του καταδικασθέντος, αυτές δεν είναι δυνατόν να μεταρρυθμισθούν εις βάρος αυτού. 3.Σε περίπτωση έφεσης κατά ποινής, αν το Τμήμα Εφέσεων διαπιστώσει ότι η ποινή ήταν δυσανάλογη ως προς το έγκλημα, έχει την δυνατότητα να αλλάξει την ποινή κατά το Κεφάλαιο 7. 4.Η απόφαση του Τμήματος Εφέσεων λαμβάνεται με πλειοψηφία των δικαστών και απαγγέλλεται δημόσια. Στην απόφαση εκτίθεται η αιτιολογία επί της οποίας αυτή στηρίχθηκε. Όταν δεν επιτυγχάνεται ομοφωνία, στην απόφαση περιέχονται οι απόψεις και της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, αλλά και η χωριστή ή αποκλίνουσα άποψη ενός δικαστή σε κάποιο νομικό ζήτημα. 5.Το Τμήμα Εφέσεων μπορεί να απαγγείλει την απόφαση του απουσία του αθωωθέντος ή καταδικασθέντος. Αναθεώρηση καταδίκης ή ποινής Άρθρ.84.-1.Ο καταδικασθείς ή σε περίπτωση θανάτου του, ο σύζυγος, τα τέκνα, οι γονείς ή οποιοσδήποτε ζων κατά την στιγμή του θανάτου του κατηγορουμένου. προς τον οποίον έχουν δοθεί σαφείς έγγραφες οδηγίες από τον κατηγορούμενο να υποβάλει ένα τέτοιο αίτημα, ή ο Εισαγγελέας, ενεργών εκ μέρους αυτού. μπορεί να ζητήσει από το Τμήμα Εφέσεων την αναθεώρηση της τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης ή της ποινής, για τους ακόλουθους λόγους : (α)Αποκαλύφθηκαν νέα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία: (ι)Δεν ήταν διαθέσιμα κατά τον χρόνο της δίκης, χωρίς η αδυναμία αυτή να αποδίδεται εν όλω ή εν μέρει στο αιτούμενο μέρος, και ιι)Είναι τόσο σημαντικά, ώστε. αν είχαν παρουσιαστεί στην δίκη. θα οδηγούσαν πιθανώς σε διαφορετική ετυμηγορία. (β)Αποκαλύφθηκε προσφάτως ότι αποφασιστικής σημασίας αποδεικτικά στοιχεία που ελήφθησαν υπόψη στη δίκη και στα οποία στηρίχθηκε η καταδίκη, ήταν ψευδή, πλαστά ή παραποιημένα. (γ)Ένας η περισσότεροι δικαστές, που συμμετείχαν στην λήψη καταδικαστικής απόφασης ή την επιβεβαίωση των κατηγοριών, επέδειξαν. στην υπόθεση αυτή. ανάρμοστη συμπεριφορά ή παρέβησαν βαρύτατα τα καθήκοντα τους σε βαθμό που να δικαιολογείται η απομάκρυνση του δικαστή ή των δικαστών αυτών από την υπηρεσία τους κατά το άρθρο 46. 2.Το Συμβούλιο Εφέσεων απορρίπτει την αίτηση, αν κρίνει αυτήν αβάσιμη. Αν κρίνει ότι η αίτηση είναι βάσιμη, έχει. κατά περίπτωση, τη δυνατότητα : (α)Να συγκαλέσει εκ νέου το αρχικό Τμήμα Πρώτου Βαθμού (β)Να συστήσει νέο Τμήμα Πρώτου Βαθμού (γ)Να διατηρήσει δικαιοδοσία επί του θέματος. με σκοπό, αφού ακούσει τα μέρη. κατά τον τρόπο που εκτίθεται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, να αποφασίσει αν η απόφαση πρέπει να αναθεωρηθεί. Αποζημίωση υπέρ του συλληφθέντος ή καταδικασθέντος Άρθρ.85.-1.Όποιος υπήρξε θύμα παράνομης σύλληψης ή κράτησης έχει εκτελεστό δικαίωμα αποζημιώσεως. 2.Όταν ένα πρόσωπο έχει καταδικασθεί για ποινικό αδίκημα με τελεσίδικη απόφαση και η καταδικαστική απόφαση, εν συνεχεία, εξαφανίζεται, επειδή νέα ή προσφάτως αποκαλυφθέντα πραγματικά περιστατικά δείχνουν ότι υπήρξε δικαστική πλάνη, το πρόσωπο που τιμωρήθηκε ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας καταδίκης, αποζημιώνεται σύμφωνα με τον νόμο, εκτός αν αποδειχθεί ότι η μη έγκαιρη αποκάλυψη των αγνώστων πραγματικών περιστατικών, οφείλεται εν όλω ή εν μέρει, στο πρόσωπο αυτό. (Μετά τη σελ. 208,906) Σελ. 208,907 Τεύχος 1401 Σελ. 17 Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο 6.Β.εε.1 3.Σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν το Δικαστήριο ανακαλύψει σημαντικά πραγματικά περιστατικά τα οποία αποδεικνύουν ότι υπήρξε σοβαρή και πρόδηλη δικαστική πλάνη, μπορεί κατά την κρίση του να επιδικάσει αποζημίωση, κατά τα κριτήρια που προβλέπονται στους Κανόνες Διαδικασίας και Απόδειξης, σε πρόσωπο που αποφυλακίστηκε συνεπεία τελεσίδικης αθωωτικής αποφάσεως ή τερματισμού της διαδικασίας γι’ αυτό το λόγο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9. ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΕΡΓ ΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ Γενική υποχρέωση συνεργασίας Άρθρ.86.-Κατά τις διατάξεις του παρόντος Καταστατικού, τα Κράτη Μέρη συνεργάζονται πλήρως με το Δικαστήριο στην ανάκριση και δίωξη των εγκλημάτων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του. Αιτήσεις συνεργασίας : γενικές διατάξεις
324
33. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 23 της 18/26 Ιουν. 1973 (ΦΕΚ Α΄ 131) Περί αντικαταστάσεως διατάξεων του Ν.Δ. 1106/1972 «περί αποζημιώσεως δι’ οδοιπορικά μεταφοράν οικοσκευής και πρώτης εγκαταστάσεως έξοδα εις καθηγητάς Ανωτάτων Σχολών μετακαλουμένους εκ της αλλοδαπής». Άρθρ.1.-(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 1 Ν.Δ. 1106/1972, ανωτ. αριθ. 30). Άρθρ.2.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 2 Ν.Δ. 1106/1972). Άρθρ.3.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
218
38. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ. 1115715/357/0013 της 19/29 Δεκ. 2000 (ΦΕΚ Β΄1602) «Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, έτους 2001 φυσικών και νομικών προσώπων και δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με αυτήν».
342
29. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 1197 της 29 Ιουν.5 Ιουλ. (ΦΕΚ Α΄ 109) Περί κατατακτηρίων εξετάσεων κατ’ ιδίαν διδαχθέντων μαθητών. Καταργήθηκε από την παρ. Ι. άρθρ. 7 Νόμ. 1894/ 1990, ΦΕΚ Α΄ 110 (κατωτ. αριθ. 118).
41
16. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 3422.27/26/96 της 30 Απρ./13 Μαΐου 1996 (ΦΕΚ Β΄326) (Διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Β΄456/17-61996) Αναπροσδιορισμός δικαιωμάτων Λιμενικών Ταμείων.
366
175. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. Β2/45791/8342 της 19 Δεκ.1991-14 Ιαν. 1992 (ΦΕΚ Β΄ 9) Περιορισμός μετατροπής οποιασδήποτε κατηγορίας φορτηγών αυτοκινήτων Δημόσιας χρήσης, σε βυτιοφόρα εκκενώσεως βόθρων στους Νομούς Ευβοίας και Βοιωτίας.
301
194. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.2071837/7565/0022 της 15/21 Νοεμ.1990 (ΦΕΚ Β΄733) Χορήγηση ειδικής πρόσθετης αμοιβής στους Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης. 1)Στους Ελεγκτές Δημόσιας Διοίκησης χορηγείται ειδική πρόσθετη αμοιβή που ανέρχεται σε ποσοστό 85% επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου 1 των μονίμων πολιτικών υπαλλήλων μετά του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας 60% υπολογιζομένου επί του ίδιου μισθ. κλιμακίου. 2)Η ειδική πρόσθετη αμοιβή της παρ.1 καταβάλλεται από το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης, στον προύπολογισμό του οποίου εγγράφονται οι σχετικές πιστώσεις. 3)Η εκτός έδρας αποζημίωση των ΕΛΔΔ και η διαδικασία διαιολόγησής της καθορίζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 4)Οι πάσης φύσεως αποδοχές των Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης υπόκεινται στους περιορισμούς του Νόμ.1256/1982. 5)Η ειδική πρόσθετη αμοιβή θα καταβάλλεται στο τέλος κάθε μήνα με ξεχωριστή μισθοδοτική κατάσταση, θα καταλογίζεται στον ΚΑΕ 0259 και θα υπόκειται σε κρατήσεις των πρόσθετων αμοιβών.
124
58. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.Κ.24240 της 14/29 Νοεμ. 1955 Περί αποστολής ενσήμων φορολογικών ταινιών εις την αλλοδαπήν προς επικόλλησιν επί των κυτίων και σιγαρέττων και καπνού πίπας των προοριζομένων να εισαχθώσιν εις την χώραν προς ανάλωσιν (Β΄ 208). Εν όψει του άρθρ. 3, παρ. 4, 5, 6 του Α.Ν. 207/1945 «περί καθορισμού της φορολογίας του καταναλισκομένου καπνού κλπ», ως ούτος συνεπληρώθη και ετροποποιήθη μεταγενεστέρως, της υπ’ αριθ. 1768/13.9.1955 πράξεως του Υπουργ. Συμβουλίου «περί διαρρυθμίσεως των τιμών λιανικής πωλήσεως των σιγαρέττων και του επ’ αυτών φόρου καταναλώσεως», ισχυσάσης από της 15.9.1955 της υπ’ αριθ. Κ. 3777/12.2.1955 αποφ. Υπ. Οικονομικών (Εγκ. Ρόνεο 72), «περί της από 1.3.1955 υποτιμήσεως κλπ. των εν χρήσει ταινιών περιβολής των κυτίων σιγαρέττων και καπνού πίπας αλλοδαπής προελεύσεως και εισπράξεως του επ’ αυτών φόρου καταναλώσεως» κλπ. 1.Από της ισχύος της παρούσης επιτρέπομεν όπως, αι δια την περιβολήν των κυτίων των σιγαρέττων και καπνού πίπας αλλοδαπής προελεύσεως και την είσπραξιν του επ’ αυτών φόρου καταναλώσεως χρησιμοποιούμεναι ένσημοι φορολογικαί ταινίαι, αξίας πέντε λεπτών εκάστη, συμφώνως προς την υπ’ αριθ. Κ. 3777/1955 απόφασιν, αποστέλλωνται εις το εξωτερικόν, κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων και κατά την κατωτέρω καθοριζομένην διαδικασίαν, ίνα επικολλώνται, εντός των εν τη αλλοδαπή καπνεργοστασίων, επί των κυτίων των σιγαρέττων και καπνού πίπας των προοριζομένων να εισαχθώσιν εις την Ελληνικήν Επικράτειαν προς ανάλωσιν. 2.Προς αποστολήν ποσότητος τινος εκ των εν λόγω ταινιών εις το εξωτερικόν δια τον ως άνω σκοπόν, κατατίθεται υπό του ενδιαφερομένου εισαγωγέως των σιγαρέττων ή του καπνού πίπας η οικεία αίτησις κοπής καπνού εις την αρμοδίαν Εφορίαν Καπνού, εν η αναγράφονται η επωνυμία και η Διεύθυνσις του εν τη αλλοδαπή καπνεργοστασίου, ο αριθμός και ο τύπος των εισαχθησομένων κυτίων σιγαρέττων ή καπνού πίπας, το καθαρόν βάρος του περιεχομένου εκάστου κυτίου εις γραμμάρια, όπερ προκειμένου περί σιγαρέττων δεν δύναται να είναι μικρότερον του βάρους των εν τω εσωτερικώ κυκλοφορούντων, ήτοι των 800 σιγαρέττων κατά χιλιόγραμμον, το συνολικόν εις χιλιόγραμμα καθαρόν βάρος αυτών και ο χρόνος εντός του οποίου υπολογίζεται ότι θα εισαχθώσι ταύτα. Βάσει της ανωτέρω αιτήσεως, ο Έφορος Καπνού εκδίδει ειδικόν σημείωμα προς τον οικείον διαχειριστήν ταινιών του Ταμείου περί χορηγήσεως αναλόγου αριθμού, προς τα εισαχθησόμενα κυτία, ταινιών, επί τη καταβολή της αξίας αυτών. 3.Αι κατά τ’ ανωτέρω παραλαμβανόμεναι ταινίαι προσάγονται εις την εκδόσασαν το σημείωμα Εφορίαν Καπνού, ένθα ενώπιον της Επιτροπής καταστροφής υπολειμμάτων καπνοβιομηχανικής επεξεργασίας επιβραχύνονται, περικοπτόμεναι κατά τα δύο άκρα αυτών, απορριπτομένων των δύο πλαγίων (ακραίων) ισομήκων τμημάτων εκάστης ταινίας, άτινα χωρίζονται από του μεσαίου τοιούτου δια διπλών καθέτων γραμμών και τα οποία εν συνεχεία καταστρέφονται δια πυρός ενώπιον της αυτής ως άνω Επιτροπής, συντασσομένου προς τούτο σχετικού πρωτοκόλλου. Το παραμένον προς χρήσιν μεσαίον τμήμα, το φέρον εις το μέσον τον Βασιλικόν θυρεόν, δεξιόθεν δε αυτού τας λέξεις «Φόρος καταναλώσεως σιγαρέττων εξωτερικού» και αριστερόθεν τας λέξεις «Γραμμάρια 20», ή «Γραμμάρια 25», έχει μήκος 125-130 χιλιοστών του μέτρου. Αι ούτω περικοπτόμεναι ταινίαι, αποστέλλονται εν συνεχεία υπό της Εφορίας Καπνού, δι’ επί αποδείξει ταχυδρομικού δέματος, μερίμνη και δαπάναις του ενδιαφερομένου εισαγωγέως, εις το εν τω εξωτερικώ καπνεργοστάσιον, ένθα θα επικολληθώσιν επί των κυτίων των σιγαρέττων ή του καπνού πίπας των προοριζομένων να εισαχθώσιν εις την Επικράτειαν. Αι ταινίαι αύται, αίτινες δέον να επικολλώνται κατά τρόπον τοιούτον ώστε να καθίσταται αδύνατον το άνοιγμα του κυτίου και η εξ αυτού αφαίρεσις σιγαρέττων ή καπνού πίπας άνευ διαρρήξεως της ταινίας, θ’ ακυρώνται δια της σφραγίδος του αλλοδαπού καπνεργοστασίου. Η προς τούτο χρησιμοποιουμένη μελάνη σφραγίδων, δέον να είναι ομοία προς την χρησιμοποιουμένην δια την ακύρωσιν των ενσήμων ταινιών φορολογίας σιγαρέττων εσωτερικού. Τα περιέχοντα τα, δια των ανωτέρω ταινιών περιβεβλημένα κυτία, σιγαρέττα ή καπνόν πίπας, ως ανωτέρω, δέον να αποσταλώσιν εις το Ελληνικόν Τελωνείον το βραδύτερον εντός εξ μηνών από της ταχυδρομήσεως ταινιών. Αι κατά τ’ ανωτέρω περικοπτόμεναι ένσημοι ταινίαι δύνανται, αιτήσει των ενδιαφερομένων εισαγωγέων, να επικολλώνται και εν Ελλάδι (κατά τα κεκανονισμένα εντός των καπνεργοστασίων) κατά την εν τη Χώρα εισαγωγήν των υπ’ αυτών παραγγελθέντων άνευ τηρήσεως των ανωτέρω, σιγαρέττων ή καπνού πίπας αλλοδαπής προελεύσεως. 4.Προς διασφάλισιν των συμφερόντων του δημοσίου εκ της τυχόν μη νομίμου χρησιμοποιήσεως των εν λόγω ταινιών, κατατίθενται απαραιτήτως υπό του ενδιαφερομένου εισαγωγέως εις την Εφορίαν Καπνού, προ της αποστολής των ταινιών εις το εξωτερικόν. (Αντί για τη σελ. 320,21) Σελ. 320,21(α) Τεύχος 698-Σελ. 137 Κώδικας Φορολογίας Καπνού 28.Ε.α.58 α)Τραπεζική εγγυητική επιστολή μιας των εν Ελλάδι ανεγνωρισμένων Τραπεζών, ποσού ίσου προς τον φόρον καταναλώσεως τον αναλογούντα επί των παραγγελθέντων σιγαρέττων ή καπνού πίπας, όστις θα υπολογίζεται επί τη βάσει του εις χιλιόγραμμα βάρους αυτών, χρονικής δε ισχύος ουχί ανωτέρας των 6 μηνών. β)Ενυπόγραφος δήλωσις δι’ ης να δηλούται ότι εν περιπτώσει μη ακριβούς εκτελέσεως της συμβάσεως εγγυήσεως, δηλονότι της μη εμπροθέσμου εισαγωγής των παραγγελθέντων σιγαρέττων ή καπνού πίπας, περιβεβλημένων δια των αποσταλεισών ταινιών ή της μη επιστροφής εντός της αυτής προθεσμίας αυτουσίων των ταινιών, αποδέχεται την κατάπτωσιν της υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου εγγυήσεως λόγω ποινής και ότι παραιτείται του δικαιώματος της προσβολής ταύτης ενώπιον των τακτικών Δικαστηρίων. Εις περίπτωσιν μερικής εκτελέσεως της παραγγελίας ή επιστροφής μέρους των αποσταλεισών ταινιών η εγγύησις περιορίζεται ή εκπίπτεται υπέρ του Δημοσίου μόνον κατά το υπολειπόμενον ακάλυπτον μέρος. 5.Μετά την εισαγωγήν των κυτίων των εν λόγω σιγαρέττων ή καπνού πίπας, τα οποία θα είναι περιβεβλημένα δια των αποσταλεισών ταινιών, διαγεγραμμένων κατά τα ανωτέρω, και την καταβολήν του αναλογούντος φόρου καταναλώσεως, των δασμών και των συνεισπραττομένων λοιπών φόρων και τελών, η εν λόγω εγγυητική τραπεζική επιστολή, θα επιστρέφηται εις τον δικαιούχον ή την εκδόσασαν Τράπεζαν προς ακύρωσιν. Εις ην περίπτωσιν μέχρι της επομένης της λήξεως του δηλωθέντος προς εισαγωγήν χρονικού διαστήματος δεν ήθελον εισαχθή τα παραγγελθέντα σιγαρέττα ή καπνός πίπας ή δεν ήθελον επιστραφή αυτούσιαι εκ του εξωτερικού αι αποσταλείσαι ταινίαι, ο παρ’ ω έχει κατατεθή η εγγυητική αύτη επιστολή Έφορος Καπνού επιμελείται της εισπράξεως της εγγυήσεως και της εν συνεχεία εισαγωγής ταύτης εις το Δημόσιον Ταμείον. Εις εξαιρετικάς περιπτώσεις ένεκα των οποίων καθυστερεί η εισαγωγή των παραγγελθέντων σιγαρέττων κλπ. δύναται, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου εισαγωγέως, ο Έφορος Καπνού να εγκρίνη, εφ’ όσον ευρίσκει βασίμους τους προβαλλομένους λόγους, παράτασιν του χρόνου εισαγωγής των παραγγελθέντων ειδών κατά ένα το πολύ μήνα, υπό τον όρον ότι θα τω προσκομισθή νέα εγγυητική Τραπεζική επιστολή αναλόγου χρονικής ισχύος συνοδευομένη δια νέας υπευθύνου δηλώσεως του εισαγωγέως ως ανωτέρω. Σελ. 320,22(α) Τεύχος 698-Σελ. 138 6.Κατά την εν τη Χώρα άφιξιν των παραγγελθέντων σιγαρέττων ή του καπνού πίπας, των φερόντων επί των κυτίων των την ως ανωτέρω εξετέθη ένσημον φορολογικήν ταινίαν η Τελωνειακή Αρχή θα προβαίνη εις την επαλήθευσιν και πραγματικήν αποστάθμισιν του εμπορεύματος και την έκδοσιν σχετικού υπηρεσιακού σημειώματος κατά τα εν τη υπ’ αριθ. Κ. 22793/27.10.1955 Διαταγή ημών (Εγκ. 176) ειδικώτερον καθοριζόμενα. Ο Έφορος Καπνού βάσει των δεδομένων του υπηρεσιακού τούτου σημειώματος της Τελωνειακής Αρχής, θα προέρχεται εις την οριστικήν εκκαθάρισιν της παρ’ αυτώ κατατεθειμένης αιτήσεως κοπής καπνού. Το οικείον Δημόσιον Ταμείον ενεργεί την είσπραξιν ολοκλήρου του οφειλομένου φόρου καταναλώσεως, ως συμπληρωματικού τοιούτου και εκδίδει πλην του σχετικού τριπλοτύπου εισπράξεως και την κατά την υπ’ αριθ. Κ. 22793/1955 Εγκύκλιον 176 Διαταγήν ημών βεβαίωσιν. Τη βεβαίωσιν ταύτην προσκομίζει ο εισαγωγεύς εις την αρμοδίαν τελωνειακήν Αρχήν, ήτις προέρχεται εις τον τελωνισμόν του εμπορεύματος. Μετά τον τελωνισμόν, τα καπνοβιομηχανικά προϊόντα θα αποστέλλωνται συνοδεία τελωνειακού οργάνου εις την Εφορίαν Καπνού, ήτις θα ενεργή τον προσήκοντα έλεγχον προς διαπίστωσιν της κανονικής επικολλήσεως και διαγραφής των κατά την παρ. 2 αποσταλεισών ταινιών. Εάν κυτία τινά δεν φέρουσι ταινίας ή την σφραγίδα του εργοστασίου κατασκευής, επιτίθενται νέαι ταινίαι δαπάναις του εισαγωγέως ή η σφραγίς της Υπηρεσίας κατά τα κεκανονισμένα. Δια της υπ’ αριθ. Π.5395/1200 της 26/28 Μαΐου 1976 (ΦΕΚ Β΄ 710) αποφ. Υπ. Οικονομικών ενεκρίθη η αποστολή εις το εξωτερικόν και των ταινιών φορολογίας πούρων αλλοδαπής προελεύσεως, κατά την διαδικασίαν την προβλεπομένην υπό της ανωτέρω Κ. 24240/1955 αποφάσεως, δια τας ταινίας σιγαρέττων και καπνού πίπας εξωτερικού. 28.Ε.α.58 Κώδικας Φορολογίας Καπνού
333
8. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 94711/3/82 της 22 Φεβρ./2 Μαρτ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 90) Επιχορήγηση των Ε/Γ,Ε/Γ-Ο/Γ και Φ/Γ-Ο/Γ ακτοπλοϊκών πλοίων. Έχοντας υπόψη: 1.Τα άρθρ. 1 και 2 του Νόμ. 1196/81 (Φ.Ε.Κ. 224 Α/24.8.81) περί επιχορηγήσεως των επιβατηγών οχηματαγωγών και φορτηγών οχηματαγωγών ακτοπλοϊκών πλοίων. 2.Την υπ’ αριθ. 94711/81/25.8.1981 απόφαση Υ .Ε.Ν. /ΓΔΠ/ΔΑΚ 3. 3.Το υπ’ αριθ. 10/18.1.82 έγγραφο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Υπηρεσία Προέδρου παρά τω ΥΕΝ, αποφασίζουμε: Τροποποιώντας την παρ. 6 του Κεφαλ. ΙΙ της υπ’ αριθ. 94711/81/25.8.81 απόφασης ΥΕΝ/ΓΔΠ/ΔΑΚ 3 ορίζουμε τα εξής: α)Ο προβλεπόμενος στην παρ. 1 του άρθρ. 2 του Νομ. 1196/81 ειδικός λογαριασμός θα τηρείται στο Κεντρικό Κατάστημα της Τράπεζας Ελλάδας με το Γενικό Πρωτοβάθμιο λογαριασμό 234 και με τίτλο ΥΕΝ/λογαριασμός επιχορηγήσεως επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και φορτηγών οχηματαγωγών. β)Εις πίστωση του λογαριασμού θα μεταφερθούν τα ποσά που προβλέπονται από το Νομ. 1196/81 για την πληρωμή των επιχορηγήσεων. γ)Μετά την ολοκλήρωση της κατανομής του ποσού επιχορηγήσεως και την συμπλήρωση των δικαιολογητικών κάθε Εταιρείας πετρελαιοειδών με χρεωστικό και πιστωτικό σημείωμα το ΥΕΝ θα εκδίδει εντολές χρεώνοντας τον ανωτέρω λογαριασμό, για την πληρωμή των αναγνωριζομένων ως δικαιούχων πλοιοκτητών ή εφοπλιστών μέσω των Εταιρειών πετρελαιοειδών. δ)Επί της διαχειρίσεως του ανωτέρω λογαριασμού θα καταρτισθεί απολογισμός εσόδων –εξόδων ο οποίος θα αποσταλεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο για το κατά Νόμο Κατασταλτικό έλεγχο. ε)Η τράπεζα θα αποστείλει το ταχύτερο δυνατόν στο ΥΕΝ/ΓΔΠ/ΔΑΚ 3 αντίγραφα κινήσεως του λογαριασμού. στ)Η παρούσα να κοινοποιηθεί κανονικά και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (Μετά τη σελ. 838) Σελ. 839 Τεύχος 775–Σελ. 39 Ειδικές τιμές καυσίμων 19.Λ.η.8
250
20. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 15151 της 14 Ιουλ./11 Αυγ. 1978 (ΦΕΚ Β΄ 668) Περί τροποποιήσεως αποφάσεως «περί καθορισμού των χορηγητέων ειδών ιματισμού και λοιπών εφοδίων εις Υπαξ/κούς ΛΣ και Λ.Ν. και Λιμενοφύλακας». Καταργήθηκε από την περίπτ. β΄ Μέρους Ε΄ της 25594/9 Νοεμ. - 10 Δεκ. 1987 (ΦΕΚ Β΄ 708) απ. Υπ. Εμπορικής Ναυτιλίας, (κατωτ. αριθ. 24). 20.Γ.γ.18-20 Στολές προσωπικού Λ.Σ.
158
46. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ' αριθ. 879 της 25 Οκτ./7 Νοεμ. 1966 (ΦΕΚ Α' 230) Περί επεκτάσεως της υπό του παρά τω ΤΣΜΕΔΕ Κλάδου Υγείας παρεχομένης ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως. (Διόρθ. Ημαρτ. ΦΕΚ Α' 263 της 28 Νοεμ. 1966). Έχοντες υπ' όψιν: 1)Τας διατάξεις της παρ. 8 του άρθρ. 3 του Νόμ. 4292/1963 (ΦΕΚ Α' 57/1963) "περί συστάσεως Κλάδου Υγείας παρά τω Ταμείω Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και άλλων τινών διατάξεων". 2)Την εν τη υπ' αριθ. 130/3.6.1966 αποφάσει της Εφορείας του παρά τω Ταμείω Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων Κλάδου Υγείας διατυπουμένην σχετικήν πρότασιν αυτής, την υπ' αριθ. 1275/14.6.1966 απόφασιν της Διοικούσης Επιτροπής του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος ως και τας υπ' αριθ. 662/12.7.1966 και 361/18.6.66 ομοίας των Διοικητικών Συμβουλίων των Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και Ταμείου Προνοίας Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, αντιστοίχως. 3)Την υπ' αριθ. 907/1966 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του Ημετέρου επί των Δημοσίων Έργων Υπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρον μόνον.-1.Η κατά το άρθρ. 2 του Νόμ. 4292/1963 "περί συστάσεως Κλάδου Υγείας παρά τω Ταμείω Συντάξεων Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων και άλλων τινών διάταξεων" παροχή ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περιθάλψεως επεκτείνεται από της ισχύος του παρόντος εις άπαντα τα κατωτέρω μέλη της οικογενείας του αμέσου ησφαλισμένου, εν οις και το συμφώνως τη παρ. 2 του άρθρ. 3 του αυτού Νόμου έν μόνον πρόσωπον εκ των περί ων η παράγραφος αύτη, υπό την προϋπόθεσιν ότι ταύτα προστατεύονται υπό τούτου και δεν δικαιούνται τοιαύτης περιθάλψεως υπό του Δημοσίου ή ετέρου Ασφαλιστικού Οργανισμού. α)Εις την σύζυγον του ησφαλισμένου ή προκειμένου περί γυναικός ησφαλισμένης εις τον αποδεδειγμένως άπορον και ανίκανον προς εργασίαν σύζυγον αυτής. (Αντί της σελ. 212,27) Σελ. 212,27(α) 323-153 β)Εις πάντα τα άγαμα θήλεα τέκνα ως και τα ανήλικα και άγαμα άρρενα τοιαύτα η ενήλικα μεν αλλ' ανίκανα προς άσκησιν οιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος λόγω αποδεδειγμένης διαρκούς σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας ή τέλος ενήλικα και φοιτώντα εις Ανωτάτας ή Ανωτέρας Σχολάς της ημεδαπής. γ)Εις αμφοτέρους τους γονείς. 2.Εν περιπτώσει θανάτου του αμέσου ησφαλισμένου η κατά τα ανωτέρω παροχή περιθάλψεως συνεχίζεται και εις τους, εκ των εις ους επεκτείνεται αύτη, μη, συμφώνως προς τα προϊσχύοντα, δικαιουμένους ταύτης. Εις τον αυτόν επί των Δημοσίων Έργων Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος.
387
47. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΡΓ. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 179 της 28/30 Νοεμ. 1960 (ΦΕΚ Α΄ 189) Περί καθορισμού από 1 Δεκ. 1960 του βασικού μηνιαίου μισθού κλπ. των δημοσίων εν γένει υπαλλήλων, πολιτικών και στρατιωτικών και των υπαλλήλων των σιδηροδρομικών δικτύων. Εκυρώθη δια του άρθρ. 36 Ν.Δ. 4242/1962. (Αντί για τη σελ. 375(β) Σελ. 375(γ) Τεύχος Ε13-Σελ.93
124
102. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΑΝΑΠΛ. ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝ/ΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. Π1/2011 της 27 Απρ./3 Μαΐου 1989 (ΦΕΚ Β΄ 324) Οδηγίες για την κατάρτιση Κανονισμού Προμηθειών Φορέων (Κ.Π.Φ.). Τροποποιήθηκε από την Π1/3227/31 Αυγ.18 Σεπτ. 1989 (ΦΕΚ Β΄ 701) Απ. Υπ. Βιομηχανίας-Ενέργειας και Τεχνολογίας και Εμπορίου. 25.Δ.α.101-102 Υπηρεσία Κρατικών Προμηθειών.
5
6. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 422 της 21/31 Ιουλ. 1963 (ΦΕΚ Α΄ 120) Περί κυρώσεως του Εσωτερικού Κανονισμού Εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού της Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων Υπουργείου Γεωργίας. Έχοντες υπ’ όψιν τας διατάξεις 1)του άρθρ. 32 παρ. 7 του Ν.Δ. 3881/58 "περί Έργων Εγγείων Βελτιώσεων", 2)τας υπ’ αριθ. 217/13.8.1962 και 227/28.9.1962 γνωμοδοτήσεις του Εθνικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Κοινωνικής Πολιτικής και 3)την υπ’ αριθ. 153/1963 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου Επικρατείας, προτάσει των Ημετέρων επί της Γεωργίας και Εργασίας Υπουργών, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Άρθρ.1.-Κυρούμεν τον Εσωτερικόν Κανονισμόν Εργασίας του επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού της Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων του Υπουργείου Γεωργίας εξ άρθρων τριάκοντα εξ προσηρτημένον τω παρόντι και δημοσιευόμενον κατωτέρω. Άρθρ.8.-1.Αι προσλήψεις του προσωπικού ενεργούνται κατά τας διατάξεις του άρθρ. 32 του Ν.Δ. 3881/58 «περί Έργων Εγγείων Βελτιώσεων». 2.Η συμπλήρωσις των δημιουργουμένων κενών ενεργείται δια προαγωγής κατά τα κεκανονισμένα των κεκτημένων τα δια τον ανώτερον βαθμόν απαιτούμενα προσόντα ή δια προσλήψεως. 3.Αι προσλήψεις αι αφορώσαι εις συμπλήρωσιν κενών ή επαύξησιν του καθοριζομένου δια του ανωτέρω άρθρου του Ν.Δ. 3881/58 ορίου ενεργούνται (α) του υπαλληλικού προσωπικού ως και του προσωπικού των διπλωματούχων μέσων Τεχνικών Σχολών κατόπιν διαγωνισμού ή δοκιμασίας, (άρθρ. 32, παρ. 4 του Ν.Δ. 3881/1958), συμφώνως προς τα εκάστοτε καθοριζόμενα δι’ αποφάσεων του Υπουργείου Γεωργίας και (β) του τεχνικού προσωπικού των Συνεργείων (εκτός των μαθητευομένων) και των χειριστών μηχανημάτων υπαίθρου (εκτός βοηθών) κατόπιν πραγματικής δοκιμασίας (Άρθρ. 32 παρ. 4 του Ν.Δ. 3881/1958). 4.Το επιστημονικόν προσωπικόν προσλαμβάνεται βάσει του πτυχίου του άνευ εξετάσεων, εφ’ όσον έχει αποφοιτήσει εκ των Ανωτάτων Σχολών της ημεδαπής ή εξ ισοτίμων προς ταύτας Σχολών της αλλοδαπής. Τα πιστοποιητικά ειδικών σπουδών ή εργασιών, αι σχετικαί δημοσιεύσεις και γενικώς η κτηθείσα παρά του ενδιαφερομένου προς πρόσληψιν πείρα, ως και η γνώσις χρησίμων τη Υπηρεσία ξένων γλωσσών, λαμβάνονται ευνοϊκώς υπ’ όψιν δια την πρόσληψίν του. Γ΄.Όροι εργασίας προσωπικού Τοποθέτησις προσωπικού Άρθρ.9.-Η τοποθέτησις του προσωπικού εις τας Κεντρικάς Διευθύνσεις Υ.Ε.Β. ως και τας Περιφερειακάς Μονάδας ταύτης ενεργείται υπό της Υπηρεσίας κατά τα εκάστοτε παρ’ αυτή ισχύοντα και αναλόγως των αναγκών της και της ειδικότητος του προσλαμβανομένου. Μεταθέσεις ,Αποσπάσεις Άρθρ.10.-1.Άπαν το προσωπικόν υπόκειται εις μεταθέσεις και αποσπάσεις κατόπιν ητιολογημένων εγγράφων διαταγών του Τομεάρχου εντός της περιφερείας του Τομέως του, του Επόπτου εντός της περιφερείας της Εποπτείας του, του Διευθυντού εντός της περιφερείας της Διευθύνσεως και του Προϊσταμένου της Υ.Ε.Β. εντός ολοκλήρου της Χώρας. 2.Το ως άνω αποσπώμενον ή μετατιθέμενον δι’ υπηρεσιακούς λόγους προσωπικόν δικαιούται των οδοιπορικών εξόδων και εκτός έδρας αποζημιώσεις κλπ. των καθοριζομένων υπό των εκάστοτε εκδιδομένων σχετικών υπουργικών αποφάσεων. Εκτός έδρας εργασία Άρθρ.11.-1.Άπαν το προσωπικόν υποχρεούται να εκτελή εργασίαν και εις εκτός έδρας του περιοχάς ή κλιμάκια της Υπηρεσίας, κατόπιν εγγράφου διαταγής του Προϊσταμένου της Μονάδος του. 2.Εις το εξερχόμενον δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας εκτός έδρας προσωπικόν καταβάλλονται οδοιπορικά έξοδα και ημερησία αποζημίωσις εκτός έδρας ως ταύτα καθορίζονται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, εκδιδομένης κατ’ εφαρμογήν του άρθρ. 32 παρ. 5 του Ν.Δ. 3881/ 58. Διάρκεια εργασίας Άρθρ.12.-Η διάρκεια της ημερησίας εργασίας του προσωπικού ορίζεται εις πλήρες οκτάωρον, μη συνυπολογιζομένης της διακοπής ταύτης δια πρόγευμα ή γεύμα, πλην του προσωπικού Γραφείων, όπερ ακολουθεί το ωράριον εργασίας των Δημοσίων υπαλλήλων. (Μετά την σελ. 548,02 (β) Σελ. 548,03 227-035 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 16.Η.β.6 Χρόνος εργασίας Άρθρ.13.-Η εργασία του εργατοτεχνικού προσωπικού, του προσωπικού υπαίθρου και του τοιούτου φυλάξεως, δύναται να παρέχεται καθ’ οιονδήποτε διάστημα του 24ώρου άνευ ιδιαιτέρας προσθέτου αμοιβής, ει μη μόνον εάν αύτη παρέχεται κατά τας ώρας 22 έως 6 πρωϊνήν, ως εν τοις επομένοις ορίζεται. Υπερωρίαι Άρθρ.14.-Το προσωπικόν δύναται, κατόπιν διαταγών της Υπηρεσίας να προσφέρη δίωρον εργασίαν ημερησίως και κατά τα εν τη εργατική νομοθεσία ισχύοντα, πέραν των ωρών εργασίας του, ως και εργασίαν κατά τας ημέρας αργίας, επί νομίμω αμοιβή, ως αύτη καθορίζεται δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, εκδιδομένης συμφώνως των άρθρ. 32 παρ. 5 του Ν.Δ. 3881/58. Ωρολόγιον εργασίας Άρθρ.15.-Άπαν το προσωπικόν υποχρεούται να προσέρχεται τη Υπηρεσία προς ανάληψιν εργασίας και να απέρχεται ταύτης μετά το πέρας της εργασίας του κατά τας κεκανονισμένας ώρας, υπογράφον εις βιβλίον παρουσίας, ή επισημαίνον την ατομικήν του ωρολογιακήν καρτέλλαν ή έτερον οιονδήποτε βεβαιωτικόν καθοριζόμενον υπό της Υπηρεσίας. Δ΄.Δικαιώματα εργαζομένων Αποδοχαί Άρθρ.16.-1.Τα ημερομίσθια ή η μηνιαία αντιμισθία του προσωπικού του διεπομένου υπό του παρόντος (υπαλληλικού, εργατοτεχνικού και του τοιούτου υπαίθρου) ορίζονται εκάστοτε δια κοινών αποφάσεων των Υπουργών Γεωργίας και Οικονομικών, μετά γνώμην του Δ.Σ. του Κ.Τ.Γ.Κ. και Δασών, (παρ.5 του άρθρ. 32 του Ν.Δ. 3881/1958). 2.Αύται καταβάλλονται δεδουλευμέναι την 1ην ή 2αν και 16ην ή 17ην εκάστου μηνός εις την έδραν της οικείας Μονάδος ή εις τον τόπον εργασίας, κατά τας κειμένας διατάξεις, βάσει μισθοδοτικών καταστάσεων συντασσομένων εκ των στοιχείων παρουσίας του προσωπικού. 3.Αδικαιολόγητος απουσία τινός εκ του προσωπικού συνεπάγεται, εκτός της πειθαρχικής διώξεως, και την μη πληρωμήν των αποδοχών της ημέρας της απουσίας. Σελ. 548,04 227-036 Δώρον εορτών Άρθρ.17.-Άπαν το προσωπικόν δικαιούται του επί ταις εορταίς των Χριστουγέννων και Πάσχα καθιερωμένου δώρου, υπό τους όρους και προϋποθέσεις των εκάστοτε εκδιδομένων αποφάσεων των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας. Ειδικαί χορηγήσεις Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τους αυτούς επί της Γεωργίας και Εργασίας Υπουργούς ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Δ/τος. (Αντί της σελ. 548,01(α) Σελ. 548,01(β) 227-033 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 16.Η.β.4-6 ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ του επί σχέσει Ιδιωτικού Δικαίου Προσωπικού της Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων Υπουργείου Γεωργίας. Αντικείμενον Κανονισμού Άρθρ.18.-1.Εις ωρισμένας ειδικότητας προσωπικού συνεργείων και υπαίθρου χορηγούνται, λόγω της φύσεως της εργασίας των, τα κάτωθι είδη: α)650 γραμμάρια γάλακτος ημερησίως εις τους οξυγονοκολλητάς, ηλεκτροσυγκολλητάς, ηλεκτροτεχνίτας συντηρήσεως συσσωρευτών, τεχνίτας βαφείου, αναζωογονήσεως ορυκτελαίων, αναμεταλλώσεων, χυτηρίου και τεχνίτας πέδης. β)Ανά εν ζεύγος χειροκτίων, αντικαθιστάμενον μετά φυσιολογικήν ή δικαιολογημένην φθοράν, εις τους ηλεκτροσυγκολλητάς και το προσωπικόν των γεωτρυπάνων. γ)Ανά εν ζεύγος ελαστικών υποδημάτων, εν κράνος και εν αδιάβροχον, αντικαθιστάμενα ως άνω, εις το προσωπικόν εκάστου γεωτρυπάνου. δ)Ανά εν ζεύγος ειδικών ελαστικών υποδημάτων εις το προσωπικόν των εσκαφέων, εφ’ όσον εργάζεται εις βαλτώδεις εκτάσεις, αντικαθιστάμενον ως άνω. ε)Μια κοινή θερμάστρα εις έκαστον φορητόν οικίσκον άνευ δαπάνης της Υπηρεσίας δια την λειτουργίαν ταύτης. 2.Δια την διαμονήν του προσωπικού υπαίθρου, του εργαζομένου εις απόστασιν μεγαλυτέραν των 3 χιλιομέτρων εκ κατωκημένων τόπων, η υπηρεσία διαθέτει εις εκάστην ομάδα μηχανημάτων εργασίας υπαίθρου ή κατά γεωτρύπανον φορητούς οικίσκους, συνολικού αριθμού κλινών τουλάχιστον ίσου προς τον αριθμόν του προσωπικού της Ομάδος ή του γεωτρυπάνου. Προαγωγαί Άρθρ.19.-1.Η μισθολογική ή βαθμολογική προώθησις του προσωπικού του διεπομένου υπό του παρόντος Κανονισμού ενεργείται κατά τα καθοριζόμενα εκάστοτε υπό κοινών Υπουργικών αποφάσεων εκδιδομένων συμφώνως τω άρθρ. 32 παρ. 5 του Ν.Δ. 3881/58. 16.Η.β.6 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων Ηθικαί αμοιβαί Άρθρ.20.-Εις υπαλλήλους και εργατοτεχνίτας, προσενεγκόντας σημαντικάς υπηρεσίας και διακριθέντας ή δι’ εξαιρετικήν επίδοσιν εις τα έργα των ή δια την υπό δυσχερείς συνθήκας εκπλήρωσιν των καθηκόντων των ή δια σοβαράς επιστημονικάς εργασίας ή δημοσιεύσεις αυτών, δύναται, κατόπιν εκθέσεων του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Εγγείων Βελτιώσεων, να απονέμωνται δι’ αποφάσεως του Υπουργού εαυρέσκειαι ή έπαινοι, καταχωρούμεναι εν τω φακέλλω των υπαλλήλων και ανακοινούμεναι δι’ εγκυκλίου προς άπαν το προσωπικόν. Αι ηθικαί αύται αμοιβαί, αποτελούσαι επί πλέον στοιχείον δια τους κατόχους τούτων, λαμβάνονται υπ’ όψει κατά την κρίσιν των υπαλλήλων δια την βαθμολογικήν ή μισθολογικήν προώθησιν αυτών. Άδειαι Άρθρ.21.-1.Άπαν το προσωπικόν, το διεπόμενον υπό του παρόντος, δικαιούται κατ’ έτος κανονικής αδείας μετ’ αποδοχών, βάσει των διατάξεων του Νόμ. 539/45, ως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη υπό του Ν.Δ. 3755/1957 και κατόπιν εγγράφου αιτήσεώς του. 2.Ο Προϊστάμενος εκάστης Μονάδος δύναται δια σημειώματός του να χορηγή ολιγοώρους αδείας εις το προσωπικόν, προς εξυπηρέτησιν επειγούσης φύσεως ατομικών του αναγκών και το συχνότερον άπαξ της εβδομάδος. Η άδεια αυτή χορηγείται μετ’ αποδοχών, όταν η διάρκειά της είναι μέχρι 2 ωρών και άνευ αποδοχών όταν η διάρκεια της είναι μεγαλυτέρα των 2 ωρών. 3.Εις το δια σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικόν, το συμπληρώσαν ενός έτους συνεχή υπηρεσίαν, δύναται να χορηγείται τη αιτήσει του κατ’ έτος άδεια άνευ αποδοχών μέχρι 15 ημερών δι’ αποχρώντας λόγους, εκτιμωμένους παρά της Υπηρεσίας, επί τη βάσει προσκομιζομένων άμα τη υποβολή της αιτήσεως δικαιολογητικών. Φαρμακευτικά είδη Άρθρ.22.-Η Υπηρεσία διατηρεί πρόχειρον φαρμακείον εις τους τόπους εργασίας, περιέχον ιώδιον, οξυζενέ, βάμβακα, επιδέσμους κλπ. Τα φαρμακευτικά είδη αγοράζονται δαπάναις της Υπηρεσίας και διατηρούνται υπ’ ευθύνη του προσωπικού. Ασθένειαι Άρθρ.23.-1.Το προσωπικόν δικαιούται ν’ απόσχη των εργασιών του λόγω ασθενείας, συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρ. 657 και 658 του Αστικού Κώδικος. Η ασθένεια πιστοποιείται δι’ ιατρικής γνωματεύσεως του αρμοδίου Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α., εν ελλείψει δε Ι.Κ.Α. υπό ιατρού δημοσίου υπαλλήλου και εν ελλείψει και τοιούτου υπό ιδιώτου ιατρού. 2.Οι ασθενούντες υποχρεούνται όπως ειδοποιούν την Υπηρεσίαν περί της ασθενείας και τόπου διαμονής των εντός 48ώρου από της ασθενείας των, η μη ειδοποίησις δε της Υπηρεσίας δύναται να συνεπάγεται την πειθαρχικήν δίωξιν των ενδιαφερομένων. 3.Εάν η Υπηρεσία ήθελε διαπιστώσει δι’ οργάνων της ότι ο απουσιάζων με το δικαιολογητικόν της ασθενείας εργάζεται παρ’ ετέρω εργοδότη, προβαίνει εις την απόλυσιν τούτου. 4.Οι τυχόν παθόντες αποδεδειγμένων εν τη Υπηρεσία δύνανται να χρησιμοποιώνται εις ελαφράς εργασίας, μετατασσόμενοι δι’ αποφάσεως του Προϊσταμένου της Υ.Ε.Β. εις την αντίστοιχον προς την προσφερομένην εργασίαν ειδικότητα. Εις τους ούτω μετατασσομένους θα καταβάλλωνται εφεξής αι αντιστοιχούσαι εις την ειδικότητα εις ην μετετάγησαν αποδοχαί. Ψυχαγωγία Άρθρ.24.-1.Το προσωπικόν δύναται, τη εγκρίσει του Προϊσταμένου της Υ.Ε.Β., να οργανώνη δις του έτους κατά τας αργίας, ψυχαγωγικάς εκδρομάς δι’ οχημάτων της Υπηρεσίας, εφ’ όσον τούτο επιτρέπεται υπό των κειμένων διατάξεων, και αφού καταβάλη τας δαπάνας καυσίμων και οδηγού. 2.Επίσης το προσωπικόν δύναται τη εγκρίσει της οικείας Μονάδος, να οργανώνη διαλέξεις ή συσκέψεις επί επαγγελματικών θεμάτων, εις χώρους των εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας και εις ώρας ή ημέρας μη εργασίμους. Μετεκπαίδευσις Άρθρ.25.-1.Η Υπηρεσία μεριμνά δια την εκπαίδευσιν του πάσης φύσεως προσωπικού της δι’ οργανώσεως διαλέξεων, χορηγήσεως εντύπων οδηγιών, οργανώσεως εκπαιδευτικών εκδρομών, προσωρινής αποσπάσεως εις άλλα κλιμάκιά της κλπ. 2.Ομοίως η Υπηρεσία δύναται να εκπαιδεύση το προσωπικόν της δια της αποστολής τούτου δαπάναις της εις την αλλοδαπήν, εφ’ όσον υπάρχει προς τούτο δυνατότης, ή δια της χορηγήσεως εκπαιδευτικών άνευ αποδοχών αδειών εις τους επιθυμούντας να παρακολουθήσουν εις την ημεδαπήν ή αλλοδαπήν και ιδίαις αυτών δαπάναις ανωτέρας σπουδάς σχετικάς με την ειδικότητά των, εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν και δεν αντίκειται εις ετέρας διατάξεις. 3.Ο επανελθών εξ εκπαιδευτικής αδείας υποχρεούται να υποβάλη αποδείξεις και έκθεσιν επί των σπουδών του και να υπηρετήση επί 3ετίαν τη Υπηρεσία, εφ’ όσον η εκπαίδευ-σις εγένετο δαπάναις της Υπηρεσίας ή δια (Μετά την σελ. 548,04) Σελ. 548,05 227-37 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 16.Η.β.6 κανονικής καταβολής των αποδοχών του ενδιαφερομένου, εκτός αν άλλως ορίζουν αι κείμεναι διατάξεις. Παράπονα Άρθρ.26.-Άπαν το προσωπικόν δύναται να παρουσιασθή ιεραρχικώς εις τους Προϊσταμένους του δι’ ανάπτυξιν οιουδήποτε ατομικού του παραπόνου ή ετέρου θέματος άπαξ της εβδομάδος και εις ώραν καθορισθησομένην υπό τούτων. Ε΄.ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΕΙΣ Υποχρεώσεις εργαζομένων Άρθρ.27.-1.Το προσωπικόν υποχρεούται: α)Να προσέρχεται ανελλιπώς εις την εργασίαν του και να μη απουσιάζει ταύτης αδικαιολογήτως. β)Να προσέρχεται εις την εργασίαν του και να απέρχεται ταύτης κατά τας κεκανονισμένας ώρας. Δια πάσαν καθυστέρησιν πλέον των 10 καθ’ εκάστην και μέχρι 2 ημερών κατά το 15θήμερον δέον να δικαιολογήται προφορικώς εις την Υπηρεσίαν. Δια καθυστέρησιν πλέον των δύο ημερών ασκείται πειθαρχική δίωξις κατά τα κεκανονισμένα υπό της προϊσταμένης Υπηρεσίας του υπαλλήλου. γ)Να επιδεικνύη ζήλον και προθυμίαν περί την εκτέλεσιν των καθηκόντων του, υπακοήν εις τους ανωτέρους του, προσηνή και κοσμίαν συμπεριφοράν εις τους ίσους και κατωτέρους του, σεβασμόν και ευγένειαν εις πάντα τρίτον. δ)Να εξυπηρετή προθύμως και ταχέως τους πολίτας. ε)Να διαφυλάττη τα μυστικά της Υπηρεσίας, η κοινολόγησις των οποίων ήθελε παραβλάψη τα συμφέροντα ταύτης. ς)Να επιδεικνύη το απαιτούμενον ενδιαφέρον εις την εκτέλεσιν της εργασίας του, μη επιτρεπομένης εν ουδεμιά περιπτώσει μειωμένης αποδόσεως πέραν της συνήθους τοιαύτης. ζ)Να μη παραβιάζη την χορηγουμένην εκάστοτε κανονικήν ή αναρρωτικήν άδειαν. η)Να τηρή απόλυτον καθαριότητα εις τον τόπον εργασίας, τους κοινοχρήστους χώρους και τα χρησιμοποιούμενα υλικά της Υπηρεσίας. θ)Να υποβάληται προθύμως εις σωματικήν έρευναν οσάκις ή Υπηρεσία απαιτεί τούτο, ήτις δέον να ενεργήται μετά λεπτότητος, να είναι γενική κατά τμήματα και εν γένει να μη προσβάλλη την προσωπικότητα του ερευνουμένου. 2.Το προσωπικόν χειρισμού μηχανημάτων γενικώς οφείλει: Σελ. 548,06 227-038 α)Να φροντίζη δια την εντός των εργασίμων ωρών καλήν και ασφαλή λειτουργίαν, λίπανσιν και συντήρησιν του μηχανήματος το οποίον χειρίζεται. β)Να ειδοποιή αμέσως τους προϊσταμένους του δια πάσαν βλάβην του μηχανήματός του ή ανωμαλίαν εις την εργασίαν του. γ)Να επανατοποθετή εις την θέσιν του τα χρησιμοποιούμενα εργαλεία μετά το πέρας της εργασίας του και να συγκεντρώνη παν υλικόν ή υποπροϊόν της εργασίας του και να τοποθετή τούτο εις τους ειδικούς προς τούτο χώρους, ον υπεύθυνον δια πάσαν απώλειαν ή αδικαιολόγητον φθοράν υλικού. δ)Να μη θέτη εις κίνησιν μηχάνημα του οποίου δεν είναι υπεύθυνος χειριστής, εκτός εάν διαταχθή προς τούτο υπό του αμέσως προϊσταμένου του, οπότε εν περιπτώσει ζημίας θα ευθύνεται ο διατάσσων. ε)Να μη επιτρέπη εις συναδέλφους του αναρμοδίους ή εις ξένα προς την υπηρεσίαν πρόσωπα να πλησιάζουν προς τα εν στάσει ή εν κινήσει μηχανήματα, ή να χειρίζωνται ταύτα ή να επιβαίνουν τούτων (οχήματα πάσης φύσεως) εκτός εάν δια την τελευταίαν ταύτην περίπτωσιν διατάσσεται τούτο παρά της Υπηρεσίας. ς)Να εφαρμόζουν γενικώς τους κανονισμούς ασφαλείας ως προς την λειτουργίαν των μηχανημάτων και να λαμβάνουν γενικώς παν ενδεικνυόμενον μέτρον δια την πρόσληψιν δυστυχημάτων, πυρκαϊάς κλπ. 3.Ειδικώτερον το προσωπικόν χειρισμού μηχανημάτων υπαίθρου και οι οδηγοί αυτοκινήτων και χειρισταί γερανών και γεωτρυπάνων, οφείλουν να τηρούν πιστώς και απαρεγκλήτως τας γραπτάς και προφορικάς διαταγάς και οδηγίας της Υπηρεσίας και τους εσωτερικούς κανονισμούς αυτής, ως προς την οργάνωσιν και εκτέλεσιν των διαφόρων εργασιών υπαίθρου, την λειτουργίαν και καλήν συντήρησιν και καθαριότητα των μηχανημάτων, θεωρούμενοι υπεύθυνοι δια πάσαν πρόωρον ή μη φυσιολογικήν φθοράν τούτων. 4.Το προσωπικόν συνεργείων υποχρεούται εις την επιμελημένην και αρτίαν επισκευήν παντός μηχανήματος ή εξαρτήματος τούτου, ον υπεύθυνον δια πάσαν ζημίαν προερχομένην από πλημμελή επισκευήν. 16.Η.β.2 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 5.Το διοικητικόν προσωπικόν οφείλει όπως εγκαίρως και μετά της απαιτουμένης προσοχής διεκπεραιοί πάσαν εκ της θέσεως και ειδικότητός του πηγάζουσαν ή ανατιθεμένην αυτώ εργασίαν, ον υπεύθυνον δια τυχόν καθυστέρησιν ή πλημμελή εκτέλεσιν ταύτης.Επίσης είναι υπεύθυνον δια την καλήν και επιμελημένην τήρησιν του αρχείου των θεμάτων τα οποία χειρίζεται. 6.Το διαχειριστικόν προσωπικόν οφείλει να εκτελή πάσαν διαχεριστικήν εργασίαν μετά σχολαστικότητος, ως προς την τήρησιν των λογιστικών διατάξεων, και ταχύτητος ως προς την αποπεράτωσίν της, ον υπεύθυνον δια πάσαν καθυστέρησιν και ηθελημένην ή αθέλητον ανωμαλίαν. 7.Άπαν το προσωπικόν οφείλει να εκτελή πιστώς και προθύμως πάσαν γραπτήν και προφορικήν διαταγήν των Προϊσταμένων του, άνευ σχολίων και υπεκφυγών, μη επιτρεπομένης εν ουδεμιά περιπτώσει αρνήσεως ως προς την εκτέλεσιν διαταγής εντός του κύκλου της εργασίας και ειδικότητος αυτού και εφ’ όσον δεν υφίσταται κίνδυνος δια την προσωπικήν του ασφάλειαν. 8.Γενικώς έκαστος φέρει ακεραίαν την ευθύνην των πράξεων και ενεργειών του. Οι λογιστικοί και διοικητικοί υπάλληλοι μονογράφοντες τας συντασσομένας υπ’ αυτών καταστάσεις και έγγραφα, φέρουν την ευθύνην της ορθότητος τούτων. Απαγορεύσεις Άρθρ.1.-Ο παρών κανονισμός αφορά μόνον εις το υπαλληλικόν και εργατοτεχνικόν προσωπικόν το συνδεόμενον μετά της Υπηρεσίας δια σχέσεως εργασίας ιδιωτικού δικαίου και υπέχον απάσας τας ευθύνας και υποχρεώσεις των δημοσίων υπαλλήλων, συμφώνως προς την παρ. 6 του άρθρ. 32 του Ν.Δ. 3881/58. Διάκρισις προσωπικού Άρθρ.28.-Απαγορεύονται εις το προσωπικόν: α)Αι πολιτικαί συζητήσεις, ή ανάγνωσις εφημερίδων και η προπαγάνδα οιασδήποτε φύσεως εντός των χώρων της Υπηρεσίας ή της εργασίας υπαίθρου. β)Η εισαγωγή και διανομή εντύπων οιουδήποτε περιεχομένου, πλην των ανακοινώσεων και εντύπων των νομίμων Συνδικαλιστικών Οργανώσεων των εργαζομένων, ως και η ανάρτησις εντύπων ή εικόνων επί των τοίχων, ή η επικόλλησις αυτών επί των κτιριακών εγκαταστάσεων και μηχανημάτων της Υπηρεσίας ή η απεικόνισις προσώπων ή αντικειμένων, και πάσα επ’ αυτών αναγραφή. γ)Αι μεταξύ τών εργαζομένων συζητήσεις, φωνασκίαι, φιλονικείαι και ανταλλαγή αντεγκλίσεων και ύβρεων εν ώρα εργασίας. δ)Η λήψις φαγητού εκτός της κεκανονισμένης ώρας και εις τόπους εργασίας απαγορευομένους υπό της Υπηρεσίας. ε)Το κάπνισμα εις χώρους ένθα απαγορεύεται τούτο λόγω της φύσεως των διαφυλαττομένων υλικών. ς)Η απόρριψις επί του δαπέδου των γραφείων και χώρων εργασίας απορριμάτων και εν γένει η ρύπανσις των χώρων της Υπηρεσίας. ζ)Η άσκοπος μετάβασις από γραφείου εις γραφείον και από συνεργείου εις συνεργείον, ως και η παραμονή εις τους διαδρόμους των γραφείων ή εις χώρους των εγκαταστάσεων εν ώρα εργασίας άνευ αποχρώντος λόγου. η)Η άνευ υπηρεσιακού λόγου ή ανάγκης παραμονή εις τους χώρους εργασίας της Υπηρεσίας φιλικών ή συγγενικών προσώπων των εργαζομένων, ως και η επιβίβασις αυτών επί αυτοκινήτων ή μηχανημάτων της Υπηρεσίας. θ)Η άνευ αδείας παραλαβή και χρησιμοποίησις εργαλείων απουσιάζοντος συναδέλφου, ως και η παραλαβή εργαλείων δι’ ατομικήν χρήσιν. ι)Η αδικαιολόγητος φθορά παντός περιουσιακού στοιχείου της Υπηρεσίας. ια)Η άνευ ειδικής εντολής ή εγκρίσεως της Υπηρεσίας παραμονή του προσωπικού εντός των χώρων αυτής μετά την λήξιν της εργασίας. ιβ)Η έξοδος εκ της Υπηρεσίας εν ώρα εργασίας άνευ αδείας του Προϊσταμένου ταύτης. ιγ)Η είσπραξις χρηματικών ποσών υπό μορφήν εράνων κλπ. πλην της εισπράξεως των συνδικαλιστικών συνδρομών ιδία των μερίμνη και εκτός του χώρου πληρωμής, ως και η διενέργεια τυχερών παιχνιδίων. ιδ)Η μετάδοσις αναρμοδίως πάσης πληροφορίας επί των περιουσιακών στοιχείων της Υπηρεσίας εις πάντα τρίτον, άνευ σχετικής εξουσιοδοτήσεως της Υπηρεσίας. ιε)Η κρυφία ή αυθαίρετος κίνησις αυτοκινήτων μηχανημάτων της Υπηρεσίας. ις)Η αποδοχή χρημάτων ή άλλων αγαθών υπό μορφήν δώρου παντός τρίτου ελευθέρως προσφερομένων. ιζ)Η λαθραία εξαγωγή παντός περιουσιακού στοιχείου Υπηρεσίας. ιη)Ο άμεσος ή έμμεσος εκβιασμός παντός πελάτου δι’ εκτέλεσιν απαιτουμένης εργασίας ή η δωροληψία δια την εκτέλεσιν ταύτης. ιθ)Η κατά παράβασιν των κανόνων της κοινωνίας συμπεριφορά και διαβίωσις εντός και εκτός του χώρου της Υπηρεσίας. κ)Η εν ώρα εργασίας και δια μέσων της Υπηρεσίας εκτέλεσις ατομικής εργασίας, ή δια λογαριασμόν τρίτων άνευ εγκρίσεως της Υπηρεσίας. Φθοραί υλικού Άρθρ.29.-Πάσα αντικανονική φθορά ή ζημία επηρεάζουσα την κανονικήν λειτουργίαν του μηχανήματος, ή τοιαύτη οιουδήποτε άλλου υλικού της Υπηρεσίας, αναφέρεται αμέσως εις αυτήν υπό του αρμοδίου επικεφαλής Τμήματος, Γραφείου, Συνεργείου ή Ομάδος, συντασσομένου προς τούτο και σχετικού Δελτίου. Η δαπάνη της επισκευής βαρύνει την Υπηρεσίαν μεν, εάν η φθορά είναι φυσιολογική, κατόπιν γνω(Μετά την σελ. 548,06) Σελ. 548,07 227-039 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 16.Η.β.6 ματεύσεως Επιτροπής συνιστωμένης προς τούτο υπό της προϊσταμένης αρχής, τον υπεύθυνον δε εάν οφείλεται αύτη εις υπαιτιότητά του, αποδεικνυομένην διοικητικώς κατόπιν γνωματεύσεως της αυτής ως ανωτέρω Επιτροπής. Η αξία ταύτης εν τοιαύτη περιπτώσει καταλογίζεται εις το ακέραιον ή εις ποσοστόν κατά την εκτίμησιν της αυτής Επιτροπής εις βάρος του υπαιτίου δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας και εισπράττεται εκ των αποδοχών του εφ’ άπαξ ή κατά δόσεις, αναλόγως του ύψους της, ή δια βεβαιώσεως εις το Δημόσιον Ταμείον, προς αναγκαστικήν είσπραξιν κατά τας διατάξεις του Νόμου "περί εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων". Απώλειαι υλικού Άρθρ.30.-1.Πάσα απώλεια υλικού αναφέρεται πάραυτα υπό του απωλέσαντος εις τον επικεφαλής του Τμήματος ή Ομάδα του και υπό τούτου εις την προϊσταμένην του Υπηρεσίαν, ήτις και επιλαμβάνεται διοικητικής ερεύνης. Εφ’ όσον εκ ταύτης προκύψει ότι απωλεσθέν υλικόν εκλάπη υπό τρίτου, υποβάλλεται μήνυσις κατ’ αγνώστου και συντάσσεται Δελτίον Απωλείας δια την διαγραφήν του υλικού και εφοδιασμόν δια νέου κατά τα εν τη Υπηρεσία ισχύοντα. 2.Η Υπηρεσία δύναται να ζητήση και διοικητικήν ευθύνην από τον χρεωμένον με το υλικόν προσωπικόν, δια τούτο είναι υποχρεωμένον να καταβάλη πάσαν δυνατήν προσπάθειαν δια την καλήν και ασφαλή φύλαξίν του. Εφ’ όσον ήθελε προκύψει τοιαύτη ευθύνη εκ της ερεύνης, καταλογίζεται εις βάρος του προσωπικού ή υπό της οικείας Επιτροπής της Μονάδος αποτιμωμένη αξία του απωλεσθέντος τη αμελεία του υλικού εις το ακέραιον ή εις ποσοστόν αναλόγως της καταστάσεως εις ην ευρίσκεται τούτο και της αξίας του κατά τον χρόνον της απωλείας του, ήτις και εισπράττεται εκ των αποδοχών του κατά τα εν άρθρ. 29 οριζόμενα. Καθυστέρησις εργασίας Άρθρ.31.-Πάσα επί πλέον του κεκανονισμένου χρόνου καθυστέρησις εκτελέσεως εργασίας, οφειλομένη εις υπαιτιότητα του εργαζομένου, αποδεικνυομένη διοικητικώς, καταλογίζεται εις βάρος του υπευθύνου και εισπράττεται εκ των αποδοχών κατά τα εις το προηγούμενον άρθρον καθοριζόμενα. ΣΤ΄.ΠΟΙΝΑΙ Ποινολόγιον Άρθρ.32-1.Εις περίπτωσιν παραβάσεως των εν τοις άρθρ. 27, 28, 29, 30 και 31 θεσπιζομένων, η Υπηρεσία δύναται να επιβάλη τας κατωτέρω ποινάς: α)Παρατήρησιν προφορικήν ή έγγραφον. β)Επίπληξιν. Σελ. 548,08 227-040 γ)Πρόστιμον μέχρι ποσοστού 25% επί του μισθού του αντιστοιχούντος εις μίαν ημέραν ή ημερομισθίου μιας ημέρας του μισθωτού. δ)Αργίαν μιας έως οκτώ ημερών εντός του αυτού έτους. 2.Εκ των ως άνω ποινών αι υπ’ αριθ. (α-γ) δύνανται να επιβληθούν υπό του Προϊσταμένου του Τομέως και του τοιούτου της Εποπτείας και άπασαι υπό των οικείων Διευθυντών των Περιφερειακών Διευθύνσεων. Επίσης ο Προϊστάμενος της Υ.Ε.Β. επιβάλλει απάσας τας ανωτέρω ποινάς εις το προσωπικόν της Κεντρικής και Περιφερειακής Υπηρεσίας Ε.Β. 3.Αι παραβάσεις του άρθρ. 27 ως και αι τοιαύται των περιπτ. (α-ις) του άρθρ. 28 συνεπάγονται την επιβολήν μιας εκ των ποινών παρατηρήσεως μέχρι και αργίας κατά την κρίσιν του έχοντος δικαίωμα προς τιμωρίαν. 4.Η πειθαρχική δίωξις δια παραπτώματα συνεπαγόμενα την επιβολήν των υπό του παρόντος άρθρου προβλεπομένων ποινών, πλην της παραιτήσεως, άρχεται δια της κλήσεως εις απολογίαν ή δια της διαταγής προς ενέργειαν ανακρίσεως. Εν τη εκτιμήσει της βαρύτητος του πειθαρχικού παραπτώματος και τη επιμετρήσει της ποινής, λαμβάνεται κυρίως υπ’ όψιν το είδος, η βαρύτης και ο τρόπος διαπράξεως του αδικήματος, η επενεχθείσα ή απειληθείσα ως προς τα συμφέροντα του Δημοσίου ζημία, η προγενεστέρα συμπεριφορά του υπαλλήλου και ιδία εάν ούτος υποπίπτη συχνά εις πειθαρχικά παραπτώματα, ως και άλλα περιστατικά και ελαφρυντικά. 5.Το αντίτιμον των κατά τ’ ανωτέρω επιβαλλομένων προστίμων κατατίθεται εις την Τράπεζαν της Ελλάδος και δια λογ/σμόν της Εργατικής Εστίας ή όπου Νόμω ορίζεται. 16.Η.β.6 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων Απολύσεις Άρθρ.33.-1.Οι παραβάται των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, εξαντλούντες εντός του έτους τας υπ’ αυτού προβλεπομένας ποινάς και εκ συστήματος εξακολουθούντες τας παραβάσεις, απολύονται της Υπηρεσίας. 2.Η άρνησις εκτελέσεως προφορικής ή γραπτής διαταγής της Υπηρεσίας, σχετικώς με την εκτέλεσιν εργασίας της ειδικότητός του ή ετέρας παρεμφερούς τοιαύτης κατά τας ανάγκας της Υπηρεσίας, ή η άρνησις εκτελέσεως διαταγής μετακινήσεώς του δι’ εκτέλεσιν υπηρεσίας ή διαταγής μεταθέσεώς του λόγω υπηρεσιακών αναγκών, συνεπάγεται την λύσιν, υπαιτιότητι του μισθωτού, της μετά της Υπηρεσίας συμβάσεως εργασίας του. 3.Εφ’ όσον η αξία των υπαιτιότητι του εργαζομένου προκαλουμένων φθορών μηχανημάτων, καθυστερήσεων εργασίας ή απωλειών υλικών, υπερβαίνει κατ’ έτος το ποσόν των 10.000 δραχμών επιβάλλονται εις βάρος τούτου, εκτός των εν άρθρ. 29, 30, 31 προβλεπομένων καταλογισμών και η οριστική απόλυσις εκ της Υπηρεσίας. 4.Αυθαίρετος απουσία, συνεχιζομένη πέραν των δέκα πέντε συνεχών ημερών, συνεπάγεται την απόλυσιν του απουσιάζοντος εκ της Υπηρεσίας. 5.Αι παραβάσεις των περιπτ. ιζ, ιη και ιθ του άρθρ. 28 αντιμετωπίζονται ομοίως δι’ απολύσεως εκ της Υπηρεσίας. 6.Οι μαθητευόμενοι συνεργείου, μη προαγόμενοι άμα τη αποφοιτήσει των εκ των κατωτέρων Τεχνικών Σχολών, εις τον βαθμόν του βοηθού τεχνίτου, ελλείψει κενής θέσεως ή λόγω ακαταλληλότητος των δια ταύτην, απολύονται της Υπηρεσίας, επί τω σκοπώ της εκπαιδεύσεως ετέρων μαθητευομένων και διαδόσεως ούτω των τεχνικών γνώσεων. 7.Ωσαύτως οι μαθητευόμενοι απολύονται της Υπηρεσίας και εις την περίπτωσιν μη προβιβασμού των, εν τη εν η μαθητεύουσι Σχολή, από της μιας τάξεως εις την αμέσως επομένην.Προς τούτο υποχρεούνται ούτοι όπως, επί ποινή μη διατηρήσεως των εν τη Υπηρεσία, προσκομίζουσι κατά την έναρξιν του σχολικού έτους βεβαίωσιν περί της προαγωγής των εις την επομένην τάξιν. 8.Οι βοηθοί οδηγών ελκυστήρων, άμα τη συμπληρώσει του 18ου έτους της ηλικίας των και ενός έτους υπηρεσίας, ή του 19ου έτους της ηλικίας των ασχέτως χρόνου υπηρεσίας, μη προαγόμενοι εις δοκίμους οδηγούς ελκυστήρων λόγω ακαταλληλότητός των, απολύονται της Υπηρεσίας ως ανεπίδεκτοι περαιτέρω εξελίξεως. Εφ’ όσον όμως η μη προαγωγή των οφείλεται εις έλλειψιν κενής οργανικής θέσεως, οι ανωτέρω δύνανται να παραμείνουν εις την Υπηρεσίαν με τον βαθμόν ον έχουν, μέχρι κενώσεως αντιστοίχου θέσεως προς τακτοποίησίν των. 9.Εις περίπτωσιν αρνήσεως παραλαβής υπό του απολυομένου του εγγράφου της απολύσεώς του, τούτο τοιχοκολλάται εις πινάκιον της Υπηρεσίας, συντασσομένου αποδεικτικού τοιχοκολλήσεως ενώπιον δύο μαρτύρων. Εις περίπτωσιν αρνήσεως παραλαβής της λόγω απολύσεως δικαιουμένης αποζημιώσεως υπό του απολυομένου, αύτη κατατίθεται επ’ ονόματι τούτου εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων. 10.Ως ανώτατον όριον ηλικίας δια την παραμονήν εν τη Υπηρεσία του πάσης φύσεως προσωπικού της ΥΕΒ του διεπομένου υπό του παρόντος, ορίζεται δια το μεν άρρεν το 65ον δια το θήλυ το 60ον. Άμα τη συμπληρώσει του ως άνω ορίου απολύονται της Υπηρεσίας. Εις όλως εξαιρετικάς περιπτώσεις εκτιμωμένας παρά του Προϊσταμένου της Υ.Ε.Β. δύναται δι’ αποφάσεως αυτού να παραταθή η παραμονή εν τη Υπηρεσία επί εν εισέτι έτος κατ’ ανώτατον όριον από της συμπληρώσεως του 65ου έτους επί ανδρών και του 60ού επί γυναικών. 11.Κατά τας απολύσεις λαμβάνονται υπ’ όψει αι εκάστοτε ισχύουσαι σχετικαί περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας διατάξεις. 12.Δια την καταβολήν αποζημιώσεως εις τους δικαιουμένους ταύτης εκ των απολυομένων, εφαρμόζονται αι διατάξεις του Α.Ν. 913/1949. Ζ΄.Ατομικοί Φάκελλοι–Κρατήσεις–Ισχύς Κανονισμού Ατομικοί φάκελλοι Άρθρ.34.-1.Δι’ άπαν το προσωπικόν τηρούνται ατομικοί φάκελλοι, οίτινες είναι εμπιστευτικοί. Εις τούτους φυλάσσονται τα φύλλα ποιότητος εκάστου εκ του προσωπικού, ως και παν σχετικόν με την ικανότητα, αποδοτικότητα και διαγωγήν του έγγραφον. 2.Κατά τον μήνα Φεβρουάριον εκάστου έτους υποβάλλεται προς την Δ/νσιν Διοικητικών και Οικονομικών Υποθέσεων Φύλλον Ποιότητος του λήξαντος ημερολογιακού έτους ενός εκάστου των υπηρετούντων μισθωτών, περί ων τηρείται ατομικός φάκελλος. 3.Τα φύλλα ποιότητος συντάσσονται μετά ητιολογημένην κρίσιν επί των γνώσεων, της ειδικότητος, της επιμελείας, του ζήλου, της δραστηριότητος, της αφοσιώσεως εις το καθήκον, της ευσυνειδησίας και επαρκείας εν τη εκτελέσει της υπηρεσίας, του ήθους και της συμπεριφοράς του υπαλλήλου εν γένει προς τρίτους και προς το κοινόν ως ακολούθως: Του μεν προσωπικού της Κεντρικής Υπηρεσίας Υ.Ε.Β. παρά των οικείων Τμηματαρχών και Διευθυντών των Δ/νσεων ταύτης, του τοιούτου της Περιφερειακής Υπηρεσίας Ε.Β. (Μετά την σελ. 548,08) Σελ. 548,09 227-041 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων 16.Η.β.6 παρά των οικείων Προϊσταμένων των Περιφερειακών Διοικητικών Μονάδων, θεωρούμενα και παρά των οικείων Προϊσταμένων των Περιφερειακών Δ/νσεων Υ.Ε.Β. 3.Τα φύλλα ταύτα, όντα εμπιστευτικά, φυλάσσονται εντός του ατομικού φακέλλου εκάστου μισθωτού μερίμνη του Δ/ντού της Δ/νσεως Διοικητικών και Οικονομικών Υποθέσεων, χρησιμοποιούμενα μόνον προς διαπίστωσιν της ευδοκίμου υπηρεσίας του μισθωτού. Κρατήσεις Άρθρ.35.-Επί των αποδοχών του προσωπικού δεν επιτρέπονται κρατήσεις ει μη μόνον: α)Δια προκαταβολάς έναντι αποδοχών. β)Δια καταβολάς εις διάφορα Ταμεία εις α συμμετέχει ο εργαζόμενος ή εκ κειμένης διατάξεως Νόμου. Η εισφορά, κράτησις κλπ. είναι υποχρεωτική δια τον μισθωτόν. γ)Δι’ αξίαν επιβαλλομένων εις βάρος του χρηματικών προστίμων. δ)Δι’ αξίαν καταλογιζομένων εις βάρος του χρηματικών ποσών κατά τα εν άρθρ. 29, 30 και 31 οριζόμενα. Αποδοχή κανονισμού Άρθρ.36.-1.Άπαν το υπηρετούν ήδη προσωπικόν, ως και πας νεοπροσλαμβανόμενος εις την Υπηρεσίαν, υποχρεούται εις την υπογραφήν υπευθύνου δηλώσεως, ότι έλαβε γνώσιν του περιεχομένου του παρόντος Κανονισμού, τον οποίον και αποδέχεται. 2.Η κατάθεσις της υπευθύνου ταύτης δηλώσεως δέον όπως γίνη εις τας οικείας Μονάδας της ΥΕΒ εντός 15 ημερών από της γνωστοποιήσεως του παρόντος εις το προσωπικόν, γενησομένην δι’ αναγνώσεως και αναλύσεως του περιεχομένου του και τοιχοκολλήσεως του εις το εν τοις Γραφείοις εκάστης Μονάδος της ΥΕΒ Πινάκιον. 3.Πας εκ του υπηρετούντος προσωπικού και πας εφεξής προσλαμβανόμενος μη αποδεχόμενος τους όρους του παρόντος κανονισμού απολύεται της Υπηρεσίας, επί τη καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως. Απολύεται επίσης της Υπηρεσίας επί τη καταβολή της νομίμου αποζημιώσεως και ο εν στρατεύσει διατελών και επανερχόμενος μετά την αποστράτευσίν του εις την Υπηρεσίαν δι’ ανάληψιν εργασίας, εφ’ όσον δεν αποδεχθή τους όρους του παρόντος κανονισμού. Σελ. 548,10 227-042 16.Η.β.6 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων Άρθρ.2.-1.Το προσωπικόν του άρθρ. 1, από απόψεως είδους προσφερομένης εργασίας, διακρίνεται εις: α)Υπαλληλικόν προσωπικόν (γραφείων, αποθηκών, συνεργείων). β)Εργατοτεχνικόν και υπηρετικόν προσωπικόν (τεχνίται πάσης φύσεως, εργάται αποθηκών και εγκαταστάσεων, κλητήρες, φύλακες) και γ)Προσωπικόν υπαίθρου (χειρισταί μηχανημάτων και βοηθοί αυτών, αρχιχειρισταί, αρχιοδηγοί, αρχιγεωτρυπανισταί, επιστάται, εργοδηγοί, εργατοτεχνίται, εργάται γεωτρυπάνων κλπ.). 2.Το ως άνω προσωπικόν από απόψεως σχέσεως εργασίας διακρίνεται εις: α)Επί συμβάσει εργασίας αορίστου χρονικής διαρκείας. β)Επί συμβάσει ωρισμένης χρονικής διαρκείας δυναμένη να αναθεωρηθή ή να καταγγελθή και ενωρίτερον υπό του εργοδότου ή και να μετατραπή εις αορίστου χρόνου διαρκείας τοιαύτην και γ)Ημερομίσθιον προσωπικόν, προσλαμβανόμενον: αα)δι’ αόριστον χρόνον, ββ)δι’ ωρισμένον χρόνον (εποχιακόν) και γγ)δια την εκτέλεσιν ωρισμένου έργου. Β΄.Προσλήψεις Προϋποθέσεις προσλήψεως Άρθρ.3.-1.Αι προσλήψεις πραγματοποιούνται μόνον εφ’ όσον υπάρχει νομίμως προβλεπομένη κενή θέσις και η ανάγκη συμπληρώσεως ταύτης πιστοποιείται αρμοδίως υπό των εισηγουμένων ταύτην υπηρεσιακών οργάνων. 2.Οι προσλαμβανόμενοι δέον να έχουν τα υπό του άρθρ. 5 του παρόντος Κεφαλαίου προβλεπόμενα προσόντα σπουδών, ως και τα τυπικά, ουσιαστικά και ειδικά τοιαύτα, και να μην εμπίπτουν εις τας υπό του άρθρ. 7 προβλεπομένας περιπτώσεις. Σελ. 548,02(β) 227-034 Προσόντα σπουδών Άρθρ.4.-1.Το προσλαμβανόμενον επιστημονικόν προσωπικόν δέον να έχη τα υπό του Νόμου οριζόμενα αντίστοιχα, προς την προς κατάληψιν θέσιν πιστοποιητικά σπουδών. 2.Το προσλαμβανόμενον υπαλληλικόν προσωπικόν, το μη κεκτημένον πτυχίον Ανωτάτων Σχολών, δέον να κέκτηται απολυτήριον Γυμνασίου ή Μέσης Εμπορικής Σχολής, αναλόγως της προς συμπλήρωσιν θέσεως, άπαν δε το λοιπόν προσωπικόν απολυτήριον Δημοτικού Σχολείου. Τυπικά προσόντα Άρθρ.5.-1.Οι προσλαμβανόμενοι εις την Υ.Ε.Β. δέον να έχουν την ελληνικήν ιθαγένειαν. Προσλήψεις αλλοδαπών δύνανται να λαμβάνουν χώραν μόνον κατόπιν ειδικών διαταγών του Υπουργού Γεωργίας και συμφώνως προς τα ισχύοντα δια την εργασίαν αλλοδαπών εν Ελλάδι. 2.Οι προσλαμβανόμενοι δέον να έχουν εκπληρώσει τας στρατιωτικάς των υποχρεώσεις ή να έχουν νομίμως απαλλαγή τούτων, η δε ηλικία των να μην είναι ανωτέρα των 40 ετών δια το υπαλληλικόν προσωπικόν ως και δια το τεχνικόν εκ του εργατοτεχνικού, 35 δε ετών δια το τοιούτον υπαίθρου, πλην των γεωτρυπανιστών, δι’ ους επιτρέπεται η πρόσληψις και μέχρι 45 ετών. Οι προσλαμβανόμενοι εις θέσεις μαθητευομένων Συνεργείων και βοηθών οδηγών ελκυστήρων δέον να είναι ηλικίας 16-18 ετών, οι δε πρώτοι επί πλέον και μαθηταί Τεχνικών Σχολών, εφ’ όσον λειτουργούν τοιαύται εις την έδραν της Μονάδος εις ην προσλαμβάνονται. Οι προσλαμβανόμενοι εις θέσεις Κλητήρων και Φυλάκων δύνανται να είναι ηλικίας και μέχρι 50 ετών. 3.Δια τον καθορισμόν της ηλικίας του προσλαμβανομένου, ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται η 1η Ιανουαρίου του έτους γεννήσεως. Αντιθέτως δια την χορήγησιν του καθοριζομένου υπό του Υπουργείου Εργασίας κατωτάτου ημερομισθίου λόγω ηλικίας, ως ημέρα γεννήσεως λαμβάνεται η πραγματική τοιαύτη, αποδεικνυομένη μόνον δια ληξιαρχικής πράξεως γεννήσεως του ενδιαφερομένου. 16.Η.β.6 Υπηρεσία Εγγείων Βελτιώσεων Ουσιαστικά και ειδικά προσόντα Άρθρ.6.-1.Ουδείς δύναται να προσληφθή εις την Υ.Ε.Β. αν δεν είναι υγιής και αρτιμελής. Εξαίρεσις γίνεται δια τους αναπήρους πολέμου, συμφώνως προς τους σχετικούς Νόμους και εφ’ όσον η πάθησίς των δεν παρακωλύει την εργασίαν δι’ ην προσλαμβάνονται. Η υγεία και αρτιμέλεια αποδεικνύεται εκ προσφάτων ιατρικών πιστοποιητικών εκδιδομένων υπό ιατρών Δημοσίων Υπαλλήλων. 2.Εφεξής ουδείς προσλαμβάνεται εάν δεν έχει τα δι’ ην προορίζεται θέσιν ειδικά προσόντα, αποδεικνυόμενα δια πτυχίων, πιστοποιητικών σπουδών και πιστοποιητικών εργασίας. Κωλύματα προσλήψεως Άρθρ.7.-Δεν δύνανται να προσληφθούν εις την Υ.Ε.Β. οι διατελέσαντες μόνιμοι, έκτακτοι ή ημερομίσθιοι υπάλληλοι εις το Δημόσιον ή Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και απολυθέντες δια πειθαρχικά παραπτώματα ή ως ακατάλληλοι. Ουδείς προσλαμβάνεται εις την Υ.Ε.Β., εφ’ όσον έχει καταδικασθή εις στέρησιν των πολιτικών του δικαιωμάτων, ή εις οιανδήποτε ποινήν επί κλοπή. υπεξαιρέσει, απάτη, εκβιάσει, πλαστογραφία, δωροδοκία, καταπιέσει, απιστία περί την Υπηρεσίαν, παραβάσει καθήκοντος, εγκλήματι κατά των ηθών και συκοφαντική δυσφημίσει. Ωσαύτως δεν προσλαμβάνεται ο υπόδικος δια τελεσιδίκου βουλεύματος επί των ως άνω πλημμελημάτων, ως και ο τελών υπό απαγόρευσιν ή δικαστικήν αντίληψιν. Τρόπος προσλήψεως
365
129. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ Αριθ. Φ093.29(α)/1/ΑΣ 3176 της 6 Σεπτ./6 Οκτ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 811) Αύξηση του ποσού που θα παρακρατείται από τα εισπραττόμενα μεταφραστικά τέλη. (Αυξάνονται από 1 Νοεμ. 1993 το ποσοστό από 10% σε 15% που παρακρατείται).
180
31. ΑΠΟΦΑΣΗ Γ.Γ. Ε.Ο.Τ. Αριθ. 532613/14-23 Φεβρ. 1995 (ΦΕΚ Β' 119) Εφαρμογή κυρώσεων Νόμ. 2160/93 διαδικασία σφράγισης τουριστικών επιχειρήσεων. Για τις Τουριστικές Επιχειρήσεις Οδικών Μεταφορών (Τ.Ε.Ο.Μ.) και τη χορήγηση του ειδικού σήματος λειτουργίας αυτών βλ. 523060/27 Ιουν./10 Ιουλ. 1995 (ΦΕΚ-Β-603) Απόφαση Γεν. Γραμματέα Ε.Ο.Τ., Τόμος 21Γ Σελ 226,812.
147
30. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΥΓΕΙΑΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Π4γ/Φ.18/οικ.3799 της 26/28 Ιουλ. 1994 (ΦΕΚ Β΄586) Αύξηση προνοιακών επιδομάτων που χορηγούνται σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Τροποποιήθηκε από τις με αριθ. Π4γ/Φ15/οικ. 4718/16-28 Σεπτ. 1994 (ΦΕΚ Β΄730) και Π4γ/Φ.18/ Φ.421/οικ. 5560/2-23 Νοεμ. 1994 (ΦΕΚ Β΄869) απ. Υπ. Υγ., Πρόν. και Κοιν. Ασφαλ. Τα άνω επιδόματα αυξήθηκαν από 1-1-1995 από την με αριθ. Π4γ/Φ.18/οικ.2867/14-28 Ιουν. 1995 (ΦΕΚ Β΄568) απ. Υπ. Υγ., Πρόν. και Κοιν. Ασφαλ., κατωτ. αριθ. 31. Για την αύξηση των επιδομάτων, που καταβάλλονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες, μέχρι ποσοστό 20% από 1-1-1995 βλέπε παρ. 4 άρθρ. 14 Νόμ. 2297/8-8 Μαρτ. 1995 (ΦΕΚ Α΄50), Τόμ. 2Α, σελ. 384,90907.
14
78. ΝΟΜΟΘΕΤ.ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ.865 της 12/21 Απρ.1971(ΦΕΚ Α΄79) Περί ρυθμίσεως οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου προς την Αγροτικήν Τράπεζαν της Ελλάδος.
248
53. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αριθ.Π.890/391 ΠΟΛ.39 της 29 Ιαν./25 Φεβρ. 1988 (ΦΕΚ Β΄ 107) Απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας της παράδοσης αγαθών και της παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιούνται για τις ανάγκες του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού των διπλωματικών και προξενικών αποστολών και των διεθνών οργανισμών. (Αντί για τη σελ. 358,773(α) Σελ.358,773(β) Τεύχος 1329 Σελ. 11 Φόρος Προστιθέμενης Αξίας 28.Ζ.ζ.50-53
118
31. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 568 της 17/24 Νοεμ. 1988 (ΦΕΚ Α΄264) Σφαγή και Κτηνιατρική Επιθεώρηση των αμνών και εριφίων γάλακτος.
112
129. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 967 της 4/11 Δεκ. 1979 (ΦΕΚ Α΄ 272) Περί καθορισμού όρων, προϋποθέσεων και διαδικασίας αναθέσεως της εκμεταλλεύσεως εις το οικείον ΚΤΕΛ αγόνων γραμμών, εντάξεως εις τα ΚΤΕΛ αυτοκινήτων οχημάτων ως και περί υπεραστικών λεωφορειακών γραμμών κλειστών γεωγραφικών περιοχών (νήσων). Έχοντες υπ’ όψει: 1.Τας διατάξεις της παρ. 11 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 102/1973 «περί οργανώσεως των δια λεωφορείων αυτοκινήτων εκτελουμένων δημοσίων επιβατηγών συγκοινωνιών», ως αύτη αντικατεστάθη δια της παρ. 1 του άρθρ. 8 το Νόμ. 866/1979 «περί τροποποιήσεως διατάξεών τινων του Ν.Δ. 3271/1957 «περί συστάσεως Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης (ΟΑΣΘ), ως τροποποιηθέν ισχύει και της κατ’ άρθρ. 22 τούτου υπογραφείσης συμβάσεως και άλλων τινών διατάξεων», ως και της παρ. 3 του άρθρ. 8 του Νόμ. 866/1979. 2.Την υπ’ αριθ. 1125/1979 γνωμοδότησιν του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του Υπουργού Συγκοινωνιών, αποφασίζομεν: ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄ Ορισμοί Γενικοί ορισμοί Άρθρ.1.-Δια την εφαρμογήν του παρόντος νοούνται ως: α)Άγονος γραμμή: Η υπεραστική επιβατική γραμμή η οποία δεν εξυπηρετείται συγκοινωνιακώς δι’ υπεραστικών λεωφορείων εντεταγμένων εις την δύναμιν Κοινού Ταμείου Εισπράξεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) είτε λόγω της καταστάσεως αυτής είτε δι’ οιανδήποτε άλλην αιτίαν. β)Χαρακτηρισμένη άγονος γραμμή: Η άγονος γραμμή της οποίας έχουν καθορισθή, δια πράξεως του αρμοδίου οργάνου της διοικήσεως η αφετηρία, το τέρμα, η ενδιάμεσος αυτής διαδρομή, ο κατάλληλος, δια την συγκοινωνιακήν αυτής εξηπηρέτησιν, τύπος λεωφορείου, αι προϋποθέσεις εκτελέσεως επ’ αυτής υπεραστικής συγκοινωνίας και το πρόγραμμα των τακτικών δρομολογίων. γ)Επέκτασις χαρακτηρισμένης αγόνου γραμμής: Η τροποποίησις χαρακτηρισμένης αγόνου γραμμής δια της οποίας αυξάνεται μέχρι ποσοστού 25% το μήκος αυτής, συνεπεία διακλαδώσεως ή επεκτάσεώς της. δ)Μικροσυγκοινωνία: Η κατά μήκος άγονης γραμμής περιοδική κυκλοφορία αυτοκινήτων δια την επί κομίστρω μεταφοράν επιβατών και φορτίων. ε)Παραχώρησις μικροσυγκοινωνίας: Η πράξις του αρμοδίου οργάνου της διοικήσεως δια της οποίας ανατίθεται εις ωρισμένον πρόσωπον, φυσικόν ή νομικόν, η συγκοινωνιακή εξυπηρέτησις άγονης γραμμής. στ)Επέκτασις μικροσυγκοινωνίας: Η αύξησις του αριθμού ή της δυναμικότητος (αριθμού θέσεων) των μεταφορικών μέσων τα οποία εκτελούν μικροσυγκοινωνίαν επί της αυτής αγόνου γραμμής. ζ)Φορτοεπιβατηγά: Τα αυτοκίνητα οχήματα τα οποία εξυπηρετούν μικροσυγκοινωνίας κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος και μέχρι της αντικαταστάσεώς των, συμφώνως προς τας διατάξεις τούτου. η)Μικρολεωφορεία: Υπεραστικά λεωφορεία αυτοκίνητα αριθμού θέσεων καθημένων επιβατών 9 ή περισσοτέρων και μέχρι 24. «θ)κλάση και τύπος λεωφορείου: Οι αντίστοιχες έννοιες οι οποίες δίνονται στην παρ.Ι του άρθρ. Ι της απόφασης του Υπουργού Συγκοινωνιών 42000/ 2030/4.12.1981 (ΦΕΚ 792/Β/31.12.1981) που εκδόθηκε με εξουσιοδότηση του άρθρ. 3 του Ν.Δ. 102/73 και αφορά την κλάση και τον τύπο του λεωφορείου. ι)Ηλικία αυτοκινήτων ή φορτοεπιβατικών αυτοκινήτων: Η ηλικία που προκύπτει με βάση την ημερομηνία της πρώτης άδειας κυκλοφορίας τους για εκείνα που κυκλοφόρησαν σαν καινούργια (στην Ελλάδα) ή την Ιη Ιανουαρίου του έτους κατασκευής τους στις υπόλοιπες περιπτώσεις». Τα εδάφ. θ΄ και ι΄ προστέθηκαν από την παρ. Ι άρθρο μόνο Π.Δ. 79/25 Φεβρ.-6 Μαρτ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 25). ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄ Υπεραστική επιβατική συγκοινωνία εις αγόνους γραμμάς κλειστών γεωργαφικών περιοχών. Υφιστάμεναι άγονοι γραμμαί Άρθρ.8.-1.Δια την εφαρμογήν των διατάξεων του προηγουμένου άρθρου εκάστη υπηρεσία συγκοινωνιών, μεριμνά δια τον, εντός διμήνου από της χρονολογίας δημοσιεύσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του αντικαθιστώντος το παρόν εδάφιον Π.Δ/τος, κατ’ ανάλογον εφαρμογήν των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρ. 3, χαρακτηρισμόν απασών των αγόνων γραμμών της περιοχής της τοπικής αρμοδιότητος αυτής. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 1 Π.Δ. 328/15-22 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄93). Εις περίπτωσιν αγόνου γραμμής εκτεινομένης εις την περιφέρειαν και ετέρας υπηρεσίας συγκοινωνιών: α)η κατά την περίπτ. α΄ της παρ. 1 του άρθρ. 3 του παρόντος βεβαίωσις εκδίδεται υπό μιας εκάστης διευθύνσεως τεχνικών υπηρεσιών, αναλόγως της τοπικής αρμοδιότητος αυτής και β)ο κατά την παρούσαν παράγραφον χαρακτηρισμός ενεργείται μερίμνη της υπηρεσίας συγκοινωνιών η οποία ήτο αρμοδία δια την έκδοσιν ή παράτασιν της αδείας κυκλοφορίας και τον τεχνικόν έλεγχον του αυτοκινήτου το οποίον εξυπηρετεί την υπό χαρακτηρισμόν άγονον γραμμήν. 2.Μετά την περιέλευσιν εις την υπηρεσίαν συγκοινωνιών (διεύθυνσις, τμήμα ή γραφείον συγκοινωνιών) των βεβαιώσεων της ή των αρμοδίων διευθύνσεων τεχνικών υπηρεσιών και εν συνδυασμώ με τα συγκεντρωθέντα στοιχεία περί του μεταφορικού έργου εκάστης αγόνου γραμμής, η υπηρεσία αύτη συγκοινωνιών, εισηγείται εις τον προϊστάμενον αυτής νομάρχην ίνα υπ’ αυτού, δι’ απάσας τας αγόνους γραμμάς δια τας οποίας, κατά την προηγουμένην παράγραφον, έχει αρμοδιότητα, εκδοθή απόφασις (ενιαία ή και ενιαία δια τας εντασσομένας σε ΚΤΕΛ γραμμάς και ενιαία δια τας, τυχόν υφισταμένας εις τον νομόν, κλειστάς γεωγραφικάς περιοχάς-νήσους των οποίων αι γραμμαί δεν εντάσσονται εις ΚΤΕΛ κατά τας διατάξεις του παρόντος) χαρακτηρισμού αυτών. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 1 Π.Δ. 328/15-22 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 93). Εις την νομαρχιακήν ταύτην απόφασιν και δι’ εκάστην άγονον γραμμήν αναφέρονται άπαντα τα εις την περίπτ. β΄ του άρθρ. 1 του παρόντος στοιχεία και οι τυχόν διαλαμβανόμενοι περιορισμοί εις τας βεβαιώσεις της αρμοδίας διευθύνσεως τεχνικών υπηρεσιών. Εις την αυτήν απόφασιν, βάσει των συγκεντρωθέντων στοιχείων προσδιορίζεται και ο αριθμός των θέσεων καθημένων επιβατών του λεωφορείου το οποίον κρίνεται κατάλληλον δια την εκτέλεσιν μικροσυγκοινωνίας εις την χαρακτηριζομένην γραμμήν. Το λεωφορείον τούτο είναι τύπου μικρολεωφορείου και ο αριθμός θέσεων των καθημένων επιβατών τούτου δεν υπερβαίνει: α)τας 24 ουδέ υπολείπεται των 12, συμφώνς προς την διάταξιν της υποπεριπτ. ββ΄ της παριπτ. β΄ της παρ. 11 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 102/1973, ως η παράγραφος αύτη αντικατεστάθη δια του άρθρ. 8 του Νόμ. 866/1979, και β)τον αντίστοιχον αριθμόν των κατά την άδειαν της κυκλοφορίας θέσεων του εξυπηρετούντος, κατά την 7ην Φεβρ. 1979, την γραμμήν φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου περισσότερον από 25%. Η Νομαρχιακή αύτη απόφασις, δημοσιευομένη δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, περιέχει ειδικήν διάταξιν, δια της οποίας καλούνται οι εκμεταλλευόμενοι τας χαρακτηριζομένας γραμμάς όπως, εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός, από της άνω δημοσιεύσεως της αποφάσεως υποβάλλουν εις την υπηρεσίαν συγκοινωνιών της νομαρχίας τα κατά το επόμενον άρθρον αίτησιν και δικαιολογητικά. Η παρ. 3 άρθρου μόνου Π.Δ. 1121/14-22 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄ 275) όρισε ότι: «Δια τους απολέσαντας την κατά το τελευταίον εδάφιον της παρ. 2 του άρθρου 8 του αυτού ως άνω Π.Δ/τος αποκλειστικήν προθεσμίαν του ενός μηνός, παρέχεται, δι’ εγγράφου, αποστελλομένου επί αποδείξει του οικείου Νομάρχου, νέα αποκλειστική προθεσμία ενός μηνός, αρχομένη από της επομένης της παραλαβής του εγγράφου τούτου του Νομάρχου». (Αντί για τη σελ. 312,751(α) Σελ. 312,751(β) Τεύχος 781-Σελ. 65 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 3.Η κατά την προηγουμένην παράγραφον απόφασις του νομάρχου περί του χαρακτηρισμού των γραμμών καθορίζει, επί πλέον, και τον απαιτούμενον, δια την συγκοινωνιακήν εξυπηρέτησιν εκάστης γραμμής, αριθμόν λεωφορείων αυτοκινήτων, οπωσδήποτε ίσον ή μεγαλύτερον της ακεραίας μονάδος. Εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν εις μίαν ή περισσοτέρας γραμμάς, ο κατά το προηγούμενον εδάφιον αριθμός υπολείπεται του αριθμού των εξυπηρετούντων την γραμμήν ή τας γραμμάς φορτοεπιβατικών αυτοκινήτων, η κατά την προηγουμένην παράγραφον απόφασις του νομάρχου ανακοινούται (αποστέλλεται), εντός προθεσμίας 10 ημερών από της εκδόσεως αυτής, και εις την Διεύθυνσιν Υπεραστικών Συγκοινωνιών της Γενικής Διευθύνσεως Μεταφορών του Υπουργείου Συγκοινωνιών, μετ’ εισήγησιν του νομάρχου περί του αν τα δι’ εκάστην γραμμήν πέραν του καθορισθέντος αριθμού φορτοεπιβατικά αυτοκίνητα (πλεονάζοντα) δύνανται, εν όλω ή εν μέρει, να καλύψουν ,συγκοινωνιακάς ανάγκας ετέρων υπεραστικών επιβατικών γραμμών του ιδίου νομού, αγόνων ή μη. Προϋποθέσεις φορέων εκτελέσεως συγκοινωνίας επί αγόνου γραμμής δι’ ένταξιν αυτοκινήτων αυτών εις δύναμιν λεωφορείων οικείου ΚΤΕΛ Άρθρ.9.-1.Οι κύριοι και κάτοχοι ή νομείς και κάτοχοι των αυτοκινήτων οχημάτων δια των οποίων εξυπηρετούνται αι κατά το άρθρ. 7 του παρόντος άγονοι γραμμαί, προκειμένου τα αυτοκίνητά των ταύτα ή τυ7χόν έτερα λεωφορεία, εις αντικατάστασιν τούτων τιθέμενα εις κυκλοφορίαν, να ενταχθούν εις την δύναμιν των λεωφορείων ΚΤΕΛ δέον όπως συγκεντρούν τους ακολούθους όρους και προϋποθέσεις: α)Να είναι εγγεγραμμένοι και ησφαλισμένοι εις το Ταμείον Συντάξεων Αυτοκινητιστών (ΤΣΑ), ως έχοντες την χρήσιν και εκμετάλλευσιν του αυτοκινήτου οχήματος δημοσίας χρήσεως της αγόνου γραμμής ή και άλλου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως επιτρεπομένου, κατά την περίπτ. γ΄ της παρούσης παραγράφου ποσοστού. Η προϋπόθεσις αύτη αποδεικνύεται δια πιστοποιητικού του ΤΣΑ. Αν δεν συντρέχη περίπτωσις τοιαύτης ασφαλίσεως, λόγω κατεχομένου ποσοστού, επί του αυτοκινήτου της αγόνου γραμμής ή επί άλλου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως, μικροτέρου του υπό της παρ. 2 του άρθρ. 2 του Ν.Δ. 4404/1974 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της περί του ΤΣΑ νομοθεσίας», οριζομένου, απαιτείται οι ενδιαφερόμενοι να ασκούν κατά κύριον λόγον το επάγγελμα του οδηγού αυτοκινήτου και να είναι εγγεγραμμένοι και Σελ. 312,752(β) Τεύχος 781 – Σελ. 66 ησφαλισμένοι εις το ταμείον κυρίας ασφαλίσεως εις το οποίον ασφαλίζεται η εργασία του οδηγού αυτοκινήτων, του περιστατικού τούτου βεβαιουμένου δια πιστοποιητικού του οικείου ασφαλιστικού ταμείου. Η προϋπόθεσις της παρούσης περιπτώσεως δεν απαιτείται αν κάτοχος και εκμεταλλευτής του αυτοκινήτου οχήματος της αγόνου γραμμής είναι συνταξιούχος του ΤΣΑ ή νομικόν πρόσωπον ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου ή αν πρόκειται περί των κληρονόμων του αποβιώσαντος αυτοκινητιστού επ’ ονόματι του οποίου είχεν παραχωρηθή η εκμετάλλευσις της αγόνου γραμμής και είχεν επ’ ονόματι αυτού δια τον σκοπόν τούτο τεθή εις κυκλοφορίαν το αυτοκίνητον όχημα. β)Εντός της χρονικής περιόδου από της 13ης Δεκ. 1978 και μέχρι της εντάξεως του αυτοκινήτου εις το οικείον ΚΤΕΛ: αα)Να μην ήσαν κάτοχοι ετέρου πλην του υπό ένταξιν εις το ΚΤΕΛ αυτοκινήτου οχήματος αγόνου γραμμής ή τυχόν ετέρου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως του οποίου η άδεια κυκλοφορίας μετά των πινακίδων έχουν κατατεθή εις την οικείαν οικονομικήν εφορίαν κατά τας προϊσχυούσας διατάξεις της περιπτ. β΄ της παρ. 2 της αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών αριθ. 156554/29.11.1969) αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως, οιασδήποτε κατηγορίας ή ιδανικών μεριδίων, το άθροισμα των οποίων είναι ίσον ή μεγαλύτερον του ημίσεος (1/2) μεν προκειμένου περί επιβατηγού ή φορτηγού, ίσον δε ή μεγαλύτερον του ενός τετάρτου προκειμένου περί λεωφορείου, τεθέντος εις κυκλοφορίαν ως δημοσίας χρήσεως επ’ ονόματι αυτών κατόπιν κρατικής παραχωρήσεως. Η υποπερίπτ. αα΄ αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 2 του Π.Δ. 328/15-28 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 93). 21.Ζ.α.129 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) ββ)Να μη μετείχον, κατά την αυτήν χρονικήν περίοδον και κατά τας αυτάς ως άνω διακρίσεις, εις συνεταιρισμούς ή άλλους μεταφορικούς οργανισμούς οιασδήποτε νομικής μορφής και τύπου οι οποίοι κατείχον και εξεμεταλλεύοντο αυτοκίνητα δημοσίας χρήσεως πάσης κατηγορίας. Αι υπό της παρούσης περιπτώσεως οριζόμεναι προϋποθέσεις έχουν εφαρμογήν προκειμένου και περί νομικών προσώπων. Προκειμένου περί νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (συνεταιρισμοί, ΚΤΕΛ) η συνδρομή των προϋποθέσεων της παρούσης περιπτώσεως πρέπει να συντρέχη δια τα μέλη τούτων, ήτοι ο αριθμός των αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου εν σχέσει προς τον αριθμόν των μελών ή μετόχων τούτου να μη υπερβαίνη τους τιθεμένους υπό της παρούσης περιπτώσεως περιορισμούς. Τα περιστατικά της παρούσης περιπτώσεως αποδεικνύονται και βεβαιούνται δι’ υπευθύνου δηλώσεως του αιτούντος κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 105/1969 «περί της ατομικής ευθύνης του δηλούντος ή βεβαιούντος», θεωρημένης δια το γνήσιον της υπογραφής του βεβαιούντος παρ’ οργάνου οιασδήποτε αρχής. Εις την αυτήν δήλωσιν δηλούται ότι ο κάτοχος και εκμεταλλευτής του υπό ένταξιν αυτοκινήτου θα εξακολουθήση την δι’ αυτού εξυπηρέτησιν της αγόνου γραμμής μέχρι της εντάξεως του αυτοκινήτου εις το ΚΤΕΛ. Αν το αυτοκίνητον με το οποίον εκτελείται η μικροσυγκοινωνία της αγόνου γραμμής είναι ή προέρχεται από αυτοκίνητον δημοσίας χρήσεως του οποίου τα στοιχεία κυκλοφορίας έχουν κατατεθή αρμοδίως και έχει ανασταλή η ισχύς αυτών σύμφωνα με προϊσχυούσας διατάξεις (κανονιστική απόφασις Υπουργού Συγκοινωνιών, αριθ. 156554/69/29.12.1969, περίπτ. β΄ παρ. 2), εις την ιδίαν δήλωσιν δηλούται το περιστατικόν τούτο και επί πλέον δηλούται ότι αύτη θα παραμείνη αμεταβίβαστος μέχρι της εντάξεως του αυτοκινήτου, οπότε θα ακυρωθή οριστικώς. γ)Να είναι κάτοχοι και εκμεταλλευταί του αυτοκινήτου οχήματος ο οποίον μέχρι και της 7ης Φεβρ. 1979 να εξυπηρέτει άγονον γραμμήν, την εκμετάλλευσιν της οποίας αναλαμβάνει, κατά τας διατάξεις του παρόντος, ΚΤΕΛ ή αν η γραμμή ήτο νέα και κατά την χρονολογίαν ταύτην δεν είχε τεθή εις κυκλοφορίαν το αυτοκίνητον, να είχον από τότε τύχει της παραχωρήσεως της μικροσυγκοινωνίας επ’ ονόματί των. Η κατοχή και η εκμετάλλευσις του κατά τα άνω αυτοκινήτου οχήματος, αποδεικνύεται εκ της αδείας κυκλοφορίας αυτού, κεκυρωμένον φωτοαντίγραφον της οποίας υποβάλλεται εις την οικείαν υπηρεσίαν συγκοινωνιών ομού μετά της κατά το παρόν άρθρον αιτήσεως. Αν ο κάτοχος και εκμεταλλευόμενος το αυτοκίνητον όχημα της αγόνου γραμμής είναι πρόσωπον διάφορον από εκείνο το οποίον αναγράφεται επί της αδείας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, ομού μετά της αδείας κυκλοφορίας τούτου, συνυποβάλλονται και τα έγγραφα (ιδιωτικά ή δημόσια), βάσει των οποίων ούτος εγένετο κάτοχος και εκμεταλλευτής του αυτοκινήτου. Η επί της γραμμής κυκλοφορία του φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου προ ή τουλάχιστον από της κατά τα άνω χρονολογίας (7 Φεβρ. 1979) αποδεικνύεται δια βεβαιώσεως της οικείας αστυνομικής αρχής. Αυτοκίνητα οχήματα ανήκοντα εις πρόσωπα τα οποία είχον παραχώρησιν μικροσυγκοινωνίας, της σχετικής πράξεως εκδοθείσης προ της 8ης Φεβρ. 1979, τα οποία δεν εκυκλοφόρουν επί της γραμμής κατά την 7ην Φεβρ. 1979, λόγω καιρικών συνθηκών, ή λόγω μη υπάρξεως βατότητος επί της οδού, ή ακόμη και διότι, κατά το καθωρισμένον από της αρμοδίας αρχής πρόγραμμα δρομολογίων, την χρονολογίαν ταύτην, ο κάτοχος του οχήματος δεν υπεχρεούτο εις εκτέλεσιν δρομολογίων ή και δια λόγους ανωτέρας βίας (επισκευή αυτοκινήτου, οδού κλπ.), θεωρούνται δια την εφαρμογήν των διατάξεων της παρούσης περιπτώσεως, ότι εξετέλεσαν μικροσυγκοινωνίαν κατά την χρονολογίαν ταύτην. Δια την απόδειξιν των περιστατικών του προηγουμένου εδαφίου, κατά περίπτωσιν, υποβάλλεται αντιστοίχως η οικεία πράξις παραχωρήσεως της μικροσυγκοινωνίας, αν εκ ταύτης προκύπτη το προς απόδειξιν γεγονός ή βεβαίωσις οιασδήποτε αρχής ή και εν ελλείψει σχετικών στοιχείων παρά των οικείων αρχών, βεβαίωσις του ενδιαφερομένου κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 105/1969. «Ειδικώς φορτοεπιβατικά αυτοκίνητα ανήκοντα εις συνεταιρισμούς μετόχων ΚΤΕΛ, εντάσσονται εις το οικείον ΚΤΕΛ επ’ ονόματι του νομικού προσώπου του ΚΤΕΛ, εφαρμοζομένης αναλόγως και της διατάξεως της παρ. 3 του άρθ. 10 του παρόντος». Το τελευταίο εδάφιο της περίπτ. γ΄ προστέθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 2 Π.Δ. 328/1522 Απρ. 1980 (ΦΕΚ Α΄ 93). (Μετά τη σελ. 312,752(β) Σελ. 312,7521 Τεύχος 781- Σελ. 67 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 21.Ζ.α.129 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) δ)Δεν έχουν τύχει από της ισχύος του Ν.Δ. 102/1973 (16.9.1973) και εφεξής εγκρίσεως εντάξεως εις ΚΤΕΛ λεωφορείου αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως, ολοκλήρου ιδανικού μεριδίου, λόγω εκτελέσεως συγκοινωνίας επί αγόνου γραμμής, ανεξαρτήτως του γεγονότος αν η έγκρισις αύτη εξετελέσθη ή μη ουδέ εκκρεμεί σχετικόν αίτημα αυτών. Το περιστατικόν τούτο αποδεικνύεται δι’ υπευθύνου δηλώσεως του αιτούντος κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 105/1969. 2.Εις περίπτωσιν καθ’ ην ενός φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου είναι πλείονες του ενός οι κύριοι και κάτοχοι ή νομείς και κάτοχοι, αι κατά το παρόν άρθρον προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν δι’ ένα έκαστον εξ αυτών. Αν τις εκ τούτων δεν υποβάλλη τα κατά το παρόν άρθρον δικαιολογητικά ή δεν συγκεντροί τας δια του αυτού άρθρου οριζομένας προϋποθέσεις, το δικαίωμα της, κατά το παρόν κεφάλαιον, εντάξεως παρέχεται εις τους λοιπούς, κατά ποσοστόν ανάλογον προς την επί του υπολοίπου μεριδίου συμμετοχήν εκάστου. 3.Τα κατά το παρόν άρθρον απαιτούμενα δικαιολογητικά υποβάλλονται, μετά σχετικής αιτήσεως του ενδιαφερομένου, εις την κατά την παρ. 1 του άρθρ. 8 του παρόντος οριζομένην ως αρμοδίαν νομαρχιακήν υπηρεσίαν συγκοινωνιών. Έκδοσις αποφάσεως νομάρχου περί εντάξεωςτου αυτοκινήτου εις ΚΤΕΛΠεριεχόμενον αυτής. Άρθρ.10.-1.Η υπηρεσία συγκοινωνιών εκάστου νομού, μετά την υποβολήν εις αυτήν, των κατά το προηγούμενον άρθρον αιτήσεως, και δικαιολογητικών, προβαίνει, δι’ οργάνων αυτής, εις έλεγχον τούτων προς τον σκοπόν διαπιστώσεως της συνδρομής υπέρ του αιτούντος των όρων και προϋποθέσεων του παρόντος. Εν συνεχεία, εν καταφατική περιπτώσει, μεριμνά όπως παρά του προϊσταμένου αυτής νομάρχου εκδοθή απόφασις, το αργότερον εντός μηνός από της υποβολής της αιτήσεως, δι’ έκαστον φορτοεπιβατικόν αυτοκίνητον, δια της οποίας ορίζεται ότι γίνεται δεκτή η αίτησις ή αι αιτήσεις, εν περιπτώσει υπάρξεως πλειόνων του ενός συγκατόχων και συνεκμεταλλευτών επί του φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου. Εις περίπτωσιν καθ’ ην το αυτοκίνητον του αιτούντος εξυπηρετεί άγονον γραμμήν δια την οποίαν υπάρχουν πλεονάζοντα αυτοκίνητα, κατά τας διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 8 του παρόντος, η κατά το προηγούμενον εδάφιον αποδοχή των αιτήσεων περιορίζεται μέχρι του αριθμού εκείνου ώστε να ενταχθούν εις το ΚΤΕΛ, δι’ εκάστην άγονον γραμμήν, τόσα αυτοκίνητα όσος είναι ο αριθμός των αναγκαιούντων δια την εξυπηρέτησιν ταύτης, συμφώνως προς την νομαρχιακήν απόφασιν περί χαρακτηρισμού των αγόνων γραμμών του νομού. Εις την περίπτωσιν των πλεοναζόντων αυτοκινήτων του προηγουμένου εδαφίου, αι ανά γραμμήν αιτήσεις αι οποίαι δεν ικανοποιούνται, είναι εκείναι αι οποίαι αναφέρονται εις φορτοεπιβατικά αυτοκίνητα τα οποία ομού μετ’ εκείνων άτινα τυχόν αντικατέστησαν έχουν συνολικώς τον ολιγώτερον χρόνον εις την εξυπηρέτησιν της αγόνου γραμμής. Δια της κατά το δεύτερον εδάφιον της παρούσης παραγράφου, νομαρχιακής αποφάσεως, επί πλέον: α)Ορίζεται ότι εγκρίνεται η επ’ ονόματι του αιτούντος, ένταξις ενός αυτοκινήτου λεωφορείου τύπου και αριθμού θέσεων καθημένων επιβατών, ως ο χαρακτηρισμός της γραμμής, εις την δύναμιν των λεωφορείων του ΚΤΕΛ υπεραστικών γραμμών εκείνου του έχοντος έδραν την πρωτεύουσαν του νομού ή προκειμένου περί νήσου εξυπηρετουμένης υπό ΚΤΕΛ υπεραστικών γραμμών εις το ΚΤΕΛ τούτο της νήσου όπου εκτείνεται η άγονος γραμμή. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του επομένου εδαφίου, φορτοεπιβατικά αυτοκίνητα εξυπηρετούντα άγονον γραμμήν εκτεινομένην εις πλείονας του ενός νομούς, εντάσσονται εις το ΚΤΕΛ υπεραστικών γραμμών το οποίον έχει έδραν αυτού πόλιν ευρισκομένην εις την περιοχήν αρμοδιότητος της νομαρχίας η οποία διενήργησεν τον χαρακτηρισμόν της γραμμής (άρθρ.8 παρ. 1, περίπτ.β΄ του παρόντος). Εις ην περίπτωσιν άγονος γραμμή εκτείνεται εις περιοχήν νομού μη αποτελούσαν νήσον διαχωριζομένην εκ του υπολοίπου τμήματος του νομού δια θαλάσσης και δια την οποίαν περιοχήν το ΚΤΕΛ του νομού εις τον οποίον υπάγεται διοικητικώς η περιοχή, δεν έχει αναλάβει εκτέλεσιν υπεραστικής συγκοινωνίας, η αυτή κατά τα άνω ένταξις εγκρίνεται δια το ΚΤΕΛ υπεραστικών γραμμών του ομόρου προς την περιοχήν νομού. Εν περιπτώσει πλειόνων του ενός αιτούντων συγκατόχων ανά φορτοεπιβατικόν αυτοκίνητον, η κατά το προηγούμενον εδάφιον ένταξις παρέχεται επ’ ονόματι πάντων τούτων από κοινού και κατά ποσοστόν ίσον προς την συμμετοχήν των εις την κατοχήν επί του φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου αυτών. Προκειμένου περί αποδοχής αιτήσεως, ενδιαφερομένων κατόχων αυτοκινήτων εξυπηρετούντων αγόνους γραμμάς εκτεινομένας εις την περιφέρειαν των νομών Λασιθίου και Ρεθύμνης, η κατά τα άνω ένταξις εγκρίνεται, κατά περίπτωσιν, δια τα ΚΤΕΛ των νομών Ηρακλείου και Χανίων. β)Τάσσεται αποκλειστική προθεσμία εξ μηνών, δυναμένη να παραταθή, δι’ αποφάσεως του ιδίου νομάρχου, εφ’ άπαξ προ της λήξεώς της, ίνα ο ενδιαφερόμενος, εντός της αποκλειστικής ταύτης προθεσμίας, προβή εις την διασκευήν του κατεχομένου αυτοκινήτου βάσει του καθορισθέντος τύπου και λάβη εν συνεχεία, εντός της αυτής αποκλειστικής προθεσμίας, παρά της οικείας υπηρεσίας συγκοινωνιών, νέαν επ’ ονόματί του άδειαν κυκλοφορίας. Εις την αυτήν νομαρχιακήν απόφασιν ορίζεται ότι δια την έκδοσιν της αδείας ταύτης, αν ο κάτοχος και ο εκμεταλλευόμενος το αυτοκίνητον όχημα της αγόνου γραμμής επ’ ονόματι του οποίου εγκρίνεται η ένταξις, είναι πρόσωπον διάφορον από εκείνο το οποίο αναγράφεται επί της αδείας κυκλοφορίας του εντασσομένου, εις την δύναμιν των λεωφορείων του ΚΤΕΛ αυτό(Αντί για τη σελ. 312,753) Σελ. 312,753(α) Τεύχος 762-Σελ. 91 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 κινήτου (περίπτ. γ΄ παρ. 1 άρθρ. 9 του παρόντος), εκτός των άλλων κατά νόμον απαιτουμένων δια την έκδοσιν ταύτης δικαιολογητικών, απαιτείται όπως υποβληθή επ’ ονόματί του και τίτλος κυριότητος του αυτοκινήτου κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 1146/1972 «περί τρόπου μεταβιβάσεως εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλεττών». Περαιτέρω εις την αυτήν νομαρχιακήν απόφασιν ορίζεται ότι, εις ην περίπτωσιν το κατεχόμενον φορτοεπιβατικόν αυτοκίνητον είναι λεωφορείον τύπου Ε ή παρεμφερούς τύπου Ε ή Τ1, Τ2 και δη κατάλληλον συμφώνως προς τον χαρακτηρισμόν της γραμμής δια την εξυπηρέτησιν αυτής, πλην εις τον χαρακτηρισμόν προσδιορίζεται μικρότερος αριθμός θέσεων καθημένων επιβατών, ο δε ενδιαφερόμενος δεν επιθυμεί την διασκευήν του αυτοκινήτου, ως κατά τα άνω, τότε η κατά την παρούσαν περίπτωσιν νέα άδεια κυκλοφορίας εκδίδεται άνευ διασκευής με τον αριθμόν θέσεων καθημένων επιβατών τον οποίον αναγράφει η παλαιά (η προηγουμένη) άδεια κυκλοφορίας του αυτοκινήτου, εφ’ όσον ο κάτοχος του αυτοκινήτου υποβάλει, προ της χορηγήσεώς της, δήλωσιν κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 105/1969, ότι αποδέχεται την λήψιν μερίσματος εκ του ΚΤΕΛ με διορθωτικόν συντελεστήν εκείνον ο οποίος αντιστοιχεί εις το κατά τον χαρακτηρισμόν της γραμμής κατάλληλον λεωφορείον. γ)Ορίζεται, περαιτέρω ότι, εις ην περίπτωσιν το εντασσόμενον εις την δύναμιν του οικείου ΚΤΕΛ του νομού αυτοκίνητον του ενδιαφερομένου δεν δύναται να διασκευασθή, ως κατά την προηγουμένην περίπτωσιν αναφέρεται, ή ο ενδιαφερόμενος δεν θελήσει την διασκευήν ταύτην, η κατά τα άνω αποκλειστική προθεσμία των εξ μηνών παρατείνεται εις 9 μήνας εντός της οποίας ο ενδιαφερόμενος δέον να προβή εις την αγοράν καινουργούς λεωφορείου του καθορισθέντος τύπου και λάβη εντός της αυτής αποκλειστικής προθεσμίας, άδειαν κυκλοφορίας επ’ ονόματι αυτού. Εις την περίπτωσιν ταύτην κατά την έκδοσιν της αδείας κυκλοφορίας, κατατίθενται εις την υπηρεσίαν συγκοινωνιών τα στοιχεία κυκλοφορίας (άδεια κυκλοφορίας και κρατικές πινακίδες) του υπό αντικατάστασιν αυτοκινήτου οχήματος. δ)Ορίζεται εισέτι ότι, προ της χορηγήσεως της νέας αδείας κυκλοφορίας και δια την έκδοσιν ταύτης, υπό του ενδιαφερομένου, δηλούται, επί εντύπου δηλώσεως του Ν.Δ. 105/1969, ότι εξακολουθούν να υφίστανται επ’ ονόματί του αι προϋποθέσεις της περιπτ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρ. 9 του παρόντος. Αν συντρέχη περίπτωσις εφαρμογής της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της περιπτ. β΄ της Σελ. 312,754(α) Τεύχος 762-Σελ. 92 παρ. 1 του άρθρ. 9 του παρόντος (περίπτωσις αυτοκινήτου Δ.Χ. χρησιμοποιηθέντος δια την εκμετάλλευσιν αγόνου γραμμής, κατατεθέντων των στοιχείων κυκλοφορίας του και ανασταλείσης της ισχύος των), προ της εκδόσεως της κατά τα άνω αδείας κυκλοφορίας, εκδίδεται πράξις της υπηρεσίας συγκοινωνιών περί ακυρώσεως οριστικώς της υπ’ όψιν εν αναστολή ευρισκομένης αδείας. 2.Δια τα κατά την διάταξιν της παρ. 3 του άρθρ.3 του παρόντος πλεονάζοντα αυτοκίνητα, το ΚΤΕΛ υπεραστικών γραμμών εις το οποίον ταύτα θα ενταχθούν ορίζεται υπό του Υπουργού Συγκοινωνιών, ο οποίος άμα καθορίζει και τον αριθμόν θέσεων καθημένων επιβατών εκάστου υπό ένταξιν αυτοκινήτου. Δια την έκδοσιν αποφάσεως περί εντάξεως εις το ορισθέν, υπό του Υπουργού Συγκοινωνιών, ΚΤΕΛ εκάστου τοιούτου αυτοκινήτου, είναι αρμόδιος ο νομάρχης ο οποίος κατά νόμον ασκεί έλεγχον και εποπτείαν επί του ΚΤΕΛ εις τον οποίον ωρίσθη να ενταχθή το αυτοκίνητον. 3.Άν συντρέχη περίπτωσις εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρ. 9 του παρόντος και ο μη τυχών δικαιώματος εντάξεως λεωφορείου αυτοκινήτου εις ΚΤΕΛ συγκύριος και συγκάτοχος επί φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου, αρνείται να μταβιβάση, εις τους λοιπούς συγκυρίους και συγκατόχους αυτού, τα δικαιώματα κυριότητος αυτού επί του φορτοεπιβατικού αυτοκινήτου ως πράγματος, έχουν ανάλογον εφαρμογήν ως προς την εξαγοράν του ιδανικού μεριδίου του αυτοκινήτου, αι διατάξεις του άρθρ. 5 του Ν.Δ. 1061/1971 «περί διατάξεων τινών αφορωσών εις την μεταβίβασιν αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως». 4.Δι’ έκαστον φυσικόν πρόσωπον επιτρέπεται να εγκριθή η, κατά τας διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, ένταξις εις ΚΤΕΛ μόνον ενός λεωφορείου ή ιδανικών μεριδίων επί διαφόρων λεωφορείων, το άθροισμα των οποίων δεν υπερβαίνει την μονάδα. 5.Επί των κατά το προηγούμενον άρθρον υποβαλλομένων αιτήσεων και δικαιολογητικών δια τας οποίας διαπιστούται ότι δεν συντρέχει προϋπόθεσις τις του παρόντος, εκδίδεται απόφασις του οικείου νομάρχου, απορρίπτουσα το υποβληθέν αίτημα, η οποία και ανακοινούται, επί αποδείξει, εις τον αιτούντα. Τα αυτοκίνητα οχήματα τούτων αποσύρονται οριστικώς εκ της εκτελέσεως συγκοινωνίας επί των εις ας είχον άδειαν αγόνων γραμμών, των στοιχείων κυκλοφορίας αυτών κατατιθεμένων εις την οικείαν υπηρεσίαν συγκοινωνιών. Η υπεραστική επιβατική συγκοινωνία εις τας γραμμάς από τας οποίας αποσύρονται της κυκλοφορίας τα αυτοκίνητα ταύτα αναλαμβάνεται υπό του οικείου ΚΤΕΛ. 21.Ζ.α.129 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) Υφιστάμεναι εγκρίσεις εντάξεως εις ΚΤΕΛ λεωφορείων. Άρθρ.11.-1.Αι, εις εκτέλεσιν κανονιστικών αποφάσεων του Υπουργού Συγκοινωνιών (εκδοθεισών κατ’ εξουσιοδότησιν της παρ. 11 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 102/1973), εκδοθείσαι και μη εκτελεσθείσαι εισέτι νομαρχιακαί εγκρίσεις αφορώσαι εις εντάξεις λεωφορείων εις ΚΤΕΛ, δύνανται μετ’ αίτησιν, υπόβαλλομένην εντός της υπό της παρ. 2 του άρθρ. 8 του παρόντος οριζομένης αποκλειστικής προθεσμίας του ενός μηνός, των υπέρ ων αύται εξεδόθησαν, να τροποποιηθούν μόνον ως προς τον τύπον του εντασσομένου εις το ΚΤΕΛ λεωφορείου και να ορισθή τοιούτος μικρολεωφορείου. 2.Των κατά την προηγουμένην παράγραφον νομαρχιακών εγκρίσεων, ανεξαρτήτως της, κατά τας αυτάς διατάξεις, τροποποιήσεως ή μη αυτών, δύναται να παραταθή η ισχύς της εκτελέσεως αυτών επί χρονικόν διάστημα ενός έτους από της ισχύος του παρόντος, κατόπιν αιτήσεως των υπέρ ων αύται εξεδόθησαν, υποβαλλομένης εντός της υπό της παρ. 2 του άρθρ. 8 του παρόντος οριζομένης αποκλειστικής προθεσμίας του ενός μηνός. 3.Η, κατά τας προηγουμένας παραγράφους, νομαρχιακή απόφασις, τροποποιείται ή παρατείνεται η ισχύς αυτής, ως εις τας αυτάς διατάξεις ορίζεται, εφ’ όσον ανά εντασσόμενον εις ΚΤΕΛ λεωφορείον εξακολουθεί και κυκλοφορεί, κατά τον χρόνον της τροποποιήσεως εκάστης, εν τουλάχιστον των φορτοεπιβατικών αυτοκινήτων τα οποία προϋπέθεσαν την έκδοσιν αυτής. Χρόνος εντάξεως αγόνων γραμμών και αυτοκινήτων εις ΚΤΕΛ Άρθρ.12.-1.Από του χρόνου εκδόσεως της κατά το άρθρ. 10 αδείας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου οχήματος, το όχημα δι’ όπερ εχορηγήθη η εν λόγω άδεια κυκλοφορίας υπάγεται εις την δύναμιν του ΚΤΕΛ εις ο ενετάχθη. Από του ιδίου ως άνω χρόνου αναλαμβάνεται υπό οικείου ΚΤΕΛ και η εκμετάλλευσις της γραμμής την οποίαν εξυπηρέτει ο υπέρ του οποίου εχορηγήθη η άδεια κυκλοφορίας. Επίσης από του ιδίου χρόνου δια την γραμμήν ταύτην παύει αυτοδικαίως να υφίσταται δι’ αυτήν η έννοια της «αγόνου» τοιαύτης, δια την οποίαν εφεξής ισχύουν αι περί υπεραστικών επιβατικών γραμμών του ΚΤΕΛ διατάξεις. Αν αγονόν τινα γραμμήν εξυπηρέτουν πλείονα του ενός αυτοκινήτου οχήματα, η εκμετάλλευσις της γραμμής ταύτης αναλαμβάνεται υπό του ΚΤΕΛ σταδιακώς ανάλογος προς τα εκ της γραμμής εντασσόμενα εις τούτο αυτοκίνητα οχήματα, της ολοκληρωτικής αναλήψεως της εκμεταλλεύσεως της γραμμής υπό του ΚΤΕΛ συντελουμένης αφ’ ης χρονολογίας άπαντα τα δικαιούμενα εντάξεως λεωφορεία υπαχθούν εις την δύναμιν του οικείου ΚΤΕΛ. 2.Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου περί αναλήψεως της εκμεταλλεύσεως της αγόνου γραμμής υπό του οικείου ΚΤΕΛ, έχουν εφαρμογήν και δια τας αγόνους γραμμάς εκείνας, τα οποίας εξυπηρετούν φορτοεπιβατικά αυτοκίνητα οι κάτοχοι των οποίων δεν θα τύχουν εντάξεως. Τρόπος δρομολογήσεως εντασσομένων λεωφορείων Δικαιώματα και υποχρεώσεις κατόχων εντασσομένων αυτοκινήτων Άρθρ.13.-1.Τα κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος εις την δύναμιν του οικείου ΚΤΕΛ εντασσόμενα αυτοκίνητα οχήματα πλην των της παρ. 2 του άρθρ. 10 του παρόντος δρομολογούνται υπό του ΚΤΕΛ υποχρεωτικώς μέχρι της 7ης Φεβρ. 1984, εις τας γραμμάς τας οποίας ταύτα εξυπηρέτουν μέχρι της χρονολογίας εκδόσεως των κατά το άρθρ. 10 του παρόντος νέων δι’ αυτά αδειών κυκλοφορίας. Εις τα αυτοκίνητα ταύτα ανατίθεται υπό του ΚΤΕΛ, κατά την ως άνω χρονικήν περίοδον, η εκτέλεσις δρομολογίων και επί άλλων γραμμών εκμεταλλευομένων υπό του ΚΤΕΛ εις ο ενετάγησαν, εφ’ όσον τα κυκλώματα εργασίας των λεωφορείων του ΚΤΕΛ επιβάλλουν τούτο και υφίστανται τα χρονικά περιθώρια εργασίας των εν λόγω αυτοκινήτων. Μετά την πάροδον της άνω προθεσμίας το κύκλωμα εργασίας των εν λόγω αυτοκινήτων συντάσσεται άνευ του κατά το προηγούμενον εδάφιον αναφερομένου περιορισμού (άρθρ. 8 παρ. 2 Νόμ. 866/1979). 2.Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εις τα οποία θα ανήκουν τα κατά τας διατάξεις του παρόντος εντασσόμενα εις τα ΚΤΕΛ λεωφορεία, έχουν τα αυτά δικαιώματα και υποχρεώσεις, ως και οι λοιποί μέτοχοι του ΚΤΕΛ εις το οποίον έχει ενταχθή το λεωφορείον αυτών, επιφυλασσομένης της εφαρμογής των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου. 3.Δια τα κατά τας διατάξεις του παρόντος εντασσόμενα εις τα ΚΤΕΛ λεωφορεία, εφαρμόζονται αι εκάστοτε ισχύουσαι διατάξεις περί τεχνικού ελέγχου των λεωφορείων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως. Αντικατάστασις ενταχθέντων εις ΚΤΕΛ λεωφορείων Άρθρ.14.-«1.Τα σε εφαρμογή του παρόντος ενταχθέντα στα ΚΤΕΛ λεωφορεία μπορεί με την επιφύλαξη των περιορισμών των διατάξεων περί καθορισμού δυνάμεως λεωφορείων και κατανομής κατά κλάσεις και τύπους, να αντικαθίστανται ανά ένα λεωφορείο με ένα κλάσης «4» ή ανά δύο λεωφορεία με ένα κλάσης «5». (Αντί για τη σελ. 312,755(ε) Σελ. 312,755(στ) Τεύχος -Σελ. Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 2.Με τις ίδιες προϋποθέσεις αλλά κατόπιν συμφώνου γνώμης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΤΕΛ είναι δυνατόν τα παραπάνω λεωφορεία, να αντικαθίστανται ανά ένα λεωφορείο με ένα κλάσης «5». 3.Για την αντικατάσταση των παραπάνω λεωφορείων εφαρμογή έχουν οι σχετικές με την αντικατάσταση των υπεραστικών λεωφορείων ΚΤΕΛ λοιπές διατάξεις». Οι παρ. 1 και 2, αντικαταστάθηκαν από την παρ. 1 του άρθρου μόνου του Π.Δ. 327/19-29 Ιουλ. 1991 (ΦΕΚ Α΄117). 4.(3).Με επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και της παρ. 1 του άρθρ. 3 της αριθ. 24972/1029/11.7.86 «Καθορισμός τύπων Λεωφορείων» (Β΄ 556) Καν. απόφασης, τα παραπάνω λεωφορεία επιτρέπεται να αντικαθίστανται: α)Τα ενταγμένα σε ΚΤΕΛ νήσων, που δεν συνδέονται με γέφυρα με την ηπειρωτική χώρα, με άλλα μεταχειρισμένα λεωφορεία τύπου Υ4 που να προέρχονται από λεωφορεία ενταγμένα σε ΚΤΕΛ ή σε έναν από τους αναφερόμενους στις περιπτ. α΄ και β΄ της παρ. 6 του άρθρ. 4 του Ν.Δ. 102/73 συγκοινωνιακούς φορείς ή επιχειρήσεις ή με μεταχειρισμένα προέλευσης εξωτερικού ηλικίας κάτω των έξι (6) ετών. β)Τα ενταγμένα σε ΚΤΕΛ της ηπειρωτικής χώρας λεωφορεία ηλικίας 20 ετών και άνω, με μεταχειρισμένα λεωφορεία προέλευσης εξωτερικού ηλικίας κάτω των έξι (6) ετών». Η παρ. 3, αναριθμήθηκε ως παρ. 4 από την παρ. 2 άρθρου μόνου του Π.Δ. 327/19-29 Ιουλ. 1991 (ΦΕΚ Α΄ 117). Έναρξις ισχύος Άρθρ.2.-1.Προκειμένου περί κλειστών γεωγραφικών περιοχών της χώρας (νήσων) εις τας οποίας η υπεραστική επιβατική συγκοινωνία δεν έχει αναληφθή υπό ΚΤΕΛ, αι δι’ αυτάς γενόμεναι, μέχρι της ισχύος του παρόντος, παραχωρήσεις εκμεταλλεύσεως των αγόνων γραμμών δια μεταφοράς προσώπων επί κομίστρω, εξακολουθούν ισχύουσαι. 2.Αι κατά την προηγουμένην παράγραφον παραχωρήσεις, εφεξής εξακολουθούν ισχύουσαι άνευ χρονικού τινός περιορισμού. «3.Οι κατά τις προηγούμενες παραγράφους άγονες γραμμές χαρακτηρίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. Ι του επόμενου άρθρου και εκδίδεται σχετική πράξη από το νομάρχη χωρίς μεταβολή των στοιχείων της γραμμής (αφετηρία, ενδιάμεση διαδρομή, τέρμα αριθμός μεταφορικών μέσων). Η παραπάνω απόφαση αναφέρεται και στον καθορισμό του κατάλληλου από απόψεως κλάσης και τύπου (υπεραστικού ή ημιαστικού) λεωφορείου». Η παρ. 3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρο μόνον Π.Δ. 79/25 Φεβρ. – 6 Μαρτ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 25). (Αντί για τη σελ. 312,747(γ) Σελ. 312,747(δ) Τεύχος Ζ53- Σελ. 95 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 «4.Δι’ αποφάσεως του οικείου Νομάρχου, δημοσιευομένης δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, εις το κείμενον της οποίας περιλαμβάνονται και τα τοιαύτα (κείμενα) των ισχυουσών κατά την έκδοσιν αυτής πράξεών του, εκδοθεισών κατ’ εξουσιοδότησιν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου, δύναται να ανατίθεται η εκμετάλλευσις των κατά το παρόν κεφάλαιον αγόνων γραμμών νήσου τινός εις ΚΤΕΛ υπεραστικών ή υπεραστικών και αστικών γραμμών του νομού εις τον οποίον υπάγεται διοικητικώς. Δια της αυτής κατά το προηγούμενον εδάφιον νομαρχιακής αποφάσεως ορίζεται εισέτι η ένταξις των κατά την ημερομηνία δημοσιεύσεώς της κυκλοφορούντων δια την εξυπηρέτησιν των γραμμών τούτων φορτοεπιβατηγών αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως, κατά τας διατάξεις του κεφ. Γ΄ του παρόντος. Ειδικώς δια τας κατά την παρούσαν παράγραφον, εντάξεις φορτοεπιβατικών αυτοκινήτων εις τα ΚΤΕΛ, δεν έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του κεφ. Γ΄ του παρόντος δια των οποίων ορίζεται ότι: α)Το εντασσόμενον λεωφορείον είναι τύπου μικρολεωφορείου και ο αριθμός θέσεων των καθημένων επιβατών τούτου δεν υπερβαίνει τας 24 ουδέ υπολείπεται των 12. β)Το φορτοεπιβατικόν αυτοκίνητον δέον μέχρι και της 7ης Φεβρ. 1979 να εξυπηρετήση την άγονον γραμμήν και η σχετική πράξις παραχωρήσεως της μικροσυγκοινωνίας να έχη εκδοθή προ της 8ης Φεβρ. 1979. Αντί των, κατά τας περιπτ. α΄και β΄της παρούσης παραγράφου οριζομένων ζητείται όπως το προς ένταξιν λεωφορείον είναι από απόψεως τύπου υπεραστικόν λεωφορείον, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 4 της 8500/400/81 αποφάσεως του Υπουργού Συγκοινωνιών «περί κανονιστικών αποφάσεων Ν.Δ. 102/73 «περί οργανώσεως των δια λεωφορείων αυτοκινήτων εκτελουμένων δημοσίων επιβατικών συγκοινωνιών» -ΦΕΚ 180/Β/30.3.1981-ή της υπ’ αριθ. 10400/490/1981 ομοίας «περί καθορισμού τύπων λεωφορείων» – ΦΕΚ 377/Β/30.6.1981-, αριθμού θέσεων ίσου ή μη υπερβαίνοντος του 25% τον αριθμόν των θέσεων του φορτοεπιβατικού και το τελευταίον τούτο αυτοκίνητον (φορτοεπιβατικόν) μέχρι και της ημερομηνίας δημοσιεύσεως της κατά το πρώτον εδάφιον της παρούσης παραγράφου αποφάσεως του Νομάρχου, εξυπηρέτει άγονον γραμμήν, βάσει σχετικής πράξεως παραχωρήσεως της μικροσυγκοινωνίας, εκδοθείσης προ της ημερομηνίας υπογραφής της αποφάσεως αυτής». Η παρ. 4 προστέθηκε ως άνω από το άρθρο μόνο παρ. 1 Π.Δ. 1121/14-22 Σεπτ. 1981 (ΦΕΚ Α΄275). Σελ. 312,748(δ) Τεύχος Ζ53-Σελ. 96 Χαρακτηρισμός αγόνων γραμμών Άρθρ.15.-Αι διατάξεις του παρόντος έχουν εφαρμογήν μετά πάροδον μηνός από της δημοσιεύσεώς του δια της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως. Σελ. 312,756(στ) Τεύχος -Σελ. Άρθρ.3.-1.Δια την δημιουργίαν νέας αγόνου γραμμής εις τας κατά το προηγούμενον άρθρον περιοχάς (νήσους) δέον να συντρέχουν και δη αθροιστικώς αι ακόλουθοι προϋποθέσεις. α)Η οδική γραμμή να εξασφαλίζη την απρόσκοπτον και ασφαλή διέλευσιν και κίνησιν δι’ αυτής καταλλήλου τύπου υπεραστικών λεωφορείων υπό ωρισμένας ή και οιασδήποτε συνήθεις καιρικάς συνθήκας. Δια την συνδρομήν της προϋποθέσεως ταύτης, αιτήσει της οικείας υπηρεσίας συγκοινωνιών, εκδίδεται βεβαίωσις της διευθύνσεως τεχνικών υπηρεσιών του οικείου νομού, κατά τας οικείας περί αυτής διατάξεις. Εις την βεβαίωσιν ταύτην καθορίζονται οι κατάλληλοι, από απόψεως καταστάσεως της οδικής γραμμής τύποι λεωφορείων οι οποίοι δύνανται ασφαλώς να κινούνται (κυκλοφορούν) επ’ αυτής, προσδιοριζομένων, δια της αυτής βεβαιώσεως του είδους των ελαστικών επισώτρων, του αριθμού κινητηρίων τροχών, των μεγίστων εξωτερικών διαστάσεων, του μεγίστου ορίου της διαμέτρου του μικροτέρου κύκλου στροφής, του εκ του εδάφους ύψους του χαμηλοτέρου σημείου του λεωφορείου εμφόρτου και των λοιπών κατά την κρίσιν του βεβαιούντος αναγκαίων τεχνικών στοιχείων του λεωφορείου. Επίσης εις την αυτήν βεβαίωσιν αναγράφεται υποχρεωτικώς αν η οδική γραμμή παρέχη ασφάλειαν δια την κίνησιν επ’ αυτής των προσδιοριζομένων, κατά τα άνω, τύπων λεωφορείων, καθ’ όλας τας εποχάς του έτους, καθοριζομένων, εν αντιθέτω περιπτώσει, των χρονικών διαστημάτων του έτους εντός των οποίων δεν είναι δυνατή η διέλευσις λεωφορείων. β)Να υφίσταται ανάγκη μετακινήσεως προσώπων επί της γραμμής και η μετακίνησις αύτη να παρέχη μεταφορικόν, έργον ικανόν δια βιώσιμον εκμετάλλευσιν και συντήρησιν ενός τουλάχιστον λεωφορείου εκ των καταλλήλων τύπων. δια την διαπίστωσιν της παρούσης προϋποθέσεως αρμοδία τυγχάνει η υπηρεσία συγκοινωνιών του νομού. 2.Συντρεχόντων των κατά την προηγουμένην παράγραφον προϋποθέσεων τη εισηγήσει της οικείας υπηρεσίας συγκοινωνιών, ο νομάρχης εκδίδει την κατά την περίπτ. β΄ του άρθρ. 1 του παρόντος πράξιν χαρακτηρισμού της αγόνου γραμμής, δια της οποίας καθορίζεται και ο τελικώς επιλεγόμενος ως καταλληλότερος από απόψεως βατότητος, οικονομίας και καλής συγκοινωνιακής εξυπηρετήσεως τύπος λεωφορείου, ο αριθμός θέσεων αυτού και η συχνότης των δρομολογίων. Η πράξις αύτη ανακοινούται εις τον δήμον ή την κοινότητα, κατοίκους του οποίου θα εξυπηρετήση, κατά κύριον λόγον, η μικροσυγκοινωνία της γραμμής. 21.Ζ.α.129 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) Επέκτασις χαρακτηρισμένης αγόνου γραμμής ή μικροσυγκοινωνίας Άρθρ.4.-1.Επέκτασις χαρακτηρισμένης αγόνου γραμμής, κατά την έννοιαν της διατάξεως της περιπτ. γ΄του άρθρ. 1 του παρόντος, επιτρέπεται, εφ’ όσον και δια το νέον τμήμα της γραμμής, συντρέχουν αι προϋποθέσεις της παρ. 1 του προηγουμένου άρθρου και εκδοθή σχετική προς τούτο πράξις του οικείου νομάρχου. Διαδοχικαί επεκτάσεις της γραμμής, εφ’ όσον έχουν ως αποτέλεσμα αύξησιν του αρχικού μήκους αυτής υπερβαίνουσαν το 25% δεν επιτρέπονται εκτός εάν εφαρμοσθούν παράλληλα αι διατάξεις του παρόντος άρθρου περί επεκτάσεως της μικροσυγκοινωνίας. 2.Επέκτασις μικροσυγκοινωνίας χαρακτηρισμένης αγόνου γραμμής, κατά την έννοιαν της περιπτ. στ΄ του άρθρ. 1 του παρόντος, επιτρέπεται εφ’ όσον: α)Εις την περίπτωσιν της αυξήσεως της δυναμικότητος του μεταφορικού μέσου (αριθμός θέσεων) κατά ποσοστόν ίσον ή μικρότερον του 25%: αα)η γραμμή έχει την απαιτουμένην βατότητα δια την ασφαλή κυκλοφορίαν επ’ αυτής λεωφορείου περισσοτέρων θέσεων και κατά τεκμήριον διαστάσεων και ββ)το μεταφορικόν έργον της γραμμής είναι ικανόν δια βιώσιμον εκμετάλλευσιν του ηυξημένης δυναμικότητος λεωφορείου. Εν τοιαύτη περιπτώσει εκδίδεται πράξις του οικείου νομάρχου και τάσσεται ανατρεπτική προθεσμία, εφ’ άπαξ, τουλάχιστον εξ μηνών, προς τον κάτοχον του ήδη κυκλοφορούντος επί της αγόνου γραμμής αυτοκινήτου όπως ούτος θέση εις κυκλοφορίαν νέον καινουργές λεωφορείον του καθορισθέντος τύπου ή διασκευάση σύμφωνα με τον τύπον αυτόν το κυκλοφορούν. Παρερχομένης απράκτου της προθεσμίας ταύτης η επέκτασις της μικροσυγκοινωνίας πραγματοποιείται κατά τα οριζόμενα εις την επομένην περίπτωσιν. β)Εις την περίπτωσιν της αυξήσεως του αριθμού των μεταφορικών μέσων της αγόνου γραμμής και υπό την επιφύλαξιν της εφαρμογής της διατάξεως του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρ. 6 του παρόντος, το μεταφορικόν έργον ταύτης είναι ικανόν δια βιώσιμον εκμετάλλευσιν τόσον των ήδη κυκλοφορούντων όσον και του μέλλοντος να τεθή εις κυκλοφορίαν μεταφορικού μέσου και δια το τεθησόμενον εις κυκλοφορίαν νέον λεωφορείον συντρέχουν αι προϋποθέσεις ασφαλούς κυκλοφορίας του επί της γραμμής, κατά τας διατάξεις της περιπτ. α΄της παρ. 1 του άρθρ. 3 του παρόντος. Ως προς τον δικαιούχον της νέας, κατά το προηγούμενον εδάφιον, παραχωρήσεως έχουν εφαρμογήν αι διατάξεις του επομένου άρθρου. Παραχώρησις μικροσυγκοινωνίας Αρθρ.5.-1.Η παραχώρησις της μικροσυγκοινωνίας των κατά το άρθρ. 3 του παρόντος χαρακτηριζομένων νέων αγόνων γραμμών, γίνεται υπέρ του δήμου ή της κοινότητος, κατοίκους του οποίου θα εξυπηρετήση, κατά κύριον λόγον, η μικροσυγκοινωνία της γραμμής. Η αρχή αύτη εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός, από της επιδόσεως εις αυτήν της κατά την παρ. 2 του άρθρ. 3 του παρόντος νομαρχιακής πράξεως, οφείλει να γνωρίση εις την εκδώσασαν την πράξιν νομαρχίαν αν επιθυμή την ανάληψιν της επί της γραμμής μικροσυγκοινωνίας. Εν καταφατική περιπτώσει η νομαρχία εκδίδει εν συνεχεία απόφασιν – παραχώρησιν μικροσυγκοινωνίας- και τάσσει εις την εν λόγω αρχήν της τοπικής αυτοδιοικήσεως προθεσμίαν 3 μηνών εντός της οποίας αύτη θα πρέπει να προβή εις την αγοράν καινουργούς λεωφορείου, του καθορισθέντος ήδη τύπου, και προσκομίση αύτη τούτο έτοιμον εις την οικείαν υπηρεσίαν συγκοινωνιών προς επιθεώρησιν, ταξινόμησιν και χορήγησιν των κατά νόμον απαιτουμένων στοιχείων κυκλοφορίας (άδεια δημοσίας χρήσεως και πινακίδων). 2.Εν περιπτώσει αρνήσεως της κατά την προηγουμένην παράγραφον αρχής όπως δεχθή την γενομένην παραχώρησιν ή εν περιπτώσει παρελεύσεως απράκτου της, κατά την αυτήν διάταξιν, προθεσμίας του ενός μηνός, η παραχώρησις της μικροσυγκοινωνίας γίνεται υπέρ φυσικών προσώπων εφ’ όσον υπέρ αυτών συντρέχουν και δη αθροιστικώς οι ακόλουθοι όροι και προϋποθέσεις: α)Κατοικούν, από πενταετίας τουλάχιστον, κατά την έννοιαν του άρθρ. 51 Α.Κ., εις διοικητικήν μονάδα της νήσου όπου εκτείνεται η χαρακτηρισθείσα άγονος γραμμή. β)Ασκούν κατά κύριον επάγγελμα το του οδηγού αυτοκινήτων. γ)Δεν έχουν καταδικασθή οποτεδήποτε επί τινι των αδικημάτων λαθρεμπορίας, χρήσεως ναρκωτικών, μαστροπείας, εκμεταλλεύσεως πορνών, σωματεμπορίας και ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, εντός δε της τελευταίας προ της προκηρύξεως δεκαετίας δι’ οιονδήποτε έτερον αδίκημα, προβλεπόμενον και τιμωρούμενον υπό του Ποινικού Κώδικος ή του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος ή ετέρου Ποινικού ή Στρατιωτικού Ποινικού Νόμου εις ποινάς, άνω των 10 μηνών φυλακίσεως αθροιστικώς λαμβανομένων, ανεξαρτήτως του εάν ανεστάλη η έκτισις της ποινής αυτών. 3.Δια την εφαρμογήν των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου δια προκηρύξεως του οικείου νομάρχου, δημοσιευομένης δια παντός προσφόρου μέσου, καλούνται οι ενδιαφερόμενοι όπως υποβάλουν εις την υπηρεσίαν συγκοινωνιών της νομαρχίας αίτησιν με τα εξής δικαιολογητικά: (Αντί για τη σελ. 312,749(β) Σελ. 312,749(γ) Τεύχος Ζ53-Σελ. 97 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) 21.Ζ.α.129 α)Πιστοποιητικόν του οικείου ασφαλιστικού ταμείου κυρίας ασφαλίσεως εκ του οποίου θα προκύπτη ότι ο αιτών ασκεί κατά κύριον λόγον το επάγγελμα του οδηγού αυτοκινήτων και ο συνολικός χρόνος της ασκήσεως του επαγγέλματος τούτου. β)Πλήρες αντίγραφον φύλλου Ποινικού Μητρώου. γ)Υπεύθυνον δήλωσιν, κατά τας διατάξεις του Ν.Δ. 105/1969, περί της κατοικίας του αιτούντος, περί του αν συντρέχουν ή ου αι προϋποθέσεις των παρ. 1 και 2 του άρθρ. 30 του Ν.Δ. 3334/1955, περί του αν διώκωνται ή μη δι’ ανυποταξίαν ή λιποταξίαν και περί του αν υπόκεινται ή μη εις τας υπό των άρθρ. 82 και 83 του Ν.Δ. 720/1970 απαγγελλομένας στερήσεις και ανικανότητας. Εις την αυτήν δήλωσιν ο υποψήφιος δηλοί και αν οποτεδήποτε εις το παρελθόν έτυχεν ή ου κρατικής παραχωρήσεως θέσεως εις κυκλοφορίαν αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέττας δημοσίας χρήσεως, ολοκλήρου ή ιδανικού μεριδίου. 4.Εις περίπτωσιν υποβολής αιτήσεων υπό πλειόνων υποψηφίων, προτιμώνται κατά σειράν, εφ’ όσον υπέρ αυτών δεν συντρέχει περίπτωσις εφαρμογής των διατάξεων του άρθρ. 30 του Ν.Δ. 3334/1955: α)Οι πολύτεκνοι. β)Οι κάτοικοι της διοικητικής μονάδος, τον πληθυσμόν της οποίας, κυρίως, θα εξυπηρετή η μικροσυγκοινωνία της γραμμής. γ)Οι λοιποί υποψήφιοι, κατά σειράν οι έχοντες τον μείζονα χρόνον πραγματικής ασκήσεως του επαγγέλματος του οδηγού αυτοκινήτων. Εν περιπτώσει πλειόνων υποψηφίων πολυτέκνων προτιμώνται οι κάτοικοι της διοικητικής μονάδος, τον πληθυσμόν της οποίας κυρίως θα εξυπηρετή η μικροσυγκοινωνία της γραμμής και μεταξύ τούτων οι κατά σειράν έχοντες τον μείζονα χρόνον πραγματικής ασκήσεως του επαγγέλματος του οδηγού αυτοκινήτων. Μη υπαρχόντων πολυτέκνων και μεταξύ πλειόνων κατοίκων της διοικητικής μονάδος τον πληθυσμόν της οποίας κυρίως θα εξυπηρετήση η μικροσυγκοινωνία της γραμμής, προτιμώνται οι έχοντες τον μείζονα χρόνον πραγματικής ασκήσεως του επαγγέλματος του οδηγού αυτοκινήτων. 5.Αν ουδείς κριθή δικαιούχος, κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, κρίνονται αι λοιπαί αιτήσεις των ενδιαφερομένων κατόχων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως, ολοκλήρου ή ιδανικού μεριδίου ή τυχόντων κατά το παρελθόν κρατικής παραχωρήσεως θέσεως εις κυκλοφορίαν αυτοκινήτου δημοσίας χρήσεως. Μεταξύ τούτων προτιμώνται κατά σειράν οι υπαγόμενοι εις τας διατάξεις κατ’ αρχήν της παρ. 2, εν συνεχεία της παρ. 1 και τέλος της παρ. 3 του άρθρ. 30 του Ν.Δ. 3334/1955. Μεταξύ υποψηφίων της αυτής κατηγορίας προτιμώνται οι έχοντες τον μείζονα χρόνον πραγματικής ασκήσεως του επαγγέλματος του οδηγού αυτοκινήτων, κατά το πιστοποιητικόν του οικείου ασφαλιστικού φορέως. Σελ. 312,750(γ) Τεύχος Ζ53-Σελ. 98 6.Εις τον προκρινόμενον δικαιούχον γίνεται, διαπράξεως της διοικήσεως, παραχώρησις της μικροσυγκοινωνίας και τάσσεται αποκλειστική προθεσμία 3 μηνών εντός της οποίας ούτος θα πρέπει να προβή εις την αγοράν καινουργούς του, κατά τον χαρακτηρισμόν της γραμμής, τύπου λεωφορείου και προσκομίση τούτο έτοιμον εις την οικείαν υπηρεσίαν συγκοινωνιών προς επιθεώρησιν, ταξινόμησιν και χορήγησιν των κατά νόμον απαιτουμένων στοιχείων κυκλοφορίας. Εν περιπτώσει παρελεύσεως απράκτου της προθεσμίας ταύτης η παραχώρησις της μικροσυγκοινωνίας γίνεται επ’ ονόματι του, εκ των υπολοίπων δικαιούχων, έχοντος τακατά το παρόν άρθρον, μείζονα προσόντα. Δρομολόγια. Μεταβίβασις. Τεχνικός έλεγχος. Αντικατάστασις. Άρθρ.6.-1.Τα δρομολόγια των περί ων το παρόν κεφάλαιον αυτοκινήτων καθορίζονται κατά τα υπό του άρθρ. 24 του Ν.Δ. 102/1973 οριζόμενα. Δια τα αυτά κατά την προηγουμένην παράγραφον αυτοκίνητα ως προς την μεταβίβασιν αυτών (εν ζωή και αιτία θανάτου) έχουν εφαρμογήν αι εκάστοτε ισχύουσαι σχετικαί διατάξεις περί των υπεραστικών λεωφορείων αυτοκινήτων δημοσίας χρήσεως. Απαγορεύεται όμως η μεταβίβασις δια πράξεως εν ζωή του κατόχου των κατά την διάταξιν του προηγουμένου εδαφίου αυτοκινήτων εφ’ όσον, προ της αναθέσεως εις αυτά εκτελέσεως συγκοινωνίας επί αγόνου γραμμής, είχον τύχει κανονικής αδείας δημοσίας χρήσεως, η ισχύς της οποίας είχεν ανασταλή κατά τας προϊσχυούσας διατάξεις (περίπτ. δ΄παρ. 2 αποφάσεως Υπουργού Συγκοινωνιών αριθ. 156554/ 69/29.12.1969 «περί των όρων και προϋποθέσεων παροχής εγκρίσεως εκτελέσεως συγκοινωνίας επί κομίστρω κατ’ επιβάτην επί γραμμών μη εξυπηρετουμένων υπό των ΚΤΕΛ» ΦΕΚ 43/Β/21.1.1970), εκτός εάν ο κάτοχος του αυτοκινήτου παραιτηθή του δικαιώματος της εν αναστολή ευρισκομένης εν λόγω αδείας και εκδοθή σχετική πράξις της διοικήσεως περί οριστικής ακυρώσεως της υπ’ όψιν αδείας. Αυτοκίνητα οχήματα δημοσίας χρήσεως της άνω κατηγορίας ανήκοντα εις αρχήν τοπικής αυτοδιοικήσεως απαγορεύεται επίσης να μεταβιβάζωνται. 3.Ως προς τον τακτικόν ή έκτακτον τεχνικόν έλεγχον των αυτοκινήτων οχημάτων του παρόντος κεφαλαίου, εφαρμόζονται αι εκάστοτε ισχύουσαι σχετικαί διατάξεις δια τα υπεραστικά λεωφορεία αυτοκίνητα δημοσίας χρήσεως. «4.Τα αυτοκίνητα που εκτελούν μικροσυγκοινωνία σε κλειστές γεωγραφικές περιοχές αντικαθίστανται στο εξής μόνο με λεωφορεία αυτοκίνητα υπεραστικού ή ημιαστικού τύπου ηλικίας μέχρι 10 ετών. Τα λεωφορεία αυτά είναι του καταλλήλου τύπου και κλάσης κατά τον χαρακτηρισμό της γραμμής σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 2 και της παρ. 1 του άρθρ. 3 του παρόντος». Η παρ. 4 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 3 άρθρου μόνου Π.Δ. 79/25 Φεβρ. – 6 Μαρτ. 1984 (ΦΕΚ Α΄ 25) 21.Ζ.α.129 Κοινά Ταμεία Εκμεταλλεύσεως Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄ Ανάθεσις εις ΚΤΕΛ εξυπηρετήσεως αγόνων γραμμών Ένταξις εις ΚΤΕΛ αυτοκινήτων δι’ εξυπηρέτησιν των γραμμών τούτων Προϋπόθεσις αναθέσεως εις ΚΤΕΛ εξυπηρετήσεωςαγόνων γραμμών και ένταξις αυτοκινήτων. Άρθρ.7.-Επιφυλασσομένης της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρ.2 του παρόντος, ανατίθεται εις το οικείον ΚΤΕΛ η εκμετάλλευσις απασών των εις την, κατά τας οικείας διατάξεις, τοπικήν περιφέρειαν αυτού ή και πέραν αυτής εφ’ όσον καθορίζεται ούτω δια του παρόντος (περίπτ. α΄παρ. 1 άρθρ.10) υφισταμένων αγόνων γραμμών, αι οποίαι είχον δημιουργηθή προ της 8ης Φεβρ. 1979. Τα αυτοκίνητα οχήματα τα οποία εξυπηρέτουν προ της χρονολογίας ταύτης, βάσει εκγκρίσεως της διοικήσεως, τας εν λόγω γραμμάς, εντάσσονται εις την δύναμιν του οικείου ΚΤΕΛ. Αι κατά τα προηγούμενα εδάφια ρυθμίσεις εφαρμόζονται εφ’ όσον συντρέχουν οι κατά τα επόμενα άρθρα οριζόμενοι όροι και προϋποθέσεις και τηρηθή η, κατά τα αυτά άρθρα, καθοριζομένη διαδικασία. Απόφασις οικείου νομάρχου περί χαρακτηρισμού των γραμμών.
384
139.ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 185 της 18/21 Ιουλ. 1994 (ΦΕΚ Α΄ 123) Σύσταση θέσεων πολιτικού προσωπικού Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. ΄Εχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του εδαφ. γ΄ της παρ. 1 και της παρ. 7 του άρθρ. 11 του νόμ. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης» (Α΄ 152), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 1 παρ. 1 του νόμ. 1590/1986 «Τροποποίηση διατάξεων του νόμ. 1481/1984 «Οργανισμός Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και άλλες διατάξεις» (Α΄49). 2.Τις διατάξεις του άρθρ. 29Α του νόμ. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 137), το οποίο προστέθηκε με το άρθρ. 27 του νόμ. 2081/1992 (Α΄ 154). 3.Τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 19 του νόμ. 1735/1987 (Α΄ 195). 4.Α.α.137-139 Υπουργείο Δημόσιας Τάξης (Οργανικές Διατάξεις) 299 4.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού το ύψος της οποίας για μεν το έτος 1994 σε 4.400.000 δραχμές θα καλυφθεί από τις πιστώσεις του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Για δε το έτος 1995 και επόμενα σε 7.200.000 δραχμές των Κ.Α.Ε. 0211, 0222, 0223, 0224, 0226, 0229 θα καλυφθεί από τις αντίστοιχες πιστώσεις των κατ’ έτος προϋπολογισμών εξόδων του Ε.Φ. 43-210 της Ελληνικής Αστυνομίας. 5.Την υπ’ αριθ. 273/1994 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, αποφασίζουμε: Άρθρ.1.-1.Συνιστώνται και προστίθενται στις θέσεις πολιτικού προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης οι ακόλουθοι κλάδοι: α. Κλάδος Π.Ε. Χημικών με 2 θέσεις. β. Κλάδος Π.Ε. Βιολόγων με μία θέση. 2.Προσόντα διορισμού στους ανωτέρω κλάδους ορίζονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις του π.δ. 194/1988 «Καθορισμός των προσόντων διορισμού σε θέσεις των δημοσίων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου» (Α΄ 84). 3.Η πλήρωση των θέσεων προσωπικού γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμ. 2190/1994 «Σύσταση ανεξάρτητης αρχής για την επιλογή προσωπικού και ρύθμιση θεμάτων διοίκησης» (Α΄ 28). Άρθρ.2.-Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 139 α. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Αριθ. Β3-372 της 10 Αυγ.-2 Σεπτεμβ. 1994 (ΦΕΚ Β΄ 666) Αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας από την εκτέλεση έργων ξένων προς την αποστολή της. Έχοντας υπόψη: 1.Τις διατάξεις του άρθρ. 34 του Νόμ. 2168/1993 «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις» (Α΄ 147). 2.Τιςδιατάξεις του άρθρ. 29Α του Νόμ. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α΄ 137), που προστέθηκε με το άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/1992 (Α΄ 154). 3.Την κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και Υπουργού Εμπορίου Β3-356/21-7-94 «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Εμπορίου» (Β΄ 567). 4.Τις διατάξεις της 6004/8/43 μβ από 8-7-94 απόφασης του Υπουργού Δημόσιας Τάξης «Αποδέσμευση της Ελληνικής Αστυνομίας από την Εκτέλεση έργων ξένων προς την αποστολή της (Β΄ 573). 5.Την ανάγκη αποδέσμευσης των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας από την εκτέλεση εργασιών ξένων προς την αποστολή τους, με σκοπό τον ορθολογικότερο προγραμματισμό του έργου τους και την εξοικονόμηση αστυνομικής δύναμης για την εξοικονόμηση αστυνομικής δύναμης για την αξιοποίησή της στη μάχη κατά του εγκλήματος και την εκπλήρωση γενικά της αποστολής της, όπως αυτή προσδιορίζεται στον Οργανισμό της. 6.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε: Διατήρηση διατάξεων και έργων Άρθρ.1.-1.Διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις: α)Του Π.Δ. 173/90 άρθρ. 43 παρ. γ (Α΄ 62), που προβλέπουν την θεώρηση τιμολογίων από την οικεία Αστυνομική Αρχή. β)Του Π.Δ. 236/90 άρθρ. 20 παρ. 2 και 3 που προβλέπουν την συμμετοχή αστυνομικών οργάνων στη Νομαρχιακή Επιτροπή Εμπορίου, όπως διατηρήθηκε με την κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης και Εμπορίου Β-340/26-8-92 (Β΄ 552) «περιορισμός συλλογικών οργάνων». γ)Της με αριθ. Κ1/1244/7-4-93 υπουργικής απόφασης «Ρύθμιση υπαίθριου και πλανόδιου Εμπορίου» (Β΄ 270) και ειδικότερα του κεφαλαίου Γ παρ. 1 εδαφ. ζ, που προβλέπουν την χορήγηση έκθεσης της αρμόδιας Τουριστικής Αστυνομίας για την έκδοση άδειας υπαίθριου ή πλανόδιου Εμπορίου. Έναρξη ισχύος Άρθρ.2.-από την έναρξη ισχύος της παρούσης απόφασης, έργα που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρ. 34 του Νόμ. 2168/1993 δεν εκτελούνται από τις Αστυνομικές Αρχές, εφόσον οι αντίστοιχες διατάξεις δεν διατηρούνται σε ισχύ με την απόφαση αυτή. Η ισχύς της παρούσας απόφασης αρχίζει από 1 Οκτωβρίου 1994.
195
35. ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Αριθ.50543/9925 της 29 Ιαν./1 Φεβρ. 1977 (ΦΕΚ Β' 59) Περί καθορισμού χιλιομετρικής αποζημιώσεως δια την χρησιμοποίησιν ιδιοκτήτων μεταφορικών μέσων των επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου μισθωτών του Υπουργείου Συντονισμού. 1.Καθορίζομεν εις δραχ. 2 την παγίαν τιμήν χιλιομετρικής αποζημιώσεως των δι' ιδιοκτήτων επιβατηγών αυτοκινήτων μετακινουμένων δι' υπηρεσίαν υπαλλήλων επί σχέσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Υπουργείου Συντονισμού. 2.Η ισχύς της παρούσης άρχεται από της δημοσιεύσεώς της εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. 2.Ζ.δ.35 Οδοιπορικά
124
3. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ 1935 της 30 Αυγ./2 Σεπτ. 1939 Περί εκλογής των μελών των διοικητικών συμβουλίων των συλλόγων αμίσθων δικαστικών κλητήρων του Κράτους. (Κατηργήθη δια των Α.Ν. 304/1945 και Ν.Δ. 715/1941 (κατωτ. αρ. 4).
316
32. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 2313.2/1/91 της 8/28 Ιαν. 1991 (ΦΕΚ Β΄ 22) Αύξηση κατά 17% των εισφορών υπέρ ΤΠΑΕΝ. 1.Εγκρίνουμε την απόφαση που πήρε το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου Προνοίας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (Τ.Π.Α.Ε.Ν.) κατά την 12η συνεδρίαση της 28.3.90 για την αύξηση της τακτικής μηνιαίας εισφοράς των ασφαλισμένων από 1.7.90 και σε ποσοστό 17%. 2.Να κοινοποιηθεί για άμεση εκτέλεση και να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
17
20. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 114 της 13/16 Σεπτ. 1936 (ΦΕΚ Α΄ 399) Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινων της Νομοθεσίας περί Μετοχικού Ταμείου Στρατού, αφορωσών τους πόρους αυτού. Άρθρ.1.-1.Από της ισχύος του παρόντος επανέρχεται εν ισχύϊ το άρθρ. 4 του Νόμ. 3313 του 1925 ούτω δε άπαντα τα αντισηκώματα και πρόστιμα των στρατευσίμων, ανυποτάκτων, λιποτακτών κλπ. εξ οιασδήποτε αιτίας προερχόμενα, τα δια των κειμένων διατάξεων καθοριζόμενα, θα περιέρχωνται εξ ολοκλήρου εις τους πόρους του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, καταργουμένης πάσης επί του αντικειμένου τούτου αντιθέτου διατάξεως. 2.Ο τρόπος της εισπράξεως των αντισηκωμάτων ενεργείται ως ορίζει το άρθρ. 19 του Νόμ. 5977. Άρθρ2.-(Αντικαθίσταται το εδάφ. 2 της εικοστής παραγράφου του 14 άρθρου της Νομοθεσίας του Ταμείου). Άρθρ.3.-Αι καταπίπτουσαι εγγυοδοσίαι, ρήτραι και πρόστιμα των προμηθειών των αφορωσών τον Στρατόν Ξηράς και Αεροπορίας και την Χωροφυλακήν, αι ενεργούμεναι υπό της Επιτροπής Κρατικών Προμηθειών δυνάμει του Νόμ. 4010 από της ισχύος του παρόντος περιέρχονται εις τους πόρους του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, καταργουμένης πάσης αντικειμένης διατάξεως. Οι πόροι του άνω άρθρ. 3 εισάγονται στο Κρατικό Προϋπολογισμό σύμφωνα με το εδάφ. γ της παρ. Ι άρθρ. 30 Νόμ. 1473/1984 (ΦΕΚ Α΄ 127), (τόμ. 27 σελ. 196,361). Βλέπε και την παρ. 2 άνω άρθρ. 30 για το τρόπο και λοιπά είσπραξης των άνω πόρων. Άρθρ.4.-Μέτοχοι του Μετοχικού Ταμείου Στρατού εγγεγραμμένοι εις τα μητρώα εγγάμων αξιωματικών του Ταμείου προ της ισχύος του παρόντος υποχρεούνται κατά την εις μέρισμα εγγραφήν των να συμπληρώσωσι το αρχικώς καταβληθέν ποσόν λόγω εγγραφής εις τα μητρώα των εγγάμων εξιωματικών καταβάλλοντες την διαφοράν του βασικού μισθού του βαθμού ον φέρουσι κατά την ισχύν του παρόντος Νόμου και του μισθού του βαθμού ούτινος το μέρισμα θα λάβωσιν. Οι εφ’ εξής εγγραφόμενοι εις τα μητρώα των εγγάμων αξιωματικών υποχρεούνται ομοίως κατά την εις μέρισμα εγγραφήν των να συμπληρώσωσι την καταβολήν γάμου πληρώνοντες εις το Μετοχικόν Ταμείον Στρατού την διαφοράν μεταξύ του βασικού μισθού του βαθμού ον έφερον κατά την ημέραν της εγγραφής εις τα μητρώα των εγγάμων εξιωματικών και του τοιούτου του βαθμού ούτινος το μέρισμα θα λάβωσιν. Εις την ιδίαν συμπληρωματικήν καταβολήν υπόκεινται αι εις μέρισμα εγγραφόμεναι οικογένειαι μετόχων μη καταβαλλόντων την τοιαύτην συμπληρωματικήν καταβολήν. Το άνω χρηματικόν ποσόν δύναται να εισπραχθή τμηματικώς εκ του μερίσματος καθ’ ον ακριβώς τρόπον και τα πάγια δικαιώματα του Ταμείου. Ως βασικοί μισθοί δια τον καθορισμόν των άνω συμπληρωματικών καταβολών γάμου λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ισχύοντες κατά την ημέραν καθ’ ην εδημιουργήθη το προς απόληψιν μερίσματος δικαίωμα. Βλ. και άρθρ. 8 κατωτ. Α.Ν. 559/1937 Άρθρ.5.-(Προσωρινής ισχύος). Άρθρ.6.-Η μέχρι τούδε διενεργουμένη υπέρ του Ταμείου κράτησις εκ των μηνιαίων ενοικίων των δια τας ανάγκας του Στρατού της Χωροφυλακής και Αεροπορίας χρησιμοποιουμένων κτιρίων, αυξάνεται εις 2 επί τοις εκατόν. Άρθρ.7.-Επιτρέπεται όπως από της 1ης Φεβρουαρίου ε.έ. και εφεξής χρησιμοποιώνται παρά της Στρατιωτικής υπηρεσίας άχρηστα υλικά και εφόδια ή υποπροϊόντα βιομηχανικής παραγωγής της, τα οποία προηγουμένως εξεποιούντο υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Στρατού. Εν τη περιπτώσει ταύτη καταβάλλεται εις το Μετοχικόν Ταμείον Στρατού το αντίτιμον (Αντί για τη σελ. 1487) Σελ. 1487(α) Τεύχος Ζ62 – Σελ. 131 Μετοχικό Ταμείο Στρατού 36.Σ.α.20 των ούτω χρησιμοποιουμένων υλικών ή εφοδίων. Δια διαταγών του επί των Στρατιωτικών Υπουργού καθορισθήσονται ποία των υλικών, εφοδίων και υποπροϊόντων βιομηχανικής παραγωγής θα χρησιμοποιώνται παρά της Στρατιωτική Υπηρεσίας, ο τρόπος καθορισμού του τιμήματος, ο τρόπος καταβολής εις το Μετοχικόν Ταμείον Στρατού και γενικώς αι λεπτομέρειαι της εφαρμογής του παρόντος. Πάσα διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα Νόμον καταργείται.
162
27. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Φ.144/627 της 6/28 Ιουλ. 1993 (ΦΕΚ Β΄ 559) (Διορθ. σφαλμ. ΦΕΚ Β΄ 747/27.9.1993) Κατανομή θέσεων προσωπικού στους βαθμούς του άρθρ. 1 του Νόμ. 2085/92 κατά κατηγορία και κλάδο του Ταμείου Αρωγής Υπαλλήλων αρμοδιότητας Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.
74
17. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 677 της 5/7 Μαΐου 1948 Περί αυθεντικής ερμηνείας στεγαστικών τινών διατάξεων κλπ.
78
16. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΟΙΝ. ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ Αριθ. Β4 114/3376 της 14 Δεκ. 1982 /31 Ιαν. 1983 (ΦΕΚ Β΄ 35) Αναπροσαρμογή των καταβαλλομένων συντάξεων από το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Χημικών. Αναπροσαρμόζονται από 1.1.82 οι παρεχόμενες συντάξεις από το Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Χημικών, στους συνταξιούχους των οποίων η έναρξη συνταξιοδότησης εμπίπτει στο μέχρι 31.1.82 χρονικό διάστημα κατά ποσοστό 12%.
331
14. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. ΒΙ/Α/14190/1613 της 14 Μαΐου/12 Ιουν. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 370) Λειτουργία Κρατικού Πολιτικού Αερολιμένα Σκύρου.
205
19. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑ ΥΤΙΛΙΑΣ Αριθ. 70114/7825 της 9/24 Δεκ. 1980 (ΦΕΚ Β΄ 1301) Περί κυρώσεως Συλλογικής Συμβάσεως Εργασίας πληρωμάτων φορτηγών πλοίων 4.500 τόννων DW και άνω. Ήδη ισχύει η 70114/734/3-18 Φεβρ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 68), (κατωτ. αριθ. 24).
30
44. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ Αριθ. 18550/1432 της 11/19 Μαΐου 1988 (ΦΕΚ Β΄304) Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων διορισμού μέλους του Δ.Σ. του ΟΑΣ μόνιμης απασχόλησης.
384
40. ΠΡΑΞΙΣ ΥΠΟΥΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. 89 της 11/30 Ιουν. 1959 Περί εφαρμογής του αναγκαστικού μέτρου της προσωπικής κρατήσεως και κατά των εκπροσώπων κλπ. Νομικών Προσώπων κλπ. Λαβόν υπ' όψιν την παρ. 2 του άρθρ. 4 του Α.Ν. 646/1945 και την σχετικήν εισήγησιν του Υπουργού των Οικονομικών, αποφασίζει: Εν συνεχεία της εις εκτέλεσιν της ως άνω διατάξεως εκδοθείσης υπ' αριθ. 1062/1947 πράξεως του Υπουργικού Συμβουλίου (ΦΕΚ 303/1950) όπως, το αναγκαστικόν μέτρον της προσωπικής κρατήσεως εφαρμόζεται μετά γνώμην της Επιτροπής του άρθρ. 17 του Νόμ. 5940/1933 και κατά των εκπροσώπων ως και παντός προσώπου εντεταλμένου εις την Διεύθυνσιν των Νομικών Προσώπων εν γένει ως Συνεταιρισμών, Σωματείων, Εταιρειών ετερορρύθμων ή περιωρισμένης ευθύνης κλπ., προσέτι δε και κατά των εν Ελλάδι Διευθυντών, εκπροσώπων ή Πρακτόρων αλλοδαπών εν γένει επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως, των κατά της περιουσίας των υποχρέων ληφθέντων αναγκαστικών μέτρων δια την είσπραξιν των οφειλών προς το Δημόσιον εκ πάσης κατηγορίας φόρων, τελών, δασμών, προστίμων κλπ. Εκδόσαν προς τούτο την παρούσαν πράξίν του, δημοσιευθησομένην εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
79
17. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Αριθ. οίκοθεν 16339/1314 της 24 Ιουν./30 Ιουλ. 1982 (ΦΕΚ Β΄ 533) Σύσταση Τμήματος Διαχειρίσεως και Διοικητικής Μέριμνας στη Δ/νση Δ/κου του ΥΧΟΠ Καταργήθηκε από το άρθρ. 3 της 76249/1305/27-29 Νοεμ. 1984 (ΦΕΚ Β΄ 841) απόφ. Υπ. Προεδρ. Κυβερν. και Χωρ., Οικ. και Περιβάλλοντος (κατωτ. αριθ. 30).
20